Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Μηδική

См. также в других словарях:

  • μηδική — (Medicago). Γένος δικοτυλήδονων φυτών της οικογένειας των ψυχανθών. Πρόκειται για πόες, που μοιάζουν στο τριφύλλι, και φέρουν μικρά άνθη και τρίφυλλα σύνθετα φύλλα. Κυριότερος εκπρόσωπος του γένους είναι το είδος Medicago sativa, γνωστό ως ήμερο… …   Dictionary of Greek

  • μηδική — η το φυτό τριφύλλι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μηδικῇ — Μηδικός the Median affairs fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηδικῇ — Μηδικός the Median affairs fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μηδική — Μηδικός the Median affairs fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηδική — Μηδικός the Median affairs fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αίνη ή Αίνο — Μηδική θεότητα, που είχε πολυτελή ναό στα Εκβάτανα. Παρότι ο ναός αυτός είχε συληθεί από τους Μακεδόνες, στις εισβολές του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Σέλευκου του Νικάνορα, σωζόταν ακόμα όταν μπήκε στα Εκβάτανα ο Αντίοχος Γ’, βασιλιάς της Συρίας… …   Dictionary of Greek

  • μηδικός — ή, ό (ΑΜ μηδικός, ή, ον, θηλ. και μηδίκη) [Μήδος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Μήδους (α. «μηδική ἐσθής» μεταξωτά ενδύματα β. «μηδ εἰ στράτευμα πλεῑον ἦ τὸ Μηδικόν», Αισχύλ.) 2. το θηλ. ως ουσ. η μηδική γένος αγγειόσπερμων δικότυλων… …   Dictionary of Greek

  • Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …   Dictionary of Greek

  • ελλοβόκαρπα ή λεγκουμινώδη ή χεδρωπά — Τάξη ή, κατά άλλους, οικογένεια δικοτυλήδονων φυτών που περιλαμβάνει πολλές πόες, φρύγανα, θάμνους και δέντρα με μεγάλες διαφορές μεταξύ τους ως προς τον όγκο, το χρώμα και το μέγεθος των ανθών κλπ., αλλά με κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα τον… …   Dictionary of Greek

  • Medicago — littoralis Medicago …   Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»