Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἄ-ειλος

См. также в других словарях:

  • εύειλος — εὔειλος, ον (Α) ευήλιος, προσήλιος, ηλιόλουστος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + ειλος (< είλη «ηλιακή θερμότητα»), πρβλ. ά ειλος, πρόσ ειλος) …   Dictionary of Greek

  • ημίειλος — ἡμίειλος, ον (η γρφ ημίηλος εσφ.) (Α) ο εκτεθειμένος κατά το ήμισυ στον ήλιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + ειλος (< εἵλη «ηλιακή θερμότητα», πρβλ. εύ ειλος, πρόσ ειλος] …   Dictionary of Greek

  • πρόσειλος — ον, Α 1. εκτεθειμένος στις ηλιακές ακτίνες, προσήλιος, ευήλιος (α. «πρόσειλος αὐλή», Εύπ. β. «τόποι εὐσκεπεῑς καὶ πρόσειλοι», Θεόφρ.) 2. θερμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ειλος (< εἵλη [ΙΙ] «θερμότητα τού ηλίου»), πρβλ. εύ ειλος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»