Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

προς-επ-οφλισκάνω

См. также в других словарях:

  • προσεπῶφλον — πρός , ἐπί ὀφλισκάνω become a debtor aor ind act 3rd pl πρός , ἐπί ὀφλισκάνω become a debtor aor ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσεπωφλίσκανε — πρός , ἐπί ὀφλισκάνω become a debtor imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσεπωφλίσκανεν — πρός , ἐπί ὀφλισκάνω become a debtor imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δίκη — Με τον όρο δ. υποδηλώνεται το σύνολο των πράξεων οι οποίες αποτελούν την ιδιαίτερη εκείνη νομική σχέση που ονομάζεται δικονομική σχέση και αναπτύσσεται μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών και των δικαστικών οργάνων του κράτους προς τον σκοπό της… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»