Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ζυγικός

См. также в других словарях:

  • ζυγικός — ζυγικός, ή, όν (Α) [ζυγόν] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ζυγό, στη ζυγαριά 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ ζυγικά η τέχνη ζυγίσματος τών σωμάτων …   Dictionary of Greek

  • ζυγικῶν — ζυγικός of fem gen pl ζυγικός of masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζυγικόν — ζυγικός of masc acc sg ζυγικός of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζυγικοῖς — ζυγικός of masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζυγικοῦ — ζυγικός of masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζυγικῆς — ζυγικός of fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζυγός — Συσκευή με την οποία μπορούμε να κρίνουμε την ισορροπία μεταξύ μιας γνωστής δύναμης και μιας άγνωστης για να οδηγηθούμε έτσι από τη γνώση του μεγέθους της μίας στον προσδιορισμό του μεγέθους της άλλης. Με την πιο κοινή έννοια, στον όρο ζ.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»