Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐξήρπαξ'

См. также в других словарях:

  • ἐξήρπαξ' — ἐξήρπαξα , ἐξαρπάζω snatch away from aor ind act 1st sg (attic epic ionic) ἐξήρπαξο , ἐξαρπάζω snatch away from plup ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic aeolic) ἐξήρπαξο , ἐξαρπάζω snatch away from perf imperat mp 2nd sg (attic epic doric ionic …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξαρπάζω — (AM ἐξαρπάζω) 1. αρπάζω, αφαιρώ από κάποιον κάτι, αφαρπάζω («σὰς δὲ ἐπιστολὰς ἐξαρπάσας ὅδ ἐκ χερῶν ἐμῶν βίᾳ», Ευρ.) 2. αποσπώ με τη βία («ἱστία δ ἐξήρπαξ ἀνέμου μένος», Απολλ. Ρόδ.) 3. ελευθερώνω, σώζω, λυτρώνω αρπάζοντας κάποιον («τὸν ἐξήρπαξ… …   Dictionary of Greek

  • ώστε — ὥστε, ΝΜΑ, και δωρ. τ. ὧτε Α 1. (στην αρχή λόγου ή πρότασης για να δηλώσει συμπέρασμα) λοιπόν, επομένως, συνεπώς (α. «ώστε έτσι έγιναν τα πράγματα» β. «ὥστ ... ὄλωλα καί σε προσδιαφθερῶ», Σοφ.) 2. (ως συμπερ. σύνδ. για να δηλώσει αποτέλεσμα) για… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»