Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

βιβλίῳ

См. также в других словарях:

  • βιβλίῳ — βιβλίον strip of neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βιβλίωι — βιβλίῳ , βιβλίον strip of neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ARISTAEUS — I. ARISTAEUS Apollinis (Cicero 6. Ver. dicit, Bacchi) ex Cyrene filia Penei Regis Arcadiae fil. hic deinde in Arcadia regnavit. Hunc primum apum et mellis usum, lactisque coagulum demonstravisle, usumque olei, et alia quamplurima adinvenisle… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • CHARACMOBA — vel Molucharax, urbs Palaestinae Ptol. Vide Steph. A nonnullis Arabiae accensetur. Stephan. Χαράκμωβα πόλις τῆς νυν̑ τρίτης Παλαιςτίηης, ἥν ἀναγράφει Πτολεμαῖος εν γεωτραφικοῖς εν πέμπτῳ βιβλίῳ εν ταῖς Α᾿ραβικαῖς. Characmoba urbs nunc tertiae… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • καταχωρίζω — (AM καταχωρίζω) γράφω κάτι στη δική του θέση σε βιβλίο ή κατάλογο, καταγράφω (α. «η αίτηση μου καταχωρίστηκε στο πρωτόκολλο» β. «οὐ κατεχωρίσθη ὁ ἀριθμὸς ἐν βιβλίῳ λόγων τῶν ἠμερῶν τοῡ βασιλέως», ΠΔ) νεοελλ. δημοσιεύω κάτι σε εφημερίδα μσν. 1.… …   Dictionary of Greek

  • λέγω — και λέω (AM λέγω, Μ και λέω) 1. εκφράζομαι με τον προφορικό λόγο, ομιλώ, λαλώ (α. «ο καθένας είπε τις απόψεις του» β. «λεγέτω μὲν οὖν περὶ αὐτοῡ ὡς ἕκαστος γιγνώσκει», Θουκ. γ. «ἔλεξαν ὑπὲρ τῶν στρατηγῶν τάδε», Ξεν.) 2. φρονώ, νομίζω (α. «τί λες… …   Dictionary of Greek

  • υπογράφω — ὑπογράφω ΝΜΑ [γράφω] 1. γράφω με το ίδιο μου το χέρι το όνομά μου στο τέλος κειμένου ή εγγράφου, βάζω την υπογραφή μου (α. «πρέπει να υπογράψω όλα τα έγγραφα σήμερα» β. «Κύριλλος ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας ὑπέγραψα», Σύν. Εφ. γ. «ὁ δεῑνα ὑπέγραψα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»