Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἀπάνευθε

См. также в других словарях:

  • ἀπάνευθε — afar off indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • απάνευθε — κ. θεν (Α) [άνευθε] 1. μακριά, πολύ μακριά 2. μακριά από κάτι, αποτραβηγμένος, αποχωρισμένος από κάτι …   Dictionary of Greek

  • ἀπάνευθ' — ἀπάνευθε , ἀπάνευθε afar off indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπάνευθεν — ἀπάνευθε afar off indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άνευ — (AM ἄνευ) (πρόθ. καταχρηστική που προτάσσεται και σπάνια επιτάσεται στην Αρχαία) χωρίς, δίχως νεοελλ. φρ. «είναι εκ των ων ουκ άνευ» είναι απαραίτητος μσν. (και ως σύνδ.) εκτός (αν), παρά μόνο, αλλά αρχ. 1. μακριά 2. άσχετα από κάτι 3. εκτός του… …   Dictionary of Greek

  • μήνη — η (Α μήνη και μάνη) η σελήνη, ιδίως κατά τη διάρκεια τών πρώτων ή τών τελευταίων ημερών τής φάσης της, καθώς και το γεωμετρικό δρεπανοειδές σχήμα που παίρνει αυτή κατά τη διάρκεια αυτών τών ημερών, αλλ. μηνίσκος («τοῡ δ ἀπάνευθε σέλας γένετ ἠύτε… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»