Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

πι(μ)πλάναι

См. также в других словарях:

  • πλανᾶι — πλανᾷ , πλανάω cause to wander pres subj mp 2nd sg πλανᾷ , πλανάω cause to wander pres ind mp 2nd sg (epic) πλανᾷ , πλανάω cause to wander pres subj act 3rd sg πλανᾷ , πλανάω cause to wander pres ind act 3rd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλάναι — πλάνη wandering fem nom/voc pl πλάνᾱͅ , πλάνη wandering fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλάνᾳ — πλάναι , πλάνη wandering fem nom/voc pl πλάνᾱͅ , πλάνη wandering fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • SEPTERIUM — una ex 3. sollennitatibus nonô quôque annô Delphis olim celebrari solitis: quarum mentio apud Plut. Quaestion. Graec. Erat autem Σεπτήριον μίμημα τῆς πρὸς τὸν πύθωνα τȏυ θεοῦ μάχης, καὶ τῆς μετα τὴν μάχυς̔ν ἐπὶ τὰ τέμπη φυγῆς καὶ ἐκδιώξες.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • περιδρομή — η, ΝΜΑ το να τρέχει κάποιος γύρω γύρω ή εδώ κι εκεί (α. «περιδρομὴν ποιεῑσθαι», Ξεν. β. «πλάναι τε καὶ περιδρομαί», Πλούτ.) (μσν. αρχ.) το να τριγυρίζει κανείς κάποιον για να τον κολακέψει (α. «προσδριῶν διὰ πλείστης ὅσης περιδρομῆς κρατήσαντες» …   Dictionary of Greek

  • Τερζάκης, Χρήστος — (1876 – 1960). Συνεταιριστής. Θεωρείται ο πρώτος οργανωτής της συνεταιριστικής κίνησης στη Μεσσηνία, όπου ίδρυσε τον Σύνδεσμο Ενώσεως Γεωργικών Συνεταιρισμών Μεσσηνίας (1918). Ήταν ένας από τους ιδρυτές της Κεντρικής Αγροτικής Τράπεζας Καλαμών… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»