Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

σοφία

  • 21 φύσις

    φύσις [pron. full] [ῠ], , gen. φύσεως, poet. φύσεος prob. (metri gr.) in E.Tr. 886, cf. Ar.V. 1282 (lyr.), 1458 (lyr.), [dialect] Ion. φύσιος: dual φύσει (
    A v.l. φύση) Pl.R. 410e, ([etym.] φύω):
    I origin,

    φ. οὐδενός ἐστιν ἁπάντων θνητῶν οὐδὲ.. τελευτή Emp.8.1

    (cf. Plu.2.1112a);

    φ. βούλονται λέγειν γένεσιν τὴν περὶ τὰ πρῶτα Pl.Lg. 892c

    ;

    ἡ φ. ἡ λεγομένη ὡς γένεσις ὁδός ἐστιν εἰς φύσιν Arist.Ph. 193b12

    ;

    φ. λέγεται ἡ τῶν φυομένων γένεσις Id.Metaph. 1014b16

    ; freq. of persons, birth,

    φύσει νεώτερος S.OC 1295

    , cf. Aj. 1301, etc.;

    φύσι γεγονότες εὖ Hdt.7.134

    ; φύσει, opp. θέσει (by adoption), D.L.9.25;

    φύσει Ἀμβρακιώτης, δημοποίητος δὲ Σικυώνιος Ath.4.183d

    ; so ὁ κατὰ φύσιν πατήρ, υἱός, ἀδελφός, Plb. 3.9.6, 3.12.3, 11.2.2; also in acc.,

    ἐκ πατρὸς ταὐτοῦ φύσιν S.El. 325

    ; ἢ φίλων τις ἢ πρὸς αἵματος φύσιν ib. 1125, cf. Isoc.3.42.
    2 growth, τριχῶν, παιδίου, Hp.Nat.Puer.20,29, cf. 27: pl.,

    γενειάσεις καὶ φύσεις κεράτων Plot.4.3.13

    .
    II the natural form or constitution of a person or thing as the result of growth (

    οἷον ἕκαστόν ἐστι τῆς γενέσεως τελεσθείσης, ταύτην φαμὲν τὴν φ. εἶναι ἑκάστου Arist.Pol. 1252b33

    ): hence,
    1 nature, constitution, once in Hom., καί μοι φύσιν αὐτοῦ (sc. τοῦ φαρμάκου)

    ἔδειξε Od.10.303

    ;

    φ. τῆς χώρης Hdt.2.5

    ;

    τῆς Ἀττικῆς X.Vect.1.2

    , cf. Oec.16.2, D.18.146, etc.;

    τῆς τριχός X.Eq.5.5

    ; αἵματος, ἀέρος, etc., Arist.PA 648a21, Mete. 340a36, etc.: pl.,

    φύσεις ἐγγιγνομένας καρπῶν καὶ δένδρων Isoc.7.74

    ;

    αἱ φ. καὶ δυνάμεις τῶν πολιτειῶν Id.12.134

    ;

    ἡ τῶν ἀριθμῶν φ. Pl.R. 525c

    ;

    ἡ τῶν πάντων φ. X.Mem.1.1.11

    , etc.;

    ἡ ἰδία τοῦ πράγματος φ. IG22.1099.28

    (Epist.Plotinae).
    2 outward form, appearance,

    μέζονας ἢ κατ' ἀνθρώπων φύσιν Hdt.8.38

    ; ἢ νόον ἤτοι φύσιν either in mind or outward form, Pi.N.6.5;

    οὐ γὰρ φ. Ὠαριωνείαν ἔλαχεν Id.I.4(3).49

    (67);

    μορφῆς δ' οὐχ ὁμόστολος φ. A.Supp. 496

    ;

    τὸν δὲ Λάϊον φύσιν τίν' εἶχε φράζε S.OT 740

    (read εἷρπε, taking φ. with ἔχων), cf. Tr. 379; δρακαίνης φ. ἔχουσαν ἀγρίαν prob. in E.Ba. 1358;

    τὴν ἐμὴν ἰδὼν φ. Ar.V. 1071

    (troch.), cf. Nu. 503;

    τὴν τοῦ σώματος φ. Isoc.9.75

    .
    3 Medic., constitution, temperament, Hp.Aph.3.2 (pl.), al.;

    ἡ φ. καὶ ἡ ἕξις Id.Acut.43

    ;

    φ. φύσιος καὶ ἡλικία ἡλικίης διαφέρει Id.Fract.7

    ;

    φύσιες νούσων ἰητροί Id.Epid.6.5.1

    .
    b natural place or position of a bone or joint, ἀποπηδᾶν ἀπὸ τῆς φ., ἐς τὴν φ. ἄγεσθαι, Id.Art.61, 62, al.;

    ὀστέον μένον ἐν τῇ ἑωυτοῦ φ. Id.VC5

    , al.;

    φύσιες τῶν ἄρθρων Id.Nat.Puer.17

    .
    4 of the mind, one's nature, character,

    ἦθος ἕκαστον, ὅπῃ φ. ἐστὶν ἑκάστῳ Emp.110.5

    ;

    εὐγενὴς γὰρ ἡ φ. κἀξ εὐγενῶν.. ἡ σή S.Ph. 874

    ; τὴν αὑτοῦ φ. λιπεῖν, δεῖξαι, ib. 902, 1310;

    φ. φρενός E.Med. 103

    (anap.);

    ἡ ἀνθρωπεία φ. Th.1.76

    ;

    φ. τῆς μορφῆς καὶ τῆς ψυχῆς X.Cyr.1.2.2

    ;

    ὀνόματι μεμπτὸν τὸ νόθον, ἡ φ. δ' ἴση E.Fr. 168

    ; φ. φιλόσοφος, τυραννική, etc., Pl.R. 410e, 576a, etc.;

    δεξιοὶ φύσιν A.Pr. 489

    ;

    ἀκμαῖοι φύσιν Id.Pers. 441

    ;

    τὸ γὰρ ἀποστῆναι χαλεπὸν φύσεος, ἣν ἔχοι τις Ar.V. 1458

    (lyr.), cf. 1282 (lyr.);

    Σόλων.. ἦν φιλόδημος τὴν φ. Id.Nu. 1187

    ;

    ἔνιοι ὄντες ὡς ἀληθῶς τοῦ δήμου τὴν φ. οὐ δημοτικοί εἰσι X.Ath.2.19

    ; φύσεως ἰσχύς force of natural powers, Th.1.138; φύσεως κακία badness of natural disposition, D.20.140;

    ἀγαθοὶ.. γίγνονται διὰ τριῶν, τὰ τρία δὲ ταῦτά ἐστι φ. ἔθος λόγος Arist. Pol. 1332a40

    ; χρῶ τῇ φύσει, i.e. give rein to your natural propensities, Ar.Nu. 1078, cf. Isoc.7.38;

    τῇ φ. χρώμενος Plu.Cor.18

    ;

    θείας κοινωνοὶ φ. 2 Ep.Pet.1.4

    : pl., Isoc.4.113, v.l. in E.Andr. 956;

    οἱ ἄριστοι τὰς φ. Pl.R. 526c

    , cf. 375b, al.: prov.,

    ἔθος, φασί, δευτέρη φ. Jul.Mis. 353a

    .
    b instinct in animals, etc., Democr.278;

    οὐκ ἐπιστήμῃ οὐδὲ τέχνῃ ἀλλὰ φύσει Herm.

    ap. Stob.1.41.6;

    ἐν τοῖς ἄλλοις ζῴοις ἡ αἴσθησις τῇ φ. ἥνωται, ἐν δὲ ἀνθρώποις τῇ νοήσει Corp.Herm. 9.1

    , cf. 12.1.
    5 freq. in periphrases, καὶ γὰρ ἂν πέτρου φύσιν σύ γ' ὀργάνειας, i.e. would'st provoke a stone, S.OT 335;

    χθονὸς φ. A.Ag. 633

    ; esp. in Pl.,

    ἡ τοῦ πτεροῦ φ. Phdr. 251b

    ;

    ἡ φ. τῶν σωμάτων Smp. 186b

    ; ἡ φ. τῆς ἀσθενείας its natural weakness, Phd. 87e;

    ἡ τοῦ μυελοῦ φ. Ti. 84c

    ;

    ἡ τοῦ δικαίου φ. Lg. 862d

    , al.; ἡ φ., with gen. understood, Smp. 191a, Phd. 109e.
    III the regular order of nature,

    τύχη.. ἀβέβαιος, φ. δὲ αὐτάρκης Democr.176

    ;

    κατὰ φύσιν Pl.R. 444d

    , etc.; τρίχες κατὰ φύσιν πεφυκυῖαι growing naturally, Hdt.2.38, cf. Alex.156.7 (troch.);

    κατὰ φύσιν νόμος ὁ πάντων βασιλεύς Pi.Fr. 169

    (cf. Pl.Grg. 488b);

    κατὰ φ. ποιεῖν Heraclit.112

    ; opp. παρὰ φύσιν, E.Ph. 395, Th.6.17, etc.;

    παρὰ τὴν φ. Anaxipp.1.18

    ; προδότης ἐκ φύσεως a traitor by nature, Aeschin.2.165; πρὸ τῆς φ. ἥκειν εἰς θάνατον before the natural term, Plu.Comp.Dem.Cic.5: freq. in dat. φύσει (

    ἐν φ. Hp.

    Aër.14) by nature, naturally, opp. τύχῃ, τέχνῃ, Pl.Lg. 889b, cf. R. 381b;

    φύσει τοιοῦτος Ar.Pl. 275

    , cf. 279, al.;

    ὁ ἄνθρωπος φ. πολιτικὸν ζῷόν ἐστι Arist.Pol. 1253a3

    ; ὁ μὴ αὑτοῦ φ. ἀλλ' ἄλλου ἄνθρωπος ὤν, οὗτος φ. δοῦλός ἐστιν ib. 1254a15;

    φ. γὰρ οὐδεὶς δοῦλος ἐγενήθη ποτέ Philem.95.2

    ; opp. νόμῳ (by convention), Philol.9, Archelaus ap.D.L.2.16, Pl.Grg. 482e, cf. Prt. 337d, etc.;

    τὰ μὲν τῶν νόμων ὁμολογηθέντα, οὐ φύντ' ἐστίν, τὰ δὲ τῆς φύσεως φύντα, οὐχ ὁμολογηθέντα Antipho Soph.44

    Ai 32 (Vorsokr.5);

    ἅπας ὁ τῶν ἀνθρώπων βίος φύσει καὶ νόμοις διοικεῖται D.25.15

    ;

    τοὺς τῆς φ. οὐκ ἔστι λανθάνειν νόμους Men.Mon. 492

    ;

    οὐ σοφίᾳ, ἀλλὰ φύσει τινί Pl. Ap. 22c

    ;

    φ. μὴ πεφυκότα τοιαῦτα φωνεῖν S.Ph.79

    , cf. Pl.Phlb. 14c, etc.;

    φύσει πάντα πάντες ὁμοίως πεφύκαμεν καὶ βάρβαροι καὶ Ἕλληνες εἶναι Antipho Soph.44

    Bii 10 (Vorsokr.5); φύσιν ἔχει c. inf., it is natural, κῶς φύσιν ἔχει πολλὰς μυριάδας φονεῦσαι (sc. τὸν Ἡρακλέα); Hdt.2.45, cf. Pl.R. 473a; οὐκ ἔχει φύσιν it is contrary to nature, ib. 489b;

    οὔτ' εὔλογον οὔτ' ἔχον ἐστὶ φύσιν D.2.26

    ;

    τὸ τόλμημα φύσιν οὐκ ἔχει Polem.Call.36

    .
    IV in Philosophy:
    1 nature as an originating power,

    φ. λέγεται.. ὅθεν ἡ κίνησις ἡ πρώτη ἐν ἑκάστῳ τῶν φύσει ὄντων Arist.Metaph. 1014b16

    ;

    ὁ δὲ θεὸς καὶ ἡ φ. οὐδὲν μάτην ποιοῦσιν Id.Cael. 271a33

    ; ἡ δὲ φ. οὐδὲν ἀλόγως οὐδὲ μάτην ποιεῖ ib. 291b13;

    ἡ μὲν τέχνη ἀρχὴ ἐν ἄλλῳ, ἡ δὲ φ. ἀρχὴ ἐν αὐτῷ Id.Metaph. 1070a8

    , cf. Mete. 381b5, etc.;

    φ. κρύπτεσθαι φιλεῖ Heraclit.123

    ;

    ἡ γοητεία τῆς φ. Plot.4.4.44

    ; φ. κοινή, the principle of growth in the universe, Cleanth.Stoic.1.126; as Stoic t.t., the inner fire which causes preservation and growth in plants and animals, defined as πῦρ τεχνικὸν ὁδῷ βαδίζον εἰς γένεσιν, Stoic.1.44, cf. 35, al., S.E.M.9.81; Nature, personified,

    χάρις τῇ μακαρίᾳ Φ. Epicur.Fr. 469

    ;

    Φ. καὶ Εἱμαρμένη καὶ Ἀνάγκη Phld. Piet.12

    ;

    ἡ κατωφερὴς Φ. Corp.Herm.1.14

    .
    2 elementary substance,

    κινδυνεύει ὁ λέγων ταῦτα πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ γῆν καὶ ἀέρα πρῶτα ἡγεῖσθαι τῶν πάντων εἶναι καὶ τὴν φ. ὀνομάζειν αὐτὰ ταῦτα Pl.Lg. 891c

    , cf. Arist.Fr.52 (defined as

    τὴν πρώτην οὐσίαν.. ὑποβεβλημένην ἅπασι τοῖς γεννητοῖς καὶ φθαρτοῖς σώμασι Gal.15.3

    );

    τῶν φύσει ὄντων τὰ στοιχεῖά φασιν εἶναι φύσιν Arist.Metaph. 1014b33

    : pl., Epicur.Ep. 1p.6U., al.;

    ἄτομοι φ.

    atoms,

    Democr.

    ap. Diog.Oen.5, Epicur.Ep. 1p.7U.;

    ἄφθαρτοι φ. Phld.Piet.83

    .
    3 concrete, the creation, 'Nature',

    ἀθανάτου.. φύσεως κόσμον ἀγήρων E.Fr. 910

    (anap.);

    περὶ φύσεώς τε καὶ τῶν μετεώρων ἀστρονομικὰ ἄττα διερωτᾶν Pl.Prt. 315c

    ; περὶ φύσεως, title of works by Xenophanes, Heraclitus, Gorgias, Epicurus, etc.;

    [σοφία] ἣν δὴ καλοῦσι περὶ φύσεως ἱστορίαν Pl.Phd. 96a

    ;

    περὶ φ. ἀφοριζόμενοι διεχώριζον ζῴων τε βίον δένδρων τε φύσιν λαχάνων τε γένη Epicr.11.13

    (anap.); so later,

    ἡ φ. τὸ ὑπὸ ψυχῆς τῆς πάσης ταχθέν Plot.2.2.1

    ;

    τὰ στοιχεῖα τῆς φ. Corp.Herm.1.8

    ; αἱ δύο φ., i.e. heaven and earth, light and darkness, etc., PMag.Leid.W.6.42.
    4 Pythag. name for two, Theol.Ar.12.
    V as a concrete term, creature, freq. in collect. sense, θνητὴ φ. mankind, S.Fr. 590 (anap.), cf. OT 869 (lyr.); πόντου εἰναλία φ. the creatures of the sea, Id.Ant. 345 (lyr.);

    ὃ πᾶσα φ. διώκειν πέφυκε Pl.R. 359c

    , cf. Plt. 272c; ἡ τῶν θηλειῶν φ. woman- kind (opp. τὸ ἄρρεν φῦλον) X.Lac.3.4: also in pl., S.OT 674, Pl.R. 588c, Plt. 306e, X.Oec.13.9; in contemptuous sense, αἱ τοιαῦται φ. such creatures as these, Isoc.4.113, cf. 20.11, Aeschin.1.191.
    b of plants or material substances,

    φ. εὐώδεις καρποφοροῦσαι D.S.2.49

    ;

    ὑγράν τινα φ. καπνὸν ἀποδιδοῦσαν Corp.Herm. 1.4

    .
    VI kind, sort, species,

    ταύτην.. ἔχειν βιοτῆς.. φύσιν S.Ph. 165

    (anap.);

    ἐκλέγονται ἐκ τούτων χρημάτων μίαν φ. τὴν τῶν λευκῶν Pl.R. 429d

    ; φ. [ἀλωπεκίδων] species, X.Cyn.3.1; natural group or class of plants, Thphr.HP6.1.1 (pl.).
    VII sex, θῆλυς φῦσα (prob. for οὖσα)

    κοὐκ ἀνδρὸς φύσιν S.Tr. 1062

    , cf. OC 445, Th.2.45, Pl.Lg. 770d, 944d: hence,
    2 the characteristic of sex, = αἰδοῖον, Tab.Defix. 89a6 (iv B.C.), Nic.Fr.107, D.S.32.10, S.E.M.1.150, etc.: esp. of the female organ, Hp.Mul.2.143, Ant.Lib.41, Artem.5.63, PMag.Osl.1.83,324, Horap. 1.11: pl., τῶν δύοφ., of the testes, Sch.Ar.Lys.92, cf. PMag.Par.1.318.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φύσις

  • 22 κόσμος

    κόσμος, ου, ὁ (Hom.+)
    that which serves to beautify through decoration, adornment, adorning (Hom.+; Diod S 20, 4, 5 τῶν γυναικῶν τὸν κόσμον; OGI 531, 13; SIG 850, 10; IMaronIsis 41; PEleph 1, 4; PSI 240, 12 γυναικεῖον κόσμον; LXX; TestJud 12:1; JosAs 2:6 al.; Philo, Migr. Abr. 97 γυναικῶν κ.; Jos., Ant. 1, 250; 15, 5; Just., A II, 11, 4f) of women’s attire, etc. ὁ ἔξωθεν … κόσμος external adorning 1 Pt 3:3 (Vi. Hom. 4 of the inward adornment of a woman, beside σωφροσύνη; Crates, Ep. 9; Pythag., Ep. 11, 1; Plut., Mor. 141e; on the topic of external adornment cp. SIG 736, 15–26).
    condition of orderliness, orderly arrangement, order (Hom. et al.; s. HDiller, Die vorphilosophische Gebrauch von κ. und κοσμεῖν: BSnell Festschr., ’56, 47–60) μετὰ κόσμου in order Dg 12:9 (text uncertain; s. μετακόσμιος).
    the sum total of everything here and now, the world, the (orderly) universe, in philosophical usage (so, acc. to Plut., Mor. 886b, as early as Pythagoras; certainly Heraclitus, Fgm. 66; Pla., Gorg. 508a, Phdr. 246c; Chrysipp., Fgm. 527 v. Arnim κόσμος σύστημα ἐξ οὐρανοῦ καὶ γῆς καὶ τῶν ἐν τούτοις περιεχομένων φύσεων. Likew. Posidonius in Diog. L. 7, 138; Ps.-Aristot., De Mundo 2 p. 391b, 9ff; 2 and 4 Macc; Wsd; EpArist 254; Philo, Aet. M. 4; Jos., Ant. 1, 21; Test12Patr; SibOr 7, 123; AssMos Fgm. b Denis [=Tromp p. 272]; Just., A I, 20, 2 al.; Ath. 19, 2 al.; Orig., C. Cels. 4, 68, 14; Did., Gen. 36, 7; 137, 13.—The other philosoph. usage, in which κ. denotes the heaven in contrast to the earth, is prob. without mng. for our lit. [unless perh. Phil 2:15 κ.=‘sky’?]). ἡ ἀέναος τοῦ κ. σύστασις the everlasting constitution of the universe 1 Cl 60:1 (cp. OGI 56, 48 εἰς τὸν ἀέναον κ.). Sustained by four elements Hv 3, 13, 3. πρὸ τοῦ τὸν κ. εἶναι before the world existed J 17:5. ἀπὸ καταβολῆς [κόσμου] from the beginning of the world Mt 13:35; 25:34; Lk 11:50; Hb 4:3; 9:26; Rv 13:8; 17:8. Also ἀπʼ ἀρχῆς κ. Mt 24:21 or ἀπὸ κτίσεως κ. Ro 1:20.—B 5:5 ἀπὸ καταβ. κ. evidently means at the foundation of the world (s. Windisch, Hdb. ad loc.). πρὸ καταβολῆς κ. before the foundation of the world J 17:24; Eph 1:4; 1 Pt 1:20 (on the uses w. καταβολή s. that word, 1). οὐδὲν εἴδωλον ἐν κ. no idol has any real existence in the universe (Twentieth Century NT) 1 Cor 8:4. Of the creation in its entirety 3:22. ὁ κόσμος ὅλος = πᾶσα ἡ κτίσις (Sallust. 21 p. 36, 13; TestSol 5:7; TestJob 33:4) Hs 9, 2, 1; 9, 14, 5. φωστῆρες ἐν κόσμῳ stars in the universe Phil 2:15 (s. above). Esp. of the universe as created by God (Epict 4, 7, 6 ὁ θεὸς πάντα πεποίηκεν, τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ αὐτὸν τὸν κόσμον ὅλον; Wsd 9:9; 2 Macc 7:23 ὁ τοῦ κ. κτίστης; 4 Macc 5:25; Just., A I, 59, 1 al.; Ath. 8, 2 al.) ὁ ποιήσας τὸν κ. who has made the world Ac 17:24. ὁ κτίστης τοῦ σύμπαντος κ. 1 Cl 19:2; ὁ κτίσας τὸν κ. Hv 1, 3, 4; cp. m 12, 4, 2. ὁ τοῦ παντὸς κ. κυριεύων B 21:5. οὐδʼ εἶναι τὸν κόσμον θεοῦ ἀλλὰ ἀγγέλων AcPlCor 1:15. Christ is called παντὸς τοῦ κ. κύριος 5:5; and the κ. owes its origin to his agency J 1:10b. The world was created for the sake of the church Hv 2, 4, 1.—The universe, as the greatest space conceivable, is not able to contain someth. (Philo, Ebr. 32) J 21:25.
    the sum total of all beings above the level of the animals, the world, as θέατρον ἐγενήθημεν (i.e. οἱ ἀπόστολοι) τῷ κόσμῳ καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις 1 Cor 4:9. Here the world is divided into angels and humans (cp. the Stoic definition of the κόσμος in Stob., Ecl. I p. 184, 8 τὸ ἐκ θεῶν καὶ ἀνθρώπων σύστημα; likew. Epict 1, 9, 4.—Acc. to Ocellus Luc. 37, end, the κ. consists of the sphere of the divine beyond the moon and the sphere of the earthly on this side of the moon).
    planet earth as a place of inhabitation, the world (SIG 814, 31 [67 A.D.] Nero, ὁ τοῦ παντὸς κόσμου κύριος; the meaning of the birthday of Augustus for the world OGI 458, 40 [=IPriene 105]; 2 Macc 3:12; Jos., Ant. 9, 241; 10, 205; Orig., C. Cels. 4, 68)
    gener. Mk 16:15. τὰς βασιλείας τοῦ κ. Mt 4:8; ἐν ὅλῳ τῷ κ. 26:13. Cp. 13:38 (cp. Hs 5, 5, 2); Mk 14:9; Hs 9, 25, 2. τὸ φῶς τοῦ κ. τούτου the light of this world (the sun) J 11:9. In rhetorical exaggeration ἡ πίστις ὑμῶν καταγγέλλεται ἐν ὅλῳ τ. κόσμῳ Ro 1:8 (cp. the Egypt. grave ins APF 5, 1913, 169 no. 24, 8 ὧν ἡ σωφροσύνη κατὰ τὸν κ. λελάληται). Abraham as κληρονόμος κόσμου heir of the world 4:13.—Cp. 1 Cor 14:10; Col 1:6. ἡ ἐν τῷ κ. ἀδελφότης the brotherhood in the (whole) world 1 Pt 5:9. ἐγένετο ἡ βασιλεία τοῦ κ. τοῦ κυρίου ἡμῶν our Lord has assumed the sovereignty of the world Rv 11:15. τὰ ἔθνη τοῦ κ. (not LXX, but prob. rabbinic אֻמּוֹת הָעוֹלָם=humankind apart fr. Israel; Billerb. II 191; Dalman, Worte 144f) the unconverted in the world Lk 12:30. In this line of development, κόσμος alone serves to designate the polytheistic unconverted world Ro 11:12, 15.—Other worlds (lands) beyond the ocean 1 Cl 20:8.—Many of these pass. bear the connotation of
    the world as the habitation of humanity (as SibOr 1, 160). So also Hs 9, 17, 1f. εἰσέρχεσθαι εἰς τὸν κ. of entrance into the world by being born 1 Cl 38:3. ἐκ τοῦ κ. ἐξελθεῖν leave this present world (Philo, Leg. All. 3, 5 ἔξω τ. κόσμου φεύγειν; s. ἐξέρχομαι 5; cp. Hippol., Ref. 5, 16, 7) 1 Cor 5:10b; 2 Cl 8:3. γεννηθῆναι εἰς τὸν κ. be born into the world J 16:21. ἕως ἐσμὲν ἐν τούτῳ τῷ κ. 2 Cl 8:2. οὐδὲν εἰσφέρειν εἰς τὸν κ. (Philo, Spec. Leg. 1, 294 τὸν μηδὲν εἰς τὸν κόσμον εἰσενηνοχότα) 1 Ti 6:7 (Pol 4:1). πολλοὶ πλάνοι ἐξῆλθον εἰς τὸν κ. 2J 7.—ἐν τῷ κόσμω τούτῳ J 12:25 (κ. need not here be understood as an entity hostile to God, but the transition to the nuance in 7b, below, is signalled by the term that follows: ζωὴν αἰώνιον). ἵνα εἰς κόσμον προέλθῃ AcPlCor 2:6.
    earth, world in contrast to heaven (Dio Chrys. 19 [36], 59; Iren., 1, 4, 2 [Harv. I 35, 5]; Orig., C. Cels. 8, 15, 24) ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ 2 Cl 19:3.—Esp. when mention is made of the preexistent Christ, who came fr. another world into the κόσμος. So, above all, in John (Bultmann, index I κόσμος) ἔρχεσθαι εἰς τὸν κ. (τοῦτον) J 6:14; 9:39; 11:27; 16:28a; 18:37; specif. also come into the world as light 12:46; cp. 1:9; 3:19. Sending of Jesus into the world 3:17a; 10:36; 17:18; 1J 4:9. His εἶναι ἐν τῷ κόσμῳ J 1:10a; 9:5a; 17:12 v.l. Leaving the world and returning to the Father 13:1a; 16:28b. Cp. 14:19; 17:11a. His kingship is not ἐκ τοῦ κ. τούτου of this world i.e. not derived from the world or conditioned by its terms and evaluations 18:36ab.—Also Χρ. Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τ. κόσμον 1 Ti 1:15; cp. ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ (opp. ἀνελήμφθη ἐν δόξῃ) 3:16.—εἰσερχόμενος εἰς τὸν κ. Hb 10:5.
    the world outside in contrast to one’s home PtK 3 p. 15, 13; 19.
    humanity in general, the world (TestAbr B 8 p. 113, 11 [Stone p. 74]; ApcEsdr 3:6 p. 27, 14; SibOr 1, 189; Just., A I, 39, 3 al.)
    gener. οὐαὶ τῷ κ. ἀπὸ τῶν σκανδάλων woe to humankind because of the things that cause people to sin Mt 18:7; τὸ φῶς τοῦ κ. the light for humanity 5:14; cp. J 8:12; 9:5. ὁ σωτὴρ τοῦ κ. 4:42; 1J 4:14 (this designation is found in inscriptions, esp. oft. of Hadrian [WWeber, Untersuchungen z. Geschichte des Kaisers Hadrianus 1907, 225; 226; 229]).—J 1:29; 3:17b; 17:6.—κρίνειν τὸν κ. (SibOr 4, 184; TestAbr A 13 p. 92, 11 [Stone p. 32]; ApcMos 37) of God, Christ J 12:47a; Ro 3:6; B 4:12; cp. Ro 3:19. Of believers 1 Cor 6:2ab (cp. Sallust. 21 p. 36, 13 the souls of the virtuous, together w. the gods, will rule the whole κόσμος). Of Noah διʼ ἧς (sc. πίστεως) κατέκρινεν τὸν κ. Hb 11:7. ἡ ἁμαρτία εἰς τὸν κ. εἰσῆλθεν Ro 5:12; likew. θάνατος εἰσῆλθεν εἰς τὸν κ. 1 Cl 3:4 (Wsd 2:24; 14:14). Cp. Ro 5:13; 1 Cor 1:27f. περικαθάρματα τοῦ κ. the refuse of humanity 4:13. Of persons before conversion ἄθεοι ἐν τῷ κ. Eph 2:12.—2 Cor 1:12; 5:19; Js 2:5; 1J 2:2; 4:1, 3. ἀρχαῖος κόσμος the people of the ancient world 2 Pt 2:5a; cp. vs. 5b; 3:6. Of pers. of exceptional merit: ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κ. of whom the world was not worthy Hb 11:38.—ὅλος ὁ κ. all the world, everybody Ac 2:47 D; 1 Cl 5:7; cp. ἐν ὅλῳ τῷ κ. 59:2; εἰς ὅλον τὸν κ. Hs 8, 3, 2. Likew. ὁ κόσμος (cp. Philo, De Prov. in Eus., PE 8, 14, 58) ὁ κ. ὀπίσω αὐτοῦ ἀπῆλθεν J 12:19. ταῦτα λαλῶ εἰς τὸν κ. 8:26; ἐν τῷ κ. 17:13; ἐγὼ παρρησίᾳ λελάληκα τῷ κ. 18:20; cp. 7:4; 14:22. ἵνα γνῷ ὁ κ. 14:31; cp. 17:23; ἵνα ὁ κ. πιστεύῃ 17:21.
    of all humanity, but especially of believers, as the object of God’s love J 3:16, 17c; 6:33, 51; 12:47b.
    the system of human existence in its many aspects, the world
    as scene of earthly joys, possessions, cares, sufferings (cp. 4 Macc 8:23) τὸν κ. ὅλον κερδῆσαι gain the whole world Mt 16:26; Mk 8:36; Lk 9:25; 2 Cl 6:2 (cp. Procop. Soph., Ep. 137 the whole οἰκουμένη is an unimportant possession compared to ἀρετή). τὰ τερπνὰ τοῦ κ. the delightful things in the world IRo 6:1. οἱ χρώμενοι τὸν κ. ὡς μὴ καταχρώμενοι those who use the world as though they had no use of it or those who deal with the world as having made no deals with it 1 Cor 7:31a. ἔχειν τὸν βίον τοῦ κ. possess worldly goods 1J 3:17. τὰ τοῦ κόσμου the affairs of the world 1 Cor 7:33f; cp. 1J 2:15f. The latter pass. forms an easy transition to the large number of exprs. (esp. in Paul and John) in which
    the world, and everything that belongs to it, appears as that which is hostile to God, i.e. lost in sin, wholly at odds w. anything divine, ruined and depraved (Herm. Wr. 6, 4 [the κόσμος is τὸ πλήρωμα τῆς κακίας]; 13, 1 [ἡ τοῦ κ. ἀπάτη], in Stob. p. 428, 24 Sc.; En 48:7; TestIss 4:6; AscIs 3:25; Hdb., exc. on J 1:10; Bultmann ad loc.—cp. Sotades Maronita [III B.C.] 11 Diehl: the κόσμος is unjust and hostile to great men) IMg 5:2; IRo 2:2. ὁ κόσμος οὗτος this world (in contrast to the heavenly realm) J 8:23; 12:25, 31a; 13:1; 16:11; 18:36; 1J 4:17; 1 Cor 3:19; 5:10a; 7:31b; Hv 4, 3, 2ff; D 10:6; 2 Cl 5:1, 5; (opp. ὁ ἅγιος αἰών) B 10:11. ‘This world’ is ruled by the ἄρχων τοῦ κ. τούτου the prince of this world, the devil J 12:31b; 16:11; without τούτου 14:30. Cp. ὁ κ. ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται the whole world lies in the power of the evil one 1J 5:19; cp. 4:4; also ὁ αἰὼν τοῦ κ. τούτου Eph 2:2 (s. αἰών 4).—Christians must have nothing to do with this world of sin and separation fr. God: instead of desiring it IRo 7:1, one is to ἄσπιλον ἑαυτὸν τηρεῖν ἀπὸ τοῦ κ. keep oneself untainted by the world Js 1:27. ἀποφεύγειν τὰ μιάσματα τοῦ κ. 2 Pt 2:20; cp. 1:4 (s. ἀποφεύγω 1).—Pol 5:3. ἡ φιλία τοῦ κ. ἔχθρα τ. θεοῦ ἐστιν Js 4:4a; cp. vs. 4b. When such an attitude is taken Christians are naturally hated by the world IRo 3:3; J 15:18, 19ad; 17:14a; 1J 3:13, as their Lord was hated J 7:7; 15:18; cp. 1:10c; 14:17; 16:20.—Also in Paul: God and world in opposition τὸ πνεῦμα τοῦ κ. and τὸ πνεῦμα τὸ ἐκ θεοῦ the spirit of the world and the spirit that comes fr. God 1 Cor 2:12; σοφία τοῦ κ. and σοφία τοῦ θεοῦ 1:20f. ἡ κατὰ θεὸν λύπη and ἡ τοῦ κ. λύπη godly grief and worldly grief 2 Cor 7:10. The world is condemned by God 1 Cor 11:32; yet also the object of the divine plan of salvation 2 Cor 5:19; cp. 1 Cl 7:4; 9:4. A Christian is dead as far as this world is concerned: διʼ οὗ (i.e. Ἰ. Χρ.) ἐμοὶ κ. ἐσταύρωται κἀγὼ κόσμῳ through Christ the world has been crucified for me, and I have been (crucified) to the world Gal 6:14; cp. the question τί ὡς ζῶντες ἐν κ. δογματίζεσθε; Col 2:20b. For στοιχεῖα τοῦ κ. Gal 4:3; Col 2:8, 20a s. στοιχεῖον.—The use of κ. in this sense is even further developed in John. The κ. stands in opposition to God 1J 2:15f and hence is incapable of knowing God J 17:25; cp. 1J 4:5, and excluded fr. Christ’s intercession J 17:9; its views refuted by the Paraclete 16:8. Neither Christ himself 17:14c, 16b; 14:27, nor his own 15:19b; 17:14b, 16a; 1J 3:1 belong in any way to the ‘world’. Rather Christ has chosen them ‘out of the world’ J 15:19c, even though for the present they must still live ‘in the world’ 17:11b; cp. 13:1b; 17:15, 18b. All the trouble that they must undergo because of this, 16:33a, means nothing compared w. the victorious conviction that Christ (and the believers w. him) has overcome ‘the world’ vs. 33b; 1J 5:4f, and that it is doomed to pass away 2:17 (TestJob 33:4; Kephal. I 154, 21: the κόσμος τῆς σαρκός will pass away).
    collective aspect of an entity, totality, sum total (SIG 850, 10 τὸν κόσμον τῶν ἔργων (but s. 1 above); Pr 17:6a) ὁ κ. τῆς ἀδικίας ἡ γλῶσσα καθίσταται the tongue becomes (or proves to be) the sum total of iniquity Js 3:6 (so, approx., Meinertz; FHauck.—MDibelius, Windisch and ASchlatter find mng. 7b here, whereas ACarr, Exp. 7th ser., 8, 1909, 318ff thinks of mng. 1). Χρ. τὸν ὑπὲρ τῆς τοῦ παντὸς κόσμου τῶν σῳζομένων σωτηρίας παθόντα Christ, who suffered or died (s. πάσχω 3aα) for the salvation of the sum total of those who are saved MPol 17:2.—FBytomski, D. genet. Entwicklung des Begriffes κόσμος in d. Hl. Schrift: Jahrb. für Philos. und spekul. Theol. 25, 1911, 180–201; 389–413 (only the OT); CSchneider, Pls u. d. Welt: Αγγελος IV ’32, 11–47; EvSchrenck, Der Kosmos-Begriff bei Joh.: Mitteilungen u. Nachrichten f. d. evang. Kirche in Russland 51, 1895, 1–29; RLöwe, Kosmos u. Aion ’35; RBultmann, D. Verständnis v. Welt u. Mensch im NT u. im Griechentum: ThBl 19, ’40, 1–14; GBornkamm, Christus u. die Welt in der urchr. Botschaft: ZTK 47, ’50, 212–26; ALesky, Kosmos ’63; RVölkl, Christ u. Welt nach dem NT ’61; GJohnston, οἰκουμένη and κ. in the NT: NTS 10, ’64, 352–60; NCassem, ibid. 19, ’72/73, 81–91; RBratcher, BT 31, ’80, 430–34.—B. 13; 440. DELG. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > κόσμος

  • 23 ἄνωθεν

    ἄνωθεν adv. of place (Trag., Hdt.+; ins, pap, LXX, En; TestSol 12:6 C; JosAs 21:4 [cod. A and Pal. 364]; ApcrEzk [Epiph 70, 10]; Just., Ath.).
    in extension fr. a source that is above, from above (SIG 969, 63; PHib 110, 66; 107; 109; Gen 49:25; Josh 3:16; EpJer 61; En 28:2; TestSol 12:6 C; Philo, Rer. Div. Her. 64; 184, Fug. 138, Somn., 2, 142; Jos., Ant. 3, 158) σχισθῆναι ἀπʼ ἄ. ἕως κάτω be torn fr. top to bottom Mk 15:38. For this ἄ. ἕως κάτω Mt 27:51 (where ἀπʼ is added by many witnesses, foll. Mk). ἐκ τῶν ἄ. ὑφαντὸς διʼ ὅλου woven from the top in one piece (i.e. altogether without seam) J 19:23. Esp. from heaven (cp. ἄνω 1 and schol. on Pla. 856e of the seer: ἄνωθεν λαμβάνειν τὸ πνεῦμα; Philo, Mos. 2, 69) ἄ. ἐκ τ. οὐρανοῦ J 3:27 v.l. ὁ ἄ. ἐρχόμενος he who comes from heaven (explained in the same vs. by ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἐρχόμενος) 3:31. Of the Holy Spirit πνεῦμα ἄ. ἐρχόμενον Hm 11:21; also simply τὸ πνεῦμα τὸ ἄ. 11:8. ἡ δύναμις ἡ ἄ. ἐρχομένη 11:20. ἡ σοφία ἄ. κατερχομένη Js 3:15. Also ἡ ἄ. σοφία vs. 17. ἄ. εἶναι come from above Hm 9:11; 11:5; Js 1:17. Some would place 2 Cl 14:2 here, but the temporal sense seems more prob., s. 2. ἄ. δεδομένον bestowed from above (i.e. by God; cp. Procop. Soph., Ep. 109 θεοῦ ἄ. ἐπινεύοντος) J 19:11. ἄ. γεννᾶσθαι be born from above J 3:3, 7 (Epict. 1, 13, 3: all humans are begotten of their ancestor Zeus ἐκ τῶν αὐτῶν σπερμάτων καὶ τῆς αὐτῆς ἄ. καταβολῆς; Just., D. 63, 3), but. s. 4 on the wordplay in these verses (Nicodemus thinks of physical rebirth [vs. 4], but the narrator shows Jesus with another dimension in mind).
    from a point of time marking the beginning of someth., from the beginning (Hippocr., VM 3; Pla.; Demosth. 44, 69; SIG 1104, 11; POxy 237 VIII, 31; En 98:5; JosAs 21:4 cod. A [p. 71, 19 Bat.]; Philo, Mos. 2, 48; Ath., R. 68, 19) παρακολουθεῖν ἄ. follow from the beginning Lk 1:3 (w. suggestion of thoroughness rather than temporal precision: LAlexander, The Preface to Luke’s Gospel, ’93, 130); cp. Ac 26:5 and s. 3. Opp. νῦν 2 Cl 14:2 (Lghtf.).
    for a relatively long period in the past, for a long time (SIG 685, 81 and 91; 748, 2; PTebt 59, 7 and 10; Jos., Ant. 15, 250; Just. [throughout]; Ath.) προγινώσκειν ἄ. know for a long time Ac 26:5 (Ael. Aristid. 50, 78 K.=26 p. 525 D. ἄ. Ἀριστείδην γιγνώσκω) beside ἀπʼ ἀρχῆς vs. 4 (cp. Aelian NA 17, 40 οὐκ ἄνωθεν, οὐδὲ ἐξ ἀρχῆς=not for a long time nor from of old). For Lk 1:3 s. 2.
    at a subsequent point of time involving repetition, again, anew (Pla., Ep. 2 p. 310e ἄ. ἀρξάμενος; Epict. 2, 17, 27; Jos., Ant. 1, 263; IG VII, 2712, 59; BGU 595, 5ff) ἄ. ἐπιδεικνύναι MPol 1:1. Oft. strengthened by πάλιν (CIG 1625, 60; Wsd 19:6) Gal 4:9.—ἀ. γεννηθῆναι be born again J 3:3, 7 (ἄ. γεννᾶσθαι in the physical sense Artem. 1, 13) is designedly ambiguous and suggests also a transcendent experience born from above (s. 1 above on these pass. fr. J). JLouw, NThSt 23, ’40, 53–56; ESjöberg, Wiedergeburt u. Neuschöpfung im paläst. Judentum: Studia Theologica 4, ’51, 44–85.—DELG s.v. ἀνά. M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἄνωθεν

  • 24 σοφιών

    σοφία
    cleverness: fem gen pl
    σοφίζω
    make wise: fut part act masc nom sg (attic epic doric)

    Morphologia Graeca > σοφιών

  • 25 σοφιῶν

    σοφία
    cleverness: fem gen pl
    σοφίζω
    make wise: fut part act masc nom sg (attic epic doric)

    Morphologia Graeca > σοφιῶν

  • 26 σοφίηι

    σοφίῃ, σοφία
    cleverness: fem dat sg (epic ionic)

    Morphologia Graeca > σοφίηι

  • 27 σοφίησι

    σοφία
    cleverness: fem dat pl (epic ionic)

    Morphologia Graeca > σοφίησι

  • 28 σοφίῃσι

    σοφία
    cleverness: fem dat pl (epic ionic)

    Morphologia Graeca > σοφίῃσι

  • 29 σοφίησιν

    σοφία
    cleverness: fem dat pl (epic ionic)

    Morphologia Graeca > σοφίησιν

  • 30 σοφίῃσιν

    σοφία
    cleverness: fem dat pl (epic ionic)

    Morphologia Graeca > σοφίῃσιν

  • 31 ἄδολος

    Lexicon to Pindar > ἄδολος

  • 32 ἀείρω

    ᾰείρω (aor. ειρε, ἀείραις: med. ραντο: pass. ἀείρεται: aor. ἀερθείς, -εῖσα, -έντα. ἀρόμαν v. ἄρνυμαι.)
    2 med. win, gain cf. ἄρνυμαι, ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου (synizesin αε vidit Schroeder.) I. 6.60
    3 pass. be lifted up
    a be exalted, extolled

    ἀρετὰ ἐν σοφοῖς ἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε πρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.41

    εἴη μιν εὐφώνων πτερύγεσσιν ἀερθέντ' ἀγλααῖς Πιερίδων ἔρνεσι φράξαι χεῖρα I. 1.64

    σοφίᾳ γὰρ ἀείρεται πλει[ Pae. 14.40

    λάμπει δὲ χρόνῳ ἔργα μετ' αἰθέῤ ἀερθέντ (Boeckh: λαμπευθέντα codd.) fr. 227. 3
    b be elated

    νικῶντί γε χάριν, εἴ τι πέραν ἀερθεὶς ἀνέκραγον, οὐ τραχύς εἰμι καταθέμεν N. 7.75

    4 in tmesis, ἀνὰ κάρα τ' ἄειρ[ε v.

    ἀναείρω Pae. 20.10

    Lexicon to Pindar > ἀείρω

  • 33 ἀλλά

    ἀλλά A not combined with another particle.
    1 following a neg. sentence, clause; clarifying a previous denial

    οὐ χθόνα ταράσσοντες οὐδὲ πόντιον ὕδωρ ἀλλὰ ἄδακρυν νέμονται βίοτον O. 2.65

    κόρος, οὐ δίκᾳ συναντόμενος, ἀλλὰ O. 2.96

    οὐδἔλαθ' Αἴπυτον. ἀλλ ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰὼν O. 6.37

    ἐκέλευσεν μὴ παρφάμεν, ἀλλὰ Κρόνου σὺν παιδὶ νεῦσαι O. 7.67

    οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλἅμα O. 8.45

    εὔχομαι μὴ θέμεν, ἀλλ O. 8.87

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας· ἀλλὰ πάντων ταμίαι ἔργων ἐν οὐρανῷ O. 14.9

    σὐ δύναται νήπιοι κόσμῳ φέρειν ἀλλ' ἀγαθοί P. 3.83

    μή τινα λειμόμενονμένεινἀλλ P. 4.186

    ὃς οὐ ἀφίκετοἀλλ P. 5.30

    κατέκλασε γὰρ ἐντέων σθένος οὐδέν· ἀλλὰ κρέμαται P. 5.34

    οὐ θεῶν ἄτερ, ἀλλὰ Μοῖρά τις ἄγεν P. 5.76

    οὔθἐφίλησεν ὁδοὺς οὔτε δείπνων τέρψιας ἀλλ P. 9.20

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτόν ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος P. 12.30

    οὐκ ἔραμαι πολὺν ἐν μεγάρῳ πλοῦτον κατακρύψαις ἔχειν, ἀλλ' ἐόντων εὖ τε παθεῖν N. 1.32

    οὐ λαθὼνἭραν ἐγκατέβα, ἀλλὰ θεῶν βασίλεα N. 1.39

    οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ·ἀλλ' ἐπὶ πάσας ὁλκάδος, γλυκεἶ ἀοιδά, στεῖχ N. 5.2

    εἴη μή ποτέ μοι τοιοῦτον ἦθος, Ζεῦ πάτερ, ἀλλὰ κελεύθοις ἁπλόαις ζοᾶς ἐφαπτοίμαν N. 8.35

    οὐδὲ Κρονίων στείχειν ἐπώτρυν, ἀλλὰ φείσασθαι κελεύθου N. 9.

    20.

    δένδρεά τοὐκ ἐθέλει πάσαις ἐτέων περόδοις ἄνθος εὐῶδες φέρειν πλούτῳ ἴσον, ἀλλ' ἐναμείβοντι N. 11.42

    σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ· ἀλλ' ἔμπαν μεγαλανορίαις ἐμβαίνομεν N. 11.44

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλἐφἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος I. 1.26

    οὐδέ ποτε ὑπέστειλἱστίον. ἀλλἐπέρα I. 2.41

    οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν· ἀλλ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι I. 4.50

    σφετέρας δ' οὐ φείσατο χέρσιν βαρυφθόγγοιο νευρᾶς Ἡρακλέης· ἀλλ Αἰακίδαν καλέων ἐς πλόον (νῦν ἄρχεται τῶν ἐπὶ μέρους, ἀκριβῶς τὸ ὅλον προεκθείς. Σ.) I. 6.35

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον, ἀλλά οἱ I. 8.57

    οὕνεκεν οὔ σε παιηόνων ἄδορπον εὐνάξομεν ἀλλ' ἀοιδᾶν ῥόθια δεκομένα κατερεῖς Pae. 6.128

    ἔριν οὐ παλίγλωσσον ἀλλὰ δίκας ὁδοὺς π[ις]τὰς ἐφίλη[ς.]ν Παρθ. 2.. οὐ κό]ρῳ ἀλλ ἀρετᾷ (e Σ supp. Lobel.) fr. 169. 15.
    2 without preceding negative; modifying a previous statement
    a

    ἀλλ' αἶνον ἐπέβα κόρος O. 2.95

    ἀλλ' οὐ καλὰ δένδρἐ ἔθαλλεν χῶρος O. 3.23

    ἀλλά μιν οὐκ εἴασεν O. 7.61

    οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον ἀλλά νιν ὕβρις εἰς ἀυᾴταν ὑπερᾴφανον ὦρσεν P. 2.28

    ἀλλ' οὐδὲ ταῦτα νόον ἰαίνει φθονερῶν P. 2.89

    ἀλλ' ἐπεὶ P. 3.38

    ἀλλὰ κέρδει καὶ σοφίᾳ δέδεται P. 3.54

    οὐδ' ἀπιθησέ νιν, ἀλλP. 4.36

    οὐδὲ κομᾶν πλόκαμοι κερθέντες ᾤχοντ' ἀγλαοί ἀλλ ἅπαν νῶτον καταίθυσσον P. 8.83

    ἀθρόαις πέντε δραπὼν νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις ἱερὸν εὐζοίας ἄωτον. ἀλλἐν ἕκτᾳ P. 4.132

    ἔσομαι τοῖος· ἀλλ' ἤδη P. 4.157

    ἀλλἤδη τελευτὰν κεῖνος αὐταῖς ἡμιθέων πλόος ἄγαγεν P. 4.210

    σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος. ἀλλ' ὅταν αἴγλα διόσδοτος ἔλθῃ P. 8.96

    ἀλλὰ χρονίῳ σὺν Ἄρει πέφνεν τε ματέρα P. 11.36

    [ ἄτᾳ codd.: ἀλλ coni. Boeckh. P. 11.55]

    ἀλλἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο P. 12.18

    εὗρεν θεός· ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν, ὀνύμασεν κεφαλᾶν πολλᾶν νόμον P. 12.22

    ἀλλά τι προσφέρομεν ἔμπαν ἢ μέγαν νόον ἤτοι

    φύσιν ἀθανάτοις N. 6.4

    ἀλλὰ τὸ μόρσιμον ἀπέδωκεν N. 7.44

    ἀλλὰ χαλκὸν μυρίον οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν N. 10.45

    ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν N. 10.68

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον N. 11.29

    ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας I. 1.14

    ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν·ἀλλ' ἀνεγειρομένα χρῶτα λάμπει I. 4.23

    ἔτλαν δὲ πένθος οὐ φατόν· ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος I. 7.37

    ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν I. 8.11

    ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶν πραπίδες I. 8.30

    (Delos floated on the waves,) ἀλλἁ Κοιογένης ὁπότ' ἐπέβα νιν, δὴ τότε τέσσαρες ἀπώρουσαν κίονες fr. 33d. 3.

    ὄλβον ἐγκατέθηκαν. ἀλλὰ[ ]ἐπέπεσε μοῖρα Pae. 2.63

    ἀλλ' οὔτε ματέῤ ἔπειτα κεδνὰν ἔιδεν οὔτε Pae. 6.105

    ἀλλά μιν Κρόνου παῖδες ἔκρυψαν Pae. 8.72

    σῶμα δ ἐστὶ θνατόν. ἀλλ ᾧτινι μὴ λιπότεκνος σφαλῇ πάμπαν οἶκος, ζώει Παρθ. 1. 16. (a description of those that do not love Theoxenos,) ἀλλἐγὼ τάκομαι fr. 123. 10.
    b where the qualification provides a climax, cf. 3. b. infra.

    ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει, Κάστορος δ αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ ἐπ Εὐρώτα ῥεέθροις. ἀλλ ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.34

    c simply introducing a new attitude

    ἀλλ' ὥτε παῖς ἐξ ἀλόχου πατρὶ ποθεινὸς O. 10.86

    ἀλλ' ὅτ Αἰήτας ἄροτρον σκίμψατο P. 4.224

    ἀλλεὔχεται P. 4.293

    3 introducing imperative, simm.
    a imperative proper.

    ἀλλὰ Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν O. 1.17

    ἀλλὦ Κρόνιε παῖ Ῥέας, εὔφρων ἄρουραν ἔτι πατρίαν σφίσιν κόμισον λοιπῷ γένει O. 2.12

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, Οὐλυμπιονίκαν δέξαι Χαρίτων θ' ἕκατι τόνδε κῶμον (v. l. ἀλλὦ.) O. 4.6

    ὦ Φίντις, ἀλλὰ ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων O. 6.22

    ἀλλ' ὦ Ζεῦ πάτερ, νώτοισιν Ἀταβυρίου μεδέων, τίμα μὲν ὕμνου τε-

    θμὸν O. 7.87

    ἀλλ' ὦ Πίσας εὔδενδρον ἐπ Ἀλφεῷ ἄλσος, τόνδε κῶμον καὶ στεφαναφορίαν δέξαι O. 8.9

    ἀλλὰ νῦν ἑκαταβόλων Μοισᾶν ἀπὸ τόξων Δία τε φοινικοστερόπαν σεμνόν τ' ἐπίνειμαι ἀκρωτήριον Ἄλιδος O. 9.5

    ὦ Μοῖσ, ἀλλὰ σὺ καὶ θυγάτηρ Ἀλάθεια Διός, ὀρθᾷ χερὶ ἐρύκετον ψευδέων ἐνιπὰν O. 10.3

    ἀλλ' ὅμως, κρέσσων γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος, μὴ παρίει καλά P. 1.85

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.152

    ἀλλ' ἐπέων γλυκὺν ὕμνον πράσσετε N. 9.3

    ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8

    ἀλλ' ὅμως εὔχορδον ἔγειρε λύραν N. 10.21

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε· βροτέων δὲ λεχέων τυχοῖσα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35
    b where the imperative denotes a climax. cf. 2b supra ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν Σκυρίαι δὲ. ὅπλα δ' ἀπ Ἄργεος, ἅρμα Θηβαῖον, ἀλλ ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ματεύειν ( ἀλλά om. codd. Athenaei.) fr. 106. 6.
    c where the following sentence has imperative force “ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε. λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοι σαφέως.” P. 4.116 cf. I. 8.35
    d introducing a wish, prayer ἀλλὰ σὺν δόξᾳ τέλος δωδεκάμηνον περᾶσαί νιν ἀτρώτῳ κραδίᾳ (Dissen: περάσαι σὺν codd.) N. 11.9

    ἐλαύνεις τι νεώτερον ἢ πάρος; ἀλλά σε πρὸς Διός, ἱπποσόα θοάς, ἱκετεύω, ἀπήμονα εἰς ὄλβον τινὰ τράποιο Pae. 9.7

    4 in various minor uses.
    a introducing statement of intent by poet

    ἀλλἐμὲ χρὴ μναμοσύναν ἀνεγείροντα φράσαι O. 8.74

    , cf. P. 4.141 ἀλλὰ πάνδοξον Αἰολάδα σταθυὸν υἱοῦ τε Παγώνδα ὑμνήσω Παρθ. 2. 6.
    b introducing oracular utterance “ ἀλλὰ μιν ποταμῷ σχεδὸν μολόντα φύρσει” (elocutionem oraculi propriam agnovit Blass.) Pae. 2.73
    c following a rhetorical question “ τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἐν σκότῳ καθήμενος ἕψοι μάταν —; ἀλλ' ἐμοὶ μὲν οὗτος ἄεθλος ὑποκείσεταιO. 1.84

    τί κομπέω παρὰ καιρόν; ἀλλά με Πυθώ τε καὶ τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    B compounded with other particles.
    1 ἀλλὰ γάρ, ἀλλὰ γάρ.
    a where both particles preserve their original force: yet since ἀλλὰ παρθένοι γὰρ τοῦτον ἔσχετε τεθμόν, κλῦτε νῦν Πα. 6. 53, cf. O. 4.1ff., Wil. on Eur., Her. 138.
    b emphasising a main point in contrast to preceding: yet

    εἰ δὲ δή τινἄνδρα θνατὸν Ὀλύμπου σκοποὶ ἐτίμασαν, ἦν Τάνταλος οὗτος· ἀλλὰ γὰρ καταπέψαι μέγαν ὄλβον οὐκ ἐδυνάσθη O. 1.55

    οὔτ' ἰδεῖν εὔχοντο πεμπταῖον γεγενημένον. ἀλλ ἐν κέκρυπτο γὰρ σχοίνῳ O. 6.53

    ἀλλὰ γὰρ νόστου πρόφασις γλυκεροῦ κώλυεν μεῖναιP. 4.32

    χαλκέῳ τ' Ἄρει ἅδον. ἀλλἁμέρᾳ γὰρ ἐν μιᾷ τραχεῖα νιφὰς πολέμοιο τεσσάρων ἀνδρῶν ἐρήμωσεν μάκαιραν ἑστίαν I. 4.16

    (an enumeration of the glories of Thebes,) ἀλλὰ παλαιὰ γὰρ εὕδει χάρις (v. Schadew. 268̆{5}) I. 7.16
    c emphasising a maxim, breaking off narrative.

    ἀλλὰ κοινὸν γὰρ ἔρχεται κῦμ' Ἀίδα N. 7.30

    ἀλλὰ γὰρ ἀνάπαυσις ἐν παντὶ γλυκεῖα ἔργῳ N. 7.52

    d frag. ἀ]λλὰ γὰρ τ[ fr. 60a. 11.
    2 ἀλλά τοι, ἀλλὰ τοι: emphatic, yet

    ἀλλά τοι ἤρατο τῶν ἀπεόντων P. 3.19

    ἀλλ' ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμN. 10.82

    ἀλλ' Ὅμηρός τοι τετίμακεν δἰἀνθρώπων I. 4.37

    3 ἀλλὰ μέν: opposing what precedes.

    ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω Ματρὶ P. 3.77

    4 ἀλλ' ἦ. ἀλλ ἦ μακ[ρ]ότερον fr. 6a. e.
    5

    ἀλλὰ γε. ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος οὐκ ἤθελεν Pae. 4.28

    C
    b dub. [ ἀλλὰ καὶ (coni. Hermann: ἅμα codd. contra metr.) O. 1.104] [ ἀλλὰ (codd. contra met.: ἄνα Kayser: ἄγε Maas.) O. 13.114] [ ἢ πόντου κενέωσιν ἀλλὰ πέδον (codd. Dion. Hal. contra metr.: <˘> ἂμ Hermann.) Pae. 9.16]

    Lexicon to Pindar > ἀλλά

  • 34 ἀμφί

    ἀμφί A prep. I c. acc.
    1 of place.
    a beside, around

    παίζομεν φίλαν ἄνδρες ἀμφὶ θαμὰ τράπεζαν O. 1.17

    γλυκὺν ἀμφὶ κᾶπον P. 5.24

    Ἐφυραίων ὄπ' ἀμφὶ Πηνειὸν γλυκεῖαν προχεόντων ἐμὰν P. 10.56

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὗρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν I. 2.40

    ἥρωες αἰδοίαν ἐμείγνυντ' ἀμφὶ τράπεζαν θαμά fr. 187.
    b at, in

    θαυμαστὸς ἐὼν φάνη Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου O. 9.96

    c met., over, in defence of

    ἁνίκ' ἀμφὶ Πύλον σταθεὶς ἤρειδε Ποσειδάν O. 9.31

    2 of time. during, for

    λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον O. 1.97

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τραπέζαισί τ' ἀμφὶ δεύτατα κρεῶν σέθεν διεδάσαντο (sign. dub.: during the last courses: others assume ἀμφί to be adverbial, or join it with τραπέζαις) O. 1.50
    3 in the manner of, after ἀείδετο δὲ

    πὰν τέμενος τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    4 about, concerning

    κελαδέοντι μὲν ἀμφὶ Κινύραν πολλάκις φᾶμαι Κυπρίων P. 2.15

    ὦναξ, ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ κατά τιν ἁρμονίαν βλέπειν ἀμφ ἕκαστον ὅσα νέομαι P. 8.69

    εὐθὺς δ' ἀπήμων κραδία κᾶδος ἀμφ ἀλλότριον N. 1.54

    ἢ ἀμφ' Ἰόλαον; (sc. θυμὸν τεὸν εὔφρανας;) I. 7.9 ]

    ν ἀμφὶ πόλιν φλεγε[ Pae. 18.4

    II c. gen.
    1 about, concerning

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά O. 1.35

    σύμβολον δ' οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν ἀμφὶ πράξιος ἐσσομένας εὗρεν θεόθεν O. 12.8

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    2 for the sake of

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας θέμεν σπουδὰν ἅπασαν P. 4.276

    οἷοι Λιβύσσας ἀμφὶ γυναικὸς ἔβαν Ἴρασα πρὸς πόλιν P. 9.105

    ἁλίκων τῶ τις ἁβρὸν ἀμφὶ παγκρατίου Κλεάνδρῳ πλεκέτω μυρσίνας στέφανον I. 8.66

    III c. dat.
    1 beside

    ἦ πολλ' ἀμφὶ κρουνοῖς ἔπαθεν O. 13.63

    ἀμφὶ Παγγαίου θεμέθλοις ναιετάοντες P. 4.180

    τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν P. 5.40

    κεῖνος ἀμφ' Ἀχέροντι ναιετάων N. 4.85

    ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ N. 8.30

    βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου N. 9.40

    ἀμφί τε Παρνασσίαις πέτραις Pae. 2.97

    2 round, on

    ἀμφὶ κόμαισι βάλῃ κόσμον ἐλαίας O. 3.13

    ἀμφὶ δ' ἀνθρώπων φρασὶν ἀμπλακίαι κρέμανται O. 7.24

    τρία ἔργα ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκε κάλλιστ' ἀμφὶ κόμαις O. 13.39

    φάρμακον πραὺ τείνων ἀμφὶ γένυι O. 13.85

    δεξιτέρῳ μόνον ἀμφὶ ποδί P. 4.96

    3 in respect of, in the field of, esp. of what is at stake.

    αἰεὶ δ' ἀμφ ἀρεταῖσι πόνος δαπάνα τε μάρναται πρὸς ἔργον O. 5.15

    μήλων τε κνισσαέσσα πομπὰ καὶ κρίσις ἀμφ' ἀέθλοις O. 7.80

    εὔχομαι ἀμφὶ καλῶν μοίρᾳ νέμεσιν διχόβουλον μὴ θέμεν O. 8.86

    οἷον δ' ἐν Μαραθῶνι μένεν ἀγῶνα

    πρεσβυτέρων ἀμφ' ἀργυρίδεσσιν O. 9.90

    ἐν ἡρωίαις ἀρεταῖσιν οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ O. 13.52

    καὶ τὸ λοιπὸν ὁμοῖα διδοῖτ' ἐπ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν P. 5.119

    ὕπατος ἀμφὶ τοκεῦσιν ἔμμεν πρὸς ἀρετάν P. 6.42

    ξυναῖσι δ' ἀμφ ἀρεταῖς τέταμαι P. 11.54

    ὅσσα δ' ἀμφ ἀέθλοις Τιμοδημίδαι ἐξοχώτατοι προλέγονται N. 2.17

    πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας N. 6.14

    χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν· τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἢ πολεμίζων ἄρηται κῦδος ἁβρὸν I. 1.50

    μαρνάσθω τις ἔρδων ἀμφ' ἀέθλοισιν I. 5.55

    4 owing toΠέργαμος ἀμφὶ τεαῖς, ἥρως, χερὸς ἐργασίαις ἁλίσκεταιO. 8.42

    κῆλα δὲ καὶ δαιμόνων θέλγει φρένας ἀμφί τε Λατοίδα σοφίᾳ βαθυκόλπων τε Μοισᾶν P. 1.12

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    τεὸν χρέος, ὦ παῖ, νεώτατον καλῶν, ἐμᾷ ποτανὸν ἀμφὶ μαχανᾷ P. 8.34

    μάντιν τ' ὄλεσσε κόραν, ἐπεὶ ἀμφ Ἑλένᾳ πυρωθέντων Τρώων ἔλυσε δόμους ἁβρότατος P. 11.33

    σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες (“ton caractère te permet d'employer l'une comme l'autre.” Puech.) N. 1.29

    τὸν γὰρ Ἴδας ἀμφὶ βουσίν πως χολωθεὶς N. 10.60

    ἢ ἀμφὶ πυκναῖς Τειρεσίαο βουλαῖς; (sc. θυμὸν τεὸν εὔφρανας;) I. 7.8

    Ζεὺς ὅτ' ἀμφὶ Θέτιος ἀγλαός τ ἔρισαν Ποσειδὰν γάμῳ I. 8.27

    πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι Παρθ. 2. 41.
    5 in honour of

    ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγἐλελίζων O. 9.13

    ἀναβάσομαι στόλον ἀμφ' ἀρετᾷ κελαδέων P. 2.62

    ἀμφὶ Νεμέᾳ πολύφατον θρόον ὕμνων δόνει ἡσυχᾷ N. 7.80

    6 of time, in the course of

    ἁλίῳ ἀμφ' ἑνί O. 13.37

    B adv., all round

    ἀμφὶ δὲ παρδαλέᾳ στέγετο φρίσσοντας ὄμβρους P. 4.81

    εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις P. 9.120

    οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85

    Lexicon to Pindar > ἀμφί

  • 35 αὐξανω

    αὐξᾰνω, αὔξω (αὐξάνοι. αὔξεις, -ει, -ομεν; αὔξῃς; αὔξων, -οντες: med. αὔξεται, -ονται); αὐξομέναν. cf. ἀέξω)
    a increase δενδρέων δὲ νομὸν Διώνυσος πολυγαθὴς αὐξάνοι fr. 153. met.,

    ὄφρα αὔξῃς οὖρον ὕμνων P. 4.3

    αὔξομεν ἔμπυρα χαλκοαρᾶν ὀκτὼ θανόντων, τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς i. e. make great the sacrifice of burnt offerings to I. 4.62
    b met., exalt, make to prosper

    τὰν σὰν πόλιν αὔξων, Καμάρινα, λαοτρόφον O. 5.4

    αὔξεται καὶ Μοῖσα δἰ ἀγγελίας ὀρθᾶς P. 4.279

    αὔξων δὲ πάτραν Μειδυλιδᾶν λόγον φέρεις P. 8.38

    ἀδελφεοῖσί τ' ἐπαινήσομεν ἐσλοῖς, ὅτι ὑψοῦ φέροντι νόμον Θεσσαλῶν αὔξοντες P. 10.71

    γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἀρμένοισι πᾶσι θυμὸν αὔξων N. 3.58

    τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων N. 7.32

    ἴστω γὰρ σαφὲς ἀστῶν γενεᾷ μέγιστον κλέος αὔξων (Hartung: αὔξων ἀστῶν codd.) I. 7.29
    c med., grow, rise

    εἶπέ τιν' αὐτὸς ὁρᾶν αὐξομέναν πεδόθεν πολύβοσκον γαῖαν O. 7.62

    met.,

    ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται P. 8.93

    γλυκὺ δ' ἀνθρώπων τέλος ἀρχά τε δαίμονος ὀρνύντος αὔξεται P. 10.10

    αὔξεται δ' ἀρετὰ (codd.: αὔξηται metr. gr. Turyn: ἀίσσει e fine versus huc transtulit Fel. Vogt, qui αὔξεται delevit) N. 8.40

    νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ N. 9.48

    ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ σθένει κραιπνοὶ σοφίᾳ τε μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ i. e. arise fr. 133. 5.
    d frag. ]αὔξεις[ Παρθ. 2.. ]αὐξᾳνε[ (Snell: αὐξουη[ G-H.) fr. 140a. 79 (53).

    Lexicon to Pindar > αὐξανω

  • 36 αὔξω

    αὐξᾰνω, αὔξω (αὐξάνοι. αὔξεις, -ει, -ομεν; αὔξῃς; αὔξων, -οντες: med. αὔξεται, -ονται); αὐξομέναν. cf. ἀέξω)
    a increase δενδρέων δὲ νομὸν Διώνυσος πολυγαθὴς αὐξάνοι fr. 153. met.,

    ὄφρα αὔξῃς οὖρον ὕμνων P. 4.3

    αὔξομεν ἔμπυρα χαλκοαρᾶν ὀκτὼ θανόντων, τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς i. e. make great the sacrifice of burnt offerings to I. 4.62
    b met., exalt, make to prosper

    τὰν σὰν πόλιν αὔξων, Καμάρινα, λαοτρόφον O. 5.4

    αὔξεται καὶ Μοῖσα δἰ ἀγγελίας ὀρθᾶς P. 4.279

    αὔξων δὲ πάτραν Μειδυλιδᾶν λόγον φέρεις P. 8.38

    ἀδελφεοῖσί τ' ἐπαινήσομεν ἐσλοῖς, ὅτι ὑψοῦ φέροντι νόμον Θεσσαλῶν αὔξοντες P. 10.71

    γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἀρμένοισι πᾶσι θυμὸν αὔξων N. 3.58

    τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων N. 7.32

    ἴστω γὰρ σαφὲς ἀστῶν γενεᾷ μέγιστον κλέος αὔξων (Hartung: αὔξων ἀστῶν codd.) I. 7.29
    c med., grow, rise

    εἶπέ τιν' αὐτὸς ὁρᾶν αὐξομέναν πεδόθεν πολύβοσκον γαῖαν O. 7.62

    met.,

    ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται P. 8.93

    γλυκὺ δ' ἀνθρώπων τέλος ἀρχά τε δαίμονος ὀρνύντος αὔξεται P. 10.10

    αὔξεται δ' ἀρετὰ (codd.: αὔξηται metr. gr. Turyn: ἀίσσει e fine versus huc transtulit Fel. Vogt, qui αὔξεται delevit) N. 8.40

    νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ N. 9.48

    ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ σθένει κραιπνοὶ σοφίᾳ τε μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ i. e. arise fr. 133. 5.
    d frag. ]αὔξεις[ Παρθ. 2.. ]αὐξᾳνε[ (Snell: αὐξουη[ G-H.) fr. 140a. 79 (53).

    Lexicon to Pindar > αὔξω

  • 37 βασιλεύς

    βᾰςῐλεύς (βασιλεύς, -ῆος, -έι, -εῖ, -ῆι, -ῆα, -έα), -εῦ; -έες, -ῆες, -εῦσιν), - ῆας) of gods or men,
    1 king δεσπόταν, Συρακόσιον ἱπποχάρμαν βασιλῆα Hieron O. 1.23

    τὸ δ' ἔσχατον κορυφοῦται βασιλεῦσι O. 1.114

    βασιλεὺς δ' ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα Aipytos O. 6.47 θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας Zeus O. 7.34 ἐγχώριοι βασιλῆες αἰεί the family of Epharmostos of Opus O. 9.56 ξεναπάτας Ἐπειῶν βασιλεὺς Augeas O. 10.35εὕδεις, Αἰολίδα βασιλεῦ;” Bellerophon O. 13.67 Αἴτνας βασιλεῖ φίλιον ἐξεύρωμεν ὕμνον Deinomenes P. 1.60 ἀστοῖς καὶ βασιλεῦσιν sc. of Aitna P. 1.68

    ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.14

    ναοῦ βασιλεὺς Λοξίας P. 3.27

    ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς Hieron P. 3.70 Κρονοῦ παῖδας βασιλῆας ἴδον i. e. the gods P. 3.94 παρ' ἀνδρὶ φίλῳ εὐίππου βασιλῆι Κυράνας Arkesilas P. 4.2

    σε πεπρωμένον βασιλἔ ἄμφανεν Κυράνᾳ P. 4.62

    βασιλεὺς ἀνέμων Βορέας P. 4.181

    βασιλεύς, ὅστις ἄρχει ναός” Jason P. 4.229 βασιλεύς ἐσσι μεγαλᾶν πολίων (post ἐσσί distinxit Rose: i. e. Arkesilas) P. 5.15 ἄτερθε δὲ πρὸ δωμάτων ἕτεροι λαχόντες Ἀίδαν βασιλέες ἱεροὶ ἐντί the dead kings of Cyrene P. 5.97 βασιλεὺς Γιγάντων Porphyrion P. 8.17 Ὑψέος εὐρυβία, ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν

    βασιλεύς P. 9.14

    οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ the gods N. 4.67

    ὕμνος δὲ τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων βασιλεῦσιν ἰσοδαίμονα τεύχει φῶτα N. 4.84

    Ζεὺς ἀθανάτων βασιλεύς N. 5.35

    βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει N. 7.82

    ἔβλαστεν δ' υἱὸς Οἰνώνας βασιλεὺς χειρὶ καὶ βουλαῖς ἄριστος Aiakos N. 8.7

    ἀθανάτων βασιλεὺς N. 10.16

    Ζηνί τε ἅδον βασιλέι I. 8.18

    ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ σθένει κραιπνοὶ σοφίᾳ τε μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ fr. 133. 3. ] λαῶν ξενοδαίκτα βασιλῇος ἀτασθαλίᾳ κοτέων θαμά (βασιλῆ[ος] ὃς etiam possis: i. e. Laomedon) fr. 140a. 56 (30). ] βασιλη fr. 215c. 4. met., Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων fr. 169. 1. τίς γὰρ θεῶν ναοῖσιν οἰωνῶν βασιλέα δίδυμον ἐπέθηκ; (τὸν αἰετόν· φησὶ δὲ τὸ κατὰ τοὺς ναοὺς τῶν θεῶν ἀέτωμα. Σ.) O. 13.21

    Lexicon to Pindar > βασιλεύς

  • 38 γάρ

    γάρ particle, always in second or third position.
    1 not joined with other particles.
    a gives reason for what precedes.

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά. μείων γὰρ αἰτία O. 1.35

    λάθα δὲ πότμῳ σὺν εὐδαίμονι γένοιτ' ἄν. ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O. 2.19

    (If a man had the qualities I describe, he would be celebrated.) ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός (but cf. h infra) O. 6.8

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα,. ἐσσὶ γὰρ ἄγγελος ὀρθός O. 6.90

    ἀσκεῖται Θέμις ἔξοχ' ἀνθρώπων (sc. in Aigina). ὅτι γὰρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ, ὀρθᾷ διακρῖναι φρενὶ δυσπαλές because Aigina is a great commercial stateand is bound to reverence the rule of righteous dealing, Sandys O. 8.23

    πάγον Κρόνου προσεφθέγξατο· πρόσθε γὰρ νώνυμνος O. 10.50

    Ἱμέραν εὐρυσθενἔ ἀμφιπόλει, σώτειρα Τύχα. τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαὶ νᾶες (cf. f infra) O. 12.3 ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον· ἐοικότα γὰρ καὶ

    τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν P. 1.34

    ἐμὲ δὲ χρεὼν φεύγειν δάκος ἀδινὸν κακαγοριᾶν. εἶδον γὰρ Ἀρχίλοχον P. 2.54

    ἱκόμαν οἴκαδ'. πεύθομαι γάρ νιν Πελίαν ἁμετέρων ἀποσυλᾶσαι βιαίως ἀρχεδικᾶν τοκέωνP. 4.109 ἔλπετο δ' οὐκέτι οἱ κεῖνον γε πράξασθαι πόνον. κεῖτο γὰρ ( δέρμα sc.)

    λόχμᾳ P. 4.244

    μακρά μοι νεῖσθαι κατ' ἀμαξιτόν· ὥρα γὰρ συνάπτει P. 4.247

    θεόθεν ἐραίμαν καλῶν, δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ. τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μεκροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα, μέμφομ' αἶσαν τυραννίδων P. 11.52

    ἵκετ' ὀξείαις ἀνίαισι τυπείς· τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ ὁμῶς N. 1.53

    ἔστα δὲ θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε μιχθείς. εἶδε γὰρ N. 1.56

    ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν· ὕδατι γὰρ μένοντ' ἐπ Ἀσωπίῳ μελιγαρύων τέκτονες κώμων νεανίαι N. 3.3

    ἀπότρεπε αὖτις Εὐρώπαν ποτὶ χέρσον ἔντεα ναός· ἄπορα γὰρ λόγον Αἰκακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν N. 4.71

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα· παροιχομένων γὰρ ἀνέρων N. 6.29

    ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν. πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται, νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.20

    ἀλλ' ἐπέων γλυκὺν ὕμνον πράσσετε. τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ ἀναβαίνων αὐδὰν μανύει N. 9.4

    ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες· δέδεται γὰρ ἀναιδεῖ ἐλπίδι γυῖα N. 11.45

    οἱ μὲν πάλαι ῥίμφα παιδείους ἐτόξευον μελιγάρυας ὕμνους · ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής τω τότ' ἦν I. 2.6

    ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος· ὦ Μέλισσ, εὐμαχανίαν γὰρ ἔφανας I. 4.2

    δαπάνᾳ χαῖρον ἵππων. τῶν ἀπειράτων γὰρ ἄγνωτοι σιωπαί I. 4.30

    προφρόνων Μοισᾶν τύχομεν, κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ. τόλμα γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.45

    ἐμοὶ δὲ μακρὸν πάσας ἀναγήσασθ' ἀρετάς· Φυλακίδᾳ γὰρ ἧλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε κώμων I. 6.57

    κώμαζ' ἔπειτεν Στρεψιάδᾳ· φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου I. 7.21

    ἄλοχον

    εὐειδέα θέλων ἑκάτερος ἑὰν ἔμμεν. ἔρως γὰρ ἔχεν I. 8.29

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει· ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν I. 8.70

    ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ. ὕδατι γὰρ ἐπὶ χαλκοπύλῳ ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων Pae. 6.7

    ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντ' εὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ. θύεται γὰρ ἀγλαᾶς ὑπὲρ Πανελλάδος Pae. 6.62

    πιστὰ δ Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι. τίμαθεν γὰρ (Wil.: τιμαθέντας Π.) Παρθ. 2.. ἀσκὸς δ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις. πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν *fr. 104b. 5.* πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι. τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει fr. 121. 3.
    b gives an explanation of what precedes. αἴτει πανδόκῳ ἄλσει σκιαρόν τε φύτευμα. ἤδη γὰρ αὐτῷ ἀντέφλεξε Μήνα i. e. for by now all else was ready O. 3.19

    νίσεται σὺν παισὶ Λήδας. τοῖς γὰρ ἐπέτρεπεν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων. κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25

    ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα τὸν Εὐάδνα τέκοι· Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.49

    ἄγνωμον δὲ τὸ μὴ προμαθεῖν. κουφότεραι γὰρ ἀπειράτων φρένες O. 8.61

    χαρίτων νέμομαι κᾶπον· κεῖναι γὰρ ὤπασαν τὰ τέρπν O. 9.28

    ἄνευ δὲ θεοῦ, σεσιγαμένον οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον. ἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι i. e. since we are gifted in different directions O. 9.104

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον. ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ἀνάγνωτέ μοι Ἀρχεστράτου παῖδα. γλυκὺ γὰρ αὐτῷ μέλος ὀφείλων ἐπιλέλαθ O. 10.3

    ἐρύκετον ψευδέων ἐνιπὰν ἀλιτόξενον. ἕκαθεν γὰρ ἐπελθὼν ὁ μέλλων χρόνος ἐμὸν καταίσχυνε βαθὺ χρέος O. 10.7

    May my poetry be effective.

    Μοίσαις γὰρ ἀγλαοθρόνοις ἑκὼν Ὀλιγαιθίδαισίν τ' ἔβαν ἐπίκουρος O. 13.96

    τόνδε κῶμον ἐπ' εὐμενεῖ τύχᾳ κοῦφα βιβῶντα. Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ ἀείδων ἔμολον O. 14.17

    καιρὸν εἰ φθέγ-

    ξαιο, μείων ἕπεται μῶμος ἀνθρώπων. ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει αἰανὴς ταχείας ἐλπίδας P. 1.82

    With the help of Artemis he mastered his horses.

    ἐπὶ γὰρ ἰοχέαιρα παρθένος χερὶ διδύμᾳ τίθησι κόσμον P. 2.9

    νεφέλᾳ παρελέξατο ψεῦδος γλυκὺ μεθέπων. εἶδος γὰρ ὑπεροχωτάτᾳ πρέπεν Οὐρανιᾶν θυγατέρι Κρόνου P. 2.38

    αἷμά οἱ κείναν λάβε σὺν Δαναοῖς εὐρεῖαν ἄπειρον· τότε γὰρ μεγάλας ἐξανίστανται ΛακεδαίμονοςP. 4.48

    Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ· μετὰ γὰρ κεῖνο πλευσάντων Μινυᾶν θεόπομποί σφισιν τιμαὶ φύτευθεν P. 4.68

    οὐ πρέπει νῷν χαλκοτόροις ξίφεσιν οὐδ' ἀκόντεσσιν μεγάλαν προγόνων τιμὰν δάσασθαι. μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημP. 4.148 κινηθμὸν ἀμαιμάκετον ἐκφυγεῖν πετρᾶν. δίδυμαι γὰρ ἔσανP. 4.209

    ἀκηράτοις ἁνίαις. κατέκλασε γὰρ ἐντέων σθένος οὐδέν P. 5.34

    ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ· ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49

    Ἡσυχία, τιμὰν Ἀριστομένει δέκευ. τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι P. 8.6

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει. μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦP. 8.52 θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω, λτ;γτ;έναρκες, ὑμετέραις τύχαις. εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ, πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ but ultimately it is god who is responsible for good fortune P. 8.73

    Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα· γεύεται γὰρ ἀέθλων P. 10.7

    κώπαν σχάσον. ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.53

    χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ. πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    I had rather be generous to my friends than miserly. κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν (but cf. Σ: ἐλπίδος ποτὲ διαπεσὼν τῆς ἴσης τύχοι ἂν ἀμοιβῆς) N. 1.32

    κτείνοντ' ἐλάφους ἄνευ κυνῶν δολίων θ ἑρκέων. ποσσὶ γὰρ κράτεσκε N. 3.52

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν· πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31

    ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων πατροπάτορος ὁμαιμίοις. κεῖνος γὰρ Ὀλυμπιόνικος ἐὼν N. 6.17

    εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης. πόλιν γὰρ φιλόμολπον οἰκεῖ N. 7.9

    εἰ δὲ τύχῃ τις ἔρδων, μελίφρον' αἰτίαν ῥοαῖσι Μοισᾶν ἐνέβαλε· ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.12

    βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει δάπεδον ἂν τόδε γαρυέμεν ἡμέρᾳ ὀπί. λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν φυτεῦσαι N. 7.84

    λευκανθέα σώμασι πίαναν καπνόν· ἑπτὰ γὰρ δαίσαντο πυραὶ νεογυίους φῶτας N. 9.24

    ἴστω λαχὼν ὄλβον. εἰ γὰρ ἅμα κτεάνοις πολλοῖς ἐπίδοξον ἄρηται κῦδος, οὐκ ἔστι πρόσωθεν N. 9.46

    ἀξιωθείην κεν Ἄργει μὴ κρύπτειν φάος ὀμμάτων. νικαφορίαις γὰρ ὅσαιςἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41

    ἴδεν Λυγκεὺς δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους. κείνου γὰρ ἐπιχθονίων πάντων γένετ' ὀξύτατον ὄμμα N. 10.62

    οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων. οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται, εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.33

    ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων. ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν I. 4.23

    ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.33

    Homer has perpetuated the fame of Aias.

    τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴτῃ τι I. 4.40

    We sing the praise of the victorious sons of Lampon.

    εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς, ἐσχατιαῖς ἤδη πρὸς ὄλβου βάλλετ' ἄγκυραν I. 6.10

    τιμὰ δ' ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται. ἴστω γὰρ σαφὲς ἀστῶν γενεᾷ μέγιστον κλέος αὔξων I. 7.27

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν. δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    ἐπέων δὲ καρπὸς οὐ κατέφθινε· φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας I. 8.46

    ἔλαθεν οὐδὲ τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον· ὤμοσε [γὰρ θ]εὸς (supp. Housman) Πα.. 112. ἐπεύχομαι εὐμαχανίαν διδόμεν. τυφλα[ὶ γὰρ] ἀνδρῶν φρένες, ὅστις ἄνευθ' Ἐλικωνιάδων ἐρευνᾷ σοφίας ὁδόν Πα. 7 B. 18. Δαμαίνας παῖ, ἁγέο. τὶν γὰρ εὔφρων ἕψεται πρώτα θυγάτηρ ὁδοῦ Παρθ. 2. 67. The soul survives the body. τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    c introduces narrative in elaboration of what precedes.—

    δέξαιτόνδε κῶμον. ψαύμιος γὰρ ἵκει ὀχέων, ὅς O. 4.10

    ἔμαθε δὲ σαφές· εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις γλυκὺν ἑλὼν βίοτον, μακρὸν οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον P. 2.25

    ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος. ἐλθόντος γὰρ εὐνάσθη ξένου P. 3.25

    φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν. ἀντρόθε γὰρ νέομαιP. 4.102δύνασαι δ' ἀφελεῖν μᾶνιν χθονίων. κέλεται γὰρ ἑὰν ψυχὰν κομίξαι ΦρίξοςP. 4.159

    σπέρμ' ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες· τόθι γὰρ γένος Εὐφάμου φυτευθὲν P. 4.256

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα δικαιᾶν Δαμοφίλου πραπίδων. κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος P. 4.281

    ἔχοντι τὰν ( Κυράναν sc.)

    χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες Ἀντανορίδαι. σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον P. 5.83

    Ἀντίλοχος ἀναμείναις Μέμνονα. Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα P. 6.32

    ἴτω τεὸν χρέος, ὦ παῖ. παλαισμάτεσσι γὰρ ἰχνεύων ματραδελφεοὺς P. 8.35

    ἄκουσεν Δαναόν ποτ' ἐν Ἄργει οἷον εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι ὠκύτατον γάμον. ἔστασεν γὰρ P. 9.114

    τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος. εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν, οὔ κεν ὅπλων χολωθεὶς ὁ καρτερὸς Αἴας ἔπαξε N. 7.24

    πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν· ἀβοατὶ γὰρ ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον N. 8.9

    ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν. φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτὲ N. 9.13

    φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ. τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    καὶ πάθον δεινὸν παλάμαις Ἀφαρητίδαι Διός· αὐτίκα γὰρ

    ἦλθε Λήδας παῖς N. 10.65

    ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ. κεῖνοι γὰρ ἡρώων διφρηλάται Λακεδαίμονι καὶ Θήβαις ἐτέκνωθεν κράτιστοι I. 1.17

    ἤρχετο μόροιο κάρυξ. ἦν γάρ τι παλαίφατον[ fr. 140a. 69 (43) introducing argument, proof, example: It is easy for a poet to praise a man for his labours.

    μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκὺς. ὃς δ ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθεὶς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.47

    You Graces are a source of pleasure to men.

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας O. 14.8

    μέγιστον δ' αἰόλῳ ψεύδει γέρας ἀντέταται. κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26

    cf. N. 7.24
    d after a verb of announcing or simm.

    κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν. νέμει γὰρ Ἀτρέκεια πόλιν O. 10.13

    Χάριτες, κλῦτ' ἐπεὶ εὔχομαι· σὺν γὰρ ὑμῖν O. 14.5

    κέκλυτε. φαμὶ γὰρP. 4.14 ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ. τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας; P. 4.70

    γνῶθι νῦν τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν. εἰ γὰρ P. 4.263

    ἀκούσατ. ἦ γὰρ ἑλικώπιδος Ἀφροδίτας ἄρουραν ἤ Χαρίτων ἀναπολίζομεν P. 6.1

    εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις. ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου I. 6.60

    e introduces an explanation of particular words.

    Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον, Αἰγίνας ἕκατι. φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν ξένιον ἄστυ κατέδρακεν N. 4.22

    ἄπιστον ἔειπ (= ἔειπα).

    αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται, ἃ φέρει δόξαν N. 9.33

    ἕκαλος ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα. θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες. δαίμων δ' ἄισος I. 7.42

    οὐ κό]ρῳ ἀλλ' ἀρετᾷ. [ γ]ὰρ ἁρπαζομένων τεθνάμεν [[βρεϝεμαξρ] χρη]μάτων ἢ κακὸν ἔμμεναι (supp. Lobel) fr. 169. 16.
    f introduces an explanation of something not directly expressed. στρατὸν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι· τὸ γὰρ ἐμφυὲς οὔτ' αἴθων ἀλώπηξ οὔτ ἐρίβρομοι λέοντες διαλλάξαιντο ἦθος i. e. they are unable to behave in another way for... O. 11.19 Χαρίτων μή με λίποι καθαρὸν φέγγος. Αἰγίνᾳ τε γάρ φαμι πόλιν τάνδ' εὐκλείξαι i. e. they did not leave me in the past for... P. 9.90 Zeus buried Amphiareus before Periklymenos struck him from behind. (He was in full flight.)

    ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27

    His parents' lackof ambition prevented Aristagoras competing in Ol. and Pyth. games. (I would have let him.)

    ναὶ μὰ γὰρ ὅρκον κάλλιον ἂνδηριώντωνἐνόστησ' ἀντιπάλων N. 11.24

    They won in different events. (but not in the pentathlon)

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον I. 1.26

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν. (Melissos had to use all means possible.)

    οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν I. 4.49

    esp. after voc., Ζεῦ· τεαὶ γὰρ ὧραι i. e. on you I call O. 4.1 cf. O. 12.3, O. 14.5

    Φοῖβε, ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν, ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι P. 1.41

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    g introduces explanation in parenthesis.

    ἀλλ' ὅμως, κρέσσον γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος, μὴ παρίει καλά P. 1.85

    ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286

    ἀλλὰ χαλκὸν μυρίον οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν, μακροτέρας γὰρ ἀριθμῆσαι σχολᾶς, ὅν τε N. 10.46

    Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα N. 11.34

    h introduces the answer to a preceding question.

    τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι P. 2.79

    cf. O. 6.8

    ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον Ἑλλάδι πυθέσθαι; πάσαισι γὰρ πολίεσι λόγος ὁμιλεῖ Ἑρεχθέος ἀστῶν P. 7.9

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοὶ ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3.
    i introducing a question, progressive. τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20 cf. P. 4.70
    k fragg. ἐπικράνοισι γὰρ fr. 6b. d. ἀριστεύοντα γὰρ ἐν fr. 6b. e. ἦν γὰρ τὸ πάροιθε fr. 33d. 1.

    τῶν γὰρ ἀντομένων[ Pae. 2.42

    ]γὰρ ἐπῆν πόνος[ Pae. 8.88

    ]σοφίᾳ γὰρ Pae. 14.40

    ]α μὲν γὰρ εὔχομαι Pae. 16.3

    ]ἔσσεται γὰρ ἁδυ[ Pae. 21.13

    ἀιὼν γὰρ Pae. 22.8

    ]γὰρ εὔχομαι. Δ. 1. 1. ]θαμὰ γὰρ οἰκόθεν[ Δ. 4h. 11. τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι Παρθ. 1. 2. ]ι γὰρ ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. προβάτων γὰρ *fr. 104b. 1. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις fr. 105b. 1. πάντων γὰρ fr. 140a. 54 (28). ] γάρ σε fr. 140a. 60 (34). κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι fr. 143. 1. ὁ γὰρ ἔπαινος *fr. 181* ]εν γὰρ, Ἄπολλον[ fr. 215. 8. νικώμενοι γὰρ (v. l. δέ) fr. 229. ] οντι γὰρ ανα[ ?fr. 333a. 15. ] εὔφρων γὰρ[ P. Oxy. 1792. fr. 41. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442. fr. 68.
    2 εἰ γάρ if only, introducing wish. — “εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε, αἷμά οἱ κείναν λάβε ἄπειρονP. 4.43 with apodosis suppressed.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι P. 1.46

    εἰ γάρ σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα N. 7.98

    3 combined with other particles.
    a καὶ γάρ, καὶ γάρ.
    I for the fact is, emphasising the explanation.

    ταχέες ἔβαν· καὶ γὰρ ἑκὼν θυμῷ γελανεῖ θᾶσσον ἔντυνεν βασιλεὺς ἀνέμων P. 4.181

    ἔλπομαι δ' τὸν Ἱπποκλέαν θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις, νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα. καὶ γὰρ ἑτέροις ἑτέρων ἕρωτες ἔκνιξαν φρένας P. 10.59

    καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ· καὶ γὰρ βελέων ὑπὸ ῥιπαῖσι κείνου φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.67

    ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν. καὶ γὰρ οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων οὔτε μελικόμπων ἀοιδᾶν I. 2.30

    νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων. καὶ γὰρ ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ; ἅρμασιν ἵπποι διὰ τεάν, ὤνασσα, τιμὰν θαυμασταὶ πέλονται I. 5.4

    ἀνορέας ἐπέτρεψας ἕκατι

    σαόφρονος. καὶ γὰρ ὁ πόντιος Ὀρς[ιτ]ρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Pae. 9.47

    καὶ γὰρ:

    καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    II where the καί goes closely with what follows, and is emphatic, also, even.καὶ γὰρ σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν, ἔτραπε μείλιχος ὀργὰP. 9.42

    καὶ γὰρ αὐτά, ποσσὶν ἄπεπλος ὀρούσαισ' ἀπὸ στρωμνᾶς, ὅμως ἄμυνεν ὕβριν κνωδάλων N. 1.50

    καὶ γὰρ ἐν ἀγαθέᾳ χεῖρας ἱμάντι δεθεὶς Πυθῶνι κράτησεν Καλλίας N. 6.34

    καὶ γάρ:

    καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.56

    γ. introduces example, yes and, and further

    καὶ γὰρ Ἀλκμήνας O. 7.27

    καὶ γὰρ βιατὰς Ἄρης P. 1.10

    μὴ φθόνει κόμπον τὸν ἐοικότ' ἀοιδᾷ κιρνάμεν ἀντὶ πόνων. καὶ γὰρ ἡρώων ἀγαθοὶ πολεμισταὶ λόγον ἐκέρδαναν I. 5.26

    b introducing double reason.
    I

    τε γὰρ δέ. κακολόγοι δὲ πολῖται· ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον· ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων ἄφαντον βρέμει P. 11.29

    II

    μὲν γὰρ δέ. Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο, Πυθῶνι δ O. 2.48

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    cf. frag. Pae. 16.3
    III

    μὲν γὰρ ἀλλά. ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι. ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    c γὰρ ὦν, looking to what follows, of course, but then

    ἐσσὶ γὰρ ὦν σοφός· οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω Ἰσθμίαν ἵπποισι νίκαν I. 2.12

    d γάρ τοι emphasising general validity of the reason.

    τὶν δὲ μοῖρ' εὐδαιμονίας ἕπεται. λαγέταν γάρ τοι τύραννον δέρκεται ὁ μέγας πότμος P. 3.85

    I pray to Aiakos as I make this offering to the victors.

    σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος N. 8.17

    Lexicon to Pindar > γάρ

  • 39 γε

    γε a particle used to emphasise particular words, which it may either directly precede, esp. if a word group is emphasised, or follow.
    a emphasising subs., pron., simm.
    I subs.

    ὀρειᾶν γε Πελειάδων N. 2.11

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    ἐπειδὴ τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός ( τὸν coni. Heimsoeth) I. 8.10

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 4.28

    Ἀπόλλωνί γ [ Pae. 7.5

    ]Ζηνί γε fr. 60a. 5.

    ἀέθλων γ' ἕνεκεν O. 1.99

    ἤτοι βροτῶν γε κέκριται πεῖρας οὔ τι θανάτου O. 2.30

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ] ογοι τῶν γε δε[ (Π̆{S}: τε Π.) Pae. 6.175
    II demonstratives. πέποιθα δὲ ξένον μή τιν

    δύναμιν κυριώτερον τῶν γε νῦν κλυταῖσι δαιδαλωσέμεν ὕμνων πτυχαῖς O. 1.105

    τοῦτό γέ οἱ σαφέως μαρτυρήσω O. 6.20

    Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    κείνου γε κατὰ κλέος P. 4.125

    κεῖνον γε καὶ βαρύκομποι λέοντες περὶ δείματι φύγον P. 5.57

    ἤθελον κείνου γε πείθεσθ' ἀναξίαις ἑκόντες N. 8.10

    τοῦτό γέ τοι ἐρέω fr. 42. 2.
    III verbal subs.

    ἐπεὶ τό γε λοιδορῆσαι θεοὺς ἐχθρὰ σοφία O. 9.37

    τό γ' ἐν ξυνᾥ πεποναμένον εὖ μὴ κρυπτέτω P. 9.93

    νικῶντί γε χάριν οὐ τραχύς εἰμι καταθέμεν N. 7.75

    IV pers. pron. σέ γ' ἐπαρκέσαι (Turyn: τό γ' ἐπάρκεσε codd.) N. 6.60 σέο γ' ἕκατι (codd.: γ del. Bergk, edd.: “contra poetae usum” Schr.) I. 5.2
    b emphasising adj.

    ἑκατόν γ' ἐτέων O. 2.93

    κεῖνόν γε πράξασθαι πόνον P. 4.243

    ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν N. 8.28

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν I. 8.60

    ὀνομακλύτα γ' ἔνεσσι Pae. 6.123

    c emphasising adv.

    νῦν γε P. 4.290

    τό γέ νυν P. 11.44

    οὐδὲ θερμὸν ὕδωρ τόσον γε μαλθακὰ τεύχει γυῖα, τόσον εὐλογία φόρμιγγι συνάορος N. 4.4

    d emphasising πρίν clause.

    πολλ' ἔπαθεν, πρίν γέ οἱ χαλινὸν Παλλὰς ἤνεγκ O. 13.65

    Ἀλκυονῆ, οὐ τετραορίας γε πρὶν δυώδεκα πέτρῳ ἥροάς τ' ἐμβεβαῶτας ἱπποδάμους ἕλεν δὶς τόσους N. 4.28

    [
    e dub. εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος, νῦν γε (v. l. δὲ, edd.) O. 3.43 γ varie e † γόνος coni. edd. O. 9.76 τό γε μόρσιμον οὐ παρφυκτόν (codd., Theon: δὲ Tricl., edd.) P. 12.30]
    f combined with other particles.
    V ἤτοι γε v. supra a.

    α. O. 2.30

    η. f. ἦ μὰν γε v. supra b. N. 8.28

    Lexicon to Pindar > γε

  • 40 Δάω

    Δάω only in aor. pass.
    1 know

    δᾰέντι δὲ καὶ σοφία μείζων ἄδολος τελέθει O. 7.53

    εὐθυπορεῖ, σάφα δᾰεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91

    ἀνδροδάμαντα δἐπεὶ Φῆρες δᾰεν ῥιπὰν μελιαδέος οἴνου fr. 166. 1.

    Lexicon to Pindar > Δάω

См. также в других словарях:

  • σοφία — σοφίᾱ , σοφία cleverness fem nom/voc/acc dual σοφίᾱ , σοφία cleverness fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σοφία — I Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Καταγόταν από την Ιταλία. Πέθανε από τη λύπη της μετά τον μαρτυρικό θάνατο των τριών θυγατέρων της επί Αδριανού (117 138). Η μνήμη της τιμάται στις 17 Σεπτεμβρίου. 2. Λέγεται ότι είχε ιατρικές γνώσεις …   Dictionary of Greek

  • σοφίᾳ — σοφίαι , σοφία cleverness fem nom/voc pl σοφίᾱͅ , σοφία cleverness fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σοφία — η 1. ιδιότητα του σοφού, ορθοφροσύνη: Αντιμετώπισε με σοφία το ζήτημα. 2. πολυγνωσία, πολυμάθεια: Θαύμαζε τον καθηγητή του για τη σοφία του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Σοφία Σολομώντος — Ένα από τα λεγόμενα δευτεροκανονικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Αποτελείται από τρία μέρη. Το πρώτο αναφέρεται στην ψεύτικη σοφία του κόσμου αυτού, στο δεύτερο, ο άγνωστος συγγραφέας του έργου, συμβουλεύει στο όνομα του Σολομώντα τους βασιλιάδες …   Dictionary of Greek

  • Σοφία, Αλεξέγιεβνα — Τσαρίνα της Ρωσίας, κόρη του τσάρου της Μόσχας Αλέξιου Μιχαήλοβιτς και ετεροθαλής αδελφή του Μεγάλου Πέτρου (1657 1704). Μετά τον θάνατο του αδελφού της τσάρου Θεόδωρου Γ’, στο θρόνο της Ρωσίας ανέβηκε ο ετεροθαλής αδελφός του Πέτρος, μιας και ο… …   Dictionary of Greek

  • Σοφία Σειράχ — Βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, που γράφτηκε το 190 π.Χ. Συγγραφέας του, σύμφωνα με τον πρόλογο του, είναι ο Ιησούς, γιος του Σειράχ, Ιεροσολημίτης. Το βιβλίο γράφτηκε στην εβραϊκή, αλλά ένας ανιψιός του συγγραφέα, το μετέφρασε στην ελληνική για… …   Dictionary of Greek

  • Αγία Σοφία — I Ο ονομαστός βυζαντινός ναός της Κωνσταντινούπολης. Μετά την άλωση μετατράπηκε σε τζαμί και τώρα είναι μουσείο. Η Α.Σ. είναι ένα από τα λαμπρότερα αρχιτεκτονικά επιτεύγματα του χριστιανισμού και η οικοδόμησή της, σύμφωνα με μια παράδοση,… …   Dictionary of Greek

  • Βέμπο, Σοφία — (Καλλίπολη Θράκης 1910 – Αθήνα 1978).Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της τραγουδίστριας και ηθοποιού Σοφίας Μπέμπου. Εγκαταστάθηκε με την οικογένειά της το 1919 στον Βόλο. Πρωτοεμφανίστηκε στη Θεσσαλονίκη και, πολύ σύντομα, επιβλήθηκε στο ευρύ κοινό με… …   Dictionary of Greek

  • Λόρεν, Σοφία — (Sofia Loren, Ρώμη 1934 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Ιταλίδας ηθοποιού του κινηματογράφου Σοφία Βιλάνι Τσικολόνε (Sofia Villani Scicolone). Έζησε τα παιδικά και νεανικά της χρόνια στη Νάπολη, αντιμετωπίζοντας σοβαρά οικονομικά προβλήματα,… …   Dictionary of Greek

  • Αντωνιάδου, Σοφία — (Πειραιάς 1895 – 1972). Φιλόλογος, βυζαντινολόγος και ιστορικός. Σπούδασε και ειδικεύτηκε σε φιλολογικά θέματα στο πανεπιστήμιο του Παρισιού. Υπήρξε διαδοχικά καθηγήτρια της έδρας πρωτοχριστιανικής, μεσαιωνικής και ελληνικής γλώσσας και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»