Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

σύμβασιν

См. также в других словарях:

  • συμβᾶσιν — συμβαίνω stand with the feet together aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύμβασιν — σύμβασις bringing one foot up to the other fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξύμβασιν — σύμβασιν , σύμβασις bringing one foot up to the other fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διέρχομαι — (AM διέρχομαι) [έρχομαι] 1. περνώ ανάμεσα 2. (αμτβ.) (για χρόνο) περνώ 3. (για σωματικά και ψυχικά πάθη) υποφέρω, περνώ νεοελλ. 1. (με ουσ. που δηλώνει χρόνο) κάνω κάτι στη διάρκεια τού χρόνου που δηλώνει το ουσιαστικό («διέρχεται τον καιρό του… …   Dictionary of Greek

  • σύμβαση — (Νομ.). Η σύμπτωση των δηλώσεων της θέλησης δύο ή περισσότερων προσώπων, με το σκοπό να προσκομιστούν απ’ αυτήν έννομα αποτελέσματα. Ως παράσταση εμφανίζεται με την πρόταση από το ένα μέρος και την αποδοχή από το άλλο. Η σ. για να υπάρξει,… …   Dictionary of Greek

  • ar-1*, themat. (a)re-, heavy basis arǝ-, rē- and i-basis (a)rī̆ -, rēi- —     ar 1*, themat. (a)re , heavy basis arǝ , rē and i basis (a)rī̆ , rēi     English meaning: to move, pass     Deutsche Übersetzung: “fũgen, passen”     Note: Root ar 1*, themat. (a)re , heavy basis arǝ , rē and i Basis (a)rī̆ , rēi : “to move …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»