Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

παρέξομαι

См. также в других словарях:

  • παρέξομαι — παρέχω hand over fut ind mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρέξομ' — παρέξομαι , παρέχω hand over fut ind mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεπιμαρτυρώ — έω, MA επιμαρτυρώ κι εγώ, παρέχω κι εγώ τη διαβεβαίωση μου (α. «παρέξομαι τοῑς λόγοις. συνεπιμαρτυροῡντα τὰ πράγματα», Άνν. Κομν. β. «συνεπιμαρτυροῡντος τοῡ θεοῡ σημείοις», ΚΔ γ. «συνεπιμαρτυρεῑ ὁ βίος ἅπας», Αριστοτ.) αρχ. αστρολ. (για πλανήτες) …   Dictionary of Greek

  • υπομνηματίζω — ὑπομνηματίζω, ΝΑ [ὑπόμνημα, ατος] συντάσσω ερμηνευτικές σημειώσεις σε κείμενα συγγραφέων, σχολιάζω αρχ. (κυρίως μέσ. και παθ.) ὑπομνηματίζομαι α) συγγράφω απομνημονεύματα («τὰ δ ἐν τῷ περὶ ψυχῆς διαλόγῳ ῥηθέντα κατ ἰδίαν ὑπομνηματισάμενός σοι… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»