Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

βοτῆρας

См. также в других словарях:

  • βοτῆρας — βοτήρ herdsman masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιππονώμας — ἱππονώμας, ὁ (Α) αυτός που οδηγεί ή συντηρεί ίππους («βοτῆρας ἱππονώμας», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + νώμας (< νωμῶ «κινώ, διευθετώ», μεταρρηματικό παρ. που εμφανίζει την εκτεταμένη ετεροιωμένη βαθμίδα νωμ τού θ.νεμ τού ρ. νέμω), πρβλ. ευ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»