Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

χείριστα

См. также в других словарях:

  • χείριστα — χείριστος neut nom/voc/acc pl χείρων mcaner neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειρίστας — χειρίστᾱς , χείριστος fem acc pl χειρίστᾱς , χείριστος fem gen sg (doric aeolic) χειρίστᾱς , χείρων mcaner fem acc pl χειρίστᾱς , χείρων mcaner fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειριστάς — χειριστά̱ς , χειριστής manager masc acc pl χειριστά̱ς , χειριστής manager masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειρίσται — χειρίστᾱͅ , χείριστος fem dat sg (doric aeolic) χειρίστᾱͅ , χείρων mcaner fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χείριστος — η, ο / χείριστος, ίστη, ον, ΝΜΑ πάρα πολύ κακός, πολύ κακής ποιότητας (α. «διαγωγή χείριστη» β. «ὁ χείριστος τῶν ἀνθρώπων», Ξεν.) αρχ. (το ουδ. αιτ. πληθ. ως επίρρ.) χείριστα με χείριστο τρόπο. επίρρ... χείριστα / χειρίστως, ΝΜΑ πάρα πολύ κακά.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»