Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

στιβῶν

См. также в других словарях:

  • στιβῶν — στῑβῶν , στίβη stipa fem gen pl στιβάζω tread upon fut part act masc voc sg στιβάζω tread upon fut part act neut nom/voc/acc sg στιβάζω tread upon fut part act masc nom sg (attic epic ionic) στιβέω tread pres part act masc nom sg (attic epic… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στίβων — στίβος trodden way masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αγωγή — I Η εξελικτική διαμόρφωση της προσωπικότητας του ανθρώπου, μέσω της επίδρασης που ασκεί το φυσικό και κυρίως κοινωνικό περιβάλλον πάνω στις βιολογικές καταβολές του ατόμου. Συνεπώς, η α., όσο και η ίδια η ζωή του ανθρώπου, υπογραμμίζει την… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»