Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κιν

См. также в других словарях:

  • κιν — Πανάρχαιο έγχορδο όργανο της Κίνας. Το κ. αρχικά παιζόταν τοποθετημένο πάνω σε ένα ορθογώνιο τραπέζι, αργότερα όμως, για να είναι πιο εύχρηστο, τροποποιήθηκε ριζικά και έγινε φορητό, κατορθώνοντας έτσι να επιβιώσει για αρκετούς αιώνες ακόμη. Οι… …   Dictionary of Greek

  • Κιν, Έντμουντ — (Edmound Kean, Λονδίνο 1789 – Ρίτσμοντ 1833). Άγγλος ηθοποιός του θεάτρου. Σε ηλικία επτά ετών έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο ως παιδί θαύμα. Η σταδιοδρομία του άρχισε περίπου το 1805, με την ερμηνεία έργων του Σαίξπηρ. Ο Κ. είχε βίαιο… …   Dictionary of Greek

  • Κιν, Τσαρλς Τζον — (Charles John Kean, Γουότερφοντ 1811 – Λονδίνο 1868). Άγγλος ηθοποιός του θεάτρου. Ήταν γιος του Έντμουντ Κιν (βλ. λ.). Φοίτησε στο Ίτον και αργότερα, παρά την αντίδραση του πατέρα του, που δεν ήθελε να γίνει ο γιος του ηθοποιός, ο Κ. έκανε την… …   Dictionary of Greek

  • Κιν Γκολντγουέι, Λίντα — (Linda Keen Goldway, Νέα Υόρκη 1940 –). Αμερικανίδα μαθηματικός. Σπούδασε μαθηματικά στο City College της Νέας Υόρκης και στη συνέχεια πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ενώ απέκτησε διδακτορικό τίτλο από το… …   Dictionary of Greek

  • Πα Κιν — (Tσενγκτού, Στσουτσουάν 1905). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Λι Φέικαν. Kινέζος συγγραφέας και δοκιμιογράφος. Σπούδασε βιολογία στη Γαλλία, αλλά επιδόθηκε σε λογοτεχνικές μελέτες όταν επέστρεψε στην Κίνα. Ένα από τα πρώτα έργα του (Θνήσκων ήλιος)… …   Dictionary of Greek

  • Κατέλ, Τζέιμς Mακ Κιν — (James McΚeen Cattell, Ίστον, Πενσιλβάνια 1860 – Λάνκαστερ, Πενσιλβάνια 1944). Αμερικανός ψυχολόγος. Σπούδασε τρία χρόνια στη Λειψία, κοντά στον Βουντ, του οποίου υπήρξε βοηθός. Επιστρέφοντας στην Αμερική δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια… …   Dictionary of Greek

  • Νταϊρέν ή Νταλιάν — (Dalian). Πόλη (1.715.700 κάτ. το 2003) της Κίνας, στην επαρχία Λιαονίνγκ. Aρχικά μικρό ψαράδικο χωριό, αναπτύχθηκε υπό την κυριαρχία των Pώσων (1898 1903), που την έκαναν τελευταίο σταθμό του νοτιομαντζουριανού σιδηροδρόμου και λιμάνι του… …   Dictionary of Greek

  • -κις — (AM κις, Α λακων. τ. κιν) κατάληξη επιρρημάτων που δηλώνουν συχνότητα. Αρχικά απαντά στον τ. πολλά κις* (που αντιστοιχεί μορφολογικά και σημασιολογικά ακριβώς προς τον αρχ. ινδ. purũ ciό, από τον οποίο επεκτάθηκε και σε άλλα επιρρ. (συχνάκις,… …   Dictionary of Greek

  • Γκάσμαν, Βιτόριο — (Vittorio Gassman,Γένοβα 1922 – Ρώμη 2000). Ιταλός ηθοποιός και σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Από τις πιο χαρακτηριστικές και δημοφιλείς φιγούρες του μεταπολεμικού ιταλικού κινηματογράφου, έπαιξε ρόλους καθημερινών ανθρώπων σε κωμωδίες και… …   Dictionary of Greek

  • Μοζούκιν, Ιβάν — (Πέντζα 1889 – Νεϊγί σιρ Σεν 1939). Ρώσος ηθοποιός και σκηνοθέτης του κινηματογράφου και του θεάτρου. Διακρίθηκε πρώτα στο θέατρο, όπου έπαιξε κυρίως ρομαντικούς ρόλους όπως τον Κιν του Αλεξάνδρου Δουμά και τον Αετιδέα του Εντμόντ Ροστάν και… …   Dictionary of Greek

  • Махлас, Никос — Никос Махлас Общая информация …   Википедия

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»