Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

λούει

См. также в других словарях:

  • λούει — λούω lǎvo pres ind mp 2nd sg λούω lǎvo pres ind act 3rd sg λούω lǎvo imperf ind act 3rd sg (attic epic) λουέω gruel made of wheat meal pres imperat act 2nd sg (attic epic) λουέω gruel made of wheat meal imperf ind act 3rd sg (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σαπρός — ή, ό / σαπρός, ά, όν, ΝΜΑ 1. αυτός που έχει υποστεί αποσύνθεση, σήψη, σάπιος (α. «σαπρά μήλα» β. «σαπραὶ ἐλαῑαι», Θεόφρ.) 2. (για πρόσ.) εξασθενημένος, εξαντλημένος σωματικά («γέρων ὤν καὶ σαπρός», Αριστοφ.) νεοελλ. μτφ. ηθικά αποσυντεθειμένος,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»