Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐπι-συν-νέω

См. также в других словарях:

  • ἐπισυνένησαν — ἐπί , σύν νέω swim aor ind act 3rd pl ἐπί , σύν νέω 3 heap aor ind act 3rd pl ἐπί συννέω 2 pile aor ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συννέω — (I) Α κολυμπώ μαζί με άλλον («ἐπὶ κροκοδείλων ὀχούμενον καὶ συννέοντα θηρίοις», Λουκιαν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + νέω (Ι) «πλέω», κολυμπώ»]. (II) και ιων. τ. συννήω Α συσσωρεύω, συγκεντρώνω μαζί (α. «τῶν νεκρῶν ἐπ ἀλλήλοις ξυννενημένων», Θουκ. β.… …   Dictionary of Greek

  • συνεπινεῖν — σύν , ἐπί ἰνάω carry off by evacuations pres inf act (attic epic doric ionic) σύν , ἐπί ἰνέω carry off by evacuations pres inf act (attic epic doric) σύν , ἐπί νέω swim pres inf act (attic epic doric) σύν ἐπινάω send forth emanations pres inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ναός — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»