Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ὑπέρ-ηδυς

См. также в других словарях:

  • υπέρηδυς — υ, Α γλυκύτατος, πάρα πολύ ευχάριστος. επίρρ... ὑπερηδέως Α με εξαιρετικά μεγάλη ευχαρίστηση. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + ἡδύς «γλυκός, ευχάριστος»] …   Dictionary of Greek

  • υπερήδιστος — ον, ΜΑ μσν. (το ουδ. ως επίρρ.) ὑπερήδιστον με μεγάλη ευχαρίστηση αρχ. πάρα πολύ ευχάριστος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + ἥδιστος, υπερθετικός βαθμός του επιθ. ἡδύς] …   Dictionary of Greek

  • υποψία — η / ὑποψία, ΝΜΑ, και ιων. τ. ὑποψίη, και ὑφοψία, Α [ὕποπτος] το να υποπτεύεται κανείς κάποιον ή κάτι, έλλειψη εμπιστοσύνης, υπόνοια, δυσπιστία, αμφιβολία (α. «έχω υποψίες ότι δεν είναι αυτός που φαίνεται» β. «ὑποψίας μεστός», Λυσ.) αρχ. 1.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»