-
1 ὑπό
1 c. acc.,a under, below ὑπὸ Κυλλάνας ὄρο̄ς, Ἁγησία, μάτρωες ἄνδρες ναιετάοντες (Π: ὅροις codd.) O. 6.77τὸν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9.81
[codd. P. 10.15] ὄλβιος ὅστις ἰδὼν κεῖν' εἶσ ὑπὸ χθόν fr. 137. 1.b under, up to the walls ofθαλασσίαις ἀνέμων ῥιπαῖσι πεμφθεὶς ὑπὸ Τροίαν N. 3.60
2 c. gen.,a belowπολλά μοι ὑπ' ἀγκῶνος ὠκέα βέλη ἔνδον ἐντὶ φαρέτρας O. 2.83
λόχμας ὑπὸ κυανέας τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.40
λόχμαισι δὲ δοκεύσαις ὑπὸ Κλεωνᾶν δάμασε O. 10.30
ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111
[coni. Bergk P. 8.77] ἔθηκε καὶ βαθυλείμων ὑπὸ Κίρρας πετρᾶν ἀγὼν κρατησίποδα Φρικίαν (Christ: βαθυλείμων(α) ἀγὼν πέτραν codd.) P. 10.15b from (out of) of the delivery of a child,ἦλθεν δ' ὑπὸ σπλάγχνων ὑπ ὠδῖνός τ ἐρατᾶς Ἴαμος ἐς φάος αὐτίκα O. 6.43
“παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ ἀνελὼν φίλας ὑπὸ ματέρος οἴσει” P. 9.61ἐπεὶ σπλάγχνων ὕπο ματέρος αὐτίκα θαητὰν ἐς αἴγλαν παῖς Διὸς ὠδῖνα φεύγων μόλεν N. 1.35
met., of deliverance, ὑπ' ἀμαχανίας ἄγων ἐς φάος τόνδε δᾶμον ἀστῶν (ἀπ byz.) O. 5.14Ὀρέστα· τὸν δὴ Κλυταιμήστρας χειρῶν ὕπο κρατερᾶν ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.18
c to the accompaniment ofτεαὶ γὰρ ὧραι ὑπὸ ποικιλοφόρμιγγος ἀοιδᾶς ἑλισσόμεναί O. 4.2
καί νυν ὑπ' ἀμφοτέρων σὺν Διαγόρᾳ κατέβαν (i. e. with lyre and flute) O. 7.13 σειρῆνα δὲ κόμπον αὐλίσκων ὑπὸ λωτίνων μιμήσομ' ἀοιδαῖς Παρθ. 2. 14.d of agency,I of things, under the influence of ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O.2.19.cf.O.6.43.II of pers. ἀλλ' αἶνον ἐπέβα κόρος οὐ δίκᾳ συναντόμενος ἀλλὰ μάργων ὑπ ἀνδρῶν under the influence of O. 2.96 Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη by, at the the hands of N. 2.203 c. dat.,a lying below, at the foot of [ ὑπὸ Κυλλάνας ὅροις (ὄρος Π.) O. 6.77] τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ ἕξ (v. l. ἐπ) O. 13.106ὄχθαις ὕπο Ταυγέτου ναίοντες P. 1.64
δασκίοις Φλειοῦντος ὑπ' ὠγυγίοις ὄρεσιν N. 6.44
ἐν δὲ κέχλαδ[εν] κρόταλ' αἰθομένα τε δαὶς ὑπὸ ξανθαῖσι πεύκαις Δ. 2. 11.b down in, underἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56
ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν I. 8.70
“ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ' ἀνέῤ Πα. 8A. 18. πρῶτον εὐνάσθην ἀγαπατὸς ὑπὸ σπαργάνοις fr. 193.c from under ( θρῆνον)τὸν παρθενίοις ὑπό τ' ἀπλάτοις ὀφίων κεφαλαῖς ἄιε λειβόμενον P. 12.9
d yoked to ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ;ἅρμασιν ἵπποι (Bergk e Σ: ἐν unus cod.; om. alter) I. 5.5 ὑφ' ἅρμασιν ἵππος (v. l. ἐν) fr. 234. 1.e by means of, by, withβωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις ὑπὸ βουθυσίαις ἀέθλων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις O. 5.6
μεγαλᾶν δ' ἀρετᾶν δρόσῳ μαλθακᾷ ῥανθεισᾶν κώμων ὑπὸ χεύμασιν (byz.: θ' ὑπὸ codd.) P. 5.100 ( σοφοὶ)οὐδ' ὑπὸ κέρδει βλάβεν N. 7.18
λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν ὑπὸ ματροδόκοις γοναῖς φυτεῦσαι N. 7.84
αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται N. 9.33
“νῦν σε, νῦν εὐχαῖς ὑπὸ θεσπεσίαις λίσσομαι” I. 6.44 κείνων λυθέντες σαῖς ὑπὸ χερσίν, ἄναξ fr. 35. ὁ δὲ μηδὲν ἔχων ὑπὸ σιγᾷ μελαίνᾳ κάρα κέκρυπται Παρθ. 1. 9.f under the force of, under the influence of [εἴ τί τοι Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν (v. ὑποτίθημι) O. 1.19]ὑπὸ στερεῷ πυρὶ πλαγαῖς τε σιδάρου βαθὺν εἰς ὀχετὸν ἄτας ἵζοισαν ἑὰν πόλιν O. 10.36
δαμεῖσα χρυσέοις τόξοισιν ὕπ' Ἀρτέμιδος (Hermann: ὑπ codd.) P. 3.10 βελέων ὑπὸ ῥιπαῖσι κείνου φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμανἔνεπεν N. 1.68
ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν πελεμιζόμενοι ὑπ' ἀλεξιμβρότῳ λόγχᾳ N. 8.30
δαίμων δὲ παρίσχει, ἄλλοτ' ἄλλον ὕπερθε βάλλων ἄλλον δ ὑπὸ χειρῶν μέτρῳ καταβαίνει (v. l. μέτρον: post χειρῶν distinxit Bergk) P. 8.77τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4
ἐκράνθην ὑπὸ δαιμονίῳ τινι (sc. δείματι, simm.) —συνάγεν θρόον Pae. 9.34
g of pers., by, throughὑπ' Ἀπόλλωνι γλυκείας πρῶτον ἔψαυσ Ἀφροδίτας O. 6.35
“ ἐρατὸν λύοι κεν χαλινὸν ὑφ' ἥρωι παρθενίας” I. 8.454 fragg. ] α βοῦς ὑπ' οἴστρ[ fr. 51f. b. 13. ] ὕπο[ P. Oxy. 2447. 5. B in tmesis νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν (v. ὑποτίθημι) O. 1.19 ὑπὸ κίονες ἕστασαν (v. ὑφίσταμι) Pae. 8.69 -
2 ὅρος
Aὄρβος 700.1
); Cret. and Arg. [full] ὦρος SIG685.59, Mnemos.42.332 ; Heracl. [full] ὄρος Tab.Heracl.1.53, al., cf. ἄντορος; [dialect] Ion. [full] οὖρος GDI5518 and 5493b25, Democr.4, Hdt. (v. infr.) (also Theraean IG12(3).436); Megarian [full] ὄρρος (?) Berl.Sitzb.1888.885, cf. ὁμορέω: ὁ:—boundary, landmark,ἀμφ' οὔροισι δύ' ἀνέρε δηριάασθον Il.12.421
;λίθον.., τόν ῥ' ἄνδρες πρότεροι θέσαν ἔμμεναι οὖρον ἀρούρης 21.405
;ἐγὼ δὲ τούτων ὥσπερ ἐν μεταιχμίῳ ὅ. κατέστην Sol.
ap. Arist.Ath.12.5 : the regions separated by the boundary are usu. in gen., , etc.: in dat., (lyr.): with a single gen.,ῥεῖθρον ἠπείροιν ὅρον A.Pr. 790
; γάμου ὅ. the time within which one may marry, Pl.Lg. 785b ; οἱ ὅ. τῶν διαστημάτων the notes which limit the intervals in the musical scale, Id.Phlb. 17d, cf. Aristox. Harm.pp.49,56 M. ;ὅροι τρεῖς ἁρμονίας.., νεάτης τε καὶ ὑπάτης καὶ μέσης Pl.R. 443d
; ἐς ἑβδομήκοντα ἔτεα οὖρον τῆς ζόης ἀνθρώπῳ προτίθημι I set the limit of human life at seventy years, Hdt.1.32, cf. 74, 216;ζωᾶς ὅρον ἡμετέρας B.5.144
: abs., εἰς τὸν τόπον.., ἐν οἷς ἂν.. ὅρους θῶνται τῶν ὠνίων wherever (they) appoint fixed places for trading, Pl.Lg. 849e; decision of a magistrate,ὅρον δώσω PThead.15.20
(iii A.D.); soὅρον προσγράψαι D.23.40
;ὅρους τοῖς βαρβάροις πήξαντες Lycurg.73
;εἷς ὅρος παγήσεται Th.4.92
;τὸν ὅρον ὑπερβάντες Pl.R. 373d
, etc.: also in pl., bounds, boundaries,ἐν οὔροισι χώρης Hdt.4.52
, cf. 125;τοὺς Αἰγυπτίων οὔρους Id.2.17
;ὑπὸ Κυλλάνας ὅροις Pi.O.6.77
;γῆς ἐπ' ἐσχάτοις ὅροις A.Pr. 666
;τὸ ἀκόντιον ἔξω τῶν ὅ. τῆς αὑτοῦ πορείας.. ἐξενεχθὲν ἔτρωσεν αὐτόν Antipho 3.2.4
;ἐντὸς ὅρων Ἡρακλείων Pl.Ti. 25c
.2 metaph.,ὅροι θεσπεσίας ὁδοῦ A.Ag. 1154
(lyr.); θῆλυς ὅ. the boundary of a woman's mind, v. ἐπινέμω 11.3.b pillar (whether inscribed or not, cf. Harp.) set up on mortgaged property, to serve as a bond or register of the debt, Sol.36 ;ὅπως.. ὅροι τεθεῖεν Is.6.36
: with gen. of the amount, τίθησιν ὅρους ἐπὶ μὲν τὴν οἰκίαν δισχιλίων (sc. δραχμῶν),ἐπὶ δὲ τὸ χωρίον ταλάντου D.31.1
, cf. 25.69 ;δανείζειν τοὺς ἱερέας.. ἐπὶ χωρίῳ.. καὶ ὅρον ἐφιστάναι IG22.1183.29
, cf. D. 41.6, Thphr.Char.10.9 : specimens are IG12(7).412 ([place name] Amorgos), 22.2642,al.c boundary-stone marking the limits of temple-lands, ὅ. τοῦ ἱεροῦ ib.12.858, cf. 860,22.2597, al.; ὅρος· μὴ τοιχοδομεῖν ἐντὸς τῶν ὅρων ἰδιώτην ib.7.422 (Orop.), cf. 1785 (Thesp.), etc. ; ὅ. κρήνης, λεσχέων δημοσίων, ὁδοῦ, etc., ib.12.874,888,877, etc. ; similarly, ὅ. σήματος ib.903, al., 22.2568, al.; ὅ. μνημάτων ib.12.906; ὅ. μνήματος ib.22.2527, al.; ὅ. θήκης ib.2586, al.III standard, measure, ἢν δ' ἄγαν δοκῶ χρονίζειν.. Answ. τοῦδ' ὅ. τίς ἐστί μοι; E.IT 1219 ;ὅροι τῶν ἀγαθῶν καὶ κανόνες D.18.296
; rule, canon,εἷς ὅρος, μία βροτοῖσίν ἐστιν εὐτυχίας ὁδός B.Fr.7
;ὅρον πολιτείας ὁλιγαρχικῆς ταξάμενοι πλῆθος χρημάτων Pl.R. 551a
;ἀριστοκρατίας ὅρος ἀρετή, ὀλιγαρχίας πλοῦτος Arist.Pol. 1294a10
;ὁμολογίᾳ θέμενοι ὅρον, εἰς τοῦτο ἀποβλέποντες καὶ ἀναφέροντες τὴν σκέψιν ποιώμεθα Pl.Phdr. 237d
: hence, end, aim,ἕν' ὅ. θέμενος παντὶ τρόπῳ μ' ἀνελεῖν D.21.105
.IV in Logic, term of a proposition (whether subject or predicate), Arist.APr. 24b16, Cael. 282a1, al. ; ὅ. μέσος the middle term, Id.EN 1142b24, cf. APr. 25b33 sq.: hence,b definition,ἔστι ὅ. λόγος ὁ τὸ τί ἦν εἶναι σημαίνων Id.Top. 101b39
, cf. 139a24, al. ; defined asἡ τοῦ ἰδίου ἀπόδοσις Chrysipp.Stoic.2.75
: in pl., title of pseudo-Platonic work.3 pl., terms, conditions,συνθέσθαι πρός τινα ἐπὶ ὅροις, ὥστε.. CPR19.8
(iv A.D.).4 Astrol., οἱ τρεῖς ὅ. the three terms, used in various calculations, Vett. Val.304.1, al. (Spir. lenis in some dialects which have not lost spir. asper is inferred from absence of a sign for h in Corc. ὄρϝος, Arg.ὦρος, Heracl. ὄρος, cf. ἄντορος.) -
3 ὅρος
ὅρος, ὁ, ion. u. ep. οὖρος, die G rä nze; ὑπὸ Κυλλάνας ὅροις, Pind. Ol. 6, 77; Tragg., γῆς ἐπ' ἐσχάτοις ὅροις, Aesch. Prom. 669, τὸ μὴ περᾶν ὅρον τόπων, Eum. 901; übertr., πόϑεν ὅρους ἔχεις ϑεσπεσίας ὁδοῦ, Ag. 1125; γῆς δὲ μὴ 'μβαίνῃς ὅρων, Soph. O. C. 401; γῆς πατρᾠας ὅρον ἐκλιπεῖν, Eur. El. 1315, öfter; u. in Prosa, ἐντὸς ὅρων Ἡρακλείων, Plat. Tim. 25 e; bes. Bestimmung eines Begriffes, Definition, = ὁρισμός, Arist. rhet. 2, 8; Plat. def. 414 heißt ὅρος λόγος ἐκ διαφορᾶς καὶ γένους συγκείμενος; so bei Plat. öfter; οὐκ ἄρα οὗτος ὅρος ἐστὶ δικαιοσύνης ἀληϑῆ λέγειν, Rep. I, 331 d; ἢ ὁ αὐτὸς ὅρος ἐστὶ τοῦ βελτίονος καὶ τοῦ κρείττονος, Gorg. 488 c, haben sie denselben Umfang des Begriffs; auch die Gränze, die Schranken, das Maaß, ὑπερβάντες τὸν τῶν ἀναγκαίων ὅρον, Rep. II, 373 d; ὅρους ϑέσϑαι τῶν ὠνίων, Legg. VIII, 849 c; vgl. Pol. πάντας τοὺς τῆς πίστεως ὅρους ὑπερβαίνειν, 25, 4, 3; – auch = Verhältniß, ἁρμονίας, Plat. Rep. IV, 443 d, διαστημάτων, Phil. 17 c. – In Athen sind ὅροι die Anschlagetafeln, welche mit Angabe der Schuldforderung an verschuldete, verpfändete Häuser geheftet werden, Harpocr. τὰ ἐπόντα ταῖς ὑποκειμέναις οἰκίαις καὶ χωρίοις γράμματα, ἃ ἐδήλου, ὅτι ὑπόκεινται δανειστῇ; so ὅρους τιϑέναι ἐπὶ τῆς οἰκίας, Is. 6, 37; τίϑησιν ὅρους ἐπὶ τὴν οἰκίαν διςχιλίων, ἐπὶ δὲ τὸ χωρίον ταλάντου, Dem. 31, 1; τοὺς ὅρους ἀπὸ τῆς οἰκίας ἀφαιρεῖ, ib. 3, ἀνεῖλε, ib. 4, ὅρους ἔστησε, ib. 12; διέϑετο ὅρους ἐπιστῆσαι χιλίων δραχμῶν ἐμοὶ τῆς προικὸς ἐπὶ τὴν οἰκίαν, 41, 6, als Hypothek auf das Haus einschreiben oder dieses zum Anschlag bringen lassen.
-
4 ναιετάω
ναιετάω, 1) wohnen; Ἄρνῃ ναιετάοντα, in Arne, Il. 7, 9, wie Κρήτῃ Od. 17, 523; gewöhnlich ἐν Ἤλιδι ναιετάασκεν, Il. 11, 623; ᾗ ἐνὶ ναιετάασκε, Od. 15, 384; ἐπὶ χϑονί, 6, 153, wie Hes. O. 564; auch ὑπὸ χϑονί, Th. 621; ἀμφ' Ἀχέροντι, Pind. N. 4, 85, vgl. P. 4, 180; ὑπὸ Κυλλάνας ὅροις, Ol. 6, 78. – Auch trans. c. accus., bewohnen, Στύρα, Λάρισσαν, Λυκίην, Ἰϑάκην, Il. 2, 539. 841. 17, 172 Od. 9, 21; δώματα, Hes. Th. 816 u. einzeln bei sp. D.; ἐν Αἰγίνᾳ δώματα ναιετάων, Ep. ad. 118 ( App. 325). – 2) von Ländern, Städten, Häusern, bewohnt sein, gelegen sein; νῆσοι πολλαὶ ναιετάουσι, Od. 9, 23; οἶκον εὖ μάλα ναιετάοντα, 4, 96; Ἰϑάκης ἔτι ναιεταώσης, 1, 404; πόλεις εὖ ναιεταώσας, δόμους εὖ ναιετάοντας werden von Einigen als ein Wort zusammengeschrieben.
-
5 ὅρος
ὅρος,1 boundary ὑπὸ Κυλλάνας ὅροις (codd.: ὄρος Π, Snell, cf. Σ.) O. 6.77] -
6 Κυλλάνα
-
7 ὄρος
ὄρος, οὖρος (ὄρος, ὄρει, ὄρος; ὀρέων, ὄρεσιν: οὔρεϊ, οὔρεσι.)1 mountain ὑπὸ Κυλλάνας ὄρο̄ς (Π, Snell, cf. Σ: ὅροις codd.) O. 6.77 Ζεῦ ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος (Etna) P. 1.30πολλὰν δ' ὄρει πῦρ ἀίστωσεν ὕλαν P. 3.36
μελπομενᾶν ἐν ὄρει Μοισᾶν P. 3.90
ἐν οὔρεσι P. 6.21
“ ὀρέων κευθμῶνας ἔχει σκιοέντων” P. 9.34 δασκίοις Φλειοῦντος ὑπ' ὠγυγίοις ὄρεσιν at Nemea N. 6.44τὸν βουβόταν οὔρεϊ ἴσον Ἀλκυονῆ I. 6.32
καὶ σκοπιαῖσιν [ἄκρ]αις ὀρέων ὕπερ ἔστα fr. 51a. 3. ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός (Wil.: μαλέγορος codd.) fr. 156.
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий