Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

Ἅιδην

См. также в других словарях:

  • Ἀίδην — Ἀΐδην , ᾍδης acc sg (attic epic ionic) Ἀΐδην , ᾍδης masc acc sg (attic epic doric ionic) Ἀΐδην , Αἵδης masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀίδην — ἀείδω il.Parv.. pres inf act (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἅιδην — ᾍδης masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κικλήσκω — (Α) 1. καλώ κάποιον, φωνάζω κάποιον κοντά μου («κικλήσκει σε πατὴρ ἐμός», Ομ. Οδ.) 2. προσκαλώ κάποιον σε γεύμα, δείπνο κ.λπ. 3. καλώ κάποιον να μέ βοηθήσει, επικαλούμαι τη βοήθεια κάποιου («κικλήσκουσ Ἀίδην καὶ ἐπαινὴν Περσεφόνειαν», Ομ. Ιλ.) 4 …   Dictionary of Greek

  • Σάμος — I Αρχαίος επιγραμματοποιός (3ος αι. π.Χ.). Ηταν γιος του Χρυσόγονου, του συμβούλου του βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππου E’. Επειδή απόφευγε να κολακεύει το βασιλιά Φίλιππο, ο τελευταίος διέταξε να τον θανατώσουν (204 π.Χ.). Σύμφωνα με μαρτυρίες… …   Dictionary of Greek

  • ВХОД ГОСПОДЕНЬ В ИЕРУСАЛИМ — Описанное 4 евангелистами (Мф 21. 1 11; Мк 11. 1 11; Лк 19. 28 40; Ин 12. 12 19) одно из главных событий последних дней земной жизни Господа Иисуса Христа Его торжественное прибытие в Иерусалим накануне праздника Пасхи, к рое хронологически и… …   Православная энциклопедия

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»