Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κύλικες

См. также в других словарях:

  • κύλικες — κύλιξ cup fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μουσείο Κανελλοπούλου — Η συλλογή του Παύλου και της Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου στεγάζεται από το 1976 σε ένα επιβλητικό νεοκλασικό κτίριο του τέλους του 19ου αι. στη βόρεια πλευρά της Ακρόπολης (οδός Θεωρίας & Πανός, Πλάκα). Αυτή η πολύ σημαντική συλλογή έργων τέχνης… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Κορίνθου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Κορίνθου, που βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά του αρχαιολογικού χώρου, χτίστηκε το 1931 από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, με δωρεά της Ada Small Moore. Μέσα από τα ευρήματα της αξιόλογης συλλογής που… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Χίου — Το ανακαινισμένο μουσείο της Χίου εγκαινιάστηκε το 1999 με μία υποδειγματικά στημένη έκθεση της πλούσιας συλλογής του που χρονικά καλύπτει όλες τις φάσεις κατοίκησης του νησιού από την 4η χιλιετία π.Χ. έως τα πρωτοχριστιανικά χρόνια. Στην πρώτη… …   Dictionary of Greek

  • Kylix (drinking cup) — For other uses, see Kylix (disambiguation). Kylix by Euergides (circa 500 BC) in the British Museum, London. A kylix (or cylix, pl.: kylixes or kylikes; Ancient Greek: κύλιξ, pl.. κύλικες) is a type of wine drinking g …   Wikipedia

  • επίκτητος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Φιλόσοφος (Ιεράπολις, Φρυγία περ. 50 μ.Χ. – Νικόπολις, Ήπειρος 138 μ.Χ.). Μαζί με τον Σενέκα και τον Μάρκο Αυρήλιο, ο Ε. είναι ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της τρίτης σχολής του στωικισμού, του ρωμαϊκού… …   Dictionary of Greek

  • κάρια — Ιστορική γεωγραφική περιοχή της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας. Βρίσκεται απέναντι από τη Σάμο, την Πάτμο, την Κάλυμνο, την Κω, τη Νίσυρο, την Τήλο, τη Σύμη και τη Ρόδο. Στα Β ορίζεται από τη Λυδία, με φυσικό σύνορο τον ποταμό Μαίανδρο, και στα Α από… …   Dictionary of Greek

  • καρία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας. Βρίσκεται απέναντι από τη Σάμο, την Πάτμο, την Κάλυμνο, την Κω, τη Νίσυρο, την Τήλο, τη Σύμη και τη Ρόδο. Στα Β ορίζεται από τη Λυδία, με φυσικό σύνορο τον ποταμό Μαίανδρο, και στα Α από… …   Dictionary of Greek

  • καριά — Ιστορική γεωγραφική περιοχή της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας. Βρίσκεται απέναντι από τη Σάμο, την Πάτμο, την Κάλυμνο, την Κω, τη Νίσυρο, την Τήλο, τη Σύμη και τη Ρόδο. Στα Β ορίζεται από τη Λυδία, με φυσικό σύνορο τον ποταμό Μαίανδρο, και στα Α από… …   Dictionary of Greek

  • κυλικοφόρος — κυλικοφόρος, ον (Α) (για τρίποδες) αυτός που φέρει κύλικες («προσδραμών ὁ Θεαγένης ἑνί τῶν κυλικοφόρων τριπόδων», Ηλιόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κύλιξ, ικ ος + φόρος (< φόρος < φέρω)] …   Dictionary of Greek

  • μάκρων — (αρχές 5ου αι. π.Χ.). Αττικός αγγειογράφος. Έχουν βρεθεί δύο αγγεία με την υπογραφή του και του αποδίδονται ακόμα περίπου 350, από τα οποία τα 336 είναι κύλικες. Υπήρξε ο κυριότερος ζωγράφος των αγγείων του εργαστηρίου του αγγειοπλάστη Ιέρωνα.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»