Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

μούναρχος

См. также в других словарях:

  • μούναρχος — μόναρχος monarch masc nom sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Scythes — (Gr. polytonic|Σκύθης) was tyrant or ruler of Zancle in Sicily,Citation | last = Smith | first = William | author link = William Smith (lexicographer) | contribution = Scythes (1) | editor last = Smith | editor first = William | title =… …   Wikipedia

  • μόναρχος — και ιων. τ. μούναρχος, ὁ (Α) 1. αυτός που συγκεντρώνει στο πρόσωπο του απόλυτη πολιτική εξουσία και κυβερνά χωρίς κανένα περιορισμό, μονάρχης («ὁρῶν ὅτι τραχὺς μόναρχος οὐδ ὑπεύθυνος κρατεῑ», Αισχύλ.) 2. δυνάστης 3. αρχηγός, ηγεμόνας 4. επώνυμος… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»