-
1 ἀπό
ἀπό, [dialect] Aeol., Thess., Arc., Cypr. [full] ἀπύ Sapph.44, cf. 78, Alc.33, Theoc.28.16,IG12(2).6.45 (Mytil.), ἀπυδόμεναι ib.9(2).594 ([place name] Larissa), 5(2).6 ([place name] Tegea), etc.:—Prep. usually with Gen. but v. infr. B. (Cf. Skt.A ápa, Lat. ab, Umbr. ap-ehtre 'ab extra', Goth. af, OE. af, cef, of, etc.) Orig. sense, from. [ ᾰπο?ἀπόX: where ἀπο ¯ is found in [dialect] Ep. before v or liquids (asἀπὸ ἕθεν Il.6.62
,ἀπὸ νευρῆς 11.664
, Hes. Sc. 409) ἀπαί was sometimes written in later texts, cf. Eust. 625.11:— [pron. full] ᾱ metri gr. in [dialect] Ep. compds., such as ἀπονέεσθαι.]I OF PLACE, the earliest, and in Hom. the prevailing sense:1 of Motion, from, away from,ἐσσεύοντο νεῶν ἄπο καὶ κλισιάων Il.2.208
; pleonastic, ἀ. Τροίηθεν ib.24.492;ἀπ' οὐρανόθεν 8.365
(later with Advbs.,ἀπὸ ἔμπροσθεν LXX Ec.1.10
, etc.); strengthd.,ἐκτὸς ἀ. κλισιης Il.10.151
; also ἀπ' αἰῶνος νέος ὤλεο, implying departure from life, ib.24.725; opp. ἐξ, of relatively superficial motion,λαμβάνομεν οὔτε ἐκ τῆς γῆς οὐδέν, οὔτ' ἀπὸ τῶν οἰκιῶν X.Mem.2.7.2
; similarly of the cause or ground,ἐξ ὧν προηγώνισθε καὶ ἀφ' ὧν εἰκάζω Th.4.126
:— freq. of warriors fighting from chariots, etc.,οἱ μὲν ἀφ' ἵππων, οἱ δ' ἀ. νηῶν.. μάχοντο Il.15.386
;ἀφ' ἵππων μάρνασθαι Od.9.49
; soἡ μάχη ἦν ἀφ' ἵππων Hdt.1.79
; λαμπὰς ἔσται ἀφ' ἵππων on horseback, Pl.R. 328a;ἀφ' ἵππου θηρεύειν X.An.1.2.7
;ἀ. νεῶν πεζομαχεῖν Th. 7.62
;ἐν ταῖς ναυσὶν αἰρόμενος τοὺς ἱστοὺς ἀ. τούτων ἐσκοπεῖτο X.HG 6.2.29
; ὀμμάτων ἄπο.. κατέσταζον γένυν, of tears, E.Hec. 240: joined withἐκ, ἐκ Κορίνθου ἀ. τοῦ στρατοπέδου Pl.Tht. 142a
.2 of Position, away from, far from,μένων ἀ. ἧς ἀλόχοιο Il.2.292
(cf. ἀπ' ἀνδρὸς εἶναι to live apart from a man or husband, Plu.CG4);κεκρυμμένος ἀπ' ἄλλων Od.23.110
;μοῦνος ἀπ' ἄλλων h.Merc. 193
; ἀπ' ὀφθαλμῶν, ἀπ' οὔατος, far from sight or hearing, Il.23.53, 18.272, cf. 22.454;ἀ. θαλάσσης ᾠκίσθησαν Th.1.7
, cf. 46;αὐλίζεσθαι ἀ. τῶν ὅπλων Id.6.64
;ἀπ' οἴκου εἶναι Id.1.99
; σπεύδειν ἀ. ῥυτῆρος far from, i.e. without using the rein, S.OC 900; in Hom. freq. strengthd., τῆλε ἀ..., νόσφιν ἀ..., Il.23.880, 5.322; in measurement of distances,ὅσον ιέ στάδια ἀ. Φυλῆς X.HG2.4.4
, etc.; but later the numeral followsἀ., πηγὰς ἔχων ἀ. μ σταδίων τῆς θαλάσσης D.S.4.56
;ἀ. σταδίων κ τῆς πόλεως Plu.Phil.4
; κατεστρατοπέδευσεν ἀ. ν σταδίων fifty stades away, Id.Oth.11, cf. D.Chr.17.17.3 of the mind, ἀ. θυμοῦ away from, i. e. alien from, my heart, Il.1.562;ἀ. δόξης 10.324
;οὐ.. ἀ. σκοποῦ οὐδ' ἀ. δόξης Od.11.344
;ἀ. τοῦ ἀνθρωπείου τρόπου Th.1.76
; οὐδὲν ἀ. τρόπου not without reason, Pl.R. 470b; οὐκ ἀ. σκοποῦ, καιροῦ, Id.Tht. 179c, 187e;οὐκ ἀ. γνώμης S. Tr. 389
;οὐκ ἀ. τοῦ πράγματος D.24.6
;μάλα πολλὸν ἀπ' ἐλπίδος ἔπλετο A.R.2.863
.4 in pregnant sense, with Verbs of rest, previous motion being implied (cf. ἐκ), ἀνὰ δ' ἐβόασεν.. ἀ. πέτρας σταθείς E.Tr. 523
; ἀ.τῆς ἐμῆς κεφαλῆς τὴν [ἐκείνου] κεφαλὴν ἀναδήσω, i. e. taking the chaplet off my head, and placing it on his, Pl.Smp. 212e: with Verbs of hanging, where ἐκ is more common,ἁψαμένη βρόχον ἀ. μελάθρου Od.11.278
.5 with the Article, where the sense of motion often disappears, οἱ ἀ. τῶν οἰκιῶν φεύγουσιν, i.e. οἱ ἐν ταῖς οἰκίαις φεύγουσιν ἀπ' αὐτῶν, X.Cyr.7.5.23; οἱ ἀ. τῶν πύργων.. ἐπαρήξουσι ib.6.4.18;αἴρειν τὰ ἀ. τῆς γῆς Pl.Cra. 410b
; αἱ ἵπποι αἱ ἀ. τοῦ ἅρματος v.l. in Hdt.4.8;ὁ Ἀθηναῖος ὁ ἀ. τοῦ στρατεύματος X.An.7.2.19
;τὸν ἀ. γραμμᾶς κινεῖ λίθον Theoc.6.18
.6 partitive, λαχὼν ἀ. ληΐδος αἶσαν part taken from the booty, a share of it, Od.5.40;αἴρεσθαι ἀ. τῶν καλπίδων Ar. Lys. 539
;ἀ. ἑκατὸν καὶ εἴκοσι παίδων εἷς μοῦνος Hdt.6.27
;ὀλίγοι ἀ. πολλῶν Th.7.87
, cf. A.Pers. 1023.7 Math., of figures described upon a base,κῶνον ἀναγράφειν ἀ. κύκλου Archim.Sph.Cyl.1.19
, etc.; τὸ ἀ. τῆς AB τετράγωνον the square on AB, Euc.1.47, cf. 48; εἴδεα ἀ. .. Archim.Spir.10,11.9 from being, instead of,ἀθανάταν ἀ. θνατᾶς.. ἐποίησας Βερενίκαν Theoc.15.106
.10 privative, free from, without,ἀ. πάσης ἀκαθαρσίας PLips.16.19
(ii A. D.);ἀ. ζημίας PTeb420.4
(iii A. D.).II OF TIME, from, after, Hom. only in Il.8.54 ἀ. δείπνου θωρήσσοντο rising up from, i.e. after, cf. Hdt.1.133; ἀ. δείπνου εἶναι or γενέσθαι, Id.1.126, 2.78, 5.18, al.;ἀ. τοῦ σιτίου πίνειν Hp.Salubr.5
;ἀ. τῶν σίτων διαπονεῖσθαι X.Lac. 5.8
; in narrative, τὸ ἀ. τούτου or το̄δε, from this point onwards, Hdt.1.4,2.99;ἀ. τούτου τοῦ χρόνου Id.1.82
, X.An.7.5.8;τὸ ἀπ' ἐκείνου Luc.Tox.25
;ἡμέρῃ δεκάτῃ ἀφ' ἧς.. Hdt.3.14
, etc.;δευτέρῃ ἡμέρῃ ἀ. τῆς ἐμπρήσιος Id.8.55
, cf. X.An.1.7.18, etc.;ἀφ' οὗ χρόνου Id.Cyr. 1.2.13
; more often ἀπ' or ἀφ' οὗ, Hdt.2.44, Th.1.18, etc.; ;ἀφ' ἧς Plu.Pel.15
; εὐθὺς ἀ. παλαιοῦ, ἀ. τοῦ πάνυ ἀρχαίου, of olden time, Th.1.2,2.15;ἀπ' ἀρχᾶς Pi.P.8.25
, etc.;ἀ. γενεᾶς X. Cyr.1.2.8
; ἀφ' ἑσπέρας from the beginning of evening, i.e. at eventide, Th.7.29; ἀ. πρώτου ὕπνου ib.43;ἀ. μέσων νυκτῶν Ar.V. 218
; ἀπ' ἀγροῦ fresh from field-work, Ev.Marc.15.21, cf. 7.4;ἀ. νουμηνίας X.An.5.6.23
; χρονίζειν ἀ. τοῦ καιροῦ tarry beyond the time, LXX2 Ki. 20.5; ἀ. τέλους ἐννέα μηνῶν at the end of.., ib.24.8;γενόμενος ἀ. τῆς ἀρχῆς Plu.Caes.5
: hence ἀ. ἀγωνοθετῶν an εχ-ἀγωνοθέτης, IG3.398;ἀ. λογιστῶν POxy.1103.3
(iv A. D.); οἱ ἀ. ὑπατείας, = consulares, Hdn.7.1.9, etc.; but ἀ. τινος the freedman of.., IG5(2).50.59(Tegea, ii A. D.), cf.ib.5(1).1391 ([place name] Andania), 1473.III OF ORIGIN, CAUSE, etc.:1 of that from which one is born, οὐ γὰρ ἀ. δρυός ἐσσι οὐδ' ἀ. πέτρης not sprung from oak or rock, Od.19.163;γίγνονται δ' ἄρα ταί γ' ἔκ τε κρηνέων ἀ. τ' ἀλσέων 10.350
, cf. S.OT 415, OC 571, etc.: sts. ἀπό denotes remote, and ἐκ immediate, descent,τοὺς μὲν ἀ. θεῶν, τοὺς δ' ἐξ αὐτῶν τῶν θεῶν γεγονότας Isoc.12.81
, cf. Hdt.7.150;πέμπτη ἀπ' αὐτοῦ γέννα A.Pr. 853
; τρίτος ἀ. Διός third in descent from Zeus, Pl.R. 391c; οἱ ἀ. γένους τινός his descendants, Plu. Them.32;Περσέως ἀφ' αἵματος E.Alc. 509
: of the place one springs from,ἵπποι.. ποταμοῦ ἄπο Σελλήεντος Il.2.839
. cf. 849;Ἡρακλεῖδαι οἱ ἀ. Σπάρτης Hdt.8.114
, cf. Th.1.89, etc.;τοὺς ἀ. Φρυγίας X.Cyr.2.1.5
, etc.:hence,b metaph. of things,Χαρίτων ἄπο κάλλος ἔχουσαι Od.6.18
; θεῶν ἄπο μήδεα εἰδώς ib.12;γάλα ἀ. βοός A.Pers. 611
;μῆνις ἀφ' ἡμῶν Id.Eu. 314
;ἡ ἀφ' ὑμῶν τιμωρία Th.1.69
; ὁ ἀ. τῶν πολεμίων φόβος fear inspired by the enemy, X.Cyr.3.3.53.c of persons, οἱ ἀ. τῆς χώρας, τῆς πόλεως, country folk, townsfolk, Plb.2.6.8, 5.70.8; and so of connexion with the founder or leader of a sect,οἱ ἀ. Πυθαγόρου Luc.Herm.14
;οἱ ἀ. Πλάτωνος Plu.Brut.2
; οἱ ἀ. τοῦ περιπάτου, ἀ. τῆς Στοᾶς, etc., Luc.Cont. 6; generally οἱ ἀ. φιλοσοφίας καὶ λόγων philosophers and learned men, ibid.; οἱ ἀ. σκηνῆς καὶ θεάτρου stage players, Plu.Sull.2;οἱ ἀ. τῆς βουλῆς Id.Caes.10
, etc.; ὁ ἀφ' ἑστίας παῖς, v. ἑστία; ἀπ' ἐξωμίδος with only an ἐξωμίς, S.E.P.1.153.2 of the material from or of which a thing is made,εἵματα ἀ. ξύλου πεποιημένα Hdt.7.65
;ἀπ' ὄμφακος τεύχειν οἶνον A.Ag. 970
, cf. S.Tr. 704;ὅσσα ἀ. γλυκερῶ μέλιτος Theoc.15.117
;ἔνδυμα ἀ. τριχῶν καμήλου Ev.Matt.3.4
: hence στέφανος ἀ. ταλάντων ἑξήκοντα of or weighing 60 talents, Decr. ap. D. 18.92, cf. Plb.24.1.7, IG2.555.10, al.: hence of value,θύεν αἶγα ἀ. δραχμᾶν εἴκοσι GDI3707
([place name] Cos);κρᾶσις ἀ. τε τῆς ἡδονῆς συγκεκραμένη καὶ ἀ. τῆς λύπης Pl.Phd. 59a
; so, by an extension of this use, εἰδεχθής τις ἀ. τοῦ προσώπου ugly of countenance, Thphr.Char.28.4;θῆλυν ἀ. χροιῆς Theoc.16.49
;σεμνὸς ἀ. τοῦ σχήματος Luc.DMort.10.8
.3 of the instrument from or by which a thing is done, τοὺς.. πέφνεν ἀπ' ἀργυρέοιο βιοῖο by arrow shot from silver bow, Il.24.605; ;ἐμῆς ἀπὸ χειρός 10.371
, 11.675; soἀ. χειρὸς ἐργάζεσθαι μεγάλα Luc.Hist.Conscr.29
; γυμνάζεσθαι ἀ. σκελῶν, χειρῶν, τραχήλου, X.Lac.5.9;μάχεσθαι ἀ. ἄκοντος Str.17.3.7
;ἡ ἀ. τοῦ ξίφους μάχη D.S.5.29
;βάπτειν τὸν δάκτυλον ἀ. τοῦ αἵματος LXX Le.4.7
.4 of the person from whom an act comes, i.e. by whom it is done,οὐδὲν μέγα ἔργον ἀπ' αὐτοῦ ἐγένετο Hdt.1.14
;ζήτησιν ἀ. σφέων γενέσθαι Id.2.54
; , cf. 6.61;ἀ. τινος ὄνασθαι Pl.R. 528a
, etc.; so τἀπ' ἐμοῦ, τἀπὸ σοῦ, E.Tr.74, S.OC 1628;τὰ ἀ. τῶν Ἀθηναίων Th.1.127
; in later Greek freq. of the direct agent, Plb.1.34.8, Str.5.4.12, D.H.9.12, Ev.Luc.9.22, J.AJ20.8.10, etc.; in codd. this may sts. be due to confusion with ὑπό, but cf. PMag.Par.1.256, BGU 1185.26(Aug.), SIG820.8(Ephesus, i A. D.), etc.5 of the source from which life, power, etc., are sustained,ζῆν ἀπ' ὕλης ἀγρίης Hdt.1.203
; ἀ. κτήνεων καὶ ἰχθύων ib. 216;ἀ. πολέμου Id.5.6
;ἀπ' ἐλαχίστων χρημάτων X.Mem.1.2.14
;ἀ. τῆς ἀγορᾶς Id.An.6.1.1
;τρέφειν τὸ ναυτικὸν ἀ. τῶν νήσων Id.HG4.8.9
, cf. Th.1.99;ἀ. τῶν κοινῶν πλουτεῖν Ar.Pl. 569
, cf. D.24.124;ἀ. μικρῶν εὔνους.. γεγένησαι Ar.Eq. 788
, cf. D.18.102; quaestum corpore facere,Plu.
Tim.14.6 of the cause, means, or occasion from, by, or because of which a thing is done,ἀ. τούτου κριοπρόσωπον τὤγαλμα τοῦ Διὸς ποιεῦσι Hdt.2.42
; ἀ. τινος ἐπαινεῖσθαι, θαυμάζεσθαι, ὠφελεῖσθαι, Th.2.25,6.12, X.Cyr.1.1.2;ἀ. τῶν ξυμφορῶν διαβάλλεσθαι Th.5.17
;τὴν ἐπωνυμίαν ἔχειν ἀ. τινος Id.1.46
;ἀ. λῃστείας τὸν βίον ἔχειν X.An. 7.7.9
;ἀπ' αὐτῶν τῶν ἔργων κρίνειν D.2.27
; ἀ. τοῦ πάθους in consequence of.., Th.4.30;βλάπτειν τινὰ ἀ. τινος Id.7.29
;κατασκευάσαντα τὸ πλοῖον ἀφ' ὧν ὑπελάμβανε σωθήσεσθαι D.18.194
; τρόπαιον ἀ. τινος εἱστήκει on occasion of his defeat, Id.19.320; τλήμων οὖσ' ἀπ' εὐτόλμου , cf. 1643; ἀ. δικαιοσύνης by reason of it (v. l. for ὑπό), Hdt.7.164; ἀ. τῶν αὐτῶν λημμάτων on the same scale of profits, D.3.34, etc.; for ὅσον ἀ. βοῆς ἕνεκα, v. ἕνεκα: hence in half adverbial usages, ἀ. σπουδῆς in earnest, eagerly, Il.7.359; ἀ. τοῦἴσου, ἀ. τῆς ἴσης, or ἀπ' ἴσης, equally, Th.1.99,15, D.14.6, etc.;ἀπ' ὀρθῆς καὶ δικαίας τῆς ψυχῆς Id.18.298
;ἀ. ἀντιπάλου παρασκευῆς Th.1.91
; ἀ. τοῦ προφανοῦς openly, ib.35; ἀ. τοῦ εὐθέος straightforwardly, Id.3.43; ἀ. τοῦ αὐτομάτου of free-will, Pl.Prt. 323c; ἀ. γλώσσης by word of mouth, Hdt.1.123 (but also, from hearsay, A.Ag. 813);ἀ. στόματος Pl.Tht. 142d
; ἀπ' ὄψεως at sight, Lys.16.19; ἀ. χειρὸς λογίζεσθαι on your fingers, Ar.V. 656; ; ὀμμάτων ἄπο in the public gaze, E.Med. 216;ἀ. τοῦ κυάμου ἄρχοντας καθίστασθαι X.Mem.1.2.9
;ἡ βουλὴ ἡ ἀ. τοῦ κυάμου Th.8.66
, cf. IG1.9;τοὺς ἀ. τοῦ κυάμου δισχιλίους ἄνδρας Arist.Ath.24.3
; τριηράρχους αἱρεῖσθαι ἀ. τῆς οὐσίας Decr. ap. D.18.106; ἀφ' ἑαυτοῦ from oneself, on one's own account, Th.8.6, etc.;ἀφ' ἑαυτοῦ γνώμης Id.4.68
; ἀ. συνθήματος, ἀ. παραγγέλματος, by agreement, by word of command, Hdt.5.74, Th.8.99; ἀ. σάλπιγγος by sound of trumpet, X.Eq.Mag.3.12 (s.v.l.); ἐπίτροπος ἀ. τῶν λόγων, = Lat. procurator a rationibus, Ann.Epigr..1913.143a (Ephesus, ii A. D.).7 of the object spoken of, τὰ ἀ. τῆς νήσου οἰκότα ἐστί the things told from or of the island.., Hdt.4.195, cf. 54, 7.195;νόμος κείμενος ἀ. τῶν τεχνῶν Ar.Ra. 762
.B in Arc., Cypr., ἀπύ takes dat., ἀπὺ τᾷ [ἁμέρᾳ] IG5(2).6 ([place name] Tegea);ἀπὺ τᾷ ζᾷ Inscr.Cypr.135.8
H. ([place name] Idalion).2 in later Greek ἀπό is found c. acc., PLond.1.124.30 (iv/v A. D.).C in Hom. frequent with Verbs in tmesi, as Il.5.214, etc., and sts. in Prose, as Hdt.8.89.D IN COMPOS.:1 asunder, as ἀποκόπτω, ἀπολύω, ἀποτέμνω: and hence, away, off, as ἀποβάλλω, ἀποβαίνω; denoting, remoual of an accusation, as ἀπολογέομαι, ἀποψηφίζομαι.2 finishing off, completing, ἀπεργάζομαι, ἀπανδρόω, ἀπανθρωπίζω, ἀπογλαυκόω.3 ceasing from, leaving off, as ἀπαλγέω, ἀποκηδεύω, ἀπολοφύρομαι, ἀποζέω, ἀπανθίζω, ἀφυβρίζω.4 back again, as ἀποδίδωμι, ἀπολαμβάνω, ἀπόπλους: also, in full, or what is one's own, as ἀπέχω, ἀπολαμβάνω: freq. it only strengthens the sense of the simple.5 by way of abuse, as in ἀποκαλέω.6 almost = ἀ- priv.; sts. with Verbs, as ἀπαυδάω, ἀπαγορεύω; more freq. with Adjectives, as ἀποχρήματος, ἀπότιμος, ἀπόσιτος, ἀπόφονος.E ἄπο, by anastrophe for ἀπό, when it follows its Noun, asὀμμάτων ἄπο S.El. 1231
, etc.; never in Prose. -
2 στεφάνη
A anything that surrounds or encircles the head, etc., for defence or ornament:2 as a woman's head-dress, diadem, coronal, Il.18.597, h.Hom.6.7, Hes.Th. 578, Ar.Ec. 1034; found on statues, IG22.1126.31 (Amphict. Delph., iv B.C.); distd. fr. στέφανος, in list of offerings, ib.12.264.62, al.; of men, δωρήσασθαι χρυσέῃ στεφάνῃ τὸν κυβερνήτην crown of honour, Hdt.8.118 (v.l. for χρυσέῳ στεφάνῳ); as a piece of outlandish luxury, Ar.Eq. 968: metaph., of a city, ἀπὸ στεφάναν κέκαρσαι πύργων thou hast been shorn of thy coronal of towers, E.Hec. 910 (lyr.), cf. Tr. 784 (anap.), AP9.97 (Alph.).b σ. τριχῶν the outer fringe of hair round bald or shaven crowns, as represented on comic masks, Poll.4.144, cf. 2.40.3 Medic., sutura coronalis, Aret.CD1.2, Poll.2.39.b in the eye, rim of the cornea where it joins the sclerotic, Gal.18(2).47, UP10.2, Ruf.Onom.26, Hsch.; rim of the eyelids, Ruf.Onom.20, Gal.14.767; eyeball, Hp.Vid.Ac.4.c a circular muscle, such as the sphincter ani, Poll.2.211; = corona glandis, Antyll. ap. Orib.50.3.6, Ruf.Sat.Gon.5.d of animals, upper rim of the hoof, coronet, Opp.C.1.232.e in pl., stripes of the wild ass, ib.3.188.5 Geom., plane figure contained between two concentric circles, Hero *Deff.37.b external periphery of a vault, Id.*Mens. 16.6 pl., rings composing the universe, Parm. ap. Placit.2.7.1.II brim or edge of anything, brow of a hill, edge of a cliff, Il. 13.138, Inscr.Prien. 361 (iv B.C.), 42.55 (ii/i B.C.), SIG685.60 (Crete, ii B.C.), Plb.1.56.4, Conon 35;τοῦ θεάτρου Plb.7.16.6
;Τείθρωνος IG92(1).51.2
(Thermum, iii B.C.): generally, edge, border, moulding, Thphr.HP5.6.2, LXX Ex.25.23, al.;ταλάροιο Mosch.2.55
;τύμβου A.R.2.918
; parapet, LXX De.22.8: pl., = αἱ τῶν βωμῶν ὠλέναι, Hsch.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > στεφάνη
-
3 ἐξέργω
A :— shut out from a place, debar,ἐξέργειν τινά Hdt.3.51
, etc.; ἐξείργειν τινὰ χθονός, γῆς, E.Heracl.20, 25; ἐξ ἀγορᾶς, ἐκ τοῦ ἄστεος, Pl.Lg. 936c;ἀπὸ τοῦ βήματος Aeschin.1.32
;ἐκ τῶν ἱερῶν Lys.6.16
;ἐκ τοῦ θεάτρου D.21.178
; ἐ. θύραζε drive away and shut him out of doors, Ar.Ach. 825, cf. D.18.169:—[voice] Pass.,ἐξείργεσθαι πάντων Th.2.13
;ἐξειργόμενοι δίκης Plu.Rom. 23
.2 prevent, preclude,καιρὸν ἐ. λόγος S.El. 1292
;τῶνδ' οὐδὲν ἐξείργει νόμος E.Andr. 176
;ἐ. δέει τὸ δίκην λαμβάνειν D.21.124
: abs.,ὅταν μὴ ἡ ὥρα τοῦ ἔτους ἐξείργῃ X.Oec.4.13
:—[voice] Pass.,πολέμοις ἐξειργόμενοι Th.1.118
;ἐὰν μὴ χρόνῳ ἐξείργηται Arist.Cat. 13a31
: c. inf., to be hindered from doing, D.H.Th.15.3 constrain, compel,τινὰ πληγαῖς Pl.Lg. 935c
:—[voice] Pass., ἀναγκαίῃ ἐξέργεσθαι ἔς τι to be constrained by necessity to undertake a thing, Hdt.7.96: c. inf., ἀναγκαίῃ ἐ. γνώμην ἀποδέξασθαι ib. 139;ὑπὸ τοῦ νόμου ἐξεργόμενος Id.9.111
;νόμῳ Th.3.70
.
См. также в других словарях:
Μουσείο, Σπαθάρειο Θεάτρου Σκιών Δήμου Αμαρουσίου — Εγκαινιάστηκε τον Ιούνιο του 1995 σ’ ένα νεοκλασικό κτίριο στο Μαρούσι (Βασιλίσσης Σοφίας & Δημητρίου Ράλλη), στην ίδια πλατεία (Κασταλίας) όπου το 1942 ξεκίνησε την καριέρα του ως καραγκιοζοπαίχτης ο Ευγένιος Σπαθάρης. Είναι ένα μουσείο μοναδικό … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
θέατρο — Σκηνική παράσταση, λυρικό έργο, επιθεώρηση, χορογραφικό θέαμα· θ. ονομάζεται επίσης το σύνολο των θεατρικών έργων ενός συγγραφέα (π.χ. το θ. του Ίψεν). Ο όρος όμως δραματικό θ. δηλώνει αποκλειστικά το θεατρικό είδος που παρουσιάζει ένα γεγονός… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
καραγκιόζης — Ελληνική παραλλαγή του θεάτρου σκιών, μιας τέχνης που είναι διαδεδομένη σε ολόκληρη την Ανατολή, με κεντρικό ήρωα την ομώνυμη φιγούρα. Η καταγωγή του Κ. παραμένει αδιευκρίνιστη. Έρευνες που έχουν διεξαχθεί κατά καιρούς έχουν επιχειρήσει να… … Dictionary of Greek