Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

(τὸν+φόνον

  • 1 πράσσω

    πράσσω, [dialect] Ep. and [dialect] Ion. [full] πρήσσω, [dialect] Att. [full] πράττω (first in IG12.7.11, al., Ar. and X.), Cret. [full] πράδδω Leg.Gort.1.35: [tense] fut. πράξω, [dialect] Ion. πρήξω: [tense] aor. ἔπραξα, [dialect] Ion. ἔπρηξα: [tense] pf. πέπραχα, [dialect] Ion. πέπρηχα, (trans.) Hdt.5.106, X.HG5.2.32, Cyr.3.1.15, Din.3.21, Men.619, IG9(2).517.36 (Larissa, iii B. C.), PHib.1.80.11 (iii B. C.), (intr.) Pl.Com.187 codd., Arist.Rh.Al. 1440a36: [tense] plpf. ἐπεπράχει ([etym.] ν) (trans.) X. l.c., (intr.) App. BC5.83: [tense] pf. 2 πέπρᾱγα, [dialect] Ion. πέπρηγα, (intr.) Pi.P.2.73, Hdt.2.172, Ar.Pl. 629, Ra. 302, X.HG1.4.2, (trans.) Arist.EN 1168b35, al., SIG 364.70 (Ephesus, iii B. C.): [tense] plpf. ἐπεπράγεσαν (intr.) Th.2.4,7.24:— [tense] pf. πέπραγα [dialect] Att., πέπραχα Hellenistic, acc. to Moer.p.293 P., Phryn. PSp.103 B., but see above:—[voice] Med., [tense] fut.
    A

    πράξομαι Antipho Fr.67

    , X. HG6.2.36 (also in pass. sense, Pi.P.4.243 (prob.), Pl.R. 452a): [tense] aor.

    ἐπραξαμην S.OT 287

    , Th.4.65, etc.:—[voice] Pass., [tense] fut. (v.supr.), also

    πραχθήσομαι Aeschin.3.98

    , Arist.Rh. 1359a11, etc.; [tense] fut. 3

    πεπράξομαι S.OC 861

    , Ar.Av. 847, Eup.9.3 D.: [tense] aor.

    ἐπράχθην S.Tr. 679

    , Th.4.54, etc.: [tense] pf.

    πέπραγμαι A.Pr.75

    , etc. (sts. in med. sense, v. infr. vi). [[pron. full] by nature, as is shown by the [dialect] Ion. form πρήσσω, and by the accent in πρᾶγμα, πρᾶξις, etc.]
    I in [dialect] Ep. only, pass through, pass over,

    δὶς τόσσον ἅλα πρήσσοντες ἀπῆμεν Od.9.491

    ;

    ῥίμφα πρήσσοντε κέλευθον Il.14.282

    , 23.501;

    ῥίμφα πρήσσουσι κέλευθον Od.13.83

    ;

    ὁδὸν πρήσσουσιν ὁδῖται h.Merc. 203

    : c. gen.,

    ἵνα πρήσσωμεν ὁδοῖο Il.24.264

    , Od.15.219; ὄφρα πρ. ὁδοῖο ib.47;

    ἵνα πρήσσῃσιν ὁδοῖο 3.476

    : Gramm. note that this sense is found only in [tense] pres., An.Ox.1.355, EM688.1.
    II experience certain for- tunes, fare well or ill,

    ὁ στόλος οὕτως ἔπρηξε Hdt.3.26

    , cf.4.77, Th.7.24; so

    ὡς ἔπρηξε Hdt.7.18

    ;

    κατὰ νόον π. Id.4.97

    , cf. Ar.Eq. 549;

    πράξασαν ὡς ἔπραξεν A.Ag. 1288

    ;

    εὖ πέπραγεν, ὅτι.. Pi.P.2.73

    , cf. Hdt.1.24,42, etc.;

    φλαύρως π. τῷ στόλῳ Id.6.94

    ;

    π. καλῶς A.Pr. 979

    ;

    χαλεπώτατα π. Th.8.95

    ;

    ταπεινῶς π. Isoc.5.64

    ;

    ὅστις καλῶς πράττει, οὐχὶ καὶ εὖ πράττει; Pl.Alc.1.116b

    ;

    π. εὐτυχῶς S.Ant. 701

    ;

    κάλλιστα E.Heracl. 794

    ; μακαρίως, εὐδαιμόνως, Ar.Pl. 629, 802: freq. with neut. Pron. or Adj.,

    εὖ π. τι S.OT 1006

    , cf. OC 391;

    μηδὲν εὖ π. X.Mem.1.6.8

    ;

    χρηστόν τι π. Ar.Pl. 341

    ;

    καλά Th.6.16

    ;

    χείρω Id.7.71

    ;

    μεγάλα E.IA 346

    ;

    πάντ' ἀγαθά Ar.Ra. 302

    , cf. Eq. 683 (lyr.);

    εὐδαίμονα E.El. 1359

    (anap.);

    πολλὰ καὶ ἀγαθά X.An.6.4.8

    ;

    οἷον ἥθελεν S.OC 1704

    (lyr.);

    πράξας ἅπερ ηὔχου E.Or. 355

    (anap.), cf.X.Mem.3.9.14.
    III achieve, effect, accomplish,

    οὔ τι Il.1.562

    , 11.552, Od.2.191, etc.;

    οὐδέ τι ἔργον ἐνθάδ' ἔτι πρήξει 19.324

    , cf. 16.88;

    χρῆμα μὲν οὐ πρήξεις, σὺ δ' ἐτώσια πόλλ' ἀγορεύσεις Hes.Op. 402

    ; κλέος ἔπραξεν won it, Pi.I.5(4).8; ἔπραξε δεσμόν achieved bondage, i.e. brought it on himself, Id.P.2.40;

    τινὰ Νηρεΐδων π. ἄκοιτιν Id.N.5.36

    ; ὕμνον π. grant power of song, ib.9.3; λεόντεσσι π. φόνον do slaughter upon them, ib.3.46;

    τὴν Κυπρίων ἀπόστασιν π. Hdt.5.113

    ; π. εἰρήνην, φιλίαν, bring it about, D.3.7, 18.162; π. τι παρά τινος get something from..,

    ὧν δέονται πάντων πεπραγότες εἶεν παρὰ βασιλέως X.HG1.4.2

    ;

    ἐλπὶς πράξειν τι παρὰ τῶν θεῶν ἀγαθόν Isoc.2.20

    ; also, attempt, plot,

    δήμου κατάλυσιν And.3.6

    : c. dat. pers.,

    δαίμοσιν π. φίλα A.Pr. 660

    ;

    Αοξίᾳ χάριν E. Ion37

    , cf. 896 (lyr.), El. 1133, etc.;

    σὺ τοῦτο πράξεις ὥστε..; A.Eu. 896

    :—[voice] Pass.,

    πέπρακται τοὖργον Id.Pr.75

    ;

    φεῦ φεῦ πέπρακται E.Hipp. 680

    ;

    τὰ πεπραγμένα Pi.O.2.15

    , etc.;

    ἡ ἐπὶ τοῖς πεπρ. ἀδοξία D. 1.11

    ;

    τὰ πεπρ. λῦσαι Id.24.76

    ;

    τὰ πραχθέντα A.Pr. 683

    , etc.; τὰ ἔργα τῶν πραχθέντων the facts of what took place, Th.1.22;

    οὐ γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν ἀγένητον θείη Pl.Prt. 324b

    .
    3 of sexual intercourse,

    ἐπράχθη τὰ μέγιστα Theoc.2.143

    .
    4 to be busy with, σὺ μὲν τὰ σαυτῆς πρᾶσσ' mind your own business, S.El. 678;

    πράττων ἔκαστος τὸ αὑτοῦ Pl. Phdr. 247a

    , cf. Plt. 307e;

    τὰ αὑτοῦ π. καὶ μὴ πολυπραγμονεῖν Id.R. 433a

    , cf. 400e, etc. (whereas πολλὰ π. = πολυπραγμονεῖν, Hdt.5.33, E.HF 266, Ar.Ra. 228, etc.);

    φιλοσόφου τὰ αὑτοῦ πράξαντος καὶ οὐ πολυπραγμονήσαντος Pl.Grg. 526c

    , cf. Ap. 33a, etc.; οὐδ' εὖ.. οἰκοῦνται αἱ πόλεις, ὅταν τὰ αὑτῶν ἕκαστοι πράττωσι (ironical) Id.Alc.1.127b; μὴ τὰ αὑτῶν π. not to act their part, Id.R. 452c;

    π. τὰ δέοντα X.Mem. 3.8.1

    .
    5 manage affairs, do business, act, εἰπεῖν τε καὶ πρᾶξαι ib.2.9.4, cf. 2.8.6; πράττειν τὰ πολιτικὰ πράγματα, τὰ τῆς πόλεως, manage state-affairs, take part in government, Pl.Ap. 31d, Lys.16.20;

    τὰ Ἀθηναίων Pl.Smp. 216a

    ;

    οἱ τὰ κοινὰ π. καὶ πολιτευόμενοι Arist.Pol. 1324b1

    : abs., without any addition, ἱκανωτάτω λέγειν τε καὶ πράττειν, of able statesmen, X.Mem.1.2.15, cf. 4.2.1,4;

    πολιτεύεσθαι καὶ π. D.18.45

    , cf. 59, Pl.Prt. 317a.
    6 generally, transact, negotiate, manage,

    οἱ πράξαντες πρὸς αὐτὸν τὴν λῆψιν τῆς πόλεως Th. 4.114

    ; Θηβαίοις τὰ πράγματα π. manage matters for their interest, D.19.77:—so in [voice] Pass., τῷ Ἱπποκράτει τὰ.. πράγματα ἀπό τινων ἀνδρῶν.. ἐπράσσετο matters were negotiated with him by.., Th.4.76: but freq. abs., treat, negotiate, manage, act, οἱ πράσσοντες αὐτῷ ib. 110, cf. 5.76;

    π. πρός τινα Id.2.5

    , 4.73, etc.; ἐς (v.l. πρὸς) τοὺς βαρβάρους, ἐς τοὺς Εἵλωτας, Id.1.131, 132:—[voice] Pass.,

    ἐπράττετο οὐ πρὸς τοὺς ἄλλους Aeschin.3.64

    ; also

    π. τι ὑπὲρ τῶν κοινῶν D.26.2

    ;

    π. ὑπὲρ τῆς πόλεως τὰ πάτρια Id.59.73

    ;

    π. περὶ εἰρήνης X.HG6.3.3

    ;

    π. τῇ δύναιτο ἄριστα Hdt.5.30

    ;

    π. ὡς ἄριστα καὶ πιστότατα Th.1.129

    ;

    οἱ πράσσοντες

    the traitors,

    Id.4.89

    , 113:—folld. by dependent clauses,

    πρᾶσσε καὶ τὰ ἐμὰ καὶ τὰ σὰ ὅπῃ κάλλιστα ἕξει Id.1.129

    ; ἐς τὴν Πελοπόννησον ἔπρασσεν, ὅπῃ ὠφελία τις γενήσεται ib.65; π. ὅπως πόλεμος γένηται ib.57; π. ὅπως τιμωρήσονται ib.56, cf. 3.4,70, etc.: c. acc. et inf.,

    μὴ δεῦρο πλεῖν τὴν ναῦν ἔπραττεν D.32.22

    .
    IV practise,

    πόνῳ π. θεοδμάτους ἀρετάς Pi. I.6(5).11

    ;

    δίκαια ἢ ἄδικα Pl.Ap. 28b

    , etc.;

    ταῦτ' ἔπραξάν τε καὶ ἔλεξαν X.Cyr.5.1.1

    ;

    ἃ καὶ λέγειν ὀκνοῦμεν οἱ πεπραχότες Men.619

    : then abs., act,

    π. ἔργῳ μὲν σθένος βουλαῖσι δὲ φρήν Pi.N.1.26

    ; ὡς πράττοντες as doing, Pl.R. 527a; μεθ' ἡμῶν ἔπραττεν, i. e. he took our side, Is.5.14.
    2 study,

    δράματα Suid.

    s.v. Ἀριστοφάνης; συλλογισμούς Arr.Epict.2.17.27; ἐν τοῖς πραττομένοις in the poems which are now studied, made the subject of commentaries, Sch.Nic. Th.11.
    V c. dupl. acc. pers. et rei, πράττειν τινά τι do something to one, E.Hel. 1394, Isoc.12.93;

    ἀγαθόν τι π. τὴν πόλιν Ar. Ec. 108

    .
    VI exact payment from one,

    αὐτοὺς ἑκατὸν τάλαντα ἔπρηξαν Hdt.3.58

    ; πράσσει με τόκον he makes me pay interest, Batr.185;

    π. τινὰ χρέος Pi.O.3.7

    , cf. P.9.104;

    ὅσοι πράξεις πεπράγασιν SIG364.70

    (Ephesus, iii B. C.);

    τοὐφειλόμενον π. Δίκη A.Ch. 311

    (anap.);

    ἀντίποινα Id.Pers. 476

    : freq. of tax-gatherers or other collectors of public debt, IG12.116.16, al., Pl.Lg. 774d;

    π. τὰς εἰσφοράς D.22.77

    , etc.; φόρον ἔπρησσον παρ' ἑκάστων obtained or demanded from.., Hdt.1.106: c. acc. pers., press for payment,

    μὴ π. τοὺς ὀφειλέτας Plb.38.11.10

    ; π. τινά τι ὑπέρ τινος demand from one as the price for a thing, Luc.Vit.Auct.18: metaph., φόνον π. exact punishment or vengeance for a murder: hence, avenge, punish, A.Eu. 624;

    τὰ περὶ τὸν φόνον ἀγριωτέρως π. Pl.Lg. 867d

    :—[voice] Pass., ὑπὸ βασιλέως πεπραγμένος φόρους called on to pay up the tribute, Th.8.5; πραχθεὶς

    ὑπὸτῶνδε Lys.9.21

    codd., cf. Pl.Lg. 921c:—[voice] Med., exact for oneself,

    πράξασθαί τινα μισθόν Pi.O.10(11).30

    ; ἀργύριον, χρήματα, Hdt.2.126, Th.4.65, cf. Ar.Ra. 561, etc.;

    τὴν διπλασίαν π. τὸν ὑποφεύγοντα Pl.Lg. 762b

    , cf. Plb.5.54.11;

    π. τοὺς ἐξάγοντας τριακοστήν D.20.32

    ;

    πράσσεσθαι χρέος Antipho Fr.67

    ; φόρους πράσσεσθαι ἀπό, ἐκ τῶν πόλεων, Th.8.5, 37;

    παρ' αὐτῶν ἃ ὤφειλον Lys.17.3

    , cf. And.2.11: metaph. of exacting punishment, etc.,

    μεγάλ' ἀντ' ὀλίγων ἐπράξαο Call.Lav.Pall.91

    :—[voice] Pass. [tense] pf. and [tense] plpf. in med. sense, εἰ μὲν ἐπεπράγμην τοῦτον τὴν δίκην if I had exacted from him the full amount, D.29.2.
    VII c. acc. pers., πράττειν τινά deal with, finish off, euphem.,

    ἔπρασσε δ' ᾇπέρ νιν, ὧδε θάπτει A.Ch. 440

    (lyr.); πεπραγμένοι is f.l.ib. 132.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πράσσω

  • 2 τιμωρέω

    τῑμωρ-έω, [tense] fut.
    A

    - ήσω Hdt.4.119

    , Antipho 5.87, etc.:—[voice] Med., [tense] fut.

    - ήσομαι E.Alc. 733

    , Th.3.58: [tense] aor.

    ἐτιμωρησάμην Pl.R. 378a

    :—[voice] Pass., [tense] pf.

    τετῑμώρημαι Th.7.77

    , Lys.25.15: used in med. sense, Antipho 3.2.8, Lys.7.20, X.Cyr.7.5.32, and prob. Th.3.67: [tense] aor.

    ἐτιμωρήθην PMich.Zen.57.9

    (iii B.C.):—to be an avenger, exact or seek to exact vengeance for, avenge, τινι Democr.261, Hdt.1.103, 8.144, E.Hec. 749, Pl.Smp. 180a, etc.: abs., Hdt.1.4: c. dat. et gen., τιμωρήσειν σοι τοῦ παιδός.. ὑπισχνοῦμαι dub.l. in X.Cyr.4.6.8: c. acc. rei, τ. τῷ ἑταίρῳ τὸν φόνον avenge his slaughter, Pl.Ap. 28c, cf. E.Ph. 935: also τ. ὑπέρ τινος (for τινι) take vengeance for him, Pl.Lg. 907e, cf. Lys.13.1; ὑπὲρ τοῦ δήμου ib.51: c. dat. rei,

    τῷ θανάτῳ τοῦ πατρός D.H. 4.77

    : abs., Pl.Lg. 729e:—[voice] Med., avenge or seek to avenge one's own relative or friend,

    πατρὶ πάντα τιμωρουμένης S.El. 349

    , cf. 399, E.Or. 1117:—impers. in [voice] Pass., Λεωνίδῃ τετιμώρηται vengeance has been taken for him, he has been avenged, Hdt.9.79 (but τετιμωρήσεαι ἐς.. Λεωνίδην must be taken in signf. 1.3b, thou wilt have taken vengeance in respect to L., ib.78).
    2 τιμωρεῖν τινα take vengeance on him, S.OT 140; τοὺς αὐτοέντας ib. 107;

    κελεύειν τιμωρεῖν ὑπὲρ αὑτοῦ [τὸν Ἀγόρατον] ὡς φονέα ὄντα Lys.13.42

    , cf. 92; Παλαμήδους σε τιμωρεῖ φόνου (v.l. φόνον) is taking vengeance on you for the murder of P., E.Or. 433:—[voice] Pass., to be visited with vengeance, punished, Pl.Grg. 525b, 525d, etc.;

    τετιμωρημένος Lys.25.15

    ; ὧν ἡμάρτομεν τετιμωρήμεθα we have been punished, PCair.Zen. 495.2 (iii B.C.); ἱκανῶς τετιμώρημαι ib.639.15 (iii B.C.); εἰς τὸ -ηθῆναι αὐτούς PMich.Zen. l.c.:—this sense is more freq. in
    3 [voice] Med., avenge oneself upon, exact vengeance from, τινα Hdt.3.53, 6.138, S.Ph. 1258, E.Hec. 756, 882, Antipho 2.3.11, Th.1.121, etc.;

    ὡς.. οὐχ ὅπως τιμωρήσαιντο, ἀλλὰ καὶ ἐπαινέσειαν τὸν Σφοδρίαν X.HG 5.4.34

    ; Ἑαυτὸν τιμωρούμενος Self-punisher, name of a play by Menander, cf. X.Cyr.3.1.15;

    ἀπαγαγών με εἰς τὸ δεσμωτήριον τετιμώρηταί με εἰσπράσσων δραχμὰς PCair.Zen.492.7

    (iii B.C.): c. gen. rei, τιμωρεῖσθαί τινά τινος take vengeance on one for a thing, Hdt.3.145, E.IT 558, Lys.6.31, Pl.Smp. 213d, etc.: also

    τ. τινὰ ἀντί τινων Hdt.6.135

    ; περὶ (fort. ὑπὲρ)

    τῶν πεπραγμένων Lys.14.2

    : less freq. c. acc. rei, εἰ μή σ' ἀδελφῆς αἷμα τιμωρήσεται will visit his sister's blood on thee, E.Alc. 733, cf. Cyc. 695.
    b abs., avenge oneself, seek vengeance, Hdt.3.49, 7.8.β, Lys.13.84, X.Cyr.5.5.19, etc.; ταῖς ἐσχάταις τιμωρίαις τ. visit with the extreme penalties, Pl.R. 579a; τὸ τιμωρησόμενον the power to exact vengeance, D.26.4: the crime is sts. added in a relat. clause,

    τ. εἴ τι.. ἠδίκησαν X.An.5.4.6

    ;

    τ. ὅτι.. Id.Cyr.5.3.30

    : also τιμωρεῖσθαι ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος exact vengeance for Greece, Id.An.1.3.4.
    II esp. in [tense] pres. and [tense] impf., succour one who has been attacked or has suffered injury, help him to retaliate, τινι Hdt.1.141, 152, 2.63, 3.32, 65, S.OT 136, E.Or. 718, Th.1.86, 127, al.;

    εἰ τύπτοιτό τις αὐτῶν ὑπ' ἐκείνων τινός, ἐβοήθεόν τε πάντες καὶ ἐτιμώρεον ἀλλήλοισι Hdt.6.138

    , cf. Ael.NA1.4: abs., lend aid, give succour, Hdt.1.18.
    2 of medical aid, τ. τῷ παθήματι relieve it, Hp.Art.11; cf.

    τιμωρία 11.2

    , and Gal.15.494.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τιμωρέω

  • 3 καθαίρω

    κᾰθαίρω, [tense] fut.
    A

    κᾰθᾰρῶ X.Oec.18.6

    , prob. in Pl.Lg. 735b, etc.: [tense] aor. 1

    ἐκάθηρα Od.20.152

    , Th.3.104, Hp.Mul.1.47, IG22.1672.47 ([etym.] ἀνα-), Theoc.5.119, etc.; ἐκάθᾱρα is found in codd. of Antipho6.37, X.An. 5.7.35, Hp.Acut. (Sp.) 11, and commonly in later Gr., Thphr.Char. 16.7, BCH6.23 (Delos, ii B.C.), ([etym.] ἀνα-) PPetr.3p.141 (iii B.C.), ([etym.] συνανα-) IG11(2).163A56 (Delos, iii B.C.), cf. διακαθαίρω, ἐκκαθαίρω, etc., and Phryn.16; v. infr. [voice] Med.: [tense] pf. κεκάθαρκα ([etym.] ἐκ-) Sch.Ar. Pax 752:— [voice] Med., [tense] fut.

    καθαροῦμαι Pl.Cra. 396e

    , Hp.Morb.2.38 (in pass. sense, ib. 2.13, Nat.Mul.13, Mul.2.160): [tense] aor.

    ἐκαθηράμην A.Fr. 354

    , Hp.Epid. 5.43, Pl.Lg. 868a, IG11(2).146A78 (Delos, iv B.C.), 153.9, 154A37 (ibid., iii B.C.); later ἐκαθᾱράμην ib.146A80 (iv B.C.), Inscr.Délos290.79, al. (iii B.C.), etc., ([etym.] ἀνα-) IG22.1668.8(iv B.C.): [voice] Pass., [tense] fut.

    καθαρθήσομαι Ruf.

    ap. Orib.7.26.64, Gal.7.222: [tense] aor.

    ἐκαθάρθην Hdt.1.43

    , Th. 3.104, Hp.Epid.5.2, etc. ([tense] aor. 2 ἀποκαθαρῇ is f.l. in Arr.Cyn.27.1): [tense] pf.

    κεκάθαρμαι Hp.Nat.Mul.8

    , Pl.Phd. 69c, etc.: ([etym.] καθαρός):
    I cleanse, of things,

    καθήρατε δὲ κρητῆρας Od.20.152

    ;

    τραπέζας ὕδατ ι.. καθαίρειν 22.439

    ;

    καθήραντες χρόα καλὸν ὕδατι 24.44

    ;

    κ. οἰκίαν Antipho

    l.c., Thphr. l.c.; of wounds, Hp. Ulc.6, al. (cf.

    καθαιρέω 11.6

    ): c. gen.,

    ἵππον αὐχμηρᾶς τριχός S.Fr. 475

    ;

    κ. σῖτον X.Oec.18.6

    ; γῆν clear of weeds, ib.20.11, cf. PLille5.24 (iii B.C.), etc.; χρυσόν purify, refine, Pl.Plt. 303d: metaph., purge, clear a land of monsters and robbers, S.Tr. 1012 (hex.), 1061, Plu.Thes.7;

    κ.λῃστηρίων τὴν ἐπαρχίαν Id.Mar.6

    : c.acc. cogn.,

    καθαρμὸν κ. Pl.Lg. 735b

    :—[voice] Pass.,

    τὴν νηδὺν ἀνασχισθεῖσαν καὶ καθαρθεῖσαν Hdt.4.71

    .
    2 in religious sense, purify, [δέπας] ἐκάθηρε θεείῳ by fumigating with sulphur, Il.16.228; κ. τινὰ φόνου purify him from blood, Hdt.1.44, cf. Berl.Sitzb.1927.160 ([place name] Cyrene); Δῆλον κ. Hdt.1.64, cf. Th.1.8; στόλον κ., Lat. classem lustrare, App.BC5.96: abs., IG5(1).1390.68 (Andania, i B.C.):— [voice] Med., purify oneself, get purified, Hdt.4.73;

    οἱ φιλοσοφίᾳ καθηράμενοι Pl.Phd. 114c

    , cf. Phdr. 243a, Cra. 396e;

    καθαίρεσθαι καθαρμούς Id.Lg. 868e

    ; καθήρασθαι στόμα keep one's tongue pure, A.Fr. 354:—[voice] Pass.,

    κεκαθαρμένος καὶ τετελεσμένος Pl.Phd. 69c

    .
    3 Medic., purge, evacuate, either by purgatives or emetics,

    κ. κάτω ἢ ἄνω Hp.Mul.1.64

    ([voice] Pass.), cf. Thphr.HP9.11.11, etc.:—[voice] Med.,

    κατὰ κύστιν ἐκαθήρατο Hp.Epid. 1.15

    :—[voice] Pass., ib.5.2, etc.; also of menstruation, Id.Superf.33; of the after-birth, τὰ λοχεῖα κ. Id.Mul.1.78; καθαίρων, , name for ἶρις, Ps.-Dsc.1.1.
    4 prune a tree,i.e. clear it of superfluous wood, Ev.Jo. 15.2.
    5 sift, winnow grain, PTeb.373.10(ii A.D.).
    6 metaph., = μαστιγόω, Theoc.5.119.
    II of the thing removed by purification, purge away, wash off,

    λύματα πάντα κάθηρεν Il.14.171

    ;

    ἐπεὶ πλῦνάν τε κάθηράν τε ῥύπα πάντα Od.6.93

    ; clear away,

    τὰ λῃστικά D.C.37.52

    : metaph., φόνον κ. A.Ch.74 (lyr.); also perh., clear up, explain an action,

    τὴν σύστασιν Epicur.Nat.66G.

    , cf. 73G.
    III c. dupl. acc., αἷμα κάθηρον.. Σαρπηδόνα cleanse him of blood, wash the blood off him, Il.16.667:—[voice] Pass., καθαίρομαι γῆρας I am purged of old age, A. Fr.45;

    ὁ καθαρθεὶς τὸν φόνον Hdt.1.43

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καθαίρω

  • 4 ἀπεῖπον

    ἀπεῖπον, inf. ἀπειπεῖν, [dialect] Ep. ἀπο?ἀπεῖπονXειπεῖν, ἀπο?ἀπεῖπονXειπέμεν, and part. ἀποειπών, i.e. ἀποϝειπών, Il.19.35, etc.: less freq. [tense] aor. I
    A

    ἀπεῖπα Hdt.3.153

    , S.Ant. 405: [tense] fut. in use is ἀπερῶ, [tense] pf. ἀπείρηκα, mostly in signf. IV. 3:—[voice] Med., [tense] aor. I

    ἀπειπάμην Hdt.1.59

    , 5.56, Arist.EN 1163b19, but never in correct [dialect] Att.:—[voice] Pass., [tense] fut.

    ἀπορρηθήσομαι Lys.22.14

    : [tense] aor.

    ἀπερρήθην Pl.Lg. 929a

    , D.33.21:—[tense] pres. and [tense] impf. are supplied by ἀπαυδάω, ἀπόφημι, and in [dialect] Att. Prose by ἀπαγορεύω:—speak out, tell out, declare,

    μῦθον Il.9.309

    , cf. 431;

    ἀγγελίην 7.416

    ;

    ἀληθείην 23.361

    ;

    ἐφημοσύνην Od.16.340

    ; μνηστήρεσσιν ἀπειπέμεν (prob. μνηστῆρσ' ἀποειπέμεν) to give them full notice, ib.1.91;

    ἀπηλεγέως ἀποειπεῖν Il. 9.309

    , cf. Od.1.373; ῥῆσιν ἀπερέοντα to deliver a verbal message, Hdt. 1.152: in [tense] aor. [voice] Med.,

    ἀπείπασθαι θανάτῳ ζημιοῦν τοὺς πλευσομένους Arist.Mir. 837a2

    .
    II deny, refuse,

    ὑπόσχεο καὶ κατάνευσον, ἢ ἀπόειπ' Il.1.515

    , cf.9.510, 675;

    σύμφαθι ἢ ἄπειπε Pl.R. 523a

    : c. acc.,

    βοήθειαν Plu.Tim.2

    .
    III forbid (cf.

    ἀπαγορεύω 1

    ), freq. in Prose, ἀ. τινι μὴ ποιεῖν forbid one to do, tell him not to do, Hdt.1.155, S.OC 1760, Ar. Av. 556; also without μή, Plb.2.52.8: with inf. omitted,

    ἀπειπὼν εἴργει μελάθρων A.Ag. 1333

    , cf. S.Ant. 405; ἀ. τινί τι forbid him the use of it, Arist.Pol. 1264a21:—[voice] Pass.,

    ἀπειρῆσθαι γάρ οἱ.. μηδενὶ ἐπιδεικνύναι Hdt.6.61

    ; τὸ ἀπειρημένον a forbidden thing, Id.3.52, Antipho 3.2.7;

    ἀπείρηται δὲ τοῦτο τῷ νόμῳ Xenarch.7.7

    ; ἀπειρημένον, abs., contrary to orders, Arist.Rh. 1373b10.
    IV renounce, disown, give up, c. acc. rei,

    ἀ. μῆνιν Il.19.35

    ; and not seldom in Prose, as

    εἴτε.. ἀπερέουσι.. τὴν συμμαχίην Hdt.7.205

    ; ἀπειπεῖν.. κηρύκων ὕπο.. πατρῴαν ἑστίαν renounce it by public proclamation, E.Alc. 737;

    τὸν υἱὸν ὑπὸ κήρυκος ἀ. Pl.Lg. 928d

    ;

    πόνους E.HF 1354

    ;

    προξενίαν Th.5.43

    , 6.89;

    ὁμιλίαν Lys.8.6

    ;

    ταῦτα μὲν οὖν ἀπείποι τις ἄν D.21.113

    ; ἀ. τὴν στρατηγίαν to resign it, X.An.7.1.41;

    τὴν ἀρχήν Arist.Pol. 1272b5

    ;

    ἐλπίδας Plb.14.9.6

    ; ἀ. γυναῖκα divorce her, Plu.Luc.38:—in [voice] Pass., αἱ σπονδαὶ οὐκ ἀπείρηντο had not been renounced, remained in force, Th.5.48;

    τὰς σπονδὰς μέλλειν ἀπορρηθήσεσθαι Lys.22.14

    :—in [voice] Med.,

    ἀπείπασθαι παῖδα Hdt.1.59

    ;

    συμμαχίην 4.120

    , 125;

    φιλίαν Plb.33.10.5

    ;

    ἀ. ὄψιν

    averruncare,

    Hdt.5.56

    ; ἀ. υἱόν, πατέρα, Arist.EN 1163b19; ἀποϝειπάθθω (Cret. for ἀπειπάσθω) let him renounce the inheritance, Leg.Gort.11.11; ἀ. γνώμας withdraw, retract them, Plu.Caes. 8.
    2 refuse, c. inf., Nonn.D.4.30.
    3 intr., fail, tire, sink from exhaustion,

    ἐπεὶ δ' ἀπεῖπε S.Tr. 789

    , cf. Ar. Pax 306, Pl.Phdr. 228b, etc.;

    ἀπειρηκὸς σῶμα Antipho 5.93

    ;

    γῆ ἀπειρηκυῖα Thphr.CP3.20.3

    ; οὐ γάρ που ἀπεροῦμέν γέ πω shall not give in yet, Pl.Tht. 200d;

    ἕως ἂν ἀπείπωσιν D.54.25

    , cf. 27;

    οἱ διὰ τὸν χρόνον ἀπειρηκότες Arist.Pol. 1329a33

    ; οὐδ' ἀπεῖπεν.. φάτις was not unfulfilled, A.Th. 840.
    b c. dat. pers., fail or be wanting to one,

    οὐκ ἀ. φίλοις E.Med. 459

    .
    c c. dat. rei, fail or fall short in a thing,

    ἀπειρηκότων δὲ χρήμασι

    now that they are bankrupt,

    D.3.8

    ;

    ἀ. σώμασι Isoc.4.92

    , Lycurg.40; but,
    d ἀ. κακοῖς, ἄλγει, give way to, sink under them, E.Or.91, Hec. 942;

    ἀ. ὑπὸ πλήθους κακῶν X.HG6.3.15

    .
    e ἀ. πρὸς τὸν φόνον to be tired of butchery, Plu.Cam.18;

    ἀ. ἐν τοῖς δράμασι Antiph.191

    , 14.
    f c. [tense] pres. part.,

    ἀ. ταλαιπωρούμεναι Ar.Lys. 778

    ; φέροντες ἀπεροῦσιν they will be tired of paying, Th.1.121; ἀ. λέγων give over speaking, Pl.Lg. 769e; ἀπειρήκη τὰ ὄντα σκοπῶν I had failed to.., Id.Phd. 99d, etc.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀπεῖπον

  • 5 καταγιγνώσκω

    καταγιγνώσκω, [dialect] Ion. and later [suff] καταγηρ-γῑνώσκω, [tense] fut.
    A

    - γνώσομαι Pl. Euthphr.2b

    :—remark, observe, esp. something to one's prejudice, c. gen. pers.:
    I generally, καταγνοὺς τοῦ γέροντος τοὺς τρόπους having observed his foibles, Ar.Eq.46; πολλήν γέ μου δυστυχίαν κατέγνωκας I have been very unfortunate by your way of it, Pl.Ap. 25a;

    πολλὴν ἡμῶν ἐρημίαν Is.1.2

    ; οὐκ ἐπιτήδεα κατά τινος κ. having formed unfavourable prejudices against one, Hdt.6.97: c. inf., of an unfavourable judgement,

    κ. ἑαυτοῦ μὴ περιέσεσθαι Th.3.45

    , cf. 7.51;

    αὐτὸς ἐμαυτοῦ κατέγνων μὴ ἂν καρτερῆσαι X.Cyr.6.1.36

    , cf. Pl.Ti. 19d: folld. by

    ὅτι, ὡς, ἐμοῦ κατέγνωκας ὅτι εἰμὶ ἥττων τῶν καλῶν Pl.Men. 76c

    ;

    οὐκ ἂν καταγνοίην ὑμῶν οὐδενὸς ὡς.. ἀμελήσετε D.21.4

    (but κατεγνωκότες ὅτι.. ἐφθείρομεν despising us because.. Th.6.34, cf. PMagd. 42.4 (iii B.C.), Jul.Or.3.108b): c. part.,

    κ. τινὰ πράττοντα X.Oec.2.18

    , cf. Cyr.8.4.9;

    τὸ Χωρίον νοσερὸν <ὂν> καταγνόντες D.L.2.109

    :—[voice] Pass., to be judged unfavourably, lightly esteemed,

    παρολιγωρεῖσθαι καὶ καταγινώσκεσθαι Plb.5.27.6

    ; κατεγνωσμένος despised, Philostr.VS2.29.
    II c. acc. criminis, lay as a charge against a person,

    κ. ἑωυτῶν ἀνανδρείην Hp.

    Aër.22;

    κ. τινὸς μηδὲν ἀνόσιον Antipho 2.2.12

    ; δειλίαν, δωροδοκίαν κ. τινός, Lys.14.16, 21.21;

    οὐδὲν ἀγεννὲς ὑμῶν καταγιγνώσκω D.21.152

    ;

    ἑαυτῶν ἀδικίαν And.1.3

    ; πολλὴν μανίαν, μωρίαν, Isoc.4.133, 5.21;

    σκληρότητα ἡμῶν καὶ ἀγροικίαν Pl.R. 607b

    ;

    τοσαύτην ὑμῶν εὐήθειαν D.30.38

    : with gen. understood, οὐ γὰρ ἐκεῖνό γε (sc. σοῦ)

    καταγνώσομαι, ὡς.. Pl.Euthphr.2b

    ; later

    κ. κατά τινος τὸν φόνον Porph.Abst.2.30

    :—[voice] Pass., καταγνωσθεὶς δειλίαν being convicted of cowardice, D.H.11.22;

    κ. ἐπὶ λογοκλοπίᾳ D.L.8.54

    ;

    κατεγνωσμένος

    self-condemned,

    Ep.Gal.2.11

    .
    2 c. gen. criminis,

    παρανόμων κ. τινός D.25.67

    ;

    παρανοίας ὑμῶν αὐτῶν Id.Prooem.35

    : c. acc. pers., κ. τινὰ φόνου pronounce a verdict of murder against.., Lex ap. Lys.1.30; μὴ καταγιγνώσκωμεν τὸ (fort. τοῦ)

    μηδὲν εἰρηκέναι τὸν ἀποφηνάμενον Pl.Tht. 206e

    .
    3 c. inf., κ. σφῶν αὐτῶν, ἑαυτοῦ ἀδικεῖν, charge oneself with.., Lys.20.6, Aeschin.2.6, cf. D.21.175, 206;

    κ. ὡς.. Isoc.9.78

    :—so in [voice] Pass., καταγνωσθεὶς νεώτερα πρήσσειν being suspected of doing, Hdt.6.2; κ. αὐθέντης (sc. εἶναι) Antipho 3.3.11; to be detected,

    ἔν τινι PFlor.175.16

    (iii A.D.); also

    κατέγνωσται μελίκρητον ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων ὡς καταγυιοῖ τοὺς πίνοντας Hp.Acut.56

    .
    4 c. gen. pers. only, condemn,

    τοῦ ἀνθρώπου Pl.Demod. 382e

    .
    III c. acc. poenae, give judgement or sentence against a person, κ. τινὸς θάνατον pass sentence of death on one, Th.6.60; Μηδισμοῦ κ. τινὸς θάνατον for Medism, Isoc.4.157;

    κ. τινὸς φυγήν And.1.106

    ;

    φυγὴν αὑτοῦ καταγνούς Lys.14.38

    : c. inf.,

    κ. αὐτοῦ ἀποτεῖσαι τὰ Χρήματα D.56.18

    ; later θάνατον, φυγὴν κ. κατά τινος, D.S.18.62, 19.51:—[voice] Pass.,

    θάνατός τινος κατέγνωστο Antipho 5.70

    , cf. Lys.13.39, Jusj. ap. D.24.149; later

    καταγνωσθεὶς θανάτῳ Ael.VH12.49

    : abs., κατεγνώσθησαν they were condemned, Th.4.74, cf. And.4.8;

    τὸ ἀδίκημα κεκριμένον ἐστὶ καὶ κατεγνωσμένον Lycurg.52

    .
    2 decide a suit,

    δίκην Ar.Eq. 1360

    :— [voice] Pass., A.Eu. 573 codd.;

    δίκη μὴ ὀρθῶς -γνωσθεῖσα Antipho 6.3

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταγιγνώσκω

  • 6 ἐπισκήπτω

    ἐπισκήπτω, [tense] pf.
    II. lay it upon one to do a thing, c. dat. pers. et inf., μοῖρ' ἐπέσκηψε

    Πέρσαις πολέμους διέπειν A.Pers. 103

    (lyr.), cf.S.OT 252: folld. by imper., ib. 1446: less freq. c.acc. et inf., E.Alc. 365; τοῖσι πλησιοχώροισι

    ἐ. κελεύοντας προπέμπειν Hdt.4.33

    : inf. can freq. be supplied, τοσοῦτον δή σ' ἐπισκήπτω (sc. ποιεῖν ) thus much I command thee to do, S.Tr. 1221; so

    πρὸς δεξιᾶς σε τῆσδ' ἐπισκήπτω τάδε E.IT 701

    : pers. is freq. omitted, . (sc. ὑμῖν)

    τὸν.. φόνον ἐκπρήξασθαι Hdt.7.158

    ; βάξις

    ἐπισκήπτουσα.. ἔξω δόμων.. ὠθεῖν ἐμέ A.Pr. 664

    ; ἐπέσκηψε.. εἶρξαι

    Αἴαντα S.Aj. 752

    , cf. Antipho 1.1; also

    ἐ. περί τινος E.IT 1077

    .
    2. esp. conjure a person to do a thing, ὑμῖν τάδε ἐπισκήπτω.. μὴ περιιδεῖν Hdt.3.65;

    τινὶ πρὸς τῶν θεῶν And.1.32

    ; κλαίοντας, ίκετεύοντας.. έπισκήπτοντας

    μηδενὶ τρόπῳ τὸν ἀλιτήριον στεφανοῦν Aeschin.3.157

    , cf. Th.2.73, etc.; of the curses or orders of dying persons, μέμνησθε τὰ

    ἐπέσκηψε Πέρσῃσι.., μὴ πειρωμένοισι Hdt.3.73

    , cf. Lys.13.92, D.28.15, 36.32.
    III. as [dialect] Att. law-term, generally in [voice] Med., denounce a person, so as to begin a prosecution for perjury (cf.

    ἐπίσκηψις 11

    ), διεμαρτύρησε οὑτοσί.. · ἐπισκηψαμένων δ' ἡμῶν.. ἡ.. δίκη τῶν ψευδομαρτυριῶν εἰσῄει, i.e.a διαμαρτυρία was entered..: we replied by an ἐπίσκηψις.. , and the action for false witness was brought on, Is.5.17; in full,

    ἐ. τινὶ ψευδομαρτυριῶν D.29.7

    ; (sc. τῇ θεῷ) οὐδὲ ψ. θέμις ἐστὶν ἐ. Aeschin.1.130;

    ἐ. ταῖς μαρτυρίαις D.47.1

    , cf. Is.3.11; ἐ. [τῇ μαρτυρίᾳ] ὡς ψευδεῖ οὔσῃ denounce it as false, Din.1.52:—also in [voice] Act., Pl.Tht. 145ccodd., Jul. Or.6.186b:—hence [voice] Pass.,

    ἐὰν ἐπισκηφθῇ τὰ ψευδῆ μαρτυρῆσαι Pl.Lg. 937b

    : generally, πρὸς τῆς θανούσης.. ἐπεσκήπτου wast denounced, accused, S.Ant. 1313:—so in [voice] Act., blame,

    τινί Jul.Or.7.239a

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπισκήπτω

  • 7 ὑποθήγω

    A whet,

    χαυλιόδοντας Ael.NA5.45

    ; sharpen, make acute, ὄμμα τινί ib.9.16; stimulate, τινὰ μύωπι ib.5.39: metaph., ὑ. τὸν σῦν εἰς ἀνάστασιν provoke him to rise, ib.8.2:—[voice] Pass.,

    ὑποθήγεσθαι ἐπὶ τὸν φόνον Id.Fr.81

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποθήγω

  • 8 ἐξαρνέομαι

    ἐξαρν-έομαι, [tense] aor. 1
    A

    ἐξηρνησάμην Hdt.3.74

    , [dialect] Att.

    ἐξηρνήθην Pl.Smp. 192e

    , Lg. 949a, Cret. [tense] aor. subj.

    ἐξαννήσεται Leg.Gort.3.6

    :—deny utterly, τὸν φόνον Hdt.l.c.;

    οὔ τοι τοῦτό γ' ἐξαρνήσομαι E.Hel. 579

    , etc.;

    ἤν τις ὀφείλων ἐξαρνῆται

    should deny a debt,

    Ar.Ec. 660

    ;

    μὴ λαβεῖν ἐξαρνούμενος D.27.16

    ;

    οὐκ ἐ. πράττειν Aeschin.3.250

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐξαρνέομαι

  • 9 περιτομή

    περιτομή, ῆς, ἡ (s. s.v. περιτέμνω) ‘circumcision’ of the foreskin (Agatharchides [II B.C.] FHG 61; Timagenes [I B.C.]: 88 Fgm. 5 Jac.; Strabo 16, 2, 37 [in the pl.]; PTebt 314, 5 [II A.D.]; Gen 17:13; Ex 4:25f; OdeSol 11:3; Artapanus [II B.C.]: 726 Fgm. 3, 10 Jac. [in Eus., PE 9, 27, 10]; Philo, Spec. Leg. 1, 8; 9; Jos., Ant. 1, 192; 214 [here in pl.], C. Ap. 2, 137; 143; TestLevi 6:6; Just.).
    circumcision as a cultic rite (Iren. 1, 18, 3 [Harv. I 172, 16]; Orig., C. Cels. 5, 47, 1; Did., Gen. 237, 28) J 7:22. διαθήκη περιτομῆς covenant or decree of circumcision Ac 7:8. εἰ περιτομὴν ἔτι κηρύσσω Gal 5:11.—B 9:4a, B 7. Cp. Phil 3:5 (s. ὀκταήμερος); Dg 4:1 which can also be classed under
    pass. the state of having been circumcised=τὸ περιτετμῆσθαι (Diod S 3, 32, 4; Jos., Ant. 12, 241, C. Ap. 2, 137) Ro 2:25ab, 26; 3:1; 1 Cor 7:19; Gal 5:6; 6:15. ἡ ἐν τῷ φανερῷ ἐν σαρκὶ περιτομή Ro 2:28. διὰ περιτομῆς vs. 27 (s. διά A 3c). περιτομὴν ἔχειν IPhld 6:1. περιτομὴν λαμβάνειν J 7:23. εἶναι ἐν περιτομῇ Ro 4:10a; cp. vs. 10b, where ὄντι is to be supplied. On vs. 11 s. σημεῖον 1. οἱ Αἰγύπτιοι ἐν π. εἰσίν B 9:6.
    fig., of spiritual circumcision (Just., D. 14, 4 δευτέρας … περιτομῆς; s. περιτέμνω bβ) περιτομὴ … οὐ σαρκὸς B 9:4b. περιτομὴ καρδίας (s. περιτέμνω bβ) Ro 2:29 (cp. OdeSol 11:1f; JBarclay, NTS 44, ’98, 536–56 [Paul and Philo]). περιτομὴ ἀχειροποίητος Col 2:11a=περ. τοῦ Χριστοῦ 11b, by which baptism is meant (s. vs. 12).
    one who is circumcised, abstr. for concr. (cp. e.g., Appian, Bell. Civ. 3, 61 §249 ἐπεξέρχεσθαι τὸν φόνον=proceed against the murder [i.e. the murderers]), usu. pl. those who are circumcised.
    lit., of Judeans Ro 3:30; 4:9; Col 3:11 (opp. ἀκροβυστία=‘non-Judeans’ in all three).—Ro 4:12a; 15:8; Gal 2:7–9. οἱ λεγόμενοι ἀκροβυστία ὑπὸ τῆς λεγομένης περιτομῆς ἐν σαρκὶ χειροποιήτου those who are called the ‘uncircumcision’ by the so-called ‘circumcision’ (whose circumcision is) a purely physical one (and is) made by hands Eph 2:11. οἱ οὐκ ἐκ περιτομῆς μόνον who not only belong to the ‘circumcised’ Ro 4:12b.—οἱ ἐκ περιτομῆς πιστοί those of the ‘circumcised’ who believe=the Judean (Jewish) Christians Ac 10:45. Likew. οἱ ἐκ περιτομῆς (ὄντες) 11:2; Gal 2:12; Col 4:11; Tit 1:10 (cp. ὁ ἐκ π. … ὁ ἀπὸ ἐθνῶν Did., Gen. 182, 19).—EEllis, TU 102, ’68, 390–99.
    fig. of believers in Jesus Christ (as truly circumcised people of the promise) ἡμεῖς ἐσμεν ἡ περιτομή Phil 3:3.—For lit. s. under περιτέμνω.—DELG s.v. τέμνω. M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > περιτομή

  • 10 ἀπολούω

    ἀπολούω 1 aor. mid. ἀπελουσάμην (s. λούω; Hom. et al.; Job 9:30) in our lit. only mid., wash someth. away from oneself, wash oneself, used in imagery of purification (as Philo, Mut. Nom. 49; Just., D. 13, 1 τὸν φὸνον καὶ τὰς ἄλλας ἅμαρτίας; Lucian, Cataplus 24 ἁπάσας τ. κηλῖδας τῆς ψυχῆς ἀπελουσάμην) τὰς ἁμαρτίας wash away one’s sins Ac 22:16. Abs. (w. ἁγιάζεσθαι) 1 Cor 6:11.—TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἀπολούω

  • 11 φόνος

    φόνος, , ([etym.] θείνω)
    A murder, slaughter,

    τεύξασα πόσει φόνον Od.11.430

    ;

    τοίσδεσσι φόνον καὶ κῆρα φυτεύει 2.165

    ;

    φ. ῥάπτειν 16.379

    ;

    μερμηρίζειν 2.325

    ;

    ὁρμαίνειν 4.843

    ;

    σμικρῇσι φόνον φέρει ὀρνίθεσσι Il. 17.757

    , etc.;

    φόνον πράσσειν Pi.N.3.46

    ;

    ἀκούσιον φ. ἐξεργάσασθαι Pl. Lg. 869a

    ;

    βουλεῦσαί τινι S.Aj. 1055

    ;

    ἔθου φόνον Id.OC 542

    (lyr.);

    ἐκπορίζειν E. Ion 1114

    ; of arrows,

    φ. προπέμπειν S.Ph. 105

    ; τὸν Δωριέος πρὸς Ἐγεσταίων φόνον ἐκπρήξασθαι exact vengeance for the killing.., Hdt.7.158; κατὰ ζῴων φόνου καὶ μὴ φόνου ὧδε ἔχει killing or not-killing, Democr.257; in poet. phrases, φ. συρίζειν, κινύρεσθαι, πνεῖν, A.Pr. 357 (s. v.l.), Th. 123 (lyr.), Ag. 1309; φ. τινός the murder of.., Id.Eu. 580, etc.; φ. Ἑλληνικὸς μέγιστος slaughter of Greeks, Hdt.7.170;

    ὅμαιμος αὐθέντης φ. A.Eu. 212

    ;

    πατρῷος S.El. 955

    ; πολύκερως, ἄρνειος φ., Id.Aj. 55, 309;

    ἐπὶ φόνῳ πράσσεις φόνον E.Or. 1579

    , cf. HF 1084 (lyr.);

    γέρων φ. μηκέτ' ἐν δόμοις τέκοι A.Ch. 805

    (lyr.), etc.;

    ὁ ὑπὸ Θήβης Ἀλεξάνδρον φ. Plu.2.856a

    ;

    ὁ κατὰ τῶν πολιτῶν φ. D.S.19.8

    : pl.,

    φόνοι τ' ἀνδροκτασίαι τε Od.11.612

    (personified in Hes.Th. 228);

    ἔμφυλοι φ. ἀνδρῶν Thgn.51

    , cf. S.OC 962.
    2 in law, murder, homicide, δικάζειν τοὺς βασιλέας αἰτιῶν φόνου Lex Dracontis ap.IG12.115.12;

    φόνου διώκειν τινά Antipho 6.9

    ;

    δικάζειν δίκας φόνου Id.5.11

    ;

    παραδοῦναι φόνου δίκην Id.6.42

    ;

    ἁλῶναι Id.5.59

    , etc.;

    φεύγειν Lycurg. 133

    (poet., παίδων φόνον φεύγουσα fleeing from.. E.Med. 795); ἔνοχοι

    τῷ φόνῳ Antipho 1.11

    ;

    φόνου ὑπόδικος D.54.25

    ; φόνου καθαρός, ἁγνός, Pl.R. 451b, Lg. 759c:

    ἀκούσιος φ. D.23.72

    ;

    φόνων ἀπέχεσθαι Ar.Ra. 1032

    (anap.);

    αἱ τῶν φ. δίκαι Pl.Lg. 778d

    ; φόνοι.. φόνοις δεόμενοι καθαίρεσθαι ib. 870c, al.; λαγχάνονται αἱ τοῦ φ. δίκαι πρὸς [τὸν βασιλέα] Arist.Ath.57.2.
    3 death as a punishment,

    φ. προκεῖσθαι δημόλευστον S.Ant.36

    .
    4 blood when shed, gore,

    ἂμ φόνον, ἂν νέκυας Il.10.298

    ;

    κέατ' ἐν φόνῳ 24.610

    ;

    ἐρευγόμενοι φόνον αἵματος 16.162

    ;

    φ. κέχυται γυναίκων Alc.Fr.153

    Lobel;

    φόνον κεύθειν Emp. 100.4

    ;

    μέλανι ῥαίνων φόνῳ πεδίον Pi.I.8(7).55

    ;

    φόνου κηκίς A.Ch. 1012

    ;

    ἐμοῦσα θρόμβους οὓς ἀφείλκυσας φόνου Id.Eu. 184

    ;

    σταγόνες S.OT 1278

    ;

    σταλαγμοί E.Hec. 241

    ;

    χεῖρα χραίνεσθαι φόνῳ S.Aj.43

    ; of a sacrifice,

    ταυρείου φόνου A.Th.44

    ;

    Ἕλλην οὗ καταστάζει φ. E.IT72

    ; rarely in Prose of blood, Hp.Morb.2.73.
    5 corpse,

    πρὶν ἴδω τὸν Ἑλένας φόνον.. κείμενον E.Or. 1357

    (lyr.); ἐπὶ φόνῳ χαμαιπετεῖ ματρός ib. 1491 (lyr.).
    6 rascal that deserves death, gallowsbird, a Dorian phrase, EM662.4.
    II of the agent or instrument of slaughter, φόνον ἔμμεναι ἡρώεσσι to be a death to heroes, Il. 16.144, cf. Od.21.24; of poison, Mim.Oxy.413.180;

    ἐν φόνῳ μαχαίρας LXX Ex.17.13

    , De.13.15(16), 20.13; without ἐν, Nu.21.24.
    III = ἀτρακτυλίς, Thphr.HP6.4.6.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φόνος

  • 12

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 13

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 14 τείνω

    τείνω, Il.16.365, etc.: [tense] fut.
    A

    τενῶ Ar.Th. 1205

    , ([etym.] ἀπο-) Pl.Grg. 458b, ([etym.] ἐκ-) E.Med. 585: [tense] aor.

    ἔτεινα Il.4.124

    , [dialect] Ep.

    τεῖνα 3.261

    : [tense] pf.

    τέτᾰκα D.H. 19.12

    , etc., ([etym.] ἀπο-) Pl.Grg. 465e:—[voice] Med., [tense] fut. τενοῦμαι ([etym.] παρα-) Th.3.46, ([etym.] προ-) D.14.5: [tense] aor. ἐτεινάμην, [dialect] Ep. τειν-, A.R.2.1043, 4.705, ([etym.] προ-) Hdt. 9.34, ([etym.] δι-) Antipho 5.46, Pl.Ti. 78b:—[voice] Pass., [tense] fut. τᾰθήσομαι ([etym.] παρα-) Id.Ly. 204c: [tense] aor. ἐτάθην [ᾰ] S.Ant. 124 (lyr.), etc., [dialect] Ep.

    τάθην Il.23.375

    : [tense] pf.

    τέτᾰμαι Hes.Op. 549

    , etc.: [tense] plpf. [ per.] 3sg. and pl. τέτατο, τέταντο, Od.11.11, Il.4.544; [ per.] 3 dual τετάσθην ib. 536:— stretch by force, pull tight,

    κυκλοτερὲς μέγα τόξον ἔτεινε Il.4.124

    ;

    ἐπ' Ἀλεξάνδρῳ τείνοντα πάλαι τόξον A.Ag. 364

    (anap.); ἐξ ἄντυγος ἡνία τείνας having tied the reins tight to the chariot-rail, Il.5.262; ναὸς πόδα τείνας keeping the sheet taut, S.Ant. 716;

    κάλων τείνας οὔριον εὐφροσυνᾶν IG14.793

    ;

    οἱ ἀπείρως κατ' εὐθὺ τείνοντες Sor.1.73

    ; τῷ ψιμύθῳ.. παρειήν make it (look) full, AP11.374 (Maced.):—[voice] Med., τείνατο τόξα stretched his bow, A.R.2.1043, cf. Orph.A. 589; of tendons, etc., Gal. 18(2).58, al.:—[voice] Pass., [ἱμὰς] ὑπ' ἀνθερεῶνος.. τέτατο [the strap] was made tight, Il.3.372;

    τελαμῶνε περὶ στήθεσσι τετάσθην 14.404

    ; τέταθ' ἱστία were stretched taut, Od.11.11.
    2 metaph., stretch or strain, ἶσον τείνειεν πολέμου τέλος strain the issue of war even, Il.20.101:—[voice] Pass.,

    τῶν ἐπὶ ἶσα μάχη τέτατο πτόλεμός τε 12.436

    , 15.413, cf. Hes.Th. 638; τέτατο κρατερὴ ὑσμίνη the fight was strained, was intense, Il.17.543; ἵπποισι τάθη δρόμος their pace was strained to the utmost, 23.375; τοῖσι δ' ἀπὸ νύσσης τέτατο δρόμος they set off at full speed from the starting-line, ib. 758, Od.8.121: τ. αὐδάν strain the voice, raise it high, A.Pers. 574 (lyr.):—[voice] Pass. also, exert oneself, be anxious, Pi.I.1.49;

    ἀμφ' ἀρεταῖς Id.P.11.54

    .
    b Gramm., lengthen a syllable, A.D.Pron.55.1:—[voice] Pass., ib.27.25, cf. 11.1 fin.
    4 aim at, direct towards a point, prop. from the bow,

    ἐπὶ Τροίᾳ τ. τὰ θεῶν ἀμάχητα βέλη S.Ph. 198

    (anap.): metaph., ἔς τινα τ. φόνον aim, design death to one, E.Hec. 263 (but τ. φόνον prolong murder, Id.Supp. 672); τ. λόγον

    εἴς τινα Pl.Phd. 63a

    :—[voice] Pass.,

    ἐς σὲ τ. γλῶσσα E.Rh. 875

    ;

    ἡ ἅμιλλα τέταται πρὸς τοῦτο Pl.Phdr. 271a

    , cf. Lg. 770d, R. 581b.
    II stretch out in length, lay, ζυγὰ ἐπιπολῆς τ. Hdt.2.96:—[voice] Pass., lie out at length, lie stretched,

    ἐπὶ γαίῃ κεῖτο ταθείς Il.13.655

    ; ἐν κονίῃσι τετάσθην, τέταντο, 4.536, 544; ταθεὶς ἐνὶ δεσμῷ hanging stretched in chains, Od.22.200; [φάσγανον] ὑπὸ λαπάρην τέτατο hung along or by his side, Il.22.307; διὰ.. αἰθέρος.. τέταται extends, Emp.135, cf. 100.2;

    τῶν ἐκ τῆς χώρας λεωφόρων εἰς τὴν πόλιν τεταμένων Pl.Lg. 763c

    ;

    φλὲψ.. διὰ τοῦ κοίλου τείνεται Arist.HA 513b3

    : τεταμένος sts. becomes a mere Adj., long, αὐχένα.. τεταμένον τῇ φύσει, of birds, Id.PA 692b20; in Gramm., of a long vowel, PBouriant 8 i 1, 14.
    2 stretch or hold out, present,

    τινὰ ἐπὶ σφαγάν E.Or. 1494

    (lyr.); ἀσπίδα, δόρυ, AP7.147 (Arch.), 720 (Chaerem.); τὴν χεῖρά τινι or ἐπί τι, A.R. 4.107, 1049:—[voice] Med., τείνεσθαι χέρε, γυῖα, δειρήν, one's hands, etc., Theoc.21.48, A.R.1.1009, 4.127, etc.;

    συὸς τέκος Id.4.705

    ; ἑανούς ib. 1155.
    3 extend, lengthen, of Time,

    τὸν μακρὸν τ. βίον A. Pr. 537

    (lyr.), cf. E.Med. 670;

    αἰῶνα Id. Ion 625

    ;

    τόνδ' ἐτεινάτην λόγον A.Ch. 510

    ;

    μακροὺς τ. λόγους E.Hec. 1177

    ; τί μάτην τείνουσι βοήν; (where others interpr. it like τ. αὐδάν, v. supr. 1.2) Id.Med. 201 (anap.);

    πολλὰ μὲν τάλαινα πολλὰ δ' αὖ σοφὴ.. μακρὰν ἔτεινας A.Ag. 1296

    , cf. S.Aj. 1040.
    B intr., of geographical position, stretch out or extend, παρ' ἣν (sc. λίμνην)

    τὸ.. ὄρος τείνει Hdt.2.6

    ; τὸ πρὸς Λιβύης.. ὄρος ἄλλο τείνει ib.8;

    τ. μέχρι.. Id.4.38

    ;

    ἐς.. Id.7.113

    ;

    ἐπὶ.. X.Ages.2.17

    ; of a dress, ὑπὸ σφυροῖσι τ. E.Ba. 936; of a mountain, ὑψόθι τ. A.R.2.354: of Time, ἡμερολεγδὸν τείνοντα χρόνον dragging out time, A.Pers.64 (anap.):—rarely so in [voice] Pass.,

    ὄρος τεταμένον τὸν αὐτὸν τρόπον Hdt.2.8

    .
    II exert oneself, struggle,

    ἐναντία τισί Pl.R. 492d

    ; press on, hasten,

    οἱ δ' ἔτεινον ἐς πύλας E.Supp. 720

    ;

    δηλοῖ τοὖργον, οἷ τ. χρεών Id.Or. 1129

    ;

    τὸ μὴ τείνειν ἄγαν S.Ant. 711

    ;

    τ. ὥς τινα Ar.Th. 1205

    ;

    ἔτεινον ἄνω πρὸς τὸ ὄρος X.An.4.3.21

    ;

    εὐθὺ Βαβυλῶνος Luc.Nec.6

    ;

    τὴν ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ Id.Icar.22

    .
    III extend to, reach,

    ἐπὶ τὴν ψυχήν Pl.Tht. 186c

    ;

    ἐπὶ πᾶν Id.Smp. 186b

    ; of the veins stretching from one point to another, Arist.HA 492a20, 513a2, al., cf. Pl.Ti. 65c, Diog.Apoll.6.
    2 tend, refer, belong to, τείνει ἐς σέ it refers to, concerns you, Hdt.6.109, cf. 7.135, E.Ph. 435, Hipp. 797, etc.; ποῖ τείνει καὶ εἰς τί; to what does it tend? Pl.Cri. 47c, cf. Tht. 163a, D.10.54;

    μηδαμόσε ἄλλοσε Pl.R. 499a

    ;

    πρός τι Id.Smp. 188d

    , Prt. 345b;

    ἐς ταὐτόν Id.Cra. 439c

    .
    3 τείνειν πρός τινα or τι, come near to, to be like, Id.Tht. 169b, Cra. 402c;

    ἐγγύς τι τείνειν τοῦ τεθνάναι Id.Phd. 65a

    , cf. R. 548d. (Cf. τανύω, Skt. tanóti 'stretch', Lat. tendo, etc.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τείνω

  • 15 ἐκπράσσω

    ἐκ-πράσσω, [dialect] Att. [suff] ἔκ-ττω,
    A bring about, achieve, τι A.Ag. 582, etc. ;

    τόδ' ἐξέπραξεν ὥστε.. Id.Pers. 723

    ; χρέος perform a service, Id.Supp. 472 ;

    ὡς.. S.Ant. 303

    ;

    δόλιον εὐνὴν ἐξέπραξ' E.Hel.20

    ; τὸν καλλίνικον..ἐξεπράξατε ἐς γόον ye have made the hymn of triumph end in wailing, Id.Ba. 1161 ; in later Prose,

    τὸ δέον Paul.Aeg.6.118

    .
    II make an end of, kill, destroy, A.Ag. 1275, S.OC 1659, E. Hec. 515.
    III exact, levy,

    αἵματος δίκην Id.HF43

    ;

    καταδίκας SIG 554.19

    ([place name] Thermon) ; τόκους ib.672.39 (Delph., ii B. C.): c. dupl. acc.,

    χρήματα ἐ. τινά Th.8.108

    : abs.,

    τοὺς ταμίας ἐ. Pl.Lg. 774e

    , cf. IG12.79:—[voice] Pass., to be made to pay,

    χρήματα ὑπό τινος Paus.7.12.1

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐκπράσσω

  • 16 τίνω

    τίνω, Il.3.289, al., ([etym.] ἀπο-) IG5(1).1390.76 (Andania, i B.C.), etc.: [dialect] Ion. [tense] impf.
    A

    τίνεσκον A.R.2.475

    : [tense] fut. τείσω ([etym.] ἐκ-) IG22.412.6 (iv B.C.), ([etym.] ἀπο-) Epigr.Gr. 1132 ([dialect] Att. vase, iv B.C.), PPetr.3p.55 (iii B.C.), IG7.3073.1 (Lebad., ii B.C.), etc.; Cypr. [ per.] 3sg.

    πείσει Inscr.Cypr.135.12

    H.: [tense] aor. ἔτεισα ([etym.] ἀπ-) SIG47.15 ([dialect] Locr., v B.C.), 663.25 (Delos, iii/ii B.C.), PPetr.3p.41 (iii B.C.), etc.: freq. written τίσω ἔτισα in Hellenistic and later Inscrr. and Pap., and in codd. of all authors ([tense] fut., Od.8.348, A.Ch. 277, S.Aj. 113, etc.; [tense] aor., Od. 24.352, Pi.O.2.58, S.OT 810, etc.): in Hom. confused (both in codd. and printed texts) with τίσω ἔτισα [tense] fut. and [tense] aor. of τίω, and only to be distd. by the sense: [tense] pf. τέτεικα ([etym.] ἀπο-) SIG437.6 (Delph., iii B.C.); part.

    τετεικώς Lyc.765

    (τετικώς, τεθεικώς codd.) (v. ἐκτίνω):—[voice] Med., [tense] pres. first in Thgn.204 (only τίνυμαι in Hom.): [tense] fut.

    τείσομαι Od.13.15

    , al.: [tense] aor.

    ἐτεισάμην 3.197

    , 15.236, al. ( τις- codd.):—[voice] Pass., [tense] aor.

    ἐξ-ετείσθην IG22.1613.198

    , D.39.15, 59.7: [tense] pf. [ per.] 3sg.

    ἐκ-τέτεισται Pl.Phdr. 257a

    , D.24.187. [[pron. full] τῑνω (from Τίνϝω ) in [dialect] Ep., also Thgn.204, Herod.2.51, AP7.657 (Leon.); τῐνω in Trag., as A.Pr. 112, S.OC 635, E.Or.7; also in Pi.P.2.24 ([voice] Med. ) and Sol. 13.31; also in some Epigrammatists, as Simm.25.1, AP9.286 (Marc. Arg.).]
    I [voice] Act., pay a price by way of return or recompense, mostly in bad sense, pay a penalty, with acc. of the penalty,

    τ. θωήν Od.2.193

    ;

    τιμήν τινι Il.3.289

    ;

    ποινάς Pi.O.2.58

    , A.Pr. 112, Theodect. 8.9;

    δίκην S.Aj. 113

    , El. 298, Fr.107.9, 2 Ep.Thess.1.9, etc.; also τ. ἴσην (sc. δίκην) S.OT 810;

    διπλῆν Pl.Lg. 946e

    ; τὸ ἥμισυ ib. 767e (s. v.l.); μείζονα τὴν ἔκτ<ε>ισίν τινι ib. 933e; τὴν προσήκουσαν τιμωρίαν ib. 905a, cf. Trag.Adesp.490:—but also
    b in good sense, pay a debt, acquit oneself of an obligation, ζωάγρια τ. Il.18.407;

    τείσειν αἴσιμα πάντα Od.8.348

    ; εὐαγγέλιον (reward for bringing good news) 14.166; τ. χάριν τινί render one thanks, A.Pr. 985;

    τ. γῇ δασμόν S.OC 635

    ;

    ἰατροῖς μισθόν X.Mem.1.2.54

    :—also simply,
    c repay, c. acc. rei,

    τροφάς τινι E.Or. 109

    :—in various phrases, τ. ἀντιποίνους δύας repay equivalent sorrows, A.Eu. 268 (lyr.); φόνον φόνου ῥύσιον τ. S.Ph. 959; αἱμάτων παλαιτέρων τ. μύσος send one pollution in repayment for another, A.Ch. 650(lyr., Lachm., for τείνει)

    ; ἀρᾶς τ. χρέος Id.Ag. 457

    (lyr.).--Constr.:
    1 c. acc. of the thing paid or of the thing repaid (v. supr.).
    2 less freq. c. dat., κράατι τείσεις with thy head, Od.22.218;

    ψυχῇ A.Ch. 277

    .
    3 c. dat. of pers. to whom payment is made (v. supr.).
    4 c. dat. of the penalty,

    τ. θανάτῳ ἅπερ ἦρξεν Id.Ag. 1529

    (anap.); τύμμα τύμματι ib. 1430 (lyr.).
    5 with gen. of the thing for which one pays, τ. ἀμοιβὴν βοῶν τινι pay him compensation for the cows, Od.12.382; τ. τινὶ ποινήν τινος pay one retribution for.., Hdt.3.14, 7.134; τ. μητρὸς δίκας for thy mother, E.Or. 531; ἀντὶ πληγῆς πληγὴν τ. A.Ch. 313 (anap.): also with acc. of the thing for which one pays, the price being omitted, pay or atone for a thing,

    τείσειαν Δαναοὶ ἐμὰ δάκρυα σοῖσι βέλεσσι Il.1.42

    ;

    τ. ὕβριν Od.24.352

    ; τ. φόνον or λώβην τινός, Il.21.134, 11.142;

    κακά Thgn.735

    ;

    διπλᾶ δ' ἔτεισαν Πριαμίδαι θἀμάρτια A. Ag. 537

    : less freq. c. acc. pers., τείσεις γνωτὸν τὸν ἔπεφνες thou shalt make atonement for the brother thou hast slain, Il.17.34.
    II [voice] Med., have a price paid one, make another pay for a thing, avenge oneself on him, punish him, freq. from Hom. downwards.--Constr.:
    1 c. acc. pers., Il.2.743, Od.3.197, Hdt.1.10, 123, S.OC 996, etc.
    2 c. gen. criminis, τείσασθαι Ἀλέξανδρον κακότητος punish him for his wickedness, Il.3.366, cf. Od.3.206, Thgn. 204 (where ἀμπλακίης, v.l. -ίας), Hdt.4.118, etc.;

    τ. τινὰ ἐφ' ἁμαρτωλῇ Thgn.1248

    ;

    ὑπέρ τινος Hdt.1.27

    ,73.
    3 c. acc. rei, take vengeance for a thing, τείσασθαι φόνον, βίην τινός, Il.15.116, Od.23.31;

    λώβην Il.19.208

    , etc.
    4 c. dupl. acc. pers. et rei, ἐτείσατο ἔργον ἀεικὲς ἀντίθεον Νηλῆα he made Neleus pay for the misdeed, visited it on his head, Od.15.236;

    Ζεῦ ἄνα, δὸς τείσασθαι, ὅ με πρότερος κάκ' ἔοργε, δῖον Ἀλέξανδρον Il.3.351

    ; τείσασθαί τινα δίκην exact retribution from a person, E.Med. 1316 (dub.l.).
    5 c. dat. modi, τίνεσθαί τινα ἀγαναῖς ἀμοιβαῖς, φυγῇ, repay or requite with.., Pi.P.2.24, A.Th. 638.
    6 abs., repay oneself, indemnify oneself, ἡμεῖς δ' αὖτε ἀγειρόμενοι κατὰ δῆμον τεισόμεθ' Od.13.15. (Root q[uglide][icaron]- [alternating with q[uglide]ei- and q[uglide]oi-] 'pay': τῐ-νϝ-ω, τῐ-σις, τεί-σω [Cypr. πείσει], ἔ-τει-σα [cf. ἀππεισάτου s.v. ἀποτίνω], ποι-νή (q.v.): Skt. cáy-ate 'avenge, punish': ápa-ci-tis 'vengeance':—not related to τίω.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τίνω

  • 17 ἐπί

    ἐπί prep. w. gen., dat., or acc.; s. the lit. on ἀνά, beg. (Hom.+). The basic idea is ‘upon’ (opp. ὑπό) Kühner-G. I 495; s. also Rob 600–605. (In the foll. classifications case use is presented seriatim; in earlier editions of this lexicon all sections, except 13, 17, and 18 [of time], were included under the general rubric ‘Place’.)
    marker of location or surface, answering the question ‘where?’ on, upon, near
    w. gen., marking a position on a surface ἐ. (τῆς) γῆς on (the) earth (cp. En 9:1; 98:1; ἐ. γῆς 25:6; PsSol 17:2) Mt 6:10, 19; 9:6; 23:9; Mk 6:47 al. (Ar. 12, 1; Just., A I, 54, 7 al.). ἐ. τῆς θαλάσσης on the sea (cp. Job 9:8; Dio Chrys. 10 [11], 129 βαδίζειν ἐ. τῆς θαλ.; Lucian, Philops. 13 βαδίζειν ἐφʼ ὕδατος, VH 2, 4; Artem. 3, 16 ἐ. τ. θαλάσσης περιπατεῖν; schol. on Nicander, Ther. 15 p. 5, 26ff relying on the testimony of Hesiod: Orion was given a gift [δωρεά] by the gods καὶ ἐ. κυμάτων πορεύεσθαι καὶ ἐ. τῆς γῆς) Mt 14:26; Mk 6:48f; J 6:19 (w. acc. P75; s. 4bβ below). ἐ. τῶν νεφελῶν on the clouds Mt 24:30; 26:64 (Da 7:13; cp. Philo, Praem. 8). ἐ. κλίνης 9:2; Lk 17:34. ἐ. τοῦ δώματος on the roof vs. 31; Mt 24:17; 10:27 foll. by pl. W. verbs: κάθημαι ἐ. τινος sit on someth. (Job 2:8; ἐ. τοῦ ἅρματος GrBar 6:2; cp. JosAs 27:1 ἐ. τοῦ ὀχήματος καθεζόμενος; Just., D. 90, 5 ἐ. λίθου καθεζόμενος) Mt 24:3; 27:19; Ac 8:28; Rv 6:16; 9:17 (the same prep. used in Rv w. κάθημαι and dat. s. bα below, and w. acc. cα). ἑστηκέναι ἐ. τινος stand on someth. Ac 21:40; Rv 10:5, 8 (Just., D. 86, 2 ἐστηρίχθαι). With parts of the body: ἐ. χειρῶν αἴρειν carry on (i.e. in/with) their hands Mt 4:6; Lk 4:11 (both Ps 90:12). ἐ. κεφαλῆς on the head (Hdt. 5, 12, 4) J 20:7; 1 Cor 11:10; Rv 12:1. ἐ. τοῦ μετώπου Rv 7:3; 9:4. ἐ. γυμνοῦ on the naked body Mk 14:51. Cp. use of ἐπί w. καθίζω and gen., and ἐπί w. κάθημαι and acc. Mt 19:28.—In a gener. and fig. sense Ac 21:23.
    w. dat., gener. suggesting contiguity on, in, above.
    α. answering the question ‘where?’ (Hom. et al.; ins, pap, LXX; Just., D. 105, 5 ἐ. τῷ σταυρῷ; Tat., 9:1 ἐ. τοῖς ὄρεσι; Ath. 20, 1 ἐ. τῷ μετώπῳ; Mel., P. 19, 131 ἐ. σάκκῳ καὶ σποδῷ) ἐ. πίνακι on a platter Mt 14:8, 11; Mk 6:25, 28. ἀνακλῖναι ἐ. τῷ χλωρῷ χόρτῳ on the green grass 6:39. ἐ. τοῖς κραβάττοις vs. 55. ἐπέκειτο ἐπʼ αὐτῷ lay on it (or before it) J 11:38. καθήμενος ἐ. τῷ θρόνῳ Rv 4:9 (cp. gen. w. καθ. 1a above, and acc. cα below) 5:13; 7:10 and oft. ἐφʼ ἵπποις λευκοῖς on white horses 19:14. ἐ. σανίσιν on planks Ac 27:44. ἐ. τῇ στοᾷ in the colonnade 3:11. τὰ ἐ. τοῖς οὐρανοῖς what is above (or in) the heavens Eph 1:10. ἐπʼ αὐτῷ above him, at his head Lk 23:38 (=Mt 27:37 ἐπάνω τ. κεφαλῆς αὐτοῦ).
    β. answering the question ‘whither?’ on, upon (Hom. et al.) w. verbs that indicate a direction: οἰκοδομεῖν ἐ. τινι build upon someth. Mt 16:18. ἐποικοδομεῖν Eph 2:20. ἐπιβάλλειν ἐπίβλημα ἐ. ἱματίῳ παλαιῷ put a patch on an old garment Mt 9:16. ἐπιπίπτειν ἐ. τινι Ac 8:16. ἐκάθισεν ἐ. τῷ θρόνῳ he sat down on the throne GJs 11:1. λίθον ἐπʼ αὐτῇ βαλέτω J 8:7 v.l. (cp. 12a below).
    w. acc., answering the question ‘where?’ (Hom. et al.; LXX; JosAs 29:2 φορῶν ἐ. τὸν μηρὸν αὐτοῦ ῥομφαίαν; Just., D. 53, 1 ζυγὸν ἐ. αὐχένα μὴ ἔχων)
    α. on, over someth. καθεύδειν ἐ. τι sleep on someth. Mk 4:38. καθῆσθαι ἐ. τι sit on someth. Mt 19:28 (in the same vs. καθίζω w. gen., s. a above) J 12:15; Rv 4:4; 6:2; 11:16 al.; cp. Lk 21:35b; κεῖσθαι ἐ. τι lie upon someth. 2 Cor 3:15. κατακεῖσθαι Lk 5:25. ἑστηκέναι ἐ. τὸν αἰγιαλόν stand on the shore Mt 13:2; cp. Rv 14:1. ἑστῶτας ἐ. τὴν θάλασσαν standing beside the sea 15:2. ἔστη ἐ. τὴν κεφαλὴν τοῦ παιδίου (the star) remained stationary over the head of the child GJs 21:3. σκηνοῦν ἐ. τινα spread a tent over someone Rv 7:15. ἐ. τὴν δεξιάν at the right hand 5:1. λίθος ἐ. λίθον stone upon stone Mt 24:2.
    β. ἐ. τὸ αὐτό at the same place, together (Ps.-X., Respublica Athen. [The Old Oligarch] 2, 2; Pla., Rep. 329a; SIG 736, 66 [92 B.C.]. In pap=‘in all’: PTebt 14, 20 [114 B.C.]; PFay 102, 6.—2 Km 2:13; En 100:2) εἶναι ἐ. τὸ αὐτό be together Lk 17:35; Ac 1:15; 2:1, 44. In 1 Cor 7:5 it is a euphemistic expr. for sexual union. κατοικεῖν ἐ. τὸ αὐτό live in the same place (Dt 25:5) Hm 5, 1, 4. Also w. verbs of motion (Sus 14 Theod.) συνέρχεσθαι ἐ. τὸ αὐτό come together to the same place 1 Cor 11:20; 14:23; cp. B 4:10 (Just., A I, 67, 3 συνέλευσις γίνεται). συνάγεσθαι (Phlegon of Tralles [Hadr.]: 257 Fgm. 36 III 9 Jac.; PsSol 2:2; TestJob 28:5 Jos., Bell. 2, 346) Mt 22:34; Ac 4:26 (Ps 2:2); 1 Cl 34:7. ἐ. τὸ αὐτὸ μίγνυσθαι be mixed together Hm 10, 3, 3. προσετίθει ἐ. τὸ αὐτό added to their number Ac 2:47.
    γ. at, by, near someone or someth. καθῆσθαι ἐ. τὸ τελώνιον sit at the tax-office Mt 9:9 (ἐ. τὰς ὡραίας πύλας GrBar prol. 2); Mk 2:14. ἑστηκέναι ἐ. τὴν θύραν stand at the door Rv 3:20. σὺ ἔστης ἐ. τὸ θυσιαστήριον you are standing (ἕστηκας deStrycker) as priest at the altar GJs 8:2. ἐφʼ ὑμᾶς among you 2 Th 1:10; cp. Ac 1:21.—Of pers., over whom someth. is done ὀνομάζειν τὸ ὄνομα Ἰησοῦ ἐ. τινα speak the name of Jesus over someone Ac 19:13. ἐπικαλεῖν τὸ ὄνομά τινος ἐ. τινα=to claim someone for one’s own (Jer 14:9; 2 Ch 7:14; 2 Macc 8:15) Ac 15:17 (Am 9:12); Js 2:7; Hs 8, 6, 4. προσεύχεσθαι ἐ. τινα pray over someone Js 5:14.
    marker of presence or occurrence near an object or area, at, near
    w. gen., of immediate proximity to things at, near (Hdt. 7, 115; X., An. 4, 3, 28 al.; LXX, Just.) ἐ. τ. θυρῶν at the gates (Plut., C. Gracch. 841 [14, 3]; PRyl 127, 8f [29 A.D.] κοιμωμένου μου ἐ. τῆς θύρας; 1 Macc 1:55; Just., D. 111, 4) Ac 5:23 (s. b below for dat. in 5:9). ἐ. τῆς θαλάσσης near the sea (Polyb. 1, 44, 4; Ex 14:2; Dt 1:40; 1 Macc 14:34) J 21:1. ἐ. τῆς ὁδοῦ by the road Mt 21:19. ἐσθίειν ἐ. τῆς πραπέζης τινός eat at someone’s table Lk 22:30 (cp. POxy 99, 14 [55 A.D.] τράπεζα, ἐφʼ ἧς Σαραπίων καὶ μέτοχοι; Da 11:27 LXX ἐ. μιᾶς τραπέζης). ἐ. τοῦ (τῆς) βάτου at the thornbush = in the passage about the thornbush (i.e. Ex 3:1ff) Mk 12:26; Lk 20:37.
    with dat., of immediate proximity at, near by (Hom.+) ἦν ἔτι ἐ. τῷ τόπῳ ὅπου was still at the place, where J 11:30 v.l. (for ἐν; cp. Just., D. 402). ἐ. τῇ θύρᾳ (ἐ. θύραις) at the door (Hom. et al.; Wsd 19:17; Jos., Ant. 17, 90; Just., D. 32, 3) Mt 24:33; Mk 13:29; Ac 5:9 (s. a above). ἐ. τοῖς πυλῶσιν Rv 21:12. ἐ. τῇ πηγῇ J 4:6 (Jos., Ant. 5, 58 ἐ. τινι πηγῇ; Just., A I, 64, 1 ἐ. ταῖς … πηγαῖς). ἐ. τῇ προβατικῇ (sc. πύλῃ) near the sheepgate 5:2; cp. Ac 3:10. ἐ. τῷ ποταμῷ near the river (since Il. 7, 133; Jos., Ant. 4, 176 ἐ. τ. Ἰορδάνῳ) Rv 9:14.—Of pers. (Diod S 14, 113, 6; Just., A I, 40, 7) ἐφʼ ὑμῖν among you 2 Cor 7:7; cp. Ac 28:14 v.l.
    marker of involvement in an official proceeding, before, w. gen., of pers., esp. in the language of lawsuits (Pla., Leg. 12, 943d; Isaeus 5, 1 al.; UPZ 71, 15; 16 [152 B.C.]; POxy 38, 11; Mitt-Wilck. I/2, 382, 23=BGU 909, 23; Jos., Vi. 258; Just., A II, 1, 1 ἐ. Οὐρβίκου). ἐ. τοῦ ἡγεμόνος in the governor’s presence Mt 28:14. ἐ. ἡγεμόνων καὶ βασιλέων Mk 13:9. ἐ. σου before you (the procurator) Ac 23:30. ἐ. Τερτούλλου Phlm subscr. v.l.; στάντος μου ἐ. τοῦ συνεδρίου Ac 24:20 (cp. Diod S 11, 55, 4 ἐ. τοῦ κοινοῦ συνεδρίου τ. Ἑλλήνων). γυναικὸς … διαβληθείσης ἐ. τοῦ κυρίου Papias (2:17). κρίνεσθαι ἐ. τῶν ἀδίκων go to law before the unrighteous 1 Cor 6:1. κριθήσεται ἐφʼ ὑμῶν before your tribunal D 11:11. μαρτυρεῖν ἐ. Ποντίου Πιλάτου testify before Pontius Pilate 1 Ti 6:13 (s. μαρτυρέω 1c). ἐ. τοῦ βήματος (POxy 37 I, 3 [49 A.D.]) ἑστὼς ἐ. τοῦ βήματος Καίσαρός εἰμι I am standing before Caesar’s tribunal Ac 25:10 (Appian says Prooem. c. 15 §62 of himself: δίκαις ἐν Ῥώμῃ συναγορεύσας ἐ. τῶν βασιλέων=I acted as attorney in lawsuits in Rome before the emperors).—Gener. in someone’s presence (Appian, Syr. 61 §324 ἐφʼ ὑμῶν=in your presence) ἐ. Τίτου before Titus 2 Cor 7:14. Cp.10 below.
    marker of movement to or contact w. a goal, toward, in direction of, on
    w. gen., marking contact with the goal that is reached, answering the question ‘whither?’ toward, on, at w. verbs of motion (Appian, Iber. 98 §427 ἀπέπλευσεν ἐπʼ οἴκου=he sailed [toward] home; PGM 4, 2468f ἀναβὰς ἐ. δώματος; JosAs 27:1 ἀνέδραμε … ἐ. πέτρας; Jos., Ant. 4, 91 ἔφευγον ἐ. τ. πόλεων; Tat. 33:3 Εὐρώπην ἐ. τοῦ ταύρου καθιδρύσαντος) βάλλειν τὸν σπόρον ἐ. τῆς γῆς Mk 4:26; also σπείρειν vs. 31. πίπτειν (Wsd 18:23; TestAbr A 3 p. 80, 11 [Stone p. 8]; JosAs 9:1) 9:20; 14:35. καθιέναι Ac 10:11. τιθέναι (Sir 17:4) Lk 8:16; J 19:19; Ac 5:15. ἔρχεσθαι Hb 6:7; Rv 3:10; γίνεσθαι ἐ. reach, be at J 6:21. γενόμενος ἐ. τοῦ τόπου when he reached the place Lk 22:40. καθίζειν take one’s seat ἐ. θρόνου (JosAs 7:1 al.) Mt 19:28 (s. 1a end); 23:2; 25:31; J 19:13 (ἐ. βήματος of Pilate as Jos., Bell. 2, 172; of Jesus Just., A I, 35, 6). κρεμαννύναι ἐ. ξύλου hang on a tree (i.e. cross) (Gen 40:19; cp. Just., D. 86, 6 σταυρωθῆναι ἐ. τοῦ ξύλου) Ac 5:30; 10:39; cp. Gal 3:13 (Dt 21:23).
    w. acc.
    α. specifying direction (En 24:2 ἐ. νότον ‘southward’ of position of the mountain) of motion that takes a particular direction, to, toward ἐκτείνας τ. χεῖρα ἐ. τοὺς μαθητάς Mt 12:49; cp. Lk 22:53 (JosAs 12:8). πορεύεσθαι ἐ. τὸ ἀπολωλός go after the one that is lost 15:4. ἐ. τὴν ῏Ασσον in the direction of Assos Ac 20:13. ἐπιστρέφειν ἐ. τι turn to someth. 2 Pt 2:22 (cp. Pr 26:11; En 99:5). ὡς ἐ. λῃστήν as if against a robber Mt 26:55; Mk 14:48; Lk 22:52.
    β. from one point to another across, over w. motion implied (Hom.+; LXX) περιπατεῖν, ἐλθεῖν ἐ. τ. θάλασσαν or ἐ. τ. ὕδατα Mt 14:25, 28f; J 6:19 P75. Of spreading across the land (PsSol 17:10): famine Ac 7:11; 11:28; darkness Mt 27:45; Lk 23:44. ἐ. σταδίους δώδεκα χιλιάδων across twelve thousand stades Rv 21:16 v.l. (Polyaenus 5, 44, 4 ἐ. στάδια δέκα); ἐ. πλεῖον further (1 Esdr 2:24; 2 Macc 10:27) Ac 4:17.
    γ. of goal attained (Hom. et al.; LXX) on, upon someone or someth. πέσατε ἐφʼ ἡμᾶς Lk 23:30 (Hos 10:8). ἔπεσεν ἐ. τὰ πετρώδη Mt 13:5; cp. Lk 13:4. ἔρχεσθαι ἐ. τινα come upon someone Mt 3:16; also καταβαίνειν fr. above J 1:33; cp. Rv 16:21. ἀναβαίνειν (Jos., Ant. 13, 138; Just., A II, 12, 7) Lk 5:19. ἐπιβαίνειν Mt 21:5 (Zech 9:9).—Ac 2:3; 9:4 al.; διασωθῆναι ἐ. τ. γῆν be brought safely to the land 27:44; cp. vs. 43; Lk 8:27. ἐ. τὸ πλοῖον to the ship Ac 20:13. ἀναπεσεῖν ἐ. τὴν γῆν lie down or sit down on the ground Mt 15:35. ἔρριψεν αὐτὸν χαμαὶ ἐ. τὸν σάκκον he threw himself down on the sackcloth GJs 13:1. τιθέναι τι ἐ. τι put someth. on someth. (JosAs 16:11) Mt 5:15; Lk 11:33; Mk 8:25 v.l.; likew. ἐπιτιθέναι (JosAs 29:5) Mt 23:4; Mk 8:25; Lk 15:5; J 9:6, 15; Ac 15:10. ἐπιβάλλειν τ. χεῖρας ἐ. τινα (Gen 22:12 al.) Mt 26:50; Lk 21:12; Ac 5:18. Mainly after verbs of placing, laying, putting, bringing, etc. on, to: ἀναβιβάζω, ἀναφέρω, βάλλω, γράφω, δίδωμι, ἐγγίζω, ἐπιβιβάζω, ἐπιγράφω, ἐποικοδομέω, ἐπιρ(ρ)ίπτω, θεμελιόω, ἵστημι, κατάγω, οἰκοδομέω, σωρεύω; s. these entries. Sim. βρέχειν ἐ. τινα cause rain to fall upon someone Mt 5:45 (cp. PsSol 17:18); also τ. ἥλιον ἀνατέλλειν ἐ. τινα cause the sun to rise so that its rays fall upon someone *ibid. τύπτειν τινὰ ἐ. τὴν σιαγόνα strike on the cheek Lk 6:29. πίπτειν ἐ. (τὸ) πρόσωπον (Jdth 14:6) on the face Mt 17:6; 26:39; Lk 5:12; 17:16; 1 Cor 14:25; Rv 7:11.To, upon w. acc. of thing πορεύεσθαι ἐ. τὴν ὁδόν go to the road Ac 8:26; cp. 9:11. ἐ. τὰς διεξόδους Mt 22:9. ἵνα μὴ πνέῃ ἄνεμος ἐ. πᾶν δένδρον so that no wind should blow upon any tree Rv 7:1.
    δ. of closeness to someth. or someone to, up to, in the neighborhood of, on ἐ. τὸ μνημεῖον up to the tomb Mk 16:2; Lk 24:1 v.l., 22, 24; cp. ἐ. τὸ μνῆμα Mk 16:2 v.l.; Lk 24:1. ἔρχεσθαι ἐ. τι ὕδωρ come to some water Ac 8:36. ἐ. τὴν πύλην τὴν σιδηρᾶν to the iron gate 12:10. καταβαίνειν ἐ. τὴν θάλασσαν go down to the sea J 6:16. ἐ. τὸν Ἰορδάνην Mt 3:13 (Just., D. 88, 3 al.). ἀναπίπτειν ἐ. τὸ στῆθος he leaned back on (Jesus’) breast J 13:25; 21:20. πίπτειν ἐ. τοὺς πόδας fall at (someone’s) feet Ac 10:25 (JosAs 14:10 ἔπεσεν ἐ πρόσωπον ἐ. τοὺς πόδας αὐτοῦ). ἐ. τ. ἀκάνθας among the thorns Mt 13:7.—W. acc. of pers. to someone ἐ. τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες they came to Jesus J 19:33; cp. Mt 27:27; Mk 5:21.
    ε. in imagery of goal or objective to, toward (Just., A II, 7, 6 ἐπʼ ἀμφότερα τρέπεσθαι) ἐπιστρέφειν, ἐπιστρέφεσθαι ἐ. τινα turn to (Dt 30:10; 31:20 al.; Ar. 2, 1 ἔλθωμεν καὶ ἐ. τὸ ἀνθρώπινον γένος ‘let us now turn to …’; Just., D. 56, 11 ἐ. τὰς γραφὰς ἐπανελθών) Lk 1:17; Ac 9:35; 11:21; 14:15; 26:20; Gal 4:9; 1 Pt 2:25.
    marker of manner, corresponding to an adv., w. dat. (Aeschyl., Suppl. 628 ἐπʼ ἀληθείᾳ; UPZ 162 VI, 3 [117 B.C.] κακοτρόπως καὶ ἐ. ῥαδιουργίᾳ; POxy 237 VI, 21 ἐ. τῇ τῶν ἀνθρ. σωτηρίᾳ; ἐφʼ ὁράσει En 14:8; Just., A I, 9, 3 ἐφʼ ὕβρει; 55, 7 ἐ. τούτῳ τῷ σχήματι ‘in this form’; Tat. 17, 1 ἐπʼ ἀκριβείᾳ; Ath. 33, 2 ἐφʼ ἑνὶ γάμῳ) ὁ σπείρων ἐπʼ εὐλογίαις (in contrast to ὁ σπείρων φειδομένως one who sows sparingly) one who sows in blessing (i.e. generously) 2 Cor 9:6. ἐπʼ εὐλογίαις θερίζειν reap generously ibid.
    marker of basis for a state of being, action, or result, on, w. dat. (Hom. et al.)
    ἐπʼ ἄρτῳ ζῆν live on bread Mt 4:4; Lk 4:4 (both Dt 8:3. cp. Ps.-Pla., Alcib. 1, 105c; Plut., Mor. 526d; Alciphron 3, 7, 5; SibOr 4, 154). ἐ. τῷ ῥήματί σου depending on your word Lk 5:5. οὐ συνῆκαν ἐ. τοῖς ἄρτοις they did not arrive at an understanding (of it) (by reflecting) on (the miracle of) the loaves Mk 6:52 (cp. Demosth. 18, 121 τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις ἐ. τούτοις [sc. λόγοις];=why do you not come to an understanding concerning these words?). ἐ. τῇ πίστει on the basis of faith Ac 3:16; Phil 3:9. ἐπʼ ἐλπίδι on the basis of hope, supporting itself on hope Ac 2:26 (? s. ἐλπίς 1bα); Ro 4:18; 8:20; 1 Cor 9:10; Tit 1:2.—Ac 26:6 ἐπʼ ἐλπίδι gives the basis of the trial at law, as does ἐ. εὐεργεσίᾳ 4:9. ἀπολύειν τ. γυναῖκα ἐ. πορνείᾳ Mt 19:9 (cp. Dio Chrys. 26 [43], 10 ἀπολύειν ἐπʼ ἀργυρίῳ; Ath. 2, 3 κρίνεσθαι … μὴ ἐ. τῷ ὀνόματι, ἐ. δὲ τῷ ἀδικήματι). γυναικὸς ἐ. πόλλαις ἁμαρτίαις διαβληθείσης Papias (2:17). On the basis of the testimony of two witnesses (cp. Appian, Iber. 79 §343 ἤλεγχον ἐ. μάρτυσι) Hb 10:28 (Dt 17:6); sim. use of ἐ. τινί on the basis of someth.: 8:6; 9:10, 15 (here it may also be taken in the temporal sense; s. 18 below), 17. ἁμαρτάνειν ἐ. τῷ ὁμοιώματι τ. παραβάσεως Ἀδάμ Ro 5:14 (ὁμοίωμα 1). δαπανᾶν ἐ. τινι pay the expenses for someone Ac 21:24. ἀρκεῖσθαι ἐ. τινι be content w. someth. 3J 10.
    w. verbs of believing, hoping, trusting: πεποιθέναι (Wsd 3:9; Sus 35; 1 Macc 10:71; 2 Macc 7:40 and oft.) Lk 11:22; 18:9; 2 Cor 1:9; Hb 2:13 (2 Km 22:3). πιστεύειν Lk 24:25; Ro 9:33; 10:11; 1 Pt 2:6 (the last three Is 28:16). ἐλπίζειν (2 Macc 2:18; Sir 34:7) Ro 15:12 (Is 11:10); 1 Ti 4:10; 6:17; cp. 1J 3:3. παρρησιάζεσθαι Ac 14:3.
    after verbs which express feelings, opinions, etc.: at, because of, from, with (Hom. et al.) διαταράσσεσθαι Lk 1:29. ἐκθαυμάζειν Mk 12:17. ἐκπλήσσεσθαι Mt 7:28; Mk 1:22; Lk 4:32; Ac 13:12. ἐξίστασθαι (Jdth 11:16; Wsd 5:2 al.) Lk 2:47. ἐπαισχύνεσθαι (Is 1:29) Ro 6:21. εὐφραίνεσθαι (Sir 16:1; 18:32; 1 Macc 11:44) Rv 18:20. θαμβεῖσθαι Mk 10:24; cp. Lk 5:9; Ac 3:10. θαυμάζειν (Lev 26:32; Jdth 10:7 al.; Jos., Ant. 10, 277) Mk 12:17 v.l. μακροθυμεῖν (Sir 18:11; 29:8; 35:19) Mt 18:26, 29; Lk 18:7; Js 5:7. μετανοεῖν (Plut., Ag. 803 [19, 5]; Ps.-Lucian, Salt. 84; Prayer of Manasseh [=Odes 12] 7; Just., A I, 61, 10; D. 95, 3 al.) 2 Cor 12:21. ὀδυνᾶσθαι (cp. Tob 6:15) Ac 20:38. ὀργίζεσθαι Rv 12:17. σπλαγχνίζεσθαι Mt 14:14; Lk 7:13. συλλυπεῖσθαι Mk 3:5. στυγνάζειν 10:22. χαίρειν (PEleph 13, 3; Jos., Ant. 1, 294; Tob 13:15; Bar 4:33; JosAs 4:2; Ar. 15, 7) Mt 18:13; Lk 1:14; 13:17; Ro 16:19 al. χαρὰν καὶ παράκλησιν ἔχειν Phlm 7. χαρὰ ἔσται Lk 15:7; cp. vs. 10 (Jos., Ant. 6, 116 ἡ ἐ. τῇ νίκῃ χαρά). Also w. verbs that denote aroused feelings παραζηλοῦν and παροργίζειν make jealous and angry at Ro 10:19 (Dt 32:21). παρακαλεῖν 1 Th 3:7a (cp. Just., D. 78:8 παράκλησιν ἐχουσῶν ἐ.), as well as those verbs that denote an expression of the emotions ἀγαλλιᾶσθαι (cp. Tob 13:15; Ps 69:5) Lk 1:47; Hs 8, 1, 18; 9, 24, 2. καυχᾶσθαι (Diod S 16, 70; Sir 30:2) Ro 5:2. κοπετὸν ποιεῖν (cp. 3 Macc 4:3) Ac 8:2. ὀλολύζειν Js 5:1. αἰνεῖν (cp. X., An. 3, 1, 45 al.) Lk 2:20. δοξάζειν (Polyb. 6, 53, 10; cp. Diod S 17, 21, 4 δόξα ἐ. ἀνδρείᾳ=fame because of bravery) Ac 4:21; 2 Cor 9:13. εὐχαριστεῖν give thanks for someth. (s. εὐχαριστέω 2; UPZ 59, 10 [168 B.C.] ἐ. τῷ ἐρρῶσθαί σε τ. θεοῖς εὐχαρίστουν) 1 Cor 1:4; cp. 2 Cor 9:15; 1 Th 3:9.—ἐφʼ ᾧ = ἐπὶ τούτῳ ὅτι for this reason that, because (Diod S 19, 98; Appian, Bell. Civ. 1, 112 §520; Ael. Aristid. 53 p. 640 D.; Synes., Ep. 73 p. 221c; Damasc., Vi. Isid. 154; Syntipas p. 12, 9; 127, 8; Thomas Mag. ἐφʼ ᾧ ἀντὶ τοῦ διότι; cp. W-S. §24, 5b and 12f. S. WKümmel, D. Bild des Menschen im NT ’48, 36–40) Ro 5:12 (SLyonnet, Biblica 36, ’55, 436–56 [denies a causal sense here]. On the probability of commercial idiom s. FDanker, FGingrich Festschr. ’72, 104f, also Ro 5:12, Sin under Law: NTS 14, ’68, 424–39; against him SPorter, TynBull 41, ’90, 3–30, also NTS 39, ’93, 321–33; difft. JFitzmyer, Anchor Bible Comm.: Romans, ad loc. ‘w. the result that all have sinned’); 2 Cor 5:4; Phil 3:12; for, indeed 4:10.
    marker of addition to what is already in existence, to, in addition to. W. dat. (Hom. et al.; PEleph 5, 17 [284/283 B.C.] μηνὸς Τῦβι τρίτῃ ἐπʼ εἰκάδι; Tob 2:14; Sir 3:27; 5:5) προσέθηκεν τοῦτο ἐ. πᾶσιν he added this to everything else Lk 3:20 (cp. Lucian, Luct. [On Funerals], 24). ἐ. τ. παρακλήσει ἡμῶν in addition to our comfort 2 Cor 7:13. λύπη ἐ. λύπῃ grief upon grief Phil 2:27 v.l. (cp. Soph., Oed. C. 544, also Polyb. 1, 57, 1 πληγὴ ἐ. πληγῇ; Plut., Mor. 123f; Polyaenus 5, 52 ἐ. φόνῳ φόνον; Quint. Smyrn. 5, 602 ἐ. πένθει πένθος=sorrow upon sorrow; Sir 26:15). ἐ. τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ to your prayer of thanks 1 Cor 14:16. So perh. also Hb 8:1. ἐ. πᾶσι τούτοις to all these Col 3:14; Lk 16:26 v.l. (X., Mem. 1, 2, 25 al.; Sir 37:15; cp. 1 Macc 10:42; Just., D. 133, 1 ἐ. τούτοις πᾶσι).—W. acc.: addition to someth. of the same kind Mt 6:27; Lk 12:25; Rv 22:18a. λύπην ἐ. λύπην sorrow upon sorrow Phil 2:27 (cp. Is 28:10, 13; Ezk 7:26; Ps 68:28).
    marker of perspective, in consideration of, in regard to, on the basis of, concerning, about, w. gen. (Antig. Car. 164 ἐ. τῶν οἴνων ἀλλοιοῦσθαι; 4 Macc. 2:9 ἐ. τῶν ἑτέρων … ἔστιν ἐπιγνῶναι τοῦτο, ὅτι …; Ath. 29, 2 τὰ ἐ. τῆς μανίας πάθη) ἐ. δύο ἢ τριῶν μαρτύρων on the evidence of two or three witnesses 1 Ti 5:19 (cp. TestAbr A 13 p. 92, 22ff. [Stone p. 32]). Sim. in the expr. ἐ. στόματος δύο μαρτύρων (Dt 19:15) Mt 18:16; 2 Cor 13:1. ἐπʼ αὐτῆς on the basis of it Hb 7:11. ἐπʼ ἀληθείας based on truth = in accordance w. truth, truly (Demosth. 18, 17 ἐπʼ ἀληθείας οὐδεμιᾶς εἰρημένα; POxy 255, 16 [48 A.D.]; Da 2:8; Tob 8:7; En 104:11) Mk 12:14, 32; Lk 4:25; 20:21; Ac 4:27. ἐφʼ ἑαυτοῦ based on himself = to or by himself (X., An. 2, 4, 10; Demosth. 18, 224 ἐκρίνετο ἐφʼ ἑαυτοῦ; Dionys. Hal., Comp. Verb. 16 ἐ. σεαυτοῦ. Cp. Kühner-G. I 498e) 2 Cor 10:7.—To introduce the object which is to be discussed or acted upon λέγειν ἐ. τινος speak of, about someth. (Pla., Charm., 155d, Leg. 2, 662d; Isocr. 6, 41; Aelian, VH 1, 30; Jer 35:8; EpArist 162; 170; Ath. 5:1 ἐ. τοῦ νοητοῦ … δογματίζειν) Gal 3:16. Do someth. on, in the case of (cp. 1 Esdr 1:22) σημεῖα ποιεῖν ἐ. τῶν ἀσθενούντων work miracles on the sick J 6:2.—On B 13:6 s. τίθημι 1bζ.—In ref. to someth. (Aristot., Pol. 1280a, 17; 4 Macc 12:5 τῶν ἐ. τῆς βασιλείας … πραγμάτων; Just., A I, 5, 1 ἐφʼ ἡμῶν ‘in our case’, D. 131, 4; Ath. 15, 3 ἐ. τῆς ὕλης καὶ τοῦ θεοῦ ‘as respects God and matter, so …’) ἐ. τινων δεῖ ἐγκρατεύεσθαι in certain matters one must practice self-control Hm 8:1. οὔτε … οἴδασι τὸν ἐ. τοῦ πυροῦ σπόρον nor do they comprehend (the figurative sense of) the sowing of wheat AcPlCor 2:26 (cp. 1 Cor 15:36f).
    marker of power, authority, control of or over someone or someth., over
    w. gen. (Hdt. 5, 109 al.; Mitt-Wilck. I/1, 124, 1=BGU 1120, 1 [5 B.C.] πρωτάρχῳ ἐ. τοῦ κριτηρίου; 287, 1; LXX; AscIs 2:5 τοῦ ἐ. τῶν πραγματε[ι] ῶν=Denis p. 109) βασιλεύειν ἐ. τινος (Judg 9:8, 10; 1 Km 8:7) Rv 5:10. ἔχειν βασιλείαν ἐ. τῶν βασιλέων 17:18. ἐξουσίαν ἔχειν ἐ. τινος have power over someone 20:6. διδόναι ἐξουσίαν ἐ. τινος 2:26. καθιστάναι τινὰ ἐ. τινος set someone over, put someone in charge, of someth. or someone (Pla., Rep. 5, 460b; Demosth. 18, 118; Gen 39:4f; 1 Macc 6:14; 10:37; 2 Macc 12:20 al.; EpArist 281; τεταγμένος En 20:5) Mt 24:45; Lk 12:42; Ac 6:3. εἶναι ἐ. τινος (Synes., Ep. 79 p. 224d; Tob 1:22; Jdth 14:13; 1 Macc 10:69) ὸ̔ς ἦν ἐ. πάσης τῆς γάζης αὐτῆς who was in charge of all her treasure 8:27. Of God ὁ ὢν ἐ. πάντων (Apollonius of Tyana [I A.D.] in Eus., PE 4, 13) Ro 9:5; cp. Eph 4:6. ὁ ἐ. τινος w. ὤν to be supplied (Demosth. 18, 247 al.; Diod S 13, 47, 6; Plut., Pyrrh. 385 [5, 7], Aemil. Paul. 267 [23, 6]; PTebt 5, 88 [118 B.C.] ὁ ἐ. τ. προσόδων; 1 Macc 6:28; 2 Macc 3:7; 3 Macc 6:30 al.; EpArist 110; 174) ὁ ἐ. τοῦ κοιτῶνος the chamberlain Ac 12:20.
    w dat. (X., Cyr. 1, 2, 5; 2, 4, 25 al., An. 4, 1, 13; Demosth. 19, 113; Aeschines 2, 73; Esth 8:12e; Just., A II, 5, 2 ἀγγέλοις οὓς ἐ. τούτοις ἔταξε; cp. Ath. 24, 3; Ath. 6, 4 τὸν ἐ. τῇ κινήσει τοῦ σώματος λόγον) Mt 24:47; Lk 12:44.
    w. acc. (X., Hell. 3, 4, 20 al.; Dionys. Byz. §56 θεῷ ἐ. πάντα δύναμις; LXX; PsSol 17:3, 32) βασιλεύειν ἐ. τινα rule over someone (Gen 37:8; Judg 9:15 B al.) Lk 1:33; 19:14, 27; Ro 5:14. καθιστάναι τινὰ ἐ. τινα set someone over someone (X., Cyr. 4, 5, 58) κριτὴν ἐφʼ ὑμᾶς as judge over you Lk 12:14; ἡγούμενον ἐπʼ Αἴγυπτον Ac 7:10; cp. Hb 2:7 v.l. (Ps 8:7); 3:6; 10:21. ἐξουσίαν ἔχειν ἐ. τι Rv 16:9. ἐξουσίαν διδόναι ἐ. τι (Sir 33:20) Lk 9:1; 10:19; Rv 6:8; cp. 22:14. φυλάσσειν φυλακὰς ἐ. τι Lk 2:8 (cp. En 100:5). ὑπεραίρεσθαι ἐ. τινα exalt oneself above someone 2 Th 2:4 (cp. Da 11:36); but here the mng. against is also poss. (s. 12b below). πιστὸς ἐ. τι faithful over someth. Mt 25:21, 23.
    marker of legal proceeding, before, w. acc. in the lang. of the law-courts ἐ. ἡγεμόνας καὶ βασιλεῖς ἄγεσθαι be brought before governors and kings Mt 10:18; cp. Lk 21:12 (cp. BGU 22, 36 [114 A.D.] ἀξιῶ ἀκθῆναι [=ἀχθῆναι] τ. ἐνκαλουμένους ἐ. σὲ πρὸς δέουσαν ἐπέξοδον; Just., A II, 2, 12 ἐ. Οὔρβικον). ὑπάγεις ἐπʼ ἄρχοντα you are going before the magistrate Lk 12:58; cp. Ac 16:19. ἤγαγον αὐτὸν ἐ. τὸν Πιλᾶτον Lk 23:1. ἐ. τοὺς ἀρχιερεῖς Ac 9:21. ἐ. Καίσαρα πορεύεσθαι come before the emperor 25:12. ἐ. τὰς συναγωγάς Lk 12:11. ἐ. τὸ βῆμα Ac 18:12. Cp. 3 above. Here the focus is on transfer to the judiciary.
    marker of purpose, goal, result, to, for, w. acc. (Demetr.: 722 Fgm. 2, 3 Jac. ἐ. κατοικίαν) ἐ. τὸ βάπτισμα for baptism=to have themselves baptized Mt 3:7 (cp. Just., A I, 61, 10 ἐ. τὸ λουτρόν; D. 56, 1 ἐ. τὴν … κρίσιν πεμφθεῖσι). ἐ. τὴν θεωρίαν ταύτην for (i.e. to see) this sight Lk 23:48 (sim. Hom. et al.; POxy 294, 18 [22 A.D.]; LXX; Tat. 23, 2 ἐ. τὴν θέαν). ἐ. τὸ συμφέρον to (our) advantage Hb 12:10 (cp. Tat. 6, 1; 34, 2 οὐκ ἐ. τι χρήσιμον ‘to no purpose’). ἐ. σφαγήν Ac 8:32 (Is 53:7); cp. Mt 22:5; ἐ. τ. τελειότητα Hb 6:1. ἐ. τοῦτο for this (X., An. 2, 5, 22; Jos., Ant. 12, 23) Lk 4:43. ἐφʼ ὅ; for what (reason)? Mt 26:50 v.l. (s. ὅς 1bα and 1iβ). Cp. 16.
    marker of hostile opposition, against
    w. dat. (Hom. et al.; 2 Macc 13:19; Sir 28:23 v.l.; fig. Ath. 22, 7 τοὺς ἐπʼ αὐτοῖς λόγους ‘counter-evidence’) Lk 12:52f (s. use of acc. b below); Ac 11:19. Cp. J 8:7 v.l. (1bβ above).
    w. acc. (Hdt. 1, 71; X., Hell. 3, 4, 20 al.; Jos., Ant. 13, 331; LXX; En; TestJud 3:1 al.; JosAs 19:2; Just., D. 103, 7; Tat. 36, 2) ὥρμησαν ἐ. αὐτόν Ac 7:57. ἔρχεσθαι Lk 14:31. ἐπαναστήσονται τέκνα ἐ. γονεῖς Mt 10:21; Mk 13:12; cp. ἔθνος ἐ. ἔθνος Mt 24:7; Mk 13:8. ἐφʼ ἑαυτόν divided against himself Mt 12:26; Mk 3:24f, 26; Lk 11:17f; cp. J 13:18 (s. Ps 40:10); Ac 4:27; 13:50 al.—Lk 12:53 (4 times; the first and third occurrences w. the acc. are prob. influenced by usage in Mic 7:6; the use of the dat. Lk 12:52f [s. a above] w. a verb expressing a circumstance is in accord with older Gk. [Il. et al.], which prefers the acc. with verbs of motion in ref. to hostility). Cp. 15.
    marker of number or measure, w. acc. (Hdt. et. al.; LXX; GrBar 3:6) ἐ. τρίς (CIG 1122, 9; PHolm α18) three times Ac 10:16; 11:10. So also ἐ. πολύ more than once Hm 4, 1, 8. ἐ. πολύ (also written ἐπιπολύ) in a different sense to a great extent, carefully (Hdt., Thu. et al.; Lucian, D. Deor. 6, 2; 25, 2; 3 Macc 5:17; Jos., Ant. 17, 107) B 4:1. ἐ. πλεῖον to a greater extent, further (Hdt., Thu. et al.; Diod S 11, 60, 5 al.; prob. 2 Macc 12:36; TestGad 7:2; Ar. 4, 3; Ath. 7, 1 ἐ. το πλεῖστον) 2 Ti 3:9; 1 Cl 18:3 (Ps 50:4). ἐ. τὸ χεῖρον 2 Ti 3:13. ἐφʼ ὅσον to the degree that, in so far as (Diod S 1, 93, 2; Maximus Tyr. 11, 3c ἐφʼ ὅσον δύναται; Hierocles 14 p. 451) Mt 25:40, 45; B 4:11; 17:1; Ro 11:13.
    marker indicating the one to whom, for whom, or about whom someth. is done, to, on, about
    w. dat. πράσσειν τι ἐ. τινι do someth. to someone Ac 5:35 (thus Appian, Bell. Civ. 3, 15 §51; cp. δρᾶν τι ἐ. τινι Hdt. 3, 14; Aelian, NA 11, 11); about γεγραμμένα ἐπʼ αὐτῷ J 12:16 (cp. Hdt. 1, 66). προφητεύειν ἐ. τινι Rv 10:11. μαρτυρεῖν bear witness about Hb 11:4; Rv 22:16. ἐ. σοὶ … φανερώσει κύριος τὸ λύτρον the Lord will reveal the salvation to you GJs 7:2.
    w. acc.
    α. ὁ ἄνθρωπος ἐφʼ ὸ̔ν γεγόνει τὸ σημεῖον the man on whom the miracle had been performed Ac 4:22 (cp. Just., D. 128, 1 κρίσεως γεγενημένης ἐ. Σόδομα). ἐφʼ ὸ̔ν λέγεται ταῦτα the one about whom this was said Hb 7:13 (cp. ἐ. πόρρω οὖσαν [γενεὰν] ἐγὼ λαλῶ En 1:2). γέγραπται ἐπʼ αὐτόν Mk 9:12f; cp. Ro 4:9; 1 Ti 1:18; βάλλειν κλῆρον ἐ. τι for someth. Mk 15:24; J 19:24 (Ps 21:19). ἀνέβη ὁ κλῆρος ἐ. Συμεών the lot came up in favor of Simeon GJs 24:4.
    β. of powers, conditions, etc., which come upon someone or under whose influence someone is: on, upon, to, over ἐγένετο ῥῆμα θεοῦ ἐ. Ἰωάννην the word of God came to John Lk 3:2 (cp. Jer 1:1). Of divine blessings (cp. En 1:8; ParJer 5:28) Mt 10:13; 12:28; Lk 10:6; 11:20; cp. 10:9; Ac 10:10. ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπʼ ἐμὲ ἡ δύναμις τ. Χριστοῦ that the power of Christ may rest upon me 2 Cor 12:9. χάρις θεοῦ ἦν ἐπʼ αὐτό Lk 2:40. Various verbs are used in ref. to the Holy Spirit, either in pass. or act. role, in connection w. ἐ. τινα: ἐκχεῖν Ac 2:17f (Jo 3:1f); cp. 10:45; Tit 3:6. ἀποστέλλειν (ἐξαποστέλλειν v.l.) Lk 24:49. ἐπέρχεσθαι 1:35; Ac 1:8 (Just., D. 87, 3; cp. ἔρχεσθαι A I, 33, 6; D. 49, 7 ἀπὸ τοῦ Ἠλίου ἐ. τὸν Ἰωάννην ἐλθεῖν). ἐπιπίπτειν 10:44. καταβαίνειν Lk 3:22; J 1:33. τίθεσθαι Mt 12:18 (cp. Is 42:1). Also εἶναι Lk 2:25. μένειν J 1:32f. ἀναπαύεσθαι 1 Pt 4:14. Of unpleasant or startling experiences Lk 1:12, 65; 4:36; Ac 13:11; 19:17; Rv 11:11.—Lk 19:43; 21:35, cp. vs. 34; J 18:4; Eph 5:6; cp. Rv 3:3.—Ro 2:2, 9; 15:3 (Ps 68:10). Of the blood of the righteous, that comes over or upon the murderers Mt 23:35; 27:25; Ac 5:28. Of care, which one casts on someone else 1 Pt 5:7 (Ps 54:23).
    marker of feelings directed toward someone, in, on, for, toward, w. acc., after words that express belief, trust, hope: πιστεύειν ἐ. τινα, w. acc. (Wsd 12:2; Just., D. 16:4 al.) Ac 9:42; 11:17; 16:31; 22:19; Ro 4:24. πίστις Hb 6:1. πεποιθέναι (Is 58:14) Mt 27:43; 2 Th 3:4; 2 Cor 2:3. ἐλπίζειν (1 Ch 5:20; 2 Ch 13:18 al.; PsSol 9:10; 17:3; Just., D. 16:4 al.) 1 Pt 1:13; 1 Ti 5:5. After words that characterize an emotion or its expression: for κόπτεσθαι (Zech 12:10) Rv 1:7; 18:9. κλαίειν Lk 23:28; Rv 18:9 (cp. JosAs 15:9 χαρήσεται ἐ. σέ). σπλαγχνίζεσθαι Mt 15:32; Mk 8:2; 9:22; Hm 4, 3, 5; Hs 9, 24, 2. χρηστός toward Lk 6:35. χρηστότης Ro 11:22; Eph 2:7; cp. Ro 9:23. Esp. also if the feelings or their expressions are of a hostile nature: toward, against (cp. λοιδορεῖν Just., D. 137, 2) ἀποτομία Ro 11:22. μαρτύριον Lk 9:5. μάρτυς ἐ. τ. ἐμὴν ψυχήν a witness against my soul (cp. Dssm., LO 258; 355 [LAE 304; 417]) 2 Cor 1:23. ἀσχημονεῖν 1 Cor 7:36. μοιχᾶσθαι Mk 10:11. τολμᾶν 2 Cor 10:2 (En 7:4). βρύχειν τ. ὀδόντας Ac 7:54. Cp. 12.
    marker of object or purpose, with dat. in ref. to someth. (Hom., Thu. et al.; SIG 888, 5 ἐ. τῇ τῶν ἀνθρ. σωτηρίᾳ; PTebt 44, 6 [114 B.C.] ὄντος μου ἐ. θεραπείᾳ ἐν τῷ Ἰσιείω; LXX; TestJob 3:5 ὁ ἐ. τῇ σωτηρίᾳ τῆς ἐμῆς ψυχῆς ἐλθών; Jos., Ant. 5, 101; Just., A I, 29, 1 ἐ. παίδων ἀναστροφῇ; D. 91, 4 ἐ. σωτηρίᾳ τῶν πιστευόντων) καλείν τινα ἐ. τινι call someone for someth. Gal 5:13 (on ἐπʼ ἐλευθερίᾳ cp. Demosth. 23, 124; [59], 32); ἐ. ἀκαθαρσίᾳ for impurity, i.e. so that we should be impure 1 Th 4:7. κτισθέντες ἐ. ἔργοις ἀγαθοῖς for good deeds Eph 2:10. λογομαχεῖν ἐ. καταστροφῇ τῶν ἀκουόντων for the ruin of those who hear 2 Ti 2:14 (cp. Eur., Hipp. 511; X., Mem. 2, 3, 19 ἐ. βλάβη; Hdt. 1, 68 ἐ. κακῷ ἀνθρώπου; Polyb. 27, 7, 13 and PGM 4, 2440 ἐπʼ ἀγαθῷ=‘for good’). Cp. 11.
    marker in idiom of authorization, w. dat.: the formula ἐ. τῷ ὀνοματί τινος, in the name of someone, used w. many verbs (Just., D. 39, 6 w. γίνεσθαι, otherw. ἐ. ὀνόματος, e.g. A I, 61, 13; w. διὰ τοῦ ὀ. and in oaths κατὰ τοῦ ὀ. A II, 6, 6, D. 30, 3; 85, 2.—Ath. 23, 1 ἐ. ὀνόματι εἰδώλων.—ἐν τῷ ὀνόματι LXX; JosAs 9:1), focuses on the authorizing function of the one named in the gen. (cp. WHeitmüller [‘Im Namen Jesu’ 1903, 13ff], ‘in connection with, or by the use of, i.e. naming, or calling out, or calling upon the name’ [88]): βαπτίζειν Ac 2:38. δέχεσθαί τινα Mt 18:5; Mk 9:37; Lk 9:48. διδάσκειν Ac 4:18; 5:28. δύναμιν ποιεῖν Mk 9:39. ἐκβάλλειν δαιμόνια Lk 9:49 v.l. ἔρχεσθαι Mt 24:5; Mk 13:6; Lk 21:8. κηρύσσειν 24:47. λαλεῖν Ac 4:17; 5:40. Semantically divergent from the preceding, but formulaically analogous, is καλεῖν τινα ἐ. τῷ ὀν. τινος name someone after someone (2 Esdr 17:63) Lk 1:59.—ὄνομα 1dγג.—M-M.
    marker of temporal associations, in the time of, at, on, for
    w. gen., time within which an event or condition takes place (Hom.+) in the time of, under (kings or other rulers): in the time of Elisha Lk 4:27 (cp. Just., D. 46, 6 ἐ. Ἠλίου). ἐ. τῆς μετοικεσίας at the time of the exile Mt 1:11. Under=during the rule or administration of (Hes., Op. 111; Hdt. 6, 98 al.; OGI 90, 15; PAmh 43, 2 [173 B.C.]; UPZ 162 V, 5 [117 B.C.]; 1 Esdr 2:12; 1 Macc 13:42; 2 Macc 15:22; Jos., Ant. 12, 156 ἐ. ἀρχιερέως Ὀ.) ἐ. Ἀβιαθὰρ ἀρχιερέως under, in the time of, Abiathar the high priest Mk 2:26. ἐ. ἀρχιερέως Ἅννα καὶ Καιάφα Lk 3:2. ἐ. Κλαυδίου Ac 11:28 (Just., A I, 26, 2). ἐ. τῶν πατέρων in the time of the fathers 1 Cl 23:3. ἐπʼ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν in the last days (Gen 49:1; Num 24:14; Mi 4:1; Jer 37:24; Da 10:14) 2 Pt 3:3; Hs 9, 12, 3; cp. Hb 1:2. ἐπʼ ἐσχάτου τοῦ χρόνου in the last time Jd 18. ἐπʼ ἐσχάτου τῶν χρόνων at the end of the times/ages 1 Pt 1:20. ἐ. τῶν προσευχῶν μου when I pray, in my prayers (cp. PTebt 58, 31 [111 B.C.] ἐ. τ. διαλόγου, ‘in the discussion’; 4 Macc 15:19 ἐ. τ. βασάνων ‘during the tortures’; Sir 37:29; 3 Macc 5:40; Demetr.: 722, Fgm. 1, 14 Jac. ἐ. τοῦ ἀρίστου; Synes., Ep. 121 p. 258c ἐ. τῶν κοινῶν ἱερῶν) Ro 1:10; Eph 1:16; 1 Th 1:2; Phlm 4.
    w. dat., time at or during which (Hom. et al.; PTebt 5, 66 [118 B.C.]; PAmh 157; LXX; Just., A I, 13, 3 ἐ. χρόνοις Τίερίου) at, in, at the time of, during: ἐ. τοῖς νῦν χρόνοις in these present times 2 Cl 19:4. ἐ. τῇ πρώτῃ διαθήκῃ at the time of the first covenant Hb 9:15. ἐ. συντελείᾳ τ. αἰώνων at the close of the age 9:26 (Tat. 13, 1 ἐ. ς. τοῦ κόσμου; cp. Sir 22:10 and PLond III, 954, 18 p. 154 [260 A.D.] ἐ. τέλει τ. χρόνου; POxy 275, 20 [66 A.D.] ἐ. συνκλεισμῷ τ. χρόνου; En 27:3 ἐπʼ ἐσχάτοις αἰώσιν). ἐ. τῇ θυσίᾳ at the time of, together with, the sacrifice Phil 2:17. ἐ. πάσῃ τῇ μνείᾳ ὑμῶν at every remembrance of you Phil 1:3. ἐ. παροργισμῷ ὑμῶν during your wrath, i.e. while you are angry Eph 4:26. ἐ. πάσῃ τῇ ἀνάγκῃ in all (our) distress 1 Th 3:7b. ἐ. πάσῃ τῇ θλίψει 2 Cor 1:4. ἐ. τούτῳ in the meanwhile J 4:27 (Lucian, Dial. Deor. 17, 2, cp. Philops. 14 p. 41; Syntipas p. 76, 2 ἐφʼ ἡμέραις ἑπτα; 74, 6).
    w. acc.
    α. answering the question ‘when?’ on: ἐ. τὴν αὔριον (Sb 6011, 14 [I B.C.]; PRyl 441 ἐ. τὴν ἐπαύριον) (on) the next day Lk 10:35; Ac 4:5. ἐ. τὴν ὥραν τ. προσευχῆς at the hour of prayer 3:1 (Polyaenus 8, 17 ἐ. ὥραν ὡρισμένην).
    β. answering the qu. ‘how long?’ for, over a period of (Hom. et al.; Mitt-Wilck. II/2, 170, 8=BGU 1058, 9 [13 B.C.]; POxy 275, 9; 15 ἐ. τὸν ὅλον χρόνον; PTebt 381, 19 ἐφʼ ὸ̔ν χρόνον περίεστιν ἡ μήτηρ; LXX; En 106:15; TestJob 30:2 ἐ. ὥρας τρεῖς; TestJud 3:4; TestGad 5:11; Jos., Ant. 11, 2; Just., D. 142, 1 ἐ. ποσόν ‘for awhile’) ἐ. ἔτη τρία for three years (Phlegon: 257 Fgm. 36, 2, 1 Jac.) Lk 4:25. ἐ. τρεῖς ἡμέρας for three days (Diod S 13, 19, 2; Arrian, Anab. 4, 9, 4; GDI 4706, 119 [Thera] ἐπʼ ἀμέρας τρεῖς) GPt 8:30 al. ἐ. ἡμέρας πλείους over a period of many days (Jos., Ant. 4, 277) Ac 13:31.—16:18 (ἐ. πολλὰς ἡμέρας as Appian, Liby. 29 §124; cp. Diod S 3, 16, 4); 17:2; 19:8, 10, 34; 27:20; Hb 11:30. ἐ. χρόνον for a while (cp. Il. 2, 299; Hdt. 9, 22, 1; Apollon. Rhod. 4, 1257; Jos., Vi. 2) Lk 18:4. ἐ. πλείονα χρόνον (Diod S 3, 16, 6; Hero Alex. I p. 344, 17) Ac 18:20. ἐφʼ ὅσον χρόνον as long as Ro 7:1; 1 Cor 7:39; Gal 4:1. Also ἐφʼ ὅσον as long as Mt 9:15; 2 Pt 1:13 (for other mngs. of ἐφʼ ὅσον s. above under 13). ἐφʼ ἱκανόν (sc. χρόνον) for a considerable time (EpArist 109) Ac 20:11. ἐ. χρόνον ἱκανόν Qua. ἐ. πολύ for a long time, throughout a long period of time (Thu. 1, 7; 1, 18, 1; 2, 16, 1 al.; Appian, Liby. 5 §21; Arrian, Cyneg. 23, 1; Lucian, Toxar. 20; Wsd 18:20; Sir 49:13; JosAs 19:3; Jos., Vi. 66: Just., A I, 65, 3) Ac 28:6. ἐ. πλεῖον the same (schol. on Pind., N. 7, 56b; PLille 3, 16 [III B.C.]; Jdth 13:1; Sir prol. l. 7; Jos., Ant. 18, 150) Ac 20:9; any longer (Lucian, D. Deor. 5, 3; Appian, Hann. 54 §227; 3 Macc 5:8; Wsd 8:12; Ath. 12, 3) Ac 24:4; 1 Cl 55:1.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἐπί

  • 18 ποιέω

    ποιέω (Hom.+) impf. ἐποίουν; fut. ποιήσω; 1 aor. ἐποίησα; pf. πεποίηκα; plpf. πεποιήκειν Mk 15:7 (as IMagnMai 93b, 24; on the omission of the augment s. B-D-F §66, 1; Mlt-H. 190). Mid.: impf. ἐποιούμην; 1 aor. ἐποιησάμην; pf. πεποίημαι 1 Cl 1:1. Pass. (has disappeared almost entirely; B-D-F §315): 1 fut. ποιηθήσομαι; 1 aor. 3 pl. ἐποιήθησαν (En 22:9); pf. 3 sg. πεποίηται (Ec 8:14; Tat. 11, 2), ptc. πεποιημένος (Ec 1:14 al.) Hb 12:27. A multivalent term, often without pointed semantic significance, used in ref. to a broad range of activity involving such matters as bringing someth. into being, bringing someth. to pass, or simply interacting in some way with a variety of entities.
    to produce someth. material, make, manufacture, produce τὶ someth. (Gen 6:14ff; 33:17 al.; JosAs 16:8; GrBar 3:5 ‘build’; ApcMos 20; Mel., P. 38, 261).
    of human activity: σκεῦος 2 Cl 8:2. χιτῶνας, ἱμάτια Ac 9:39. εἰκόνα Rv 13:14b. θεούς make gods Ac 7:40 (Ex 32:1). ναοὺς ἀργυροῦς 19:24. ἀνθρακιάν J 18:18. τέσσαρα μέρη 19:23 (s. μέρος 1a). πηλόν 9:11, 14. σκηνὰς pitch tents, build huts (1 Ch 15:1; 2 Esdr 18: 16f; Jdth 8:5; Jos., Ant. 3, 79; Just., D. 127, 3 σκηνήν) Mt 17:4; Mk 9:5; Lk 9:33. ἁγίασμα GJs 6:1; καταπέτασμα τῷ ναῷ 10:1; τὴν πορφύραν καὶ τὸ κόκκινον 12:1.—Used w. prepositional expressions ποιῆσαι αὐτὴν (i.e. τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου) κατὰ τὸν τύπον to make it (the tent of testimony) according to the model (Ex 25:40) Ac 7:44; cp. Hb 8:5. ποιεῖν τι ἔκ τινος make someth. from or out of someth. (i.e. fr. a certain material; Hdt. 2, 96; cp. X., An. 4, 5, 14; Theophr., HP 4, 2, 5; Ex 20:24f; 28:15; 29:2) J 2:15; 9:6; Ro 9:21.
    of divine activity, specifically of God’s creative activity create (Hes., Op. 109; Heraclitus, Fgm. 30 κόσμον οὔτε τις θεῶν οὔτε ἀνθρώπων ἐποίησεν, ἀλλʼ ἦν ἀεὶ καὶ ἔστιν καὶ ἔσται; Pla., Tim. 76c ὁ ποιῶν ‘the Creator’; Epict. 1, 6, 5; 1, 14, 10; 2, 8, 19 σε ὁ Ζεὺς πεποίηκε; 4, 1, 102; 107; 4, 7, 6 ὁ θεὸς πάντα πεποίηκεν; Ael. Aristid. 43, 7 K.=1 p. 2 D.: Ζεὺς τὰ πάντα ἐποίησεν; Herm. Wr. 4, 1. In LXX oft. for בָּרָא also Wsd 1:13; 9:9; Sir 7:30; 32:13; Tob 8:6; Jdth 8:14; Bar 3:35; 4:7; 2 Macc 7:28; Aristobulus in Eus., PE13, 12, 12 [pp. 182 and 184 Holladay]; JosAs 9:5; Philo, Sacr. Abel. 65 and oft.; SibOr 3, 28 and Fgm. 3, 3; 16; Just., A II, 5, 2 al.) w. acc. ἡ χείρ μου ἐποίησεν ταῦτα πάντα Ac 7:50 (Is 66:2). τοὺς αἰῶνας Hb 1:2 (s. αἰών 3). τὸν κόσμον (Epict. 4, 7, 6 ὁ θεὸς πάντα πεποίηκεν τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ αὐτὸν τὸν κόσμον ὅλον; Sallust. 5 p. 10, 29; Wsd 9:9; TestAbr A 10 p. 88, 21 [Stone p. 24]) Ac 17:24. τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν (cp. Ael. Aristid. above; Gen 1:1; Ex 20:11; Ps 120:2; 145:6; Is 37:16; Jer 39:17 et al.; TestJob 2:4; Jos., C. Ap. 2, 121; Aristobulus above) Ac 4:24; 14:15b; cp. Rv 14:7. τὰ πάντα PtK 2 p. 13, 26 (JosAs 12, 2; Just., D. 55, 2; also s. Ael. Aristid. above). Lk 11:40 is classed here by many. Of the relation of Jesus to God Ἰησοῦν, πιστὸν ὄντα τῷ ποιήσαντι αὐτόν= appointed him Hb 3:2 (cp. Is 17:7).—W. a second acc., that of the predicate (PSI 435, 19 [258 B.C.] ὅπως ἂν ὁ Σάραπις πολλῷ σὲ μείζω ποιήσῃ) ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς (God) created them male and female Mt 19:4b; Mk 10:6 (both Gen 1:27c).—Pass. Hb 12:27.—ὁ ποιήσας the Creator Mt 19:4a v.l.
    to undertake or do someth. that brings about an event, state, or condition, do, cause, bring about, accomplish, prepare, etc.
    ἔργα π. do deeds, also in sg. (as JosAs 29:3 μὴ ποιήσῃς τὸ ἔργον τοῦτο) τὰ ἔργα τοῦ Ἀβραὰμ π. do as Abraham did J 8:39. τὰ ἔργα τοῦ πατρὸς ὑμῶν vs. 41; cp. 10:37. τὰ πρῶτα ἔργα Rv 2:5. ἔργον commit a deed 1 Cor 5:2 v.l. ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ 2 Ti 4:5 (s. ἔργον 2).—ἔργον or ἔργα somet. refer to wondrous deeds: ἓν ἔργον ἐποίησα I have done just one (wondrous) deed J 7:21. Pl. 14:12a; cp. vs. 12bc. This illustrates the transition to
    do, perform miracles δυνάμεις Mt 7:22; 13:58; Ac 19:11 (Just., A I, 26, 2 al.); sg. Mk 6:5; 9:39. θαυμάσια Mt 21:15 (cp. Sir 31:9). μεγάλα καὶ θαυμάσια AcPl Ha 8, 33=BMM verso 5f (Just., A I, 62, 4). σημεῖα (Ex 4:17) J 2:23; 3:2; 7:31; 9:16; 11:47b; 20:30; Rv 13:13a; 16:14; 19:20. Sing. J 6:30; 10:41. τέρατα καὶ σημεῖα Ac 6:8; 7:36. ὅσα Mk 3:8; 6:30; Lk 9:10.—Ac 10:39; 14:11.
    of conditions bring about, etc.: εἰρήνην make, establish peace Eph 2:15; Js 3:18 (cp. 2 Macc 1:4). τὴν ἔκβασιν provide a way out 1 Cor 10:13 (on the foll. gen. of the inf. w. the art. s. B-D-F §400, 2; Rob. 1067). ἐπίστασιν ὄχλου cause a disturbance among the people Ac 24:12. τὰ σκάνδαλα create difficulties Ro 16:17. On Mk 6:20 v.l. KRomaniuk, ETL 69, ’93, 140f.—W. dat. of advantage ἐποίουν χαρὰν τοῖς ἀδελφοῖς they brought joy to the members Ac 15:3 (s. ἀδελφός 2a).
    used w. a noun as a periphrasis for a simple verb of doing (s. 7a below; B-D-F §310, 1.—ποιέω in such combinations as early as IPriene 8, 63 [c. 328 B.C.], also Plut., Crass. 551 [13, 6]; s. ἑορτή, end). ἐποίησεν ᾆσμα GJs 6:3. διαθήκην π. Hb 8:9 (Jer 38:32 cod. Q; cp. Is 28:15; TestAbr A 8 p. 86, 6 [Stone p. 20] διάταξιν). π. τὴν ἐκδίκησιν Lk 18:7f; cp. Ac 7:24 (s. ἐκδίκησις 1). ἐνέδραν 25:3. κοπετόν 8:2. κρίσιν (s. κρίσις 1aα and β) J 5:27; Jd 15. θρῆνον GJs 3:1. κυνηγίαν AcPl Ha 1, 33. λύτρωσιν Lk 1:68. ὁδὸν ποιεῖν (v.l. ὁδοποιεῖν) Mk 2:23 (ὁδός 2). π. (τὸν) πόλεμον (μετά τινος) wage war (on someone) Rv 11:7; 12:17; 13:7 (Da 7:8 LXX; 7:21 Theod.; Gen 14:2). πρόθεσιν Eph 3:11; συμβούλιον π. Mk 3:6 v.l.; 15:1; συστροφήν Ac 23:12; cp. vs. 13. φόνον Mk 15:7 (cp. Dt 22:8; Callinicus, Vi. Hyp. 98, 21 Bonn; TestAbr B 10 p. 115, 4 [Stone p. 78, 4]).—τὸ ἱκανὸν ποιεῖν τινι vs. 15 s. ἱκανός 1.
    what is done is indicated by the neut. of an adj. or pron.: τὸ ἀγαθὸν π. do what is good Ro 13:3; τὰ ἀγαθὰ π. J 5:29; ἀγαθὸν π. do good Mk 3:4; 1 Pt 3:11 (Ps 33:15). τὸ καλὸν Ro 7:21; 2 Cor 13:7b; Gal 6:9. τὰ καλὰ (καὶ εὐάρεστα ἐνώπιον αὐτοῦ) 1 Cl 21:1. καλόν Js 4:17. τὸ κακόν Ro 13:4. τὰ κακά 3:8. κακόν 2 Cor 13:7a (κακὸν μηδέν; cp. SIG 1175, 20 κακόν τι ποιῆσαι). κακά 1 Pt 3:12 (Ps 33:17). τὰ ἀρεστὰ αὐτῷ (=τῷ θεῷ) J 8:29; cp. Hb 13:21b; 1J 3:22 (TestAbr A 15 p. 96, 12 [Stone p. 40] πάντα τὰ ἀρεστὰ ἐνώπιον σου ἐποίησεν). πάντα 1 Cor 9:23; 10:31b; IEph 15:3.—ὅ Mt 26:13; Mk 14:9; J 13:7, 27a. τοῦτο Mt 13:28; Mk 5:32; Lk 5:6; J 14:13, 14 v.l.; AcPl Ha 9, 27; Ro 7:15f, 20 (cp. Epict. 2, 26, 4 ὸ̔ θέλει οὐ ποιεῖ καὶ ὸ̔ μὴ θέλει ποιεῖ); 1 Cor 11:24f (the specific sense ‘sacrifice’ in this passage is opposed by TAbbott [JBL 9, 1890, 137–52], but favored by FMozley [ET 7, 1896, 370–86], AAndersen [D. Abendmahl in d. ersten zwei Jahrh. 1904], and K Goetz [D. Abendmahlsfrage2 1907]). αὐτὸ τοῦτο Gal 2:10. ταῦτα Mt 21:23; 23:23; Gal 5:17; 2 Pt 1:10b. αὐτά J 13:17; Ro 1:32; 2:3. τὸ αὐτό Mt 5:46, 47b.—τί ποιήσω; Mk 10:17; cp. J 18:35 (TestAbr A 4 p. 81, 19 [Stone p. 10]; ParJer 6:14 τί ποιήσωμεν; ApcEsdr 7:4 p. 32, 14 Tdf.). τί ἀγαθὸν ποιήσω; Mt 19:16. τί κακὸν ἐποίησεν; Mt 27:23; Lk 23:22; Mk 15:14. τί περισσὸν ποιεῖτε; Mt 5:47a. τί ποιεῖτε τοῦτο; what is this that you are doing? or why are you doing this? Mk 11:3 (GrBar 2:2 τί ἐποίησας τοῦτο; s. B-D-F §299, 1; Rob. 736; 738; Rdm.2 25f). τί ταῦτα ποιεῖτε; Ac 14:15a (as Demosth. 55, 5). τί σὺ ὧδε ποιεῖς; Hv 1, 1, 5. W. ptc. foll. (B-D-F §414, 5; Rob. 1121) τί ποιεῖτε λύοντες; what are you doing, untying? Mk 11:5. τί ποιεῖτε κλαίοντες; what are you doing, weeping? or what do you mean by weeping? Ac 21:13. τί ποιήσουσιν οἱ βαπτιζόμενοι; what are they to do, who have themselves baptized? 1 Cor 15:29.—A statement of what is to be done follows in an indirect question ὸ̔ ποιεῖς ποίησον do what you must do J 13:27 (as Epict. 3, 21, 24 ποίει ἃ ποιεῖς; 3, 23, 1; 4, 9, 18; TestJob 7:13).
    of meals or banquets, and of festivities of which a banquet is the principal part give ἄριστον Lk 14:12. δεῖπνον (q.v. bα) Mk 6:21; Lk 14:12, 16; J 12:2; Hs 5, 2, 9. δοχήν (s. δοχή) Lk 5:29; 14:13; GJs 6:2. γάμους (s. γάμος 1a) Mt 22:2 (JosAs 20:6).—Keep, celebrate (PFay 117, 12) the Passover (feast) Mt 26:18; Hb 11:28 (s. πάσχα 3). Also in connection w. τὴν ἑορτὴν ποιῆσαι Ac 18:21 D the Passover is surely meant. But π. is also used of festivals in general (cp. X., Hell. 4, 5, 2 ποιεῖν Ἴσθμια; 7, 4, 28 τὰ Ὀλύμπια).
    of the natural processes of growth; in plant life send out, produce, bear, yield καρπόν, καρπούς (Aristot., Plant. 1, 4, 819b, 31; 2, 10, 829a, 41; LXX [καρπός 1aα]) Mt 3:10; 7:17ab, 18, 19; 13:26; Lk 3:9; 6:43ab; 8:8; 13:9; Rv 22:2; also in imagery Mt 3:8; 21:43; Lk 3:8. κλάδους Mk 4:32. ἐλαίας Js 3:12a (cp. Jos., Ant. 11, 50 ἄμπελοι, αἳ ποιοῦσιν τὸν οἶνον). π. ὕδωρ produce water vs. 12b (but s. ἁλυκός).—Of capital yielding a return ἡ μνᾶ ἐποίησεν πέντε μνᾶς the mina has made five minas Lk 19:18. Also of a person who operates w. capital make money (Ps.-Demosth. 10, 76; Polyb. 2, 62, 12) ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα Mt 25:16 v.l.
    with focus on causality
    α. The result of the action is indicated by the acc. and inf.; make (to), cause (someone) to, bring it about that (Hom. et al.; also ins [SIG IV p. 510a index], pap, LXX; TestJob 3:7; 42:6; ParJer 9:16f; ApcMos 16; Just., A I, 26, 5, D. 69, 6; 114, 1; Ath. 13, 2) ποιεῖ αὐτὴν μοιχευθῆναι Mt 5:32. ποιήσω ὑμᾶς γενέσθαι ἁλεεῖς ἀνθρώπων Mk 1:17. Cp. 7:37b; Lk 5:34 ( force someone to fast); J 6:10; Ac 17:26; Rv 13:13b.—ἵνα takes the place of the inf.: ποιήσω αὐτοὺς ἵνα ἥξουσιν Rv 3:9; cp. 13:12b, 16. ἵνα without acc. (TestAbr B 6 p. 110, 20 [Stone p. 68] ποίησον ἵνα φαγῶμεν) J 11:37; Col 4:16; Rv 13:15.—ἡμῖν ὡς πεποιηκόσιν τοῦ περιπατεῖν αὐτόν us, as though we had caused him to walk Ac 3:12 (s. B-D-F §400, 7).
    β. w. a double accusative, of the obj. and the pred. (Hom. et al.; LXX; ApcEsdr 4:27 p. 38, 32 Tdf. λίθους ἄρτους ποιήσας; Mel., P. 68, 494 ποιήσας ἡμᾶς ἱεράτευμα καινόν), make someone or someth. (into) someth. W. noun as predicate acc.: ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων Mt 4:19. ὑμεῖς αὐτὸν (i.e. τὸν οἶκον τοῦ θεοῦ) ποιεῖτε σπήλαιον λῃστῶν 21:13; Mk 11:17; Lk 19:46. Cp. Mt 23:15b; J 2:16; 4:46, 54; cp. 2:11; Ac 2:36; 2 Cor 5:21; Hb 1:7 (Ps 103:4); Rv 1:6; 3:12 al. ποίησόν με ὡς ἕνα τ. μισθίων σου Lk 15:19, 21 v.l. (cp. Gen 45:8; 48:20 and s. B-D-F §453, 4; Rob. 481). If the obj. acc. is missing, it may be supplied fr. the context as self-evident ἁρπάζειν αὐτὸν ἵνα ποιήσωσιν βασιλέα take him by force, in order to make (him) king J 6:15.—1 Cor 6:15. Claim that someone is someth., pretend that someone is someth. J 8:53; 10:33; 19:7, 12; 1J 1:10; 5:10. Cp. 5b.—W. adj. as predicate acc.: εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους (Is 40:3) make the paths straight Mt 3:3; Mk 1:3; Lk 3:4. τρίχα λευκὴν π. Mt 5:36. Cp. 12:16; 20:12b; 26:73; 28:14; Mk 3:12; J 5:11, 15; 7:23; 16:2; Ac 7:19; Eph 2:14 ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἕν; Rv 12:15; 21:5. ἴσον ἑαυτὸν ποιῶν τῷ θεῷ (thereby) declaring that he was equal to God or making himself equal to God J 5:18.—Cp. use of the mid. 7b below.
    γ. w. adv. of place send outside ἔξω ποιεῖν τινα put someone out (=send outside; cp. X., Cyr. 4, 1, 3 ἔξω βελῶν ποιεῖν=‘put outside bowshot’) Ac 5:34.
    to carry out an obligation of a moral or social nature, do, keep, carry out, practice, commit
    do, keep the will or law obediently τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ etc. (JosAs 12:3; s. θέλημα 1cγ) Mt 7:21; 12:50; Mk 3:35; J 4:34; 6:38; 7:17; 9:31; Eph 6:6; Hb 10:7, 9 (both Ps 39:9), 36; 13:21; 1J 2:17; Pol 2:2; τὰ θελήματα Mk 3:35 v.l.; Ac 13:22; GEb 121, 34. π. τὰ θελήματα τῆς σαρκός Eph 2:3. Cp. Mt 21:31.—π. τὸν νόμον J 7:19; Gal 5:3; cp. Mt 5:19; Ro 2:14; Gal 3:10 (Dt 27:26); vs. 12 (cp. Lev 18:5).—Mt 7:24, 26; Lk 6:46; J 2:5; 8:44. ἐκεῖνο τὸ προσταχθὲν ἡμῖν ποιήσωμεν let us do what has been commanded us GMary 463, 27f (ParJer 6:9).—ὸ̔ ἐὰν φανηρώσῃ … ὁ θεός, τοῦτο ποιήσομεν GJs 8:2.—ἐξουσίαν ποιεῖν exercise authority Rv 13:12a.
    do, practice virtues (cp. SIG 304, 41f τὰ δίκαια): π. τὴν ἀλήθειαν (ἀλήθεια 2b) live the truth J 3:21 (cp. 1QS 1:5 al.); 1J 1:6. (τὴν) δικαιοσύνην (δικαιοσύνη 3a) 1J 2:29; 3:7, 10; Rv 22:11; 2 Cl 4:2; 11:7. τὰ ἐντολά Ro 22:14 v.l. (SGoranson, NTS 43, ’97, 154–57). Differently Mt 6:1 (δικαιοσύνη 3b), which belongs with ποιεῖν ἐλεημοσύνην vs. 2a and 3a (s. ἐλεημοσύνη 1); cp. Ac 9:36; 10:2; 24:17. π. ἐγκράτειαν 2 Cl 15:1. π. χρηστότητα Ro 3:12 (Ps 13:1, 3; 52:4 v.l.). π. ἔλεος show mercy Js 2:13; μετά τινος to someone Lk 1:72; 10:37a (JosAs 23:4; s. ἔλεος a and μετά A2γג).
    do, commit, be guilty of sins and vices (τὴν) ἁμαρτίαν (ἁμαρτία 1a) J 8:34; 2 Cor 11:7; 1 Pt 2:22; 1J 3:4a, 8, 9; pl. Js 5:15 (TestAbr B 10 p. 115, 10 [Stone p. 78, 10]). ἁμάρτημα (TestJob 11:3; ParJer 2:2; s. ἁμάρτημα) 1 Cor 6:18. (τὴν) ἀνομίαν (ἀνομία 2) Mt 13:41; 1J 3:4b; 1 Cl 16:10 (Is 53:9). βδέλυγμα καὶ ψεῦδος Rv 21:27. τὸ πονηρὸν τοῦτο GJs 13:1; cp. 13:2; 15:3f; ταῦτα 15:2. τὰ μὴ καθήκοντα Ro 1:28. ὸ̔ οὐκ ἔξεστιν Mk 2:24; cp. Mt 12:2.
    The manner of action is more definitely indicated by means of an adv. (Jos., C. Ap. 2, 51). καλῶς ποιεῖν do good or well Mt 12:12; 1 Cor 7:37, 38a (ApcMos 17). κρεῖσσον π. 7:38b; Js 2:8 (s. 5d below), 19; φρονίμως π. act wisely Lk 16:8; π. οὕτως do so (Chariton 8, 6, 4 ποιήσομεν οὕτως=this is the way we will proceed; JosAs 10:20; ApcMos 40; Mel., P. 13, 82) Mt 24:46; Lk 9:15; 12:43; J 14:31 (καθὼς … οὕτως π.); Ac 12:8; 1 Cor 16:1; Js 2:12; B 12:7; GJs 7:2. π. ὡσαύτως proceed in the same way Mt 20:5; ὁμοίως π. Lk 3:11; 10:37b. ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ ποιοῦσιν as the dissemblers do Mt 6:2b. καθὼς ποιεῖτε 1 Th 5:11.—ποιεῖν foll. by a clause beginning w. ὡς: ἐποίησεν ὡς προσέταξεν he did as (the angel) had ordered Mt 1:24; cp. 26:19. Or the clause begins w. καθώς Mt 21:6; J 13:15b (TestJob 7:9). For GJs 17:1 s. 5e.
    The manner of the action is more definitely indicated by a prepositional expr. ποιεῖν κατά τι do or act in accordance w. someth. (SIG 915, 13 π. κατὰ τὰς συνθήκας; 1016, 6; PLille 4, 6; 22 [III B.C.]; BGU 998 II, 12 [II B.C.] π. κατὰ τὰ προγεγραμμένα) κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν as they do Mt 23:3b.—Lk 2:27. Also π. πρός τι: πρὸς τὸ θέλημα 12:47.
    to do someth. to others or someth., do someth. to/with, of behavior involving others, π. τι w. some indication of the pers. (or thing) with whom someth. is done; the action may result to the advantage or disadvantage of this person:
    neutral π. τί τινα do someth. with someone (double acc. as Demosth. 23, 194 τὶ ποιεῖν ἀγαθὸν τὴν πόλιν) τί ποιήσω Ἰησοῦν; what shall I do with Jesus? Mt 27:22. τί οὖν αὐτὴν ποιήσωμεν; what, then, shall I do about (Mary)? GJs 8:2; cp. 14:1; 17:1. τί ποιήσεις τὸν ἀγρόν; what will you do with the land? Hs 1:4 (ParJer 3:9 τί θέλει ποιήσω τὰ ἅγια σκεύη). Cp. Mk 15:12.—B-D-F §157, 1; Rob. 484.—Neutral is also the expr. π. τί τινι do someth. to someone J 9:26; 12:16; 13:12; Ac 4:16. Likew. the passive form of the familiar saying of Jesus ὡς ποιεῖτε, οὕτω ποιηθήσεται ὑμῖν as you do (whether it be good or ill), it will be done to you 1 Cl 13:2.
    to someone’s advantage: π. τί τινι (Diod S 18, 51, 3; TestAbr B 12 p. 116, 19 [Stone p. 80]; ParJer 3:12; ApcMos 3): ὅσα ἐὰν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι Mt 7:12a. τί θέλετε ποιήσω ὑμῖν; what do you want me to do for you? Mt 20:32.—25:40; cp. vs. 45; Mk 5:19f; 7:12; 10:35f, 51; Lk 1:49; 8:39ab; J 13:15a.—π. τι εἴς τινα 1 Th 4:10. π. τι μετά τινος (B-D-F §227, 3, add. reff. B-D-R) Ac 14:27; 15:4 (TestJob 1:4; on the constr. w. μετά s. 3b above and cp. BGU 798, 7; 948, 8).
    to someone’s disadvantage: π. τί τινι (Gen 20:9; JosAs 28:10 μὴ ποιήσητε αὐτοῖς κακόν; ApcMos 42) τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς; what will he do to the vine-dressers? Mt 21:40.—Mk 9:13; Lk 6:11; 20:15; Ac 9:13; Hb 13:6 (Ps 117:6); GJs 9:2.—π. τι εἴς τινα (PSI 64, 20; 22 [I B.C.] μηδὲ ποιήσειν εἰς σὲ φάρμακα) J 15:21. π. τι ἔν τινι Mt 17:12; Lk 23:31.
    w. dat. and adv. ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως they treated them in the same way Mt 21:36. οὕτως μοι πεποίηκεν κύριος the Lord has dealt thus with me Lk 1:25; cp. 2:48; Mt 18:35. εὖ ποιεῖν τινι Mk 14:7. καλῶς π. τινι Mt 5:44 v.l.; Lk 6:27. ὁμοίως π. τινι 6:31b.—In a condensed colloquialism (ποιεῖν) καθὼς ἐποίει αὐτοῖς (to do) as he was accustomed to do for them Mk 15:8 (s. εὐποιί̈α 1).
    w. dat. and prep. κατὰ τὰ αὐτὰ ἐποίουν τοῖς προφήταις οἱ πατέρες αὐτῶν Lk 6:23; cp. vs. 26.
    do, make, with variations in specialized expressions
    get or gain someth. for oneself, provide oneself with someth. ποιήσατε ἑαυτοῖς βαλλάντια Lk 12:33; φίλους 16:9 (cp. X., An. 5, 5, 12 φίλον ποιεῖσθαί τινα).—Without a dat. Ἰησοῦς μαθητὰς ποιεῖ Jesus was gaining disciples J 4:1.
    of mental construction assume, suppose, take as an example (Hdt. et al.) w. double acc. (Pla., Theaet. 197d) ποιήσατε τὸ δένδρον καλόν suppose the tree is good Mt 12:33a; cp. vs. 33b.
    w. an acc. of time spend, stay (Anth. 11, 330; PSI 362, 15 [251/250 B.C.]; UPZ 70, 21; PFlor 137, 7 [III A.D.] ἡμέραν, ἥν ποιεῖ ἐκεῖ; PGen 54, 18 τρεῖς ἡμέρας; Pr 13:23; Ec 6:12; Tob. 10:7 BA; TestJob 20:5; 31:4; ParJer 6:16; ApcMos 37 ὥρας τρεῖς; Jos. Ant. 6, 18 μῆνας τέσσαρας; cp. our colloquial ‘do time’. Demosth. 19, 163 and Pla., Phileb. 50d are wrongly cited in this connection, as shown by WSchulze, Graeca Latina 1901, 23f) χρόνον (Dionys. Hal. 4, 66; ParJer 7:33; ApcMos 31) Ac 15:33; 18:23. μῆνας τρεῖς 20:3. τρεῖς μῆνας GJs 12:3. νυχθήμερον 2 Cor 11:25. ἐνιαυτόν Js 4:13 (TestJob 21:1 ἔτη).
    καλῶς ποιεῖν w. ptc. foll. do well if, do well to, as a formula somet.= please (s. καλῶς 4a and cp. SIG 561, 6f καλῶς ποιήσειν τοὺς πολίτας προσδεξαμένους; UPZ 110, 11 [164 B.C.]; POxy 300, 5 [I A.D.]; 525, 7; Hdt. 5, 24 εὖ ἐποίησας ἀφικόμενος; SIG 598e, 8f) Ac 10:33; Phil 4:14; 2 Pt 1:19; 3J 6; GEg 252, 53.—Sim. καλῶς ποιεῖν, εἰ … Js 2:8 (cp. PPetr II, 11 [1], 1 καλῶς ποιεῖς εἰ ἔρρωσαι).
    αὕτη ἡ ἡμέρα κυρίου ποιήσει ὡς βούλεται this day of the Lord will turn out as (the Lord) wills GJs 17:1 (deStrycker cites Mt 6:34 for the construction); if the accentuation αὐτή is adopted, render: the day of the Lord shall itself bring things about as (the Lord) wills.
    to be active in some way, work, be active, abs. (X., An. 1, 5, 8; Ruth 2:19) w. acc. of time (Socrat., Ep. 14, 8 ποιήσας ἡμέρας τριάκοντα) μίαν ὥραν ἐποίησαν they have worked for only one hour Mt 20:12a. ποιῆσαι μῆνας be active for months Rv 13:5.—Somet. it is not a general action or activity that is meant, but the doing of someth. quite definite. The acc. belonging to it is easily supplied fr. the context: λέγουσιν καὶ οὐ ποιοῦσιν they say (it), but do not do or keep (it) Mt 23:3c (the contrast is not betw. speaking [λαλεῖν] and acting in general).—2 Cor 8:10f (s. Betz, 2 Cor p. 64); 1 Th 5:24.
    make/do someth. for oneself or of oneself mid.
    mostly as a periphrasis of the simple verbal idea (s. 2d) ἀναβολὴν ποιεῖσθαι Ac 25:17 (s. ἀναβολή). ἐκβολὴν ποιεῖσθαι 27:18 (s. ἐκβολή); αὔξησιν π. Eph 4:16; δέησιν or δεήσεις π. Lk 5:33; Phil 1:4; 1 Ti 2:1 (s. δέησις). διαλογισμοὺς π. 1 Cl 21:3; τὰς διδασκαλίας Papias (2:15); τὴν ἕνωσιν π. IPol 5:2; ἐπιστροφὴν π. 1 Cl 1:1 (ἐπιστροφή 1); καθαρισμὸν π. Hb 1:3 (καθαρισμός 2). κοινωνίαν Ro 15:26. κοπετόν Ac 8:2 v.l.; λόγον (Isocr., Ep. 2, 2; Just., D. 1, 3 al.) 1:1; 11:2 D; 20:24 v.l. (on these three passages s. λόγος: 1b; 1aγ and 1aα, end). μνείαν Ro 1:9; Eph 1:16; 1 Th 1:2; Phlm 4 (μνεία 2). μνήμην 2 Pt 1:15 (s. μνήμη 1). μονήν J 14:23 (μονή 1). νουθέτησιν 1 Cl 56:2 (Just., A I, 67, 4). ὁμιλίαν IPol 5:1 (ὁμιλία 2). ποιεῖσθαι τὴν παραβολήν AcPlCor 2:28. πορείαν π. (=πορεύεσθαι; cp. X., An. 5, 6, 11, Cyr. 5, 2, 31; Plut., Mor. 571e; Jos., Vi. 57; 2 Macc 3:8; 12:10; Ar. 4, 2) Lk 13:22. πρόνοιαν π. make provision, care (Isocr. 4, 2 and 136; Demosth., Prooem. 16; Ps.-Demosth. 47, 80; Polyb. 4, 6, 11; Dion. Hal. 5, 46; Aelian, VH 12, 56. Oft. in ins and pap [esp. of civic-minded people]; Da 6:19 προν. ποιούμενος αὐτοῦ; Jos., Bell. 4, 317, C. Ap. 1, 9; Ar. 13, 2) Ro 13:14; Papias (2:15). προσκλίσεις π. 1 Cl 47:3; σπουδὴν π. be eager (Hdt. 1, 4; 5, 30 πᾶσαν σπουδὴν ποιούμενος; 9, 8; Pla., Euthyd. 304e, Leg. 1, 628e; Isocr. 5, 45 πᾶσαν τὴν σπ.̀ περὶ τούτου ποιεῖσθαι; Polyb. 1, 46, 2 al.; Diod S 1, 75, 1; Plut., Mor. 4e; SIG 539A, 15f; 545, 14 τὴν πᾶσαν σπ.̀ ποιούμενος; PHib 71, 9 [III B.C.] τ. πᾶσαν σπ. ποίησαι; 44, 8) Jd 3. συνελεύσεις ποιεῖσθαι come together, meet 1 Cl 20:10 (Just., A I, 67, 7). συνωμοσίαν ποιεῖσθαι form a conspiracy (Polyb. 1, 70, 6; Herodian 7, 4, 3; SIG 526, 16) Ac 23:13.—Cp. use of the act. 2d.
    w. double acc., of the obj. and pred. (Lucian, Prom. Es in Verb. 6 σεμνοτάτας ἐποιεῖτο τὰς συνουσίας; GDI 4629, II, 22; 25 [Laconia]; Jos., Ant. 2, 263; s. 2hβ) βεβαίαν τὴν κλῆσιν ποιεῖσθαι make the calling certain 2 Pt 1:10. οὐδενὸς λόγου ποιοῦμαι τὴν ψυχὴν τιμίαν ἐμαυτῷ I don’t consider my life as something of value for myself Ac 20:24. Cp. use of the act. 2hβ.—B. 538. Cp. πράσσω. Schmidt, Syn. I 397–423. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ποιέω

  • 19 φαίνω

    φαίνω, Od.7.102, etc., [dialect] Ep. also [full] φαείνω (q. v.):—[tense] fut. φᾰνῶ, A.Fr. 304.5, Ar.Ach. 827, etc. ( φᾱνῶ acc. to A.D.Adv.187.26, but φᾱνῶ, Ar. Eq. 300, and ἀναφᾱνῶ, E.Ba. 528, are dub.); [dialect] Ion. φᾰνέω ([etym.] ἀπο-) Hp.Steril. 213, opt.
    A

    φᾰνοίην S.Aj. 313

    (cod. rec., rightly): [tense] aor. 1

    ἔφηνα Il.2.318

    , Hdt.1.95, etc.; [dialect] Dor.

    ἔφᾱνα Pi.I.4(3).2

    , IG42(1).123.28 (Epid., iv B.C.), also later [dialect] Att., subj., ἀπο-φάνῃ dub. l. in IG22.1631.379 ( = 2.811c133);

    φάνῃς Philem.233

    (

    ἐκ-φάνῃς Men.Mon. 418

    = Chares Iamb.4b20); so in late Prose, ([etym.] ἐξ-) Ael.VH12.33, ([etym.] ἐπι-) Ev.Luc.1.79, ([etym.] ἀνα-) Act.Ap. 21.3; [dialect] Ep. iter. φάνεσκε (intr.) Il.11.64, al., Hes.Fr.14.3: [tense] pf.

    πέφαγκα Ps.-Callisth.2.10

    , ([etym.] ἀπο-) Din.1.15, al.: intr. [tense] pf. πέφηνα (v. infr.A 111.2), [dialect] Dor.[ per.] 3pl.

    ἐκ-πεφάναντι Sophr.83

    ; [tense] plpf.

    ἐπεφήνειν D.C.46.10

    :—[voice] Med., [tense] fut. inf.

    φᾰνεῖσθαι Od.12.230

    , [dialect] Ion.

    φᾰνέομαι Hdt.3.35

    ; opt.

    φανοῖσθε Lys.26.10

    (nisi leg. φανεῖσθε); the forms φανῆσθον and [dialect] Dor. imper. φάνευ are corrupt in Pl.Erx. 399e, Teles p.58 H. (leg. φαίνευ): [tense] aor. 1 ἐφηνάμην (trans.) S.Ph. 944, ([etym.] ἀπ-) Hdt.7.52, etc.:—[voice] Pass., [dialect] Ion. [tense] impf.

    φαινέσκετο Od.13.194

    : [tense] fut.

    φᾰνήσομαι Hdt.8.108

    , Sicilian [dialect] Dor. (inf.) φᾰνήσειν (fort. - ησεῖν) Archim.A ren.4.20; [dialect] Ep. [tense] fut.

    πεφήσεται Il.17.155

    : [tense] aor. 1

    ἐφάνθην A.Pers. 263

    (lyr.), S.OT 525, etc.:rare in Prose, X.HG6.4.11, D.58.13, ([etym.] ἀπο-) IG12.10.35, D.19.44; [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    φαάνθη Il.17.650

    , [ per.] 3pl.

    φάανθεν 1.200

    : [tense] aor. 2 ἐφάνην [ᾰ], [dialect] Ep.

    φάνην Il.1.477

    , etc.; [dialect] Ep. [ per.] 3pl.

    φάνεν Od.18.68

    ; [dialect] Ep. subj.

    φανήῃ Il.19.375

    ; [dialect] Ep. inf.

    φανήμεναι 9.240

    : [tense] pf.

    πέφασμαι S.OC 1543

    , [ per.] 3sg.

    πέφανται Il.2.122

    , 16.207, Pi.P.5.115, A.Ag. 374(lyr.); πέφᾰται in B.9.52, Perict. ap. Stob. 4.28.19 belongs either to φαίνω in sense A. 1.5, or to φημί; inf.

    πεφάνθαι Pl.Euthd. 294a

    , etc.; part.

    πεφασμένος Il.14.127

    , Thgn.227, A.Pr. 843, S.OC 1122, Pl.Phdr. 245e, etc.; [ per.] 3pl. [tense] plpf.

    ἐπέφαντο Hes.Sc. 166

    .
    A [voice] Act., bring to light, cause to appear, in physical sense, τέρας τινὶ φ. make a sign appear to one, Il.2.324, cf. Od.3.173, etc.;

    σήματα φαίνων Il.2.353

    ;

    γένυσι φ. ὀπώραν Pi.N.5.6

    ;

    δύο μορφὰς φ. A.Fr.304.5

    ;

    τὸν αὐχένα Hdt.2.132

    ; ἔφην' ἄφαντον φῶς, i.e. fire, S.Ph. 297;

    λαμπάδας Ar.Ra. 1524

    (anap.);

    φ. θησαυρόν E.El. 565

    ; φ. μηρούς, ἐπιγουνίδα, show by baring, i.e. uncover.., Od.18.67,74;

    φαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεια Pi.N.5.17

    ; reflect an image in water,

    τὰ δέ νιν καλὰ κύματα φαίνει Theoc.6.11

    :—[voice] Med., τὰ τόξα.. τοῖσιν Ἀργείοισι φήνασθαι θέλει exhibit them as his own, S.Ph. 944.
    c γόνον Ἑλένῃ φ. show her a child, i. e. grant her to bear one, Od.4.12; φ. παράκοιτίν τινι show (i.e. give) one a wife, 15.26.
    2 of sound, make it clear to the ear, make it ring clear,

    ἀοιδὴν φαίνειν 8.499

    ;

    σάλπιγξ.. ὑπέρτονον γήρυμα φαινέτω στρατῷ A.Eu. 569

    .
    3 show forth, display in action,

    ἀρετήν Od.8.237

    ;

    ἀεικείας 20.309

    ;

    βίην Hes.Th. 689

    ;

    εὐμαχανίαν Pi.I.4(3).2

    ;

    εὔνοιαν Hdt.3.36

    ; ὕβριν ib. 127;

    ὀργάς A.Ch. 326

    (lyr.).
    b set forth, expound,

    νοήματα Il.18.295

    ;

    λόγον Hdt.1.116

    ;

    τριφασίας λόγων ὁδούς Id.1.95

    ; but τὰ λαμπρὰ.. φ. ἔπη make them good, S.OC 721.
    4 inform against one, denounce, φανῶ σε ( σε φανῶ codd.)

    τοῖς πρυτάνεσι Ar.Eq. 300

    (lyr.), cf. Ach. 824, S.Ant. 325: denounce a thing as contraband, Ar.Ach. 542, 819, al.;

    φαίνειν πλοῖον D.58.9

    ; τὰ φανθέντα articles denounced as contraband, ib. 13: abs., give information,

    ὁ φήνας ἢ ὁ γραψάμενος IG12.45.3

    , cf. 4.24, Isoc.18.20, X.Cyr.1.2.14, Phld.Rh.2.207 S., etc.
    5 φαίνειν φρουράν, call up a levy, at Sparta, X.HG3.2.23, al.; also φ. θυσίαν proclaim, order a sacrifice, Philod.Scarph.112:—[voice] Pass., πέφαται θνατοῖσι νίκας ὕστερον εὐφροσύνα has been ordained, B.9.52.
    II abs., give light, shine,

    φαίνοντες νύκτας.. δαιτυμόνεσσι Od.7.102

    , cf. 19.25; of the sun, moon, etc.,

    φ. τινί Ar.Nu. 586

    (troch.);

    εἰς ἅπαντα φ. τὸν οὐρανόν Pl.Ti. 39b

    ;

    ἀλλά, σελάνα, φαῖνε καλόν Theoc.2.11

    ;

    οἱ λύχνοι φ. ἧττον Thphr.Ign.11

    ; cf. φάω: so ἦρι μὲν φαίνοντι in spring when it shines forth, A.Fr.304.4 codd. (leg. φανέντι); of the Dioscuri shining in mid-air, E.El. 1234 (anap.): metaph., ἀγανὴ φαίνουσ' ἐλπίς soft shining hope, A.Ag. 101 (anap., dub.).
    b Φαίνων, οντος, , the planet Saturn, Arist.Mu. 392a23, Cic.ND2.20.52, etc.;

    Φ. ὁ τοῦ Ἡλίου Eudox. Ars5.19

    ; acc.

    - ωνα Placit.2.15.4

    .
    III [dialect] Ep. iter. φάνεσκε appeared,

    μετὰ πρώτοισι φάνεσκε Il.11.64

    ;

    ὑπένερθε δὲ γαῖα φάνεσκε Od. 12.242

    , cf. 11.587, Hes.Fr.14.3.
    2 [tense] pf. 2 πέφηνα is also used intr., S.OC 328, etc.; less freq. in Prose, Hdt.9.120, D.3.22, Plb.9.13.8.
    B [voice] Pass., come to light, appear, φάνεν δέ οἱ εὐρέες ὦμοι, being stripped bare, Od.18.68, cf. Il.22.324, Od.19.39: freq. of fire, shine brightly,

    πυρὰ φαίνετο Ἰλιόθι πρό Il.8.561

    ;

    ἕκαθεν δέ τε φαίνεται αὐγή 2.456

    ;

    δεινὼ δέ οἱ ὄσσε φάανθεν

    shone like fire,

    Il.1.200

    : freq. of the rising of heavenly bodies,

    ἄστρα φαεινὴν ἀμφὶ σελήνην φαίνετ' ἀριπρεπέα 8.556

    , cf. Hes.Op. 598; of the first gleam of daybreak,

    ἦμος δ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς Il.1.477

    , Od.2.1, al.; ἅμ' ἠοῖ φαινομένηφι at break of day, Il.9.618, cf. Od.4.407, al.;

    ἀκτὶς ἀελίου, τὸκάλλιστον.. φανὲν.. τῶν προτέρων φάος, ἐφάνθης ποτ' S.Ant. 100

    (lyr.): of a rising wind,

    οὐδέ ποτ' οὖροι πνείοντες φαίνονθ' ἁλιαέες Od.4.361

    ; of a vapour,

    ἐκ νεφέων ἐρεβεννὴ φ. ἀήρ Il.5.864

    .
    2 of persons, οἴῳ φαινομένη appearing to him alone, Il.1.198, cf. Od.15.517, etc.;

    ἐφάνη λὶς εἰς ὁδόν Il.15.275

    ; οὗπερ κἀφάνης where thou didst first appear, S.OC77;

    χρόνιος φανείς Id.Ph. 1446

    (anap.); ὁδόν φανῆναι a pregnant expression for ἐλθεῖν ὁδὸν ὥστε φανῆναι, Id.El. 1274 (lyr.);

    κέλευθον φανείς Aj. 878

    (lyr.); πόθεν φαίνῃ; whence come you? Pl.Prt. 309a, X.Mem.2.8.1; οὐδαμοῦ φ. is nowhere to be seen, Id.An.1.10.16.
    b come into being, φανεὶς δύστηνος born to misery, S.OC 974, cf. 1225 (lyr.); become,

    ἐκ βασιλέως ἰδιώτην φανῆναι X.An.7.7.28

    ;

    δυοῖν ἐφάνη τριήραρχος D.18.104

    ; to be made out,

    δοῦλος λόγοισιν.. φανείς S.Aj. 1020

    , cf. 1241.
    3 of events, come about,

    τέλος οὔ πώ τι πέφανται Il.2.122

    ;

    φάνη βιότοιο τελευτή 7.104

    ; ἔργον, ἄεθλον, etc., 16.207, Od.21.106, etc.;

    τὸ φανθέν S.Tr. 743

    ; of sayings, to be set forth, λόγος ἀρχαῖος φανείς ib.1, cf. OT 474 (lyr.), 848.
    II appear to be so and so, c. inf.,

    δμῳάων ἥ τίς τοι ἀρίστη φαίνεται εἶναι Od.15.25

    , cf. 11.336;

    οὐ γάρ σφιν ἐφαίνετο κέρδιον εἶναι 14.355

    ;

    τοῦτό μοι θειότατον φαίνεται γενέσθαι Hdt.7.137

    ;

    εὖ σὺ λέγειν φαίνει Ar.Nu. 403

    (anap.), cf. A.Pr. 319, etc.: freq. with inf. omitted,

    οὗ καὶ πρόσθεν ἀρίστη φαίνετο βουλή Il.9.94

    , cf. 2.5;

    ὅς τις φαίνηται ἄριστος Od.14.106

    ;

    σμερδαλέος αὐτῇσι φάνη 6.137

    ;

    ἕρμαιον ἂν ἐφάνη Pl.R. 368d

    , etc.: but in Hdt., etc., also c. part., to be manifest: thus, ἐμοὶ σὺ πλουτέειν μέγα φαίνεαι you appear to me to be very rich, Hdt.1.32; but εὔνοος ἐφαίνετο ἐών he was manifestly well-inclined, Id.7.173, cf. 175, Th.1.2; οὐκ ἄκαιρα φαίνεται λέγειν he appears to be speaking.., A.Pr. 1036; but φανέονται λέγοντες οὐδέν it will be manifest that they talk nonsense, Hdt.3.35;

    φαίνομαι δύο καθορᾶν εἴδη Pl.Sph. 235d

    ; but

    οὐκ ἂν φανεῖμεν πήματ' ἔρξαντες A.Pers. 786

    ;

    πλαγκτὸς οὖσ' ἐφαινόμην Id.Ag. 593

    , cf. Hdt.9.89, E.Andr. 343;

    ἐφάνησαν πεπονθότες Pl.Ap. 22c

    : with part. omitted, πέφανται ἁρματηλάτας σοφός (sc. ὤν) Pi.P.5.115, cf. N.6.14;

    κρατηθεὶς ἡμερώτερος φανεῖ A.Ag. 1632

    ; Κᾶρες ἐφάνησαν (sc. ὄντες) they were seen to be Carians, Th.1.8; τί φαίνομαι (sc. ὤν) δῆτ'; what do I look like? E.Ba. 925;

    ὡς ἀγαθοὶ.. ἐφάνησαν Pl.R. 408a

    : hence φαίνεσθαι, opp.

    εἶναι, εἶναι μὲν ὅσπερ εἰμί, φαίνεσθαι δὲ μή E.Fr. 698

    (ap.Ar.Ach. 441);

    στρατηγὸς ἀγαθὸς μὴ ὢν φαίνεσθαι X.Mem.1.7.3

    ;

    ὀλίγοι καὶ ὄντες καὶ φαινόμενοι Id.HG6.5.28

    .
    2 in Philosophy, φαίνομαι (abs.) is sts. used of what appears to the senses,

    φαίνεται δ' οὐδὲν

    is observed,

    Arist. Ph. 204b35

    , cf. Cael. 312b30;

    φ. κατὰ τὴν αἴσθησιν Id.GA 716a31

    : sts. of what is mentally manifest, Id.EN 1175a29; to be evident, Id.APr. 24b24: esp. appear to the imagination (cf.

    φαντασία 2

    ), Pl.Sph. 264b;

    φ. καὶ μύουσιν ὁράματα Arist.de An. 428a16

    ; φ. δέ τι.. οἷον τὰ ἐν τοῖς ὕπνοις ib.a7: distd. from αἰσθάνεσθαι and δοξάζειν, ib.b1: esp. in part. φαινόμενος, η, ον:
    a appearing in sense experience,

    τὰ φ. κατὰ τὴν αἴσθησιν Id.Cael. 303a22

    , al.;

    εἴτε τὰ δοκοῦντα πάντα ἐστὶν ἀληθῆ καὶ τὰ φ. Id.Metaph. 1009a8

    , cf. de An. 404a29 (sg.);

    τὰ φ.

    sense-data,

    Id.PA 639b8

    , Epicur.Ep.1pp.9,10 U., al.: Astron., τὰ φ. = celestial phenomena, title of a work by Eudoxus, versified by Aratus, Hipparch. 1.1.8, cf. Arist. Cael. 293b27; πρός τινας δόξας αὑτῶν τὰ φ. προσέλκοντες ib. 293a26: generally,

    τὸ μὴ ἐκ φαινομένων τὸ βλεπόμενον γεγονέναι Ep.Heb.11.3

    .
    b mentally apparent, opp. ὄντα τῇ ἀληθείᾳ, Pl.R. 596e, cf. Arist.Top. 100b24, EN 1113a24;

    τὰ οὖν ἐμοὶ φαινόμενα οὕτω φαίνεται Pl.R. 517b

    ; [

    νοῦς] τῶν φ. θειότατον Arist. Metaph. 1074b16

    ; τὸ φ. εἰπεῖν to express one's opinion, Plu.2.158c: hence, specious, fallacious, φ. ἐνθυμήματα, opp. ὄντα, Arist.Rh. 1402a28.
    c

    τὰ φ.

    what is to be seen, show,

    Lib.Or.30.28

    .
    3 freq. in answers in Plato's dialogue, φαίνεται, yes, Prt. 332e, R.333c, al.;

    ὥς γέ μοι φ. Prt.324d

    , cf. R.383a, al.: [τοῦτο] φῂς εἶναι; Answ. φαίνομαι (sc. λέγειν) X.Mem.4.2.20.
    b later impers. c. dat. pers. et inf., it seems good, ἐάν σοι φαίνηται Wilcken Chr.304.11 (iii B.C.), cf. PCair.Zen.44.7,16 (iii B.C.), etc.;

    ὁπότε αὐτῷ φανείη στρατιὰν ἐξάγειν D.H.2.14

    , cf. 4.85.
    4 joined with

    δοκέω, εἰ δὴ κακός τε φ. δοκῶ τέ σοι E.Hipp. 1071

    ;

    δοκοῖμεν ἂν.. χείρους φαίνεσθαι Th.1.122

    , cf. Pl.Phdr. 269d, Erx. 399c, X.Mem.2.1.22.
    5 οὐδαμοῦ φαίνεσθαι 'to be nowhere', metaph. from racing, Pl.Phd. 72c, cf. Grg. 456b, D.18.310.
    III τὰ φανθέντα, v. supr. A. 1.4.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φαίνω

  • 20 χράω

    χράω (A), used in [dialect] Ep. only in [tense] aor. 2,
    A fall upon, attack, assail, c. dat. pers.,

    στυγερὸς δέ οἱ ἔχραε δαίμων Od.5.396

    ;

    τίς τοι κακὸς ἔχραε δαίμων; 10.64

    ; so

    ἠϊθέοις οὐκ ἔστι τόσος πόνος, ὁππόσος ἡμῖν.. ἔχραε AP5.296

    (Agath.): cf. ἐπιχράω (B).
    II c. acc. rei, inflict upon a person,

    κακὸν δέ οἱ ἔχραε κοῖτον Nic.Th. 315

    .
    III c. inf., conceive a desire to.., τίπτε σὸς υἱὸς ἐμὸν ῥόον ἔχραε κήδειν ἐξ ἄλλων; why did he want (or needed he) to vex my stream of all others? Il.21.369; μνηστῆρες.., οἳ τόδε δῶμα ἐχράετ' ἐσθιέμεν καὶ πινέμεν ye suitors.., who have become so eager to.., Od.21.69. (For signfs. 1, 11, cf. ζαχρηής; for 111 perh. cf. χρή, κέχρημαι ( χράω (B) C), χρῇ, χρῇς.)
    ------------------------------------
    χράω (B). A. FORMS: [var] contr.
    A

    χρῇ S.El.35

    , [dialect] Ion.

    χρᾷ Hdt.1.62

    (also Luc.DMort.3.2); inf.

    χρᾶν Hdt.8.135

    (also Luc.Alex.19); [dialect] Ion. part.

    χρέων h.Ap. 253

    , fem.

    χρέωσα Hdt.7.111

    ; [dialect] Ep.

    χρείων Od.8.79

    , h.Ap. 396: [tense] impf.

    ἔχραον Pi.O.7.92

    (v.l. ἔχρεον), A.R.2.454; [ per.] 3sg.

    ἔχρη Tyrt.3.3

    , Hermesian.7.89, ([etym.] ἐξ-) S.OC87: [tense] fut.

    χρήσω h.Ap. 132

    , Hdt.1.19, A.Ag. 1083: [tense] aor.

    ἔχρησα Hdt.4.156

    , etc.:—[voice] Pass., [tense] aor.

    ἐχρήσθην Id.1.49

    , etc.: [tense] pf. κέχρησμαι (v.l. κέχρημαι) Id.4.164, 7.141: [tense] plpf. ἐκέχρηστο (v.l. ἐκέχρητο) Id.2.147, 151, 3.64, etc.:—[voice] Med.,

    χρῶμαι Th.1.126

    , etc., [dialect] Ion.

    χρέομαι Hdt.

    , inf.

    χρέεσθαι 1.157

    ( χρᾶσθαι ib. 172); part.

    χρεώμενος 4.151

    : [tense] impf. [ per.] 3pl. ἐχρέωντο (v.l. ἐχρέοντο) 4.157, 5.82: [tense] fut.

    χρήσομαι Od.10.492

    , etc.
    I in [voice] Act. of the gods and their oracles, proclaim, abs.,

    χρείων μυθήσατο Φοῖβος 8.79

    :

    χρείων ἐκ δάφνης γυάλων ὕπο Παρνησοῖο h.Ap. 396

    : c. acc. rei, χρήσω ἀνθρώποισι Διὸς βουλήν ib. 132, cf. Thgn.807, Pi.l.c., Plot.2.9.9;

    ἡ Πυθίη οἱ χρᾷ τάδε Hdt.1.55

    , cf. 4.155; χρῆσεν οἰκιστῆρα Βάττον proclaimed him the colonizer, Pi.P.4.6; also in Trag.,

    ὁ χρήσας A. Eu. 798

    ;

    χρήσειν ἔοικεν ἀμφὶ τῶν αὑτῆς κακῶν Id.Ag. 1083

    ;

    χρῇ μοι τοιαῦθ' ὁ Φοῖβος S.El.35

    ;

    σοὶ δ' οὐκ ἔχρησεν οὐδέν E.Hec. 1268

    ;

    χ. φόνον Id.El. 1267

    : also c. acc. cogn.,

    χ. χρησμόν Id.Ph. 409

    ;

    ὑμνῳδίαν Id. Ion 681

    (lyr.): c. inf., warn or direct by oracle,

    ἔχρησας ὥστε τὸν ξένον μητροκτονεῖν A.Eu. 202

    ; without ὥστε, ib. 203; χρήσαντ' ἐμοὶ.. ἐκτὸς αἰτίας κακῆς εἶναι that I should be.., Id.Ch. 1030; c. inf. [tense] aor., Ar. V. 159: rare in [dialect] Att. Prose,

    τάδε ὁ Ἀπόλλων ἔχρησεν IG12.80.10

    ;

    τὸν Ἀπόλλω ταύτην τὴν γῆν χρῆσαι οἰκεῖν Th.2.102

    ;

    τοῦ θεοῦ χρήσαντος Id.5.32

    , cf. Lycurg.99;

    ἔχρησεν ὁ θεός SIG1044.5

    (Halic., iv/iii B. C.);

    ὁ θεὸς ἔχρησε IG42(1).122.78

    (Epid., iv B. C.).
    II [voice] Pass., to be declared, proclaimed by an oracle,

    τίς οὖν ἐχρήσθη; E. Ion 792

    ; mostly of the oracle delivered,

    τὰ ἐκ Δελφῶν οὕτω τῷ Κροίσῳ ἐχρήσθη Hdt.1.49

    ;

    τὰ χρηστήρια ταῦτά σφι ἐχρήσθη Id.9.94

    ;

    ἠπίως χρησθῆναι Id.7.143

    ; τὸ χρησθέν, τὰ χρησθέντα, the response, Id.1.63, 7.178;

    ἐν Πυθῶνι χρησθὲν παλαίφατον Pi.O.2.39

    ;

    πεύθου τὰ χρησθέντ' S.OT 604

    ; χρησθὲν αὐτῷ ἐν Νεμέᾳ τοῦτο παθεῖν since it was foretold him by an oracle that.. Th.3.96; ἃ τοῦδ' ἐχρήσθη σώματος which were declared about it, S.OC 355;

    τὸν κεχρησμένον θάνατον Hdt.4.164

    (- χρημ- codd.);

    τοῦ κακοῦ τοῦ κεχρησμένου Id.7.141

    (v.l. -χρημ-): impers., c. inf., καί σφι ἐχρήσθη ἀνέμοισι εὔχεσθαι ib. 178: c. acc. et inf.,

    ἐκέχρηστό σφι.. τοῦτον βασιλεύσειν Id.2.147

    ; c. inf. [tense] aor., Id.7.220.
    III [voice] Med., of the person to whom the response is given, consult a god or oracle, c. dat.,

    ψυχῇ χρησόμενος Θηβαίου Τειρεσίαο Od.10.492

    , 565; χ. θεῷ, χρηστηρίοισι, μαντηΐῳ, Hdt.1.47, 53, 157;

    τῷ θεῷ Aeschin.3.124

    ;

    χ. μάντεσι Μούσαις Ar.Av. 724

    (anap.), cf. Pl. Lg. 686a;

    ὅσοι μαντικὴν νομίζοντες οἰωνοῖς χρῶνται X.Mem.1.1.3

    ; χ. χρηστηρίῳ εἰ .. inquire at the oracle whether.., Hdt.3.57: abs.,

    ὑπέρβη λάϊνον οὐδὸν χρησόμενος Od.8.81

    , cf. h.Ap. 252, 292;

    ἀπέστειλε ἄλλους χρησομένους Hdt.1.46

    ; οἱ χρώμενοι the consulters, E.Ph. 957;

    χρωμένῳ ἐν Δελφοῖς Th.1.126

    ; also

    χ. περὶ τοῦ πολέμου Hdt.7.220

    , cf. 1.85, 4.150, 155, etc.;

    κεχρημένος

    having inquired of an oracle,

    Arist.Rh. 1398b33

    : c. inf., σωφρονεῖν κεχρημένον being divinely warned to be temperate, A.Pers. 829, cf. Marcellin.Vit. Thuc.6: later simply, receive a divine revelation, Plot.5.3.14.—Hom. has the word in this sense only in Od.: the [voice] Act. only in [tense] pres. part. χρείων ([tense] fut.

    χρήσω h.Ap. 132

    ): the [voice] Med. only in part. [tense] fut. χρησόμενος.
    B furnish with a thing, in which sense the [tense] pres. was [full] κίχρημι, D.53.12, Plu.Pomp.29; Cret. [ per.] 3sg.

    κίγχρητι Inscr.Cret.1 xxiii 3

    (Phaestus, ii B. C.); Delph. [ per.] 3sg. [tense] pres. subj.

    κιχρῇ Schwyzer 324.17

    (iv B. C.): [tense] aor. χρέη ib.13; [tense] pres. part. κιχρέντε ib.adn. (rarely [full] χρηννύναι, [full] χρηννύω, Thphr.Char.5.10, 10.13: [voice] Med.,

    χρηννυόμεθα PCair.Zen. 304.4

    (iii B. C.)): [tense] fut.

    χρήσω Hdt.3.58

    : [tense] aor. ἔχρησα ibid., 6.89, Ar. Th. 219, X.Mem.3.11.18, Lys.19.24, IG12.108.16, etc. ([ per.] 3sg. written

    ἔκχρησεν IG12(3).1350.4

    ([place name] Thera)); imper.

    χρῆσον Ar.Ra. 1159

    , Pl. Com.205: [tense] pf.

    κέχρηκα Men.461

    , 598, Plb.29.21.6 ( = D.S.31.10): [tense] plpf.

    ἐκεχρήκει App.BC2.29

    :—[voice] Pass., [tense] pf. κέχρημαι ([etym.] δια-) D.27.11:—[voice] Med., [tense] pres.

    κίχρᾰμαι Plu.2.534b

    ; inf.

    κίχρασθαι Thphr.Char.30.20

    : [tense] impf.

    ἐκιχράμην AP9.584.10

    : [tense] aor. ἐχρησάμην, imper.

    χρῆσαι E.El. 191

    (lyr.), etc.:— furnish the use of a thing, i.e. lend, usu. in a friendly way, δανείζω being the word applied to usurers (but χ. = δανείζω in Antipho Soph.54), ll. cc.;

    οὐ δεδωκώς, ἀλλὰ χρήσας Arist.EN 1162b33

    , cf. LXX Ex.11.3;

    ἡ πειρατικὴ δύναμις χρήσασα ταῖς βασιλικαῖς ὑπηρεσίαις ἑαυτήν Plu.Pomp.24

    ;

    χ. τὴν ἑαυτοῦ σχολήν τισι Id.Phil. 13

    ; χ. τὰν χέρα, in the formula of manumission, IG9(1).189, 194 ([place name] Tithora):—[voice] Med., borrow, τι E.El. 191 (lyr.), Thphr.Char.30.20: abs.,

    χρησαμένη γὰρ ἔνησα καὶ οὐκ ἔχω ἀνταποδοῦναι Batr.186

    ; πόδας χρήσας, ὄμματα χρησάμενος having lent feet and borrowed eyes, of a blind man carrying a lame one, AP9.13 (Pl.Jun.), cf. Pl.Demod. 384b, 384c.
    ------------------------------------
    χράομαι. (See also χράω)
    C [voice] Med. [full] χράομαι, [dialect] Att. [full] χρῶμαι, χρῇ prob. in Pl.Hp.Mi. 369a,

    χρῆται Ar.V. 1028

    (anap.), etc. (also Trag., A.Ag. 953), χρώμεθα, χρῆσθε, χρῶνται, And.4.6, Pl.La. 194c, Th.1.70, etc.; [dialect] Dor. [full] χρέομαι Sophr.126; [dialect] Ion.

    χρᾶται Hdt.1.132

    , al. (so in later Prose, Iamb. in Nic.p.28 P.); χρέεται v.l. in Hdt.4.50;

    χρέονται Hp.

    Aër.1;

    χρέωνται Hdt.1.34

    , 4.108, al.;

    χρείωνται Heraclit.104

    ; opt.

    χρῴμην, χρῷο Pl. Cri. 45b

    ,

    χρῷτο Gorg.Fr.20

    , etc.; [dialect] Ion.

    χρέοιτο Hp.Acut.56

    ; imper.

    χρῶ Democr.270

    , Ar.Th. 212, Isoc.1.34, [dialect] Ion.

    χρέο Hp.Steril.230

    , Hdt. 1.155 (v.l. χρέω, as in Hp.Acut. (Sp.) 62); [ per.] 3sg. [dialect] Dor.

    χρηείσθω SIG 1009.7

    (Chalcedon, iii/ii B. C.); [ per.] 2pl.

    χρῆσθε And.1.11

    ; [ per.] 3pl.

    χρήσθων Ar.Nu. 439

    (s. v.l.; v. infr.111.4b), Th.5.18;

    χρώσθων IG12.122.5

    ; [dialect] Dor.

    χρόνσθω Mnemos.57.208

    (Argos, vi B. C.); inf. [dialect] Att. and [dialect] Ion.

    χρῆσθαι IG12.57.19

    , Ar.Av. 1040, Lys.25.20, SIG57.5 (Milet., v B. C.), IG12(5).593 A12 (Ceos, v B. C.); [dialect] Ion. and Hellenistic

    χρᾶσθαι Hdt. 2.15

    , 3.20, al., IG12(5).606.9 (Ceos, iv/iii B. C.), SIG344.50 (Teos, iv B. C.), 1106.80 (Cos, iv/iii B. C.), PCair.Zen.299.10 (iii B. C.), OGI214.19 (Didyma, iii B. C.), IG22.1325.24 (both forms in Phld.Rh.1.66S. and Ph.Bel.,

    χρῆσθαι 57.35

    , al.,

    χρᾶσθαι 53.49

    , al.), [dialect] Ion. χρέεσθαι as v.l. for χρῆσθαι Hdt.1.21, 187, al. ( χρῆσθαι ib. 153 codd.), so in Arc., IG5 (2).514.14 (Lycosura, ii B. C.), Elean

    χρηῆσται Inscr.Olymp.1.3

    (vii/vi B. C.), [dialect] Boeot.

    χρειεῖσθη IG7.3169

    (Orchom., iii B. C.); [dialect] Locr. and [dialect] Lacon.

    χρῆσται IG9(1).334.19

    , 23 (Oeanthea, v B. C.), 5(1).1317.8 (Thalamae, iv/iii B. C.); part. [dialect] Att.

    χρώμενος A.Eu. 655

    , IG12.81.6, etc.; [dialect] Ep. and [dialect] Ion.

    χρεώμενος Il.23.834

    (as a dactyl), Hdt.2.108, Hp.Acut.18, [dialect] Dor.

    χρείμενος SIG395.4

    , 438.11 (both Delph., iii B. C.), Berl.Sitzb.1927.156 ([place name] Cyrene),

    χρήμενος Riv.Fil.58.472

    (Gortyn, iii B. C.),

    χρεύμενος SIG1166.3

    ([place name] Dodona): [tense] impf. [dialect] Att.

    ἐχρώμην Antipho 5.63

    ,

    ἐχρῶ Ar.Ra. 111

    , And.1.49,

    ἐχρῆτο Th.1.130

    , etc.; pl.,

    ἐχρώμεθα Lys.Fr.29

    ,

    ἐχρῶντο Antipho 6.28

    , etc.; [dialect] Ion.

    ἐχρᾶτο Hdt.2.173

    (v.l. -ῆτο), 3.3, 129, al. (also found in Anaxipp.1.9 codd.Ath.),

    ἐχρέωντο Hdt.2.108

    , al.: but

    ἐχρῆτο 3.41

    codd., Herod.6.55, ([etym.] προς-) Hp.Epid.3.17.ά: [tense] fut.

    χρήσομαι S.Ph. 1133

    (lyr.), etc.; also

    κεχρήσομαι Theoc.16.73

    : [tense] aor.

    ἐχρησάμην S.OT 117

    , Th.5.7, al.: [tense] pf. κέχρημαι (v. infr. 1): [tense] aor. ἐχρήσθην in pass. sense (v. infr. vii):—in [tense] pf. κέχρημαι (with [tense] pres. sense) c. gen., desire, yearn after, the usual sense in [dialect] Ep., οὔτ' εὐνῆς πρόφασιν κεχρημένος (sc. αὐτῆς)

    οὔτε τευ ἄλλου Il.19.262

    ;

    νόστου κεχρημένον ἠδὲ γυναικός Od.1.13

    ;

    κομιδῆς κεχρημένοι ἄνδρες 14.124

    , cf. 17.421, 20.378, 22.50;

    μαντοσυνεων κεχρημένοι Emp.112.10

    .
    2 to be in want of, lack,

    τοῦ κεχρημένοι; S.Ph. 1264

    , cf. E.IA 382 (troch.); [

    βορᾶς] κεχρημένοι Id.Cyc.98

    ;

    οὐ πόνων κεχρήμεθα Id.Med. 334

    ;

    τίνος κέχρησθε, γυναῖκες; Theoc.26.18

    : [tense] fut.,

    ὃς ἐμεῦ κεχρήσετ' ἀοιδοῦ Id.16.73

    ; χρήσομεθα εἰς τὰ ἔργα καὶ ὁδοῦ.. καὶ ὕδατος we shall need.., SIG1182.12 (Ephes., iii B. C.): freq. abs. in part. κεχρημένος, lacking, needy, Od.14.155, 17.347, Hes.Op. 317, 500, E.Supp. 327, Pl.Lg. 717c: but κεχρηόσι δαίτης is f.l. for κεχαρηόσι in Nic.Fr.70.18.
    3 [tense] pf. and [tense] plpf. κέχρημαι, κεχρήμην, in [tense] pres. and [tense] impf. sense, c. dat., enjoy, have, φρεσὶ γὰρ κέχρητ' ἀγαθῇσι ([etym.] ν) Od.3.266, 14.421, 16.398; αὕτη (sc. ἡ χώρη)

    ὕδασι κάλλιστα κέχρηται Hp.

    Aër.12; ἡ καταδεεστέροις τούτοις (sc. τοῖς εἴδεσι)

    κεχρημένη τραγῳδία Arist.Po. 1450a32

    , cf. a13, b33; ἄλλαις, μικραῖς διαφοραῖς, Id.Metaph. 1042b31, Phgn. 809a8; ὑγροτέραις σαρξί ib. b11; θριξὶ ξανθαῖς ib.25;

    καθαρωτάτῳ.. αἵματι Id.Resp. 477a21

    ; τῶν.. πλαγίαις ταῖς ῥάβδοις κεχρημένων (sc. ἰχθύων) Id.Fr. 295;

    εὐγενείᾳ κεχρημένος IG42(1).83.10

    (Epid., i A. D.);

    σφαιρικῷ ὄγκῳ PLit.Lond.167.25

    (ii/iii A. D.), cf. κεχρημένως ([place name] Addenda); so in [tense] pres.,

    χρῶνται δειλαῖς φρεσὶ, δαίμονι δ' ἐσθλῷ Thgn.161

    ; μέρη

    τραγῳδίας, οἷς ὡς εἴδεσι δεῖ χρῆσθαι, πρότερον εἴπομεν Arist.Po. 1452b14

    , cf. 1458b14.
    II use, [tense] pres. once in Hom., abs.,

    ἑξει μιν καὶ πέντε περιπλομένους ἐνιαυτοὺς χρεώμενος Il.23.834

    : later mostly c. dat. (for acc. v. infr. VI),

    ἀκμαζούσῃ τῇ ῥώμῃ τῶν χειρῶν χρώμενος Antipho 4.3.3

    ;

    ἐσθῆτι τοιῇδε χρέωνται Hdt.1.195

    , cf. 202, Ar.Ra. 1061 (anap.);

    διφασίοισι γράμμασι χ. Hdt.2.36

    ; τοῖσιοὐνόμασι τῶν θεῶν ib.52; πλατυτέροισι ἐχρέωντο τοῖσι πόμασι, ἐκ φρεάτων χρεώμενοι ib. 108; τοῖσι ἐποποιοῖσι χρεώμενον λέγειν ib. 120; ὅστις ἐμπύρῳ χρῆται τέχνῃ consults burnt offerings, E.Ph. 954; χ. ἀργυρίῳ make use of money, Pl.R. 333b;

    ἀργύρῳ Ar.Ec. 822

    ; χ. ἵπποις manage them, X.Smp.2.10; χ. ἰχθύσι use for food, Plu.2.668f; οἴνῳ χ. ἐπὶ πλέον ib.715d; χ. ναυτιλίῃσι, θαλάσσῃ, Hdt.2.43, Th.1.3;

    ὠνῇ καὶ πρήσι Hdt.1.153

    ;

    δρασμῷ Aeschin.3.21

    ;

    τέχναις X.Mem.3.10.1

    , Oec.4.4;

    τῇ τέχνῃ POxy.1029.25

    (ii A. D.); χρώμενοι τῇ πόλει taking a part in politics, E. Ion 602;

    ἐκκλησίαισιν ἦν ὅτ' οὐκ ἐχρώμεθα Ar.Ec. 183

    ; ἄλλον τρόπον τῇ πολιτείᾳ κέχρημαι, = πεπολίτευμαι, Hyp.Eux.28;

    φωνὴν δυναμένην ὄχλῳ χρῆσθαι Isoc.5.81

    ; τῇ τραπέζῃ τῇ τοῦ πατρὸς ἐχρῆτο he had dealings with my father's bank, D.52.3; χ. τοῖς πράγμασι καὶ τοῖς καιροῖς administer them, Isoc.6.50.
    III experience, suffer, be subject to, esp. external events or conditions,

    δάμαρτος 'Ιππολύτας Ἀκάστου δολίαις τέχναισι χρησάμενος

    having experienced,

    Pi.N.4.58

    ;

    κείμεθ' ἀγηράντῳ χρώμενοι εὐλογίῃ Simon.100.4

    ;

    νιφετῷ Hdt.4.50

    ;

    στίβῃ καὶ νιφετῷ Call.Epigr.33.3

    ;

    χειμῶνι Antipho 5.21

    , D.18.194;

    λαίλαπι AP7.503

    (Leon.); στυγεροῖς πνεύμασι Epigr. ap. D.S.13.41 (iv B. C.);

    ἀνάγκῃ Antipho 5.22

    ;

    οἰκεῖα πράγματ' εἰσάγων, οἷς χρώμεθ', οἷς σύνεσμεν Ar.Ra. 959

    ;

    γυναικῶν τῶν τοῖς τόκοις χρωμένων πλείοσιν Arist.HA 582a24

    ;

    ἀπεψίαις χ. IG42(1).126.4

    (Epid., ii A. D.);

    ἑκὼν.. οὐδεὶς δουλίῳ χρῆται ζυγῷ A.Ag. 953

    ; νόμοισι χ. live under laws, Hdt. 1.173, 216, cf. IG9(1).334.19 ([dialect] Locr., v B. C.);

    νόμοις τοῖς ἰδίοις Riv.Fil.58.472

    (Gortyn, iii B. C.);

    ἀνομίᾳ X.Mem.1.2.24

    ;

    γαλανείᾳ χρησάμενοι μανιάδων οἴστρων E.IA 546

    (lyr.); χ. εὐμαρείᾳ to be at ease, S.Tr. 193 (but, ease oneself, Hdt.2.35);

    συντυχίῃ χ. Id.5.41

    ;

    τύχῃ E.Heracl. 714

    , And.1.67, 120;

    πολλῇ εὐτυχίᾳ Pl.Men. 72a

    ; πολλῇ τῇ νίκῃ χρῆται, = παρὰ πολὺ νικᾷ, And.4.31;

    συμφορῇ κεχρημένος Hdt.1.42

    , cf. E.Med. 347;

    τοιούτῳ μόρῳ ἐχρήσατο ὁ παῖς Hdt. 1.117

    ; θείῃ πομπῇ χρεώμενος divinely sent, ib.62; of mental conditions present in the subject, τῷ χόλῳ χρέομαι I feel anger, Sophr. 126;

    λογισάμενος ἢν εὑρίσκῃ πλέω τε καὶ μέζω τὰ ἀδικήματα ἐόντα τῶν ὑποργημάτων, οὕτω τῷ θυμῷ χρᾶται Hdt.1.137

    ; μὴ πάντα θυμῷ χρέο ib. 155;

    ὀργῇ χρωμένη S.OT 1241

    ;

    ὀργῇ μεγάλῃ μοι ἐχρήσω LXX Jb.10.17

    , cf. 19.11, al.; ἀγνωμοσύνῃ χρησάμενοι ἀπέστησαν they stiffened their necks and.. Hdt.5.83; οἴησις γάρ, καὶ μάλιστα ἐν ἰητρικῇ, αἰτίην μὲντοῖσι κεχρημένοισιν, ὄλεθρον δὲ τοῖσι χρεωμένοισι ἐπιφέρει vanity brings blame on its possessor (or victim) and ruin on those who consult him, Hp Decent.4;

    πολλῇ ἀνοίᾳ χρώμενος Antipho 3.3.2

    ;

    ἀμαθίᾳ πλέονι.. χρῆσθε Th.1.68

    ;

    ταῖς ἐπιθυμίαις μείζοσιν ἢ κατὰ τὴν ὑπάρχουσαν οὐσίαν ἐχρῆτο Id.6.15

    ;

    φθόνῳ καὶ διαβολῇ χ. Pl.Ap. 18d

    ;

    οὺ τῇ ἑαυτοῦ ἁμαρτίᾳ ἀλλὰ τῇ τοῦ πατάξαντος χρησάμενος ἀπέθανεν Antipho 4.3.4

    ;

    τοῖς ἁμαρτήμασι παραπλησίοις ἐχρήσαντο Isoc.8.104

    ;

    μή τι ἄρα τῇ ἐλαφρίᾳ ἐχρησάμην; 2 Ep.Cor.1.17

    .
    2 with verbal nouns. periphr. for the verb derived from the noun, ἀληθέϊ λόγῳ χ. use true speech, i.e. speak the truth, Hdt.1.14; ἀληθείῃ χ. ib. 116, 7.101; βοῇ χ. set up a cry, Id.4.134; τοιούτῳ πράγματι οὐ κέχρησαι, = οὐδὲν τοιοῦτο ἔπραξας, Hyp.Eux.11; δαψιλέϊ τῷ ποτῷ (fort. πότῳ)

    χρησαμένους Hdt.2.121

    .δ'; ἐσόδῳ χρέο πυκνῶς visit often, Hp.Decent.13;

    ἡ σελήνη.. διὰ παντὸς τῇ ἴσῃ παραυξήσει καὶ μειώσει χρῆται Gem.18.16

    .
    3 c. dupl. dat., use as so and so,

    τοῖς ἀγαθοῖσιν.. χ. πρὸς τὰ κακὰ ἀλκῇ Democr.173

    ;

    μιᾷ πόλει ταύτῃ χ. Th.2.15

    ;

    χ. τῷ σίτῳ ὄψῳ ἢ τῷ ὄψῳ σίτῳ X.Mem.3.14.4

    .
    4 χ. τισιν ἔς τι use for an end or purpose, Hdt.1.34;

    πρός τι X.Oec.11.13

    ;

    ἐπί τι Id.Mem.1.2.9

    ; ἀμφί or περί τι, Id.Oec.9.6, An.3.5.10; with neut. Adj. or Pron. as Adv., τάδε [τῷ ἀμφιβλήστρῳ] χ. makes the following use of the net, Hdt.2.95;

    χρέωνται οὐδὲν ἐλαίῳ Id.1.193

    ; χρυσῷ καὶ χαλκῷ τὰ πάντα χρέωνται ib. 215; λογισμῷ ἐλάχιστα χ., πλεῖστα ἀρετῇ χ., Th.2.11, 5.105; τί χρήσεταί ποτ' αὐτῷ; what use will he make of him? Ar.Ach. 935, cf. X.An.1.3.18;

    χ. τἀνδρὶ τοῖς τ' ἐμοῖς λόγοις S.Tr.60

    ;

    ἠπορούμην ὅ τι χρησαίμην τῇ τούτου παρανομίᾳ Lys.3.10

    .
    b treat, deal with,

    παραδίδωμι χρᾶσθαι αὐτῷ τοῦτο ὅ τι σὺ βούλεαι Hdt.1.210

    , cf. Ar.Nu. 439 (anap.; fort. delendum χρήσθων), Isoc.12.107; εἰ τύχοι (sc. γυνὴ)

    μὴ ἐπιτηδεία γενομένη, τί χρὴ τῇ συμφορᾷ χρῆσθαι; Antipho Soph.49

    ; ἀπορέων ὅ τι χρήσηται τῷ παρεόντι πρήγματι not knowing what to make of it, Hdt.7.213;

    ἠπόρει ὅτι χρήσαιτο Pl.Prt. 321c

    ;

    οὐκ ἂν ἔχοις ὅτι χρῷο σαυτῷ Id.Cri. 45b

    ; in elliptical phrases,

    τί οὖν χρησώμεθα; Id.Ly. 213c

    ;

    Θηβαίους ἔχοντες.. τί χρήσεσθε; D.8.74

    : c. dat. et acc. cogn.,

    χρωμένους τῷ κτείναντι χρείαν ἣν ἂν ἐθέλωσι Pl.Lg. 868b

    , cf. 785b, Clit. 407e.
    IV of persons, χρῆσθαί τινι ὡς .. treat him as..,

    χ. τινὶ ὡς ἀνδρὶ ψεύστῃ Hdt.7.209

    ; χ. [τισὶν] ὡς πολεμίοις, ὡς φίλοις καὶ πιστοῖς, treat as friends or enemies, regard them as such, Th.1.53, X.Cyr.4.2.8; so

    φιλικώτερον χρῆσθαί τισι Id.Mem.4.3.12

    ;

    ὑβριστικῶς χ. τισί D.56.12

    ; also without

    ὡς, ἔμοιγε χρώμενος διδασκάλῳ A.Pr. 324

    , cf. Heraclit.104;

    ὥς γ' ἐμοὶ χρῆσθαι κριτῇ E.Alc. 801

    ;

    οὐ σφόδρα ἐχρώμην Αυκίνῳ φίλῳ Antipho 5.63

    ;

    πλείστοις καὶ δεινοτάτοις ἐχροῖς χ. And.4.2

    ;

    ἀσθενέσι χ. πολεμίοις X.Cyr.3.2.4

    .
    b χρῆσθαί τινι (without φίλῳ) to be intimate with a man, X.Hier.5.2, Mem.4.8.11;

    χρῆσθαι καὶ συνεῖναί τισι And.1.49

    ; ἀνάγκη, ὃς ἂν γένηται (sc. παῖς, son), τούτῳ χρῆσθαι one must put up with the son that is born, Democr.277: ἰητρῷ μὴ χρωμένους not consulting a doctor, Hp. de Arte5 (so c. dat. et acc., ἐσιέναι παρὰ βασιλέα μηδένα, δι' ἀγγέλων δὲ πάντα χρᾶσθαι (sc. αὐτῷ) deal with him in everything by messengers, Hdt.1.99); so Πλάτωνι, Ξενοφῶντι, χ. use, study their writings, Plu.2.79d: abs.,

    οἱ χρώμενοι

    friends,

    X.Ages.11.13

    , Mem.2.6.5, Isoc.6.44.
    2 esp. of sexual intercourse,

    γυναιξὶ ἐχρᾶτο Hdt.2.181

    , cf. X.Mem.1.2.29, 2.1.30, Is.3.10, D.59.67.
    3 χρῆσθαι ἑαυτῷ make use ofoneself or one's powers, with a part.,

    οὐδ' ὑγιαίνοντι χρώμενος ἑαυτῷ Plu.Nic.17

    ;

    αὑτῷ νήφοντι χ. Id.Eum.16

    : so with an Adv.,

    χ. ἑαντῷ πρὸς τοὺς κινδύνους ἀφειδῶς Id.Alex.45

    ; παρέχειν ἑαυτὸν ταῖς ἀρχαῖς χρῆσθαι place oneself at the disposal of another, X.Cyr.1.2.13, cf. 8.1.5.
    V abs., or with Adv., χρῶνται Πέρσαι οὕτω so the Persians are wont to do, such is their custom. ib.4.3.23.
    VI in later Gk. ( τῷ μεγαλόφρονι shd. be read for τὸ μεγαλόφρον in X.Ages.11.11) c. acc. rei,

    χ. τὰ ἀπὸ λιμένων.. εἰς διοίκησιν τῆς πόλεως Arist.Oec. 1350a7

    ; [θησαυρὸν] χρησάμενοι (v.l. κτησάμενοι) LXXWi.7.14;

    οἱ χρώμενοι τὸν κόσμον ὡς μὴ καταχρώμενοι 1 Ep.Cor.7.31

    ;

    ἄνηθον μετ' ἐλαίου χρήσασθαι IG42(1).126.27

    (Epid., ii A. D.);

    ὕδωρ χρῶ PTeb.273.28

    (ii/iii A. D.):— for Hdt.1.99, v. supr. IV. 1b.
    VII [voice] Pass., to be used, esp. in [tense] aor., αἱ δὲ (sc. αἱ νέες)

    οὐκ ἐχρήσθησαν Hdt.7.144

    ; τέως ἂν χρησθῇ so long as it be in use, D.21.16; [

    σιδήρου τοῦ] χρησθέντος εἰς τύλους Supp.Epigr.4.447.48

    (Didyma, ii B. C.); Hsch. also has χρησθήσεται· χρησιμεύσει:—v. supr. A.11.
    D for χρή, v. sub voc. (Origin and historical order of the forms and senses not clear: χρή and χρῄζω are cogn.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χράω

См. также в других словарях:

  • PROSERPINA — Iovis et Cereris filia, quae cum in campis Ennaeis flores legeret, a Plutone rapta est. Ovid. Met. l. 5. v. 391. Quô dum Proserpina lucô Ludit, et aut violas, aut candida lilia carpit; Pene simul visa est, dilectaque reptaque Diti. Orpheus tamen …   Hofmann J. Lexicon universale

  • πράττω — ΝΜΑ, πράσσω ΜΑ, ιων. τ. πρήττω, ιων. επικ. τ. πρήσσω, κρητ. τ. πράδδω, Α 1. εκτελώ, διενεργώ, κάνω (α. «έπραξε το καθήκον του» β. «οἱ μὲν δὴ ταῡτ ἔπραξάν τε καὶ ἔλεξαν», Ξεν. γ. «τοῡ πράττειν πάντα, Δέσποτα, τὰ τῆς οἰκείας γνώμης», Πρόδρ.) 2. (το …   Dictionary of Greek

  • ABANNATIO — ἀπενιαυτισμός Graecis, annuum denotat exilium, quodindici olim apud Graecos, illis solebat, qui involuntariam caedem commisissent, Budaeus in Annotat. l. aut facta. 16. §. eventus, ff. de poen. vide Calvin. Lexic.Iurid. Sicariorum enim ἐκ… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • βούτης — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Αθηναίος ήρωας, αδελφός του Ερεχθέα, μέλος της Αργοναυτικής εκστρατείας. Νυμφεύτηκε την ανιψιά του Χθονία, κόρη του Ερεχθέα, και έγινε γενάρχης των Βουταδών. 2. Αργοναύτης. Όταν η Αργώ περνούσε μπροστά στις Σειρήνες …   Dictionary of Greek

  • εναλλάσσω — (AM ἐναλλάσσω, Α αττ. τ. ἐναλλάττω) νεοελλ. 1. αλλάζω αμοιβαία, διαδοχικά 2. εκτελώ κάτι μαζί με άλλον, διαδοχικά, εκ περιτροπής 3. διαδέχομαι άλλον στη σειρά 4. (αμτβ.) αντικαθιστώ 5. (η παθ. μτχ. ενεστ. ως επίθ.) εναλλασσόμενος, η, ο 1. αυτός… …   Dictionary of Greek

  • νέμω — (ΑΜ νέμω) 1. διαμοιράζω, μοιράζω, διανέμω, απονέμω («Ζεὺς νέμων εἰκότως ἄδικα μὲν κακοῑς, ὅσια δ ἐννόμοις», Αισχύλ.) 2. μέσ. νέμομαι κατέχω κάτι και τό εκμεταλλεύομαι για δική μου ωφέλεια, καρπώνομαι, απολαμβάνω κάτι («περὶ τῶν ἐν τῇ ἀντιπέρας… …   Dictionary of Greek

  • HOMICIDII Causa — Athanis in Areopago disceptari olim solita est, ex lege, Δικάζειν δὲ την` βουλην` εν Α᾿ρείῳ πάγῳ φόνου καὶ τραύματος ἐκ προνοίας καὶ πυρκαίας καὶ φαρμάκων ἐάν τις ἀποκτείνῃ δοὺς, Senatus Areopagiticus ius dicito de caede, aut vulnere, non casu,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • δη — δή (Α) (μόριο) 1. χρον. σ αυτό το σημείο, τώρα, τότε, ήδη («δὴ τότε», «δή ῥα τότε» γ. «ἐννέα δὴ βεβάασιν, ἐνιαυτοί» πέρασαν ήδη εννιά χρόνια δ. «ἕκτον δὲ δὴ τόδ ἦμαρ» αυτή είναι ακριβώς η έκτη μέρα ε. «τόδε δή» αυτή τη στιγμή ακριβώς) 2.… …   Dictionary of Greek

  • πνέω — ΝΜΑ, και επικ. τ. πνείω Α 1. (για άνεμο) φυσώ (α. «πνέει ισχυρός άνεμος» β. «αὔρη δ ἐκ ποταμοῡ ψυχρὴ πνέει», Ομ. Οδ.) 2. (για το Άγιο Πνεύμα) επιφοιτώ, φωτίζω («πνεῡμα ὅπου θέλει πνεῑ καὶ τὴν φωνὴν αὐτοῡ ἀκούεις», ΚΔ) νεοελλ. 1. φρ. α) «πνέει… …   Dictionary of Greek

  • ράβω — ῥάπτω, ΝΜΑ, και ράφτω Ν συνάπτω, ενώνω δύο ή περισσότερα πράγματα με ραφή (α. «έραψε το τραύμα μου» β. «ἔντοσθεν διὰ βορίας ῥάψε θαμειάς», Ομ. Ιλ.) νεοελλ. 1. κατασκευάζω ένδυμα για άλλον («η μοδίστρα άρχισε να ράβει το φόρεμά μου») 2. αναθέτω σε …   Dictionary of Greek

  • φεύγω — ΝΜΑ, και φεόγω Α 1. τρέπομαι σε φυγή, απομακρύνομαι γρήγορα κυρίως από φόβο ή επειδή μέ καταδιώκουν (α. «μόλις τόν είδε με το πιστόλι έφυγε» β. «βῆ φεύγων ἐπὶ πόντου», Ομ. Ιλ.) 2. αναχωρώ (α. «έφυγαν για ταξίδι τού μέλιτος» β. «Κῡρος μὲν τέθνηκεν …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»