Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

(μέσον+ὀμφαλὸν+γᾶς

  • 1 κατέχω

    κατέχω, [tense] fut. καθέξω (of duration) Il.18.332, κατασχήσω (of momentary action) Hdt.5.72, Th.4.42: [tense] aor. κατέσχον, poet.
    A

    κατέσχεθον Hes.Th. 575

    , S.El. 754; [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    κάσχεθε Il.11.702

    , [dialect] Aeol. κατέσκ [ εθε] Alc.Supp. la.12; imper.

    κατάσχες E.Ba. 555

    (lyr.), later

    κατάσχε Philostr.Ep.38

    (v.l.), PMag.Lond.97.404; late [tense] aor.

    κατέσχα PGen. 54.22

    (iv A.D.).
    b hold back, withhold,

    εἴ με βίῃ ἀέκοντα καθέξει Il.15.186

    , cf. 11.702, Od.15.200;

    ἐν κολεῷ ξίφος Pi.N.10.6

    : check, restrain, bridle,

    ἑωυτόν Hdt.6.129

    , cf.Pl.Chrm. 162c, Men.Sam. 112; [ γυναῖκε] A.Pers. 190;

    ἱππικὸν δρόμον S.El. 754

    ;

    δάκρυ A.Ag. 204

    (lyr.); ὀργήν, θυμόν, ὕβριν, etc., S.El. 1011, OC 874, E.Ba. 555 (lyr.), etc.;

    δύνασιν S.Ant. 605

    (lyr.);

    τὴν διάνοιαν Th.1.130

    ; κ. τὴν ἀγωγήν put it off, Id.6.29; κ. τὸ πλῆθος ἐλευθέρως, ἰσχύϊ, Id.2.65, 3.62;

    κ. τινὰ πολέμῳ Id.1.103

    ;

    τὰ δάκρυα Pl.Phd. 117d

    , al.;

    τὸν γέλωτα X.Cyr.2.2.5

    , Pl.La. 184a, Thphr.Char.2.4; οὖρον hold in, Gal.8.407 (but -όμενα [οὖρα] as a disease, Hp.Prorrh.1.59, cf. Gal.16.639); ἑαυτὸν κατέχει μὴ ἐπιπηδᾶν restrains himself from.., Pl.Phdr. 254a:—[voice] Pass., to be held down,

    γλῶσσα κατείχετο Hp.Epid.5.50

    ;

    ἐπιθυμίας -ομένας Pl.R. 554c

    ; to be bound,

    ὁρκίοισι μεγάλοισι Hdt.1.29

    ;

    ὑποσχέσει PAmh. 2.97.17

    (ii A.D.);

    τοῖς τινων ὀφειλήμασιν PRyl.117.13

    (iii A.D.); of a nation, to be kept under (by tyrants), Hdt.1.59.
    c detain,

    κ. [αὐτοὺς] ἐνιαυτόν Id.6.128

    , cf. 8.57, Th.8.100;

    κ. [αὐτοὺς] ὥστε μὴ ἀπιέναι X. Mem.2.6.11

    :—[voice] Pass., to be detained, stay, Hdt.8.117, S.Tr. 249;

    περὶ Κρήτην Th.2.86

    , etc.
    d in imprecations, inhibit (cf. καταδέω (A) 111), Tab.Defix.Aud.50.11 (iv B.C.), PMag.Par.1.2077;

    Μανῆν καταδῶ καὶ κατέχω Tab.Defix.109

    .
    e place under arrest, PFlor.61.60 (i A.D.), etc.
    f keep an oath,

    ὅρκον SIG526.39

    (Itanos, iii B.C.).
    2 c.gen., gain possession of, be master of,

    τῶν ἐπιστημῶν μὴ πάνυ κ. Arist.Cat. 9a6

    ;

    τῆς ὀργῆς Philem.185

    codd. Stob.;

    τῆς παραποταμίας βίᾳ κατέσχον D.S.12.82

    , cf. Plb.14.1.9;

    τῆς Ἀσίας ἐθνῶν App.Praef. 9

    ; control, τινων LXX 1 Ma.6.27; ἑαυτῶν Erot.s.v.

    προπετής; μηκέτι κατέχων ἑαυτοῦ Hdn.1.15.1

    , cf. 1.7.3; cling to,

    τῶν κεράτων τοῦ θυσιαστηρίου LXX 3 Ki.1.51

    .
    II possess, occupy, esp.of rulers, A.Th. 732 (lyr.), E.Hec.81 (anap.); σῴζειν ἅπερ ἃν ἅπαξ κατάσχωσι whatever they have got, Isoc.12.242; esp. of property. enjoy possession of, PTeb.5.47 (ii B.C.), etc. (but also, sequestrate, PLille3.16 ([voice] Pass., iii B.C.), etc.);

    ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες 2 Ep.Cor.6.10

    .
    b dwell in, occupy,

    Ὀλύμπου αἴγλαν S.Ant. 609

    (lyr.); esp. of tutelary gods, Παρνασίαν ὃς κ. πέτραν, of Dionysus, Ar.Nu. 603 (lyr.), cf. X.Cyr.2.1.1, SIG662.10 (Delos, ii B.C.), Luc.Alex.10; of a place,

    μέσον ὀμφαλὸν γᾶς Φοίβου κ. δόμος E. Ion 223

    (lyr.); of the dead. θήκας Ἰλιάδος γᾶς.. κατέχουσι occupy, A.Ag. 454 (lyr.), cf. S.Aj. 1167 (anap.).
    2 of sound, fill,

    οἱ δ' ἀλαλητῷ πᾶν πεδίον κατέχουσι Il. 16.79

    ; κ. στρατόπεδον δυσφημίαις fill it with his grievous cries, S. Ph.10;

    οἰμωγὴ.. κατεῖχε πελαγίαν ἅλα A.Pers. 427

    , cf. E.Hipp. 1133 (lyr.):—[voice] Pass.,

    οἶκος κλαυθμῷ κατείχετο Hdt.1.111

    .
    3 πανδάκρυτον βιοτὰν κ. continue to live a life.., S.Ph. 690 (lyr.).
    4 to be spread over, cover,

    νὺξ.. δνοφερὴ κάτεχ' οὐρανόν Od.13.269

    ;

    ἡμέρα πᾶσαν κατέσχε γαῖαν A.Pers. 387

    , cf. Ar.Nu. 572 (lyr.); τίνες αὖ πόντον κατέχουσ' αὖραι; Cratin.138;

    ὀσμὴ.. κατὰ πᾶν ἔχει δῶ Hermipp.82.9

    :—[voice] Pass.,

    σελήνη.. κατείχετο.. νεφέεσσιν Od.9.145

    , cf. Il.17.368, 644:—[voice] Med., [dialect] Ep.[tense] aor.,

    κατέσχετο χερσὶ πρόσωπα Od.19.361

    ; κατασχομένη ἑανῷ having covered her face, Il.3.419.
    5 of the grave, confine, cover,

    τοὺς δ' ἤδη κάτεχεν φυσίζοος αἶα 3.243

    , cf. Od.11.301, Orac. ap. Hdt.1.67; as a threat, πάρος τινὰ γαῖα καθέξει sooner shall earth cover many a one, Il.16.629, cf. Od.13.427, etc.
    6 of circumstances, etc., hold fast, have one in their power,

    μιν κατὰ γῆρας ἔχει χεῖράς τε πόδας τε Od.11.497

    ; ὃν θάνατος δακρυόεις καθέχει (sic) IG12.987;

    ἐχθρὰ Φάλαριν κ. φάτις Pi.P.1.96

    ;

    τινὰ.. λάθα κ. Id.N.8.24

    ; [

    φθορὰ] κ. τὸν σὸν δόμον S.OC 370

    ; τύχη, πόλεμος κ. τινά, Pl.Hp.Ma. 304c, Ep. 317a; κ. κίνδυνος Σικελίαν ib. 355d;

    συνέβη λοιμώδη νόσον κατασχεῖν τὴν Ἰταλίαν Hdn.1.12.1

    :—[voice] Pass.,

    ὑπὸ μεγάλης ἀνάγκης κατεχόμενοι Pl. Lg. 858a

    : rarely in good sense,

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ' ἀγαθαί Pi.O.7.10

    ;

    μεγάλαι κ. τύχαι γένος ὀρνίθων Ar.Av. 1726

    (lyr.);

    εὐμοιρίας -εχούσης τὸν βίον Hdn.2.5.1

    .
    7 seize, occupy, in right of conquest, τὸ Καδμείων πέδον dub. in S.OC 381; esp. in histor. writers, -σχήσειν [τὴν ἀκρόπολιν] Hdt.5.72;

    τὰ πρήγματα Id.3.143

    ;

    τὰ ἐχυρά X.Cyr.3.1.27

    ;

    τὰ κύκλῳ τῆς Ἀττικῆς ἁρμοσταῖς D.18.96

    ;

    φρουραῖς τὰς πόλεις Plu.2.177d

    .
    8 achieve, effect an object, Isoc.2.25;

    πρᾶξιν Arist.Pol. 1312a33

    .
    9 master, understand,

    οὐ κατέχω τί βούλει φράζειν Pl.Phlb. 26c

    , cf. Men. 72d, Ceb.34;

    περὶ φύσεως κ. πάντας τοὺς λόγους Sosip.1.17

    , cf. 33; κ. νοῦν στίχων grasp the sense of.., Puchstein Epigr.Gr.p.9.
    b keep in mind, remember,

    χρήσιμον καὶ τοῦτο κατασχεῖν τὸ στοιχεῖον Epicur. Ep.1p.10U.

    , cf. Thphr.Char.26.2, Men.Epit. 109; κ. τινὰ ὀψοφάγον Chrysipp.Tyan. ap. Ath.1.5e; κ. ὅτι, διότι, PCair.Zen.60.10 (iii B.C.), Phld.Herc.1251.15:—[voice] Pass., Epicur.Ep.1p.31U.
    10 possess, of a god,

    εἰ θεός ἐστιν ὁ σὰς κατέχων φρένας PLit.Lond.52.12

    ; τοιοῦτος ἔρως κατεῖχε τὴν ἄνθρωπον she was so infatuated, Plu.Alc.23; of an actor, κ. τὸ θέατρον held the audience spellbound, Plu.Dem.29 (but, kept the audience waiting, Phoc.19); of poets,

    μύθοις [τοὺς ἀκούοντας] κ. Luc.JTr.39

    (v.l. κατηχοῦσι):—mostly in [voice] Pass., of persons, to be possessed, inspired, Pl. Ion 533e; ἐξ Ὁμήρου ib. 536b;

    ἐκ θεῶν X. Smp.1.10

    ;

    κάρῳ Phld.D.1.18

    ; τὸ θέατρον κατείχετο the audience was spellbound, Eun.Hist.p.247 D.; of hydrophobia patients, Philum. Ven.4.11; of a lover, τῷ αὐτῷ θεῷ (sc. Ἔρωτι)

    κατέσχημαι Luc. DMort.19.1

    :—also in [tense] aor. [voice] Med., Pl.Phdr. 244e.
    III follow close upon, press hard, X.Cyr.1.4.22 (dub.l.), Cyn.6.22:—[voice] Pass., ib. 9.20.
    IV bring a ship to land, Hdt.6.101, 7.59, Plu.2.162a.
    B intr.,
    1 (sc. ἑαυτόν) control oneself, S.OT 782;

    οὐκέτι καθέξω Men.Pk. 394

    ;

    εἶπεν οὖν μὴ κατασχών Plu.Art.15

    ;

    οὐ κατέσχεν App.BC3.43

    : c. inf.,

    κ. τὸ μὴ δακρύειν Pl.Phd. 117c

    .
    b stop, cease, of the wind, Ar. Pax 944 (lyr.).
    2 come from the high sea to shore, put in (v. supr. IV),

    νηΐ Θορικόνδε h.Cer. 126

    ;

    τῆς Μαγνησίης χώρης ἐς τὸν αἰγιαλόν Hdt.7.188

    , cf. 6.101, Plb.1.25.7, Plu. Thes.21; τίνες ποτ' ἐς γῆν τήνδε.. κατέσχετε; S.Ph. 221, cf. 270, E. Heracl.83 (lyr.), Antipho 5.21, etc.: c. acc. loci, E.Hel. 1206, Cyc. 223; of a journey by land, rest, προξένων δ' ἔν του κατέσχες; Id. Ion 551, cf. Plb.5.71.2: metaph., εὖ κατασχήσει shall come safe to land, S.El. 503 (lyr.).
    C [voice] Med., keep back for oneself, embezzle, [ τὰ χρήματα] Hdt.7.164.
    2 cover oneself, v. supr. A.11.4.
    3 hold, contain, Plb.9.26a.7.
    II [tense] aor. [voice] Med., = κατέχω B. 2, Od.3.284.
    2 in pass. sense, τεαῖς ῥιπαῖσι κατασχόμενος subdued, Pi.P.1.10; καρδίαν κατέσχετο ἔρωτι was seized with, possessed by, E.Hipp.27; v. supr.A. 11.10.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κατέχω

  • 2 ὀμφαλός

    ὀμφᾰλός (acc. only.)
    a of the Delphic shrine of Apollo.

    πὰρ μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ματέρος P. 4.74

    ὀμφαλὸν ἐριβρόμου χθονὸς ἐς νάιον προσοιχόμενοι P. 6.3

    ἰόντι γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον P. 8.59

    Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ P. 11.10

    παρὰ μέγαν ὀμφαλὸν εὐρυκόλπου μόλεν χθονός N. 7.33

    χθονὸς ὀμφαλὸν παρὰ σκιάεντα Pae. 6.17

    γᾶς παρ' ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120

    ]ος ὀμφαλόν (εὐκάρπ[ου χθον]ὸς supp. Snell ex alio frag. papyri) fr. 215b. 12. test. Strabo, 9. 3. 6, καὶ ἐκάλεσαν τῆς γῆς ὀμφαλόν, προσπλάσαντες καὶ μῦθον, ὅν φησι Πίνδαρος, ὅτι συμπέσοιεν ἐνταῦθα οἱ αἰετοὶ οἱ ἀφεθέντες ὑπὸ τοῦ Διός, ὁ μὲν ἀπὸ τῆς δύσεως, ὁ δ' ἀπὸ τῆς ἀνατολῆς fr. 54, cf. Paus., 10. 16. 3.
    b centre, heart θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις ὀιχνεῖτε πανδαίδαλον τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3.

    Lexicon to Pindar > ὀμφαλός

  • 3 παρά

    παρά, πάρ (with apocope often before μ, π, δ; also κ, ς, τ, χ, ζ, β; with anastrophe Pae. 22.10)
    1 c. acc.,
    a to, towards with vb. of motion.

    παρ' εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον O. 1.111

    παρὰ Κρόνου τύρσιν O. 2.70

    Κρόνιον παρ' ὄχθον O. 9.3

    καί κεν ἐν ναυσὶν μόλον Ἀρέθοισαν ἐπὶ κράναν παρ' Αἰτναῖον ξένον P. 3.69

    ἰόντι γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον P. 8.59

    οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85

    ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ πὰρ Μελίαν χρυσέων ἐς ἄδυτον τριπόδων θησαυρόν P. 11.4

    Κασσάνδραν πόρεὐ Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ' εὔσκιον νηλὴς γυνά P. 11.21

    σώματα δὲ παρὰ Κρονίδαν Κένταυρον ἀσθμαίνοντα κόμιζεν N. 3.47

    ἀφνεὸς πενιχρός τε θανάτου παρὰ σᾶμα νέονται ( πέρας ἅμα coni. Weiseler) N. 7.19

    παρὰ μέγαν ὀμφαλὸν εὐρυκόλπου μόλεν χθονός N. 7.33

    Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49

    πατρὸς ἀγλαὸν Τελεσάρχου παρὰ πρόθυρον ἰὼν I. 8.2

    Κύ]νθιον παρὰ κρημνόν Pae. 12.8

    ]παρ' ἁλμυρὸν οἴχεσθον Παρθ. 2. 77.
    b beside, by

    παρ' Εὐρώτα πόρον O. 6.28

    σόν τε, Κασταλία, πάρα /

    Ἀλφεοῦ τε ῥέεθρον O. 9.17

    τὸν εἶδον κρατέοντα χερὸς ἀλκᾷ βωμὸν παρ' Ὀλύμπιον O. 10.101

    χρυσότοξον θέμεναι παρὰ Πύθιον Ἀπόλλωνα θρόνους O. 14.10

    Ἀμένα παρ' ὕδωρ P. 1.67

    παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.79

    παρ' ἐμὸν πρόθυρον P. 3.78

    πὰρ χθόνιον Ἀίδα στόμαP. 4.43

    πὰρ μέσον ὀμφαλὸν P. 4.74

    Ἀμφιτρύωνος ἀγλαὸν παρὰ τύμβον N. 4.20

    πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.10

    παρὰ Κασταλίαν τε (v. l. Κασταλίᾳ) N. 6.37

    θεοῦ παρ' εὐτειχέα δόμον N. 7.46

    θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.49

    ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ' Ἑλικώνιαι παρθένοι στάν I. 8.57

    Δηρηνὸν Ἀπόλλωνα πάρ τ' Ἀφρο[δίταν Pae. 2.5

    χθονὸς ὀμφαλὸν πὰρ σκιάεντα μελπόμεναι Pae. 6.17

    γᾶς παῤ ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120

    οἵαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2.. οἵ τ' ἀργίλοφον πὰρ Ζεφυρίου κολώναν ν[ fr. 140b. 5. Αἰγυπτίαν Μένδητα, πὰρ κρημνὸν θαλάσσας ἔσχατον Νείλου κέρας fr. 201. 1.
    c contrary to, against

    ἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16

    φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ θαμάκι παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    μὴ παρὰ καιρὸν O. 8.24

    τὸ καυχᾶσθαι παρὰ καιρὸν μανίαισιν ὑποκρέκει O. 9.38

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν O. 12.10

    καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    τί κομπέω παρὰ καιρόν; P. 10.4 τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ πικροτάτα μένει τελευτά. I. 7.47
    d past, by
    I

    παρὰ σκοπὸν οὐ χρὴ τὰ πολλὰ βέλεα καρτύνειν χεροῖν O. 13.94

    μαθὼν δέ τις ἀνερεῖ, εἰ πὰρ μέλος ἔρχομαι ψάγιον ὄαρον ἐννέπων (i. e. εἰ λοξὰ καὶ οὐκ ἀληθῆ λέγω Σ.) N. 7.69 οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g. παρὰ ναῦν δ' ἰθύει τάχιστα δελφίς fr. 234.
    II met., beyond, exceeding, past

    παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.13

    e side by side with, in comparison with

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι P. 3.81

    εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέωP. 9.50 σὲ δἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα ( παρ' ἀμὶν v. l. in codd. Aristidis, sed v. Σ ad loc., παρ' αὐτὸν τὸν Ἡρακλέα) fr. 81 ad Δ. 2. παρὰ Λύδιον ἅρμα πεζὸς οἰχνέων fr. 206.
    f for the sake of

    οὐ χθόνα ταράσσοντες οὐδὲ πόντιον ὕδωρ κενεὰν παρὰ δίαιταν O. 2.65

    g of alternation, Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου every second day P. 11.63
    2 c. gen.,
    a from of motion from, from beside

    ἵκων δ' παῤ εὐηράτων σταθμῶν O. 5.9

    ἀντρόθε γὰρ νέομαι πὰρ Χαρικλοῦς καὶ ΦιλύραςP. 4.103

    κωμάσομεν παρ' Ἀπόλλωνος Σικυωνόθε, Μοῖσαι, τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.1

    Θέμιν ὠκεανοῦ παρὰ παγᾶν Μοῖραι ἆγον fr. 30. 2.
    b from without motion,
    I

    παρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.70

    ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος Ἀθαναίων χάριν μισθόν P. 1.76

    εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν P. 1.88

    χρὴ τὰ ἐοικότα πὰρ δαιμόνων μαστευέμεν P. 3.59

    εὖχος ἤδη παρὰ Πυθιάδος ἵπποις ἑλών P. 5.21

    II of place of origin. συμβαλεῖν δ' εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἷμ ἀπὸ Σπάρτας, καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος (Bergk: ῥοὰν codd.) N. 11.36
    c πὰρ ποδός, at

    γνόντα τὸ πὰρ ποδὸς P. 3.60

    τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    3 c. dat.
    a beside, by of place.

    παρ' Ἀλφεῷ O. 1.20

    πὰρ ποδί O. 1.74

    παρὰ βωμῷ O. 1.93

    παρ' Ἀλφειῷ O. 7.15

    παρὰ Κασταλίᾳ O. 7.17

    πὰρ Κρόνου λόφῳ O. 8.17

    ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος O. 10.24

    παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ O. 10.85

    συγγόνῳ παρ' ἑστίᾳ O. 12.14

    ὁμιλέων παρ' οἰκείαις ἀρούραις O. 12.19

    κόλποις παρ' εὐδόξοις Πίσας O. 14.23

    παρὰ Βοιβιάδος κρημνοῖσιν P. 3.34

    Καφισοῦ παρ' ὄχθαιςP. 4.46 παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων ( καλλίχορον πόλιν Theon) P. 12.26 παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ (Tricl.: πὰρ codd.) N. 2.19

    Παλίου δὲ πὰρ ποδί N. 4.54

    [ παρὰ Κασταλίᾳ τε (v. l. Κασταλίαν) N. 6.37]

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    Κρονίου πὰρ τεμένει N. 6.61

    παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε N. 9.34

    Ἥβα τελείᾳ παρὰ ματέρι βαίνοισ N. 10.18

    ( χαλκὸν)

    Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.48

    ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται N. 10.55

    παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ μολὼν ὄχθῳ Κρόνου N. 11.24

    ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ πὰρ Εὐρώτᾳ πέλας I. 1.29

    Καίκου παρ' ὄχθαις I. 5.42

    παρ' εὐτειχέσιν Κάδμου πύλαις I. 6.76

    παρὰ καλλιρόῳ Δίρκᾳ I. 8.19

    Ζηνὶ μισγομέναν ἢ Διὸς παρ' ἀδελφεοῖσιν I. 8.35

    ποτίκολλον ἅτε ξύλον παρὰ ξύλῳ fr. 241.
    I with, by the side of, among

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν O. 2.65

    ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10

    Μοῖσα, καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι P. 1.58

    εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις P. 2.25

    παρὰ τυραννίδι P. 2.87

    καὶ θεοὶ δαίσαντο παρ' ἀμφοτέροις P. 3.93

    σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν P. 4.1

    παρὰ ματρὶ μένειν P. 4.186

    Κόλχοισιν βίαν μεῖξαν Αἰήτᾳ παρ' αὐτῷ P. 4.213

    ( Ὑπερβορέων),

    παρ' οἷς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    γάμον δαίσαντα πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ N. 1.72

    νῦν δὲ παρ' Αἰγιόχῳ κάλλιστον ὄλβον ἀμφέπων ναίει I. 4.58

    σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων Δ. 2.. παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος i. e. in their country Θρ. 7. 7.
    II met., with καλός τοι πίθων παρὰ παισίν, αἰεὶ καλός in the opinion of P. 2.72 κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών, πάντα ἰσάντι νόῳ in the judgement of P. 3.28

    αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὔτ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87

    4
    b fragg.

    τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1 ]ν πάρα Pae. 22.9

    νέ]μομαι παρὰ[ fr. 215b. 9.

    Lexicon to Pindar > παρά

  • 4 πάρ

    παρά, πάρ (with apocope often before μ, π, δ; also κ, ς, τ, χ, ζ, β; with anastrophe Pae. 22.10)
    1 c. acc.,
    a to, towards with vb. of motion.

    παρ' εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον O. 1.111

    παρὰ Κρόνου τύρσιν O. 2.70

    Κρόνιον παρ' ὄχθον O. 9.3

    καί κεν ἐν ναυσὶν μόλον Ἀρέθοισαν ἐπὶ κράναν παρ' Αἰτναῖον ξένον P. 3.69

    ἰόντι γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον P. 8.59

    οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85

    ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ πὰρ Μελίαν χρυσέων ἐς ἄδυτον τριπόδων θησαυρόν P. 11.4

    Κασσάνδραν πόρεὐ Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ' εὔσκιον νηλὴς γυνά P. 11.21

    σώματα δὲ παρὰ Κρονίδαν Κένταυρον ἀσθμαίνοντα κόμιζεν N. 3.47

    ἀφνεὸς πενιχρός τε θανάτου παρὰ σᾶμα νέονται ( πέρας ἅμα coni. Weiseler) N. 7.19

    παρὰ μέγαν ὀμφαλὸν εὐρυκόλπου μόλεν χθονός N. 7.33

    Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49

    πατρὸς ἀγλαὸν Τελεσάρχου παρὰ πρόθυρον ἰὼν I. 8.2

    Κύ]νθιον παρὰ κρημνόν Pae. 12.8

    ]παρ' ἁλμυρὸν οἴχεσθον Παρθ. 2. 77.
    b beside, by

    παρ' Εὐρώτα πόρον O. 6.28

    σόν τε, Κασταλία, πάρα /

    Ἀλφεοῦ τε ῥέεθρον O. 9.17

    τὸν εἶδον κρατέοντα χερὸς ἀλκᾷ βωμὸν παρ' Ὀλύμπιον O. 10.101

    χρυσότοξον θέμεναι παρὰ Πύθιον Ἀπόλλωνα θρόνους O. 14.10

    Ἀμένα παρ' ὕδωρ P. 1.67

    παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.79

    παρ' ἐμὸν πρόθυρον P. 3.78

    πὰρ χθόνιον Ἀίδα στόμαP. 4.43

    πὰρ μέσον ὀμφαλὸν P. 4.74

    Ἀμφιτρύωνος ἀγλαὸν παρὰ τύμβον N. 4.20

    πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.10

    παρὰ Κασταλίαν τε (v. l. Κασταλίᾳ) N. 6.37

    θεοῦ παρ' εὐτειχέα δόμον N. 7.46

    θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.49

    ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ' Ἑλικώνιαι παρθένοι στάν I. 8.57

    Δηρηνὸν Ἀπόλλωνα πάρ τ' Ἀφρο[δίταν Pae. 2.5

    χθονὸς ὀμφαλὸν πὰρ σκιάεντα μελπόμεναι Pae. 6.17

    γᾶς παῤ ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120

    οἵαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2.. οἵ τ' ἀργίλοφον πὰρ Ζεφυρίου κολώναν ν[ fr. 140b. 5. Αἰγυπτίαν Μένδητα, πὰρ κρημνὸν θαλάσσας ἔσχατον Νείλου κέρας fr. 201. 1.
    c contrary to, against

    ἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16

    φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ θαμάκι παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    μὴ παρὰ καιρὸν O. 8.24

    τὸ καυχᾶσθαι παρὰ καιρὸν μανίαισιν ὑποκρέκει O. 9.38

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν O. 12.10

    καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    τί κομπέω παρὰ καιρόν; P. 10.4 τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ πικροτάτα μένει τελευτά. I. 7.47
    d past, by
    I

    παρὰ σκοπὸν οὐ χρὴ τὰ πολλὰ βέλεα καρτύνειν χεροῖν O. 13.94

    μαθὼν δέ τις ἀνερεῖ, εἰ πὰρ μέλος ἔρχομαι ψάγιον ὄαρον ἐννέπων (i. e. εἰ λοξὰ καὶ οὐκ ἀληθῆ λέγω Σ.) N. 7.69 οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g. παρὰ ναῦν δ' ἰθύει τάχιστα δελφίς fr. 234.
    II met., beyond, exceeding, past

    παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.13

    e side by side with, in comparison with

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι P. 3.81

    εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέωP. 9.50 σὲ δἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα ( παρ' ἀμὶν v. l. in codd. Aristidis, sed v. Σ ad loc., παρ' αὐτὸν τὸν Ἡρακλέα) fr. 81 ad Δ. 2. παρὰ Λύδιον ἅρμα πεζὸς οἰχνέων fr. 206.
    f for the sake of

    οὐ χθόνα ταράσσοντες οὐδὲ πόντιον ὕδωρ κενεὰν παρὰ δίαιταν O. 2.65

    g of alternation, Κάστορος βίαν, σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου every second day P. 11.63
    2 c. gen.,
    a from of motion from, from beside

    ἵκων δ' παῤ εὐηράτων σταθμῶν O. 5.9

    ἀντρόθε γὰρ νέομαι πὰρ Χαρικλοῦς καὶ ΦιλύραςP. 4.103

    κωμάσομεν παρ' Ἀπόλλωνος Σικυωνόθε, Μοῖσαι, τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.1

    Θέμιν ὠκεανοῦ παρὰ παγᾶν Μοῖραι ἆγον fr. 30. 2.
    b from without motion,
    I

    παρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.70

    ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος Ἀθαναίων χάριν μισθόν P. 1.76

    εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν P. 1.88

    χρὴ τὰ ἐοικότα πὰρ δαιμόνων μαστευέμεν P. 3.59

    εὖχος ἤδη παρὰ Πυθιάδος ἵπποις ἑλών P. 5.21

    II of place of origin. συμβαλεῖν δ' εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἷμ ἀπὸ Σπάρτας, καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος (Bergk: ῥοὰν codd.) N. 11.36
    c πὰρ ποδός, at

    γνόντα τὸ πὰρ ποδὸς P. 3.60

    τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    3 c. dat.
    a beside, by of place.

    παρ' Ἀλφεῷ O. 1.20

    πὰρ ποδί O. 1.74

    παρὰ βωμῷ O. 1.93

    παρ' Ἀλφειῷ O. 7.15

    παρὰ Κασταλίᾳ O. 7.17

    πὰρ Κρόνου λόφῳ O. 8.17

    ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος O. 10.24

    παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ O. 10.85

    συγγόνῳ παρ' ἑστίᾳ O. 12.14

    ὁμιλέων παρ' οἰκείαις ἀρούραις O. 12.19

    κόλποις παρ' εὐδόξοις Πίσας O. 14.23

    παρὰ Βοιβιάδος κρημνοῖσιν P. 3.34

    Καφισοῦ παρ' ὄχθαιςP. 4.46 παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων ( καλλίχορον πόλιν Theon) P. 12.26 παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ (Tricl.: πὰρ codd.) N. 2.19

    Παλίου δὲ πὰρ ποδί N. 4.54

    [ παρὰ Κασταλίᾳ τε (v. l. Κασταλίαν) N. 6.37]

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    Κρονίου πὰρ τεμένει N. 6.61

    παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε N. 9.34

    Ἥβα τελείᾳ παρὰ ματέρι βαίνοισ N. 10.18

    ( χαλκὸν)

    Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ N. 10.48

    ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται N. 10.55

    παρὰ Κασταλίᾳ καὶ παρ' εὐδένδρῳ μολὼν ὄχθῳ Κρόνου N. 11.24

    ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ πὰρ Εὐρώτᾳ πέλας I. 1.29

    Καίκου παρ' ὄχθαις I. 5.42

    παρ' εὐτειχέσιν Κάδμου πύλαις I. 6.76

    παρὰ καλλιρόῳ Δίρκᾳ I. 8.19

    Ζηνὶ μισγομέναν ἢ Διὸς παρ' ἀδελφεοῖσιν I. 8.35

    ποτίκολλον ἅτε ξύλον παρὰ ξύλῳ fr. 241.
    I with, by the side of, among

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν O. 2.65

    ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10

    Μοῖσα, καὶ πὰρ Δεινομένει κελαδῆσαι πίθεό μοι P. 1.58

    εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις P. 2.25

    παρὰ τυραννίδι P. 2.87

    καὶ θεοὶ δαίσαντο παρ' ἀμφοτέροις P. 3.93

    σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν P. 4.1

    παρὰ ματρὶ μένειν P. 4.186

    Κόλχοισιν βίαν μεῖξαν Αἰήτᾳ παρ' αὐτῷ P. 4.213

    ( Ὑπερβορέων),

    παρ' οἷς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    γάμον δαίσαντα πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ N. 1.72

    νῦν δὲ παρ' Αἰγιόχῳ κάλλιστον ὄλβον ἀμφέπων ναίει I. 4.58

    σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων Δ. 2.. παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος i. e. in their country Θρ. 7. 7.
    II met., with καλός τοι πίθων παρὰ παισίν, αἰεὶ καλός in the opinion of P. 2.72 κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών, πάντα ἰσάντι νόῳ in the judgement of P. 3.28

    αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὔτ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87

    4
    b fragg.

    τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1 ]ν πάρα Pae. 22.9

    νέ]μομαι παρὰ[ fr. 215b. 9.

    Lexicon to Pindar > πάρ

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»