-
1 Ακοντ'
Ἄκοντα, Ἀκόντηςmasc voc sgἌκοντα, Ἀκόντηςmasc nom sg (epic)Ἄκονται, Ἀκόντηςmasc nom /voc pl -
2 Ἄκοντ'
Ἄκοντα, Ἀκόντηςmasc voc sgἌκοντα, Ἀκόντηςmasc nom sg (epic)Ἄκονται, Ἀκόντηςmasc nom /voc pl -
3 άκοντ'
ἄκοντα, ἄκωνinvoluntary: masc acc sgἄκοντι, ἄκωνinvoluntary: masc dat sgἄκοντε, ἄκωνinvoluntary: masc nom /voc /acc dualἄ̱κοντα, ἀέκωνinvoluntary: neut nom /voc /acc pl (attic)ἄ̱κοντα, ἀέκωνinvoluntary: masc acc sg (attic)ἄ̱κοντι, ἀέκωνinvoluntary: masc /neut dat sg (attic)ἄ̱κοντε, ἀέκωνinvoluntary: masc /neut nom /voc /acc dual (attic) -
4 ἄκοντ'
ἄκοντα, ἄκωνinvoluntary: masc acc sgἄκοντι, ἄκωνinvoluntary: masc dat sgἄκοντε, ἄκωνinvoluntary: masc nom /voc /acc dualἄ̱κοντα, ἀέκωνinvoluntary: neut nom /voc /acc pl (attic)ἄ̱κοντα, ἀέκωνinvoluntary: masc acc sg (attic)ἄ̱κοντι, ἀέκωνinvoluntary: masc /neut dat sg (attic)ἄ̱κοντε, ἀέκωνinvoluntary: masc /neut nom /voc /acc dual (attic) -
5 ἀκοντίας
III a plant, Hsch., EM50.53.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκοντίας
-
6 ἀκοντίζω
A hurl a javelin, τινός at one,Αἴαντος.. ἀκόντισε φαίδιμος Ἕκτωρ Il.14.402
, cf. 8.118; alsoΑἵας.. ἐφ' Ἕκτορι.. ἵετ' ἀκοντίσσαι 16.359
; ἀ. ἐς or καθ' ὅμιλον, Od.22.263, Il.4.490;ἔς τινας Th. 7.40
;εἰς τὸ φῶς ἐκ τοῦ σκότους X.An.7.4.18
: c. dat., of the weapon,ἦ καὶ ἀκόντισε δουρί Il.5.533
; ἀ. δουρὶ φαεινῷ ib. 611, al.;αἰχμαῖς Pi.I.1.24
: also c. acc.,ἀκόντισαν ὀξέα δοῦρα Od.22.265
;ἀκοντίζουσι θαμειὰς αἰχμὰς ἐκ χειρῶν Il.12.44
, cf. 14.422: abs., use the javelin,τοξεύειν καὶ ἀ. Hdt.4.114
, cf. Hp.Aër.17, Th.3.23, etc.:— [voice] Pass.,κῶλα.. ἐς πλευρὰ καὶ πρὸς ἧπαρ ἠκοντίζετο E.IT 1370
;ἀ. ἀπὸ τῶν ἵππων ὀρθός Pl.Men. 93d
.2 after Hom., hit or strike with javelin, or simply aim at,ἀ. τὸν σῦν Hdt.1.43
, etc.:—[voice] Pass., to be hit or wounded, E.Ba. 1098, Antipho 3.1.1, X.HG4.5.13.3 hurl, throw, ἑαυτούς, i.e. leap overboard, Ach.Tat.5.7; jettison cargo, Id.3.2: metaph., τινὰς εἰς ἄπειρον χρόνον Olymp.Alch.p.75B.5 metaph.,μῦθον Nonn.D.34.299
; μερίμνας ἀνέμοισιν ib.12.258.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκοντίζω
-
7 ἀκοντίλος
ἀκοντ-ίλος, ὁ,A = ἀκοντίας, Hsch., EM50.52.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκοντίλος
-
8 ἀκόντιον
A javelin, h.Merc.460, Hdt.1.34, Aen.Tact.29.6,8, al.2 in pl., javelin-exercise, Pl.Lg. 794c; also in sg., X.Eq.Mag. 1.21,25.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκόντιον
-
9 ἀκοντισία
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκοντισία
-
10 ἀκόντισις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκόντισις
-
11 ἀκόντισμα
II dart, javelin, Str.4.6.7 (pl.), Plu.Alex.43, Arr.Tact.9.1.III in pl., = the concrete ἀκοντισταί, Plu.Pyrrh. 21.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκόντισμα
-
12 ἀκοντισμός
ἀκοντ-ισμός, ὁ,A = ἀκόντισις, X.Eq.Mag.3.6, Str.11.5.1, Arr.An.1.2.6; as a contest, OGI 339 ([place name] Sestos); emission of liquids, [Gal.]19.456, Sch.Il.17.297.2 ἀκοντισμοὶ ἀστέρων, of shooting stars, Ptol. Tetr. 102.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκοντισμός
-
13 ἀκοντιστήρ
A = -ιστής, E.Ph. 142.II as Adj., darting, hurtling,τρίαινα Opp.H.5.535
: metaph.,μαζοὶ ἀ. ἐρώτων Nonn. D.7.264
:—also in pass. sense, θύρσος, λᾶας, 24.134, 30.230; ἀκοντιστῆρες μόλυβοι prob. bullets, Keil-Premerstein Dritter Bericht p.89.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκοντιστήρ
-
14 ἀκοντιστήριον
ἀκοντ-ιστήριον, τό,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκοντιστήριον
-
15 ἀκοντιστής
A darter, javelin-man, Il.16.328, Od.18.262, Hdt.8.90, A.Pers.52, Th.3.97, Theoc.17.55, etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκοντιστής
-
16 ἀκοντιστικός
A skilled in throwing the dart, X.Cyr.7.5.63: [comp] Sup., ib.6.2.4; -κά, τά, art of throwing the dart, Pl.Thg. 126b; -κή, ἡ, Ael.Tact. Praef., Arr.Tact.Praef. Adv.- κῶς Poll.3.151
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκοντιστικός
-
17 ἀκοντιστύς
A = ἀκόντισις, game of the dart,ἀκοντιστὺν ἐσδύσεαι Il.23.622
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀκοντιστύς
-
18 ἱκνέομαι
ἱκνέομαι ( ἱκνεῖται?: aor. κόμαν, κεο, κετ(ο), ᾰκοντ(ο); ἵκοντο; impv. ἵκεο; ἵκωμαι, -ηται; ἵκοιθ; ἱκομένους; ἱκέσθαι.)1 arrive, come lit. and met.κελαδεῖν Κρόνου παῖδ' ἐς ἀφνεὰν ἱκομένους μάκαιραν Ἱέρωνος ἑστίαν O. 1.10
ὄφρα ἵκωμαι πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος sc. in the course of my song O. 6.24πετραέσσας ἐλαύνων ἵκετ' ἐκ Πυθῶνος O. 6.48
κοντο δ' ὑψηλοῖο πέτραν ἀλίβατον Κρονίου O. 6.64
ὅταν εἰς Ἀίδα σταθμὸν ἀνὴρ ἵκηται O. 10.93
ποτὶ καὶ τὸν ᾰκοντ (sc. εὐναὶ παράτροποι: ποτὶ κοῖτον ἰόντ, ἱκόντ Beck, Boeckh) P. 2.36ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ P. 4.79
Πελίας ἵκετο σπεύδων P. 4.95
“ ἱκόμαν οἴκαδ” P. 4.105 [“ ἱκόμαν” (codd. contra metr.: ἱκοίμαν Hermann: ἱκάνω Madvig) P. 4.118]ᾰκοντο Θήρανδε φῶτες Αἰγείδαι P. 5.75
“ ταύτᾳ πόσις ἵκεο βᾶσσαν τάνδε” P. 9.51ἐν χερὶ δ' Ἀυφιτρύων κολεοῦ γυμνὸν τινάσσων φάσγανον ἵκετ N. 1.53
ᾰκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν N. 3.3
πλαγχθέντες δ' εἰς Ἐφύραν ᾰκοντο (Boeckh: ἵκοντο δ' ἐς Ἐφύραν πλα(γ) χθέντες codd.) N. 7.37φαινομέναν δ' ἄῤ ἐς ἄταν σπεῦδεν ὅμιλος ἱκέσθαι N. 9.21
ὁ δ' ὄλβῳ φέρτατος (sc. Ζεύς) ἵκετ' ἐς κείνου γενεάν i. e. into Amphitryon's family, by fathering Herakles N. 10.14ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι I. 4.31
]ος ἵκοιθ' ἐδ[ Pae. 22.1
]ς ἱκνεται οἰκο[ Θρ. 4. 11.
См. также в других словарях:
Ἄκοντ' — Ἄκοντα , Ἀκόντης masc voc sg Ἄκοντα , Ἀκόντης masc nom sg (epic) Ἄκονται , Ἀκόντης masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄκοντ' — ἄκοντα , ἄκων involuntary masc acc sg ἄκοντι , ἄκων involuntary masc dat sg ἄκοντε , ἄκων involuntary masc nom/voc/acc dual ἄ̱κοντα , ἀέκων involuntary neut nom/voc/acc pl (attic) ἄ̱κοντα , ἀέκων involuntary masc acc sg (attic) ἄ̱κοντι , ἀέκων… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κρώπιον — και στον Ησύχ. κρώβιον, τὸ (Α) 1. δρέπανο 2. (κατά τον Ησύχ.) «ἀξίνη δίστομος». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. κρώπιον προέρχεται πιθ. < *κρώψ και ανάγεται στην εκτεταμένηετεροιωμένη βαθμίδα *(s)krō p τής ΙΕ ρίζας *(s)kre p , που αποτελεί παρεκτεταμένη (με… … Dictionary of Greek