Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

γερουσίας

См. также в других словарях:

  • γερουσίας — γερουσίᾱς , γερούσιας member of the masc acc pl γερουσίᾱς , γερούσιας member of the masc nom sg (attic epic doric aeolic) γερουσίᾱς , γερούσιος for fem acc pl γερουσίᾱς , γερούσιος for fem gen sg (attic doric aeolic) γερουσίᾱς , γερουσία… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γερουσίαι — γερούσιας member of the masc nom/voc pl γερουσίᾱͅ , γερούσιας member of the masc dat sg (attic doric aeolic) γερουσίᾱͅ , γερούσιος for fem dat sg (attic doric aeolic) γερουσία Council of Elders fem nom/voc pl γερουσίᾱͅ , γερουσία Council of… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γερουσίαις — γερούσιας member of the masc dat pl γερούσιος for fem dat pl γερουσία Council of Elders fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γερουσίου — γερούσιας member of the masc gen sg γερούσιος for masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • γερουσία — γερουσίᾱ , γερούσιας member of the masc nom/voc/acc dual γερούσιας member of the masc voc sg γερουσίᾱ , γερούσιας member of the masc voc sg (attic) γερουσίᾱ , γερούσιας member of the masc gen sg (doric aeolic) γερούσιας member of the masc nom… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεοτόκης — Επώνυμο κερκυραϊκής οικογένειας, που καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Κάποια μέλη της εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα έως το 1686 και στη συνέχεια ακολούθησαν τον Μοροζίνι στο Ναύπλιο. Μετά την κατάληψη του Ναυπλίου από τους Τούρκους, ορισμένοι… …   Dictionary of Greek

  • ПРИНЦЕПС —    • Princeps,          вообще всякий, кто стоит во главе, в начале (principium), впереди; отсюда princeps rogationis тот, кто внес предложение и при письменном заявлении прежде всех подписывался. Прочие подписавшиеся назывались adscriptores. Но… …   Реальный словарь классических древностей

  • Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»