Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὑστέρησαν

См. также в других словарях:

  • ὑστερῆσαν — ὑστερέω to be behind aor part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστέρησαν — ὑ̱στέρησαν , ὑστερέω to be behind aor ind act 3rd pl ὑστερέω to be behind aor ind act 3rd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύγκειμαι — ΝΜΑ [κεῑμαι] είμαι σύνθετος από πολλά μέρη, συναποτελούμαι, συνίσταμαι (α. «το συμβούλιο σύγκειται από πέντε μέλη» β. «μέλος ἐκ τριῶν συγκείμενον, λόγου, ἁρμονίας, ῥυθμοῡ», Πλάτ. γ. «δέον συγκεῑσθαι τὴν ἀρίστην πολιτείαν ἐκ δημοκρατίας καὶ… …   Dictionary of Greek

  • Μακεδονία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή (34.203 τ. χλμ., 2.424.764 κάτ.) της Βόρειας Ελλάδας, της οποίας καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος. Εκτείνεται μεταξύ της οροσειράς της Πίνδου στα Δ, που τη χωρίζει από την Ήπειρο, και του ποταμού Νέστου στα Α, που τη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»