Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ξῠλ-ίτης

См. также в других словарях:

  • ξοΐτης — ξοΐτης, ὁ (Α) τεχνίτης που χρησιμοποιεί την ξοΐδα, χαλκουργός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ετεροιωμένη βαθμίδα ξο τού ξέω* + κατάλ. ίτης (πρβλ. ξυλ ίτης)] …   Dictionary of Greek

  • οζαινίτης — ὀζαινίτης, ό, θηλ. ὀζαινῑτις (Α) 1. αυτός που αναδίδει οσμή όμοια με την οσμή τής όζαινας 2. ονομασία ενός ινδικού είδους τού φυτού νάρδος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄζαινα + επίθημα ίτης (πρβλ. ξυλ ίτης)] …   Dictionary of Greek

  • ονυχίτης — ὀνυχίτης, ό, θηλ. ὀνυχῑτις (Α) είδος ημιπολύτιμου λίθου που μοιάζει με τον όνυχα («ὀνυχίτης λίθος»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνυξ, υχος (ΙΙ) + επίθημα ίτης (πρβλ. ξυλ ίτης)] …   Dictionary of Greek

  • οστρακίτης — ο (Α ὀστρακίτης) νεοελλ. απολίθωμα οστράκου που αποτελείται από ανθρακικό ασβέστιο αρχ. 1. ως επίθ. οστράκινος («ὀστρακίτης λίθος», Διοσκ.) 2. ο λίθος οστρακίας* 3. είδος πίτας 4. είδος φιδιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄστρακον + επίθημα ίτης (πρβλ. ξυλ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»