Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ὑποδέξασϑαι

См. также в других словарях:

  • ὑποδέξασθαι — ὑποδέχομαι receive into one s house aor inf mid ὑποδείκνυμι show aor inf mid (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδέξασθ' — ὑποδέξασθε , ὑποδέχομαι receive into one s house aor imperat mid 2nd pl ὑποδέξασθαι , ὑποδέχομαι receive into one s house aor inf mid ὑποδέξασθε , ὑποδέχομαι receive into one s house aor ind mid 2nd pl (homeric ionic) ὑποδέξασθε , ὑποδείκνυμι… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διατύπωση — η (AM ις) [διατυπώ] έκφραση διανοήματος νεοελλ. μσν. συνήθως στον πληθ. διατυπώσεις τυπικές πράξεις που τηρούνται υποχρεωτικά για να ενισχύσουν το κύρος επιδιωκόμενου σκοπού («τελωνειακές διατυπώσεις») μσν. αρχ. 1. σχηματισμός, διαμόρφωση («ὅταν… …   Dictionary of Greek

  • υποδέχομαι — ὑποδέχομαι, ΝΜΑ και ιων. τ. ὑποδέκομαι και ὑποδέχνυμαι, Α 1. δέχομαι, συγκεντρώνω κάτι που πέφτει ή που ρέει από πάνω (α. «η δεξαμενή υποδέχεται τα λύματα τού εργοστασίου» β. «ἀγγεῑον τὸ μέλλον ὑποδέξεσθαι τὸ ὕδωρ», Ήρων) 2. δέχομαι με… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»