-
1 αριστοκρατίας
ἀριστοκρατίᾱς, ἀριστοκρατίαrule of the best-born: fem acc plἀριστοκρατίᾱς, ἀριστοκρατίαrule of the best-born: fem gen sg (attic doric aeolic) -
2 ἀριστοκρατίας
ἀριστοκρατίᾱς, ἀριστοκρατίαrule of the best-born: fem acc plἀριστοκρατίᾱς, ἀριστοκρατίαrule of the best-born: fem gen sg (attic doric aeolic) -
3 παρεκβαίνω
A step aside from, deviate from, c. gen., ; ;τῆς ἀρετῆς Id.Pol. 1325b6
; π. τῆς ἀριστοκρατίας ἡ τάξις ib. 1273a21;τοῦ καθήκοντος Plb.12.7.1
;π. ἐκ τοῦ γένους Arist. GA 767b6
;ἐκ τῆς τάξεως Plb.8.26.8
;ἀπὸ τῶν κρειττόνων Procl.Inst. 124
.2 c. acc., overstep, transgress,Διὸς σέβας A.Ch. 645
(lyr.); ;ἐπὶ μικρὸν π. τὸ τῆς πολιτείας εἶδος Id.EN 1160b20
; ; ;τὸν κοινὸν νοῦν Phld.Po. 5.15
;ποταμοῦ -βάντος τὸ ῥεῖθρον Thphr.HP3.1.5
.3 abs., deviate,ὁ μικρὸν παρεκβαίνων Arist.EN 1126a35
;αἱ παρεκβεβηκυῖαι πολιτεῖαι Id.Pol. 1275b1
; opp. ὀρθαὶ [πολιτεῖαι], ib. 1282b13;π. ἐς ἃ μὴ θέμις APl.4.243
(Antist.); prob.l. in Ph.Bel.61.49, 62.51.II make a digression,ὅθεν παρεξέβημεν Arist.EN 1095b14
;περί τινος Id.PA 658b11
;ἀπό τινος Plb.4.9.1
, al.;εἰς ταῦτα Id.6.50.1
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παρεκβαίνω
-
4 ὅρος
Aὄρβος 700.1
); Cret. and Arg. [full] ὦρος SIG685.59, Mnemos.42.332 ; Heracl. [full] ὄρος Tab.Heracl.1.53, al., cf. ἄντορος; [dialect] Ion. [full] οὖρος GDI5518 and 5493b25, Democr.4, Hdt. (v. infr.) (also Theraean IG12(3).436); Megarian [full] ὄρρος (?) Berl.Sitzb.1888.885, cf. ὁμορέω: ὁ:—boundary, landmark,ἀμφ' οὔροισι δύ' ἀνέρε δηριάασθον Il.12.421
;λίθον.., τόν ῥ' ἄνδρες πρότεροι θέσαν ἔμμεναι οὖρον ἀρούρης 21.405
;ἐγὼ δὲ τούτων ὥσπερ ἐν μεταιχμίῳ ὅ. κατέστην Sol.
ap. Arist.Ath.12.5 : the regions separated by the boundary are usu. in gen., , etc.: in dat., (lyr.): with a single gen.,ῥεῖθρον ἠπείροιν ὅρον A.Pr. 790
; γάμου ὅ. the time within which one may marry, Pl.Lg. 785b ; οἱ ὅ. τῶν διαστημάτων the notes which limit the intervals in the musical scale, Id.Phlb. 17d, cf. Aristox. Harm.pp.49,56 M. ;ὅροι τρεῖς ἁρμονίας.., νεάτης τε καὶ ὑπάτης καὶ μέσης Pl.R. 443d
; ἐς ἑβδομήκοντα ἔτεα οὖρον τῆς ζόης ἀνθρώπῳ προτίθημι I set the limit of human life at seventy years, Hdt.1.32, cf. 74, 216;ζωᾶς ὅρον ἡμετέρας B.5.144
: abs., εἰς τὸν τόπον.., ἐν οἷς ἂν.. ὅρους θῶνται τῶν ὠνίων wherever (they) appoint fixed places for trading, Pl.Lg. 849e; decision of a magistrate,ὅρον δώσω PThead.15.20
(iii A.D.); soὅρον προσγράψαι D.23.40
;ὅρους τοῖς βαρβάροις πήξαντες Lycurg.73
;εἷς ὅρος παγήσεται Th.4.92
;τὸν ὅρον ὑπερβάντες Pl.R. 373d
, etc.: also in pl., bounds, boundaries,ἐν οὔροισι χώρης Hdt.4.52
, cf. 125;τοὺς Αἰγυπτίων οὔρους Id.2.17
;ὑπὸ Κυλλάνας ὅροις Pi.O.6.77
;γῆς ἐπ' ἐσχάτοις ὅροις A.Pr. 666
;τὸ ἀκόντιον ἔξω τῶν ὅ. τῆς αὑτοῦ πορείας.. ἐξενεχθὲν ἔτρωσεν αὐτόν Antipho 3.2.4
;ἐντὸς ὅρων Ἡρακλείων Pl.Ti. 25c
.2 metaph.,ὅροι θεσπεσίας ὁδοῦ A.Ag. 1154
(lyr.); θῆλυς ὅ. the boundary of a woman's mind, v. ἐπινέμω 11.3.b pillar (whether inscribed or not, cf. Harp.) set up on mortgaged property, to serve as a bond or register of the debt, Sol.36 ;ὅπως.. ὅροι τεθεῖεν Is.6.36
: with gen. of the amount, τίθησιν ὅρους ἐπὶ μὲν τὴν οἰκίαν δισχιλίων (sc. δραχμῶν),ἐπὶ δὲ τὸ χωρίον ταλάντου D.31.1
, cf. 25.69 ;δανείζειν τοὺς ἱερέας.. ἐπὶ χωρίῳ.. καὶ ὅρον ἐφιστάναι IG22.1183.29
, cf. D. 41.6, Thphr.Char.10.9 : specimens are IG12(7).412 ([place name] Amorgos), 22.2642,al.c boundary-stone marking the limits of temple-lands, ὅ. τοῦ ἱεροῦ ib.12.858, cf. 860,22.2597, al.; ὅρος· μὴ τοιχοδομεῖν ἐντὸς τῶν ὅρων ἰδιώτην ib.7.422 (Orop.), cf. 1785 (Thesp.), etc. ; ὅ. κρήνης, λεσχέων δημοσίων, ὁδοῦ, etc., ib.12.874,888,877, etc. ; similarly, ὅ. σήματος ib.903, al., 22.2568, al.; ὅ. μνημάτων ib.12.906; ὅ. μνήματος ib.22.2527, al.; ὅ. θήκης ib.2586, al.III standard, measure, ἢν δ' ἄγαν δοκῶ χρονίζειν.. Answ. τοῦδ' ὅ. τίς ἐστί μοι; E.IT 1219 ;ὅροι τῶν ἀγαθῶν καὶ κανόνες D.18.296
; rule, canon,εἷς ὅρος, μία βροτοῖσίν ἐστιν εὐτυχίας ὁδός B.Fr.7
;ὅρον πολιτείας ὁλιγαρχικῆς ταξάμενοι πλῆθος χρημάτων Pl.R. 551a
;ἀριστοκρατίας ὅρος ἀρετή, ὀλιγαρχίας πλοῦτος Arist.Pol. 1294a10
;ὁμολογίᾳ θέμενοι ὅρον, εἰς τοῦτο ἀποβλέποντες καὶ ἀναφέροντες τὴν σκέψιν ποιώμεθα Pl.Phdr. 237d
: hence, end, aim,ἕν' ὅ. θέμενος παντὶ τρόπῳ μ' ἀνελεῖν D.21.105
.IV in Logic, term of a proposition (whether subject or predicate), Arist.APr. 24b16, Cael. 282a1, al. ; ὅ. μέσος the middle term, Id.EN 1142b24, cf. APr. 25b33 sq.: hence,b definition,ἔστι ὅ. λόγος ὁ τὸ τί ἦν εἶναι σημαίνων Id.Top. 101b39
, cf. 139a24, al. ; defined asἡ τοῦ ἰδίου ἀπόδοσις Chrysipp.Stoic.2.75
: in pl., title of pseudo-Platonic work.3 pl., terms, conditions,συνθέσθαι πρός τινα ἐπὶ ὅροις, ὥστε.. CPR19.8
(iv A.D.).4 Astrol., οἱ τρεῖς ὅ. the three terms, used in various calculations, Vett. Val.304.1, al. (Spir. lenis in some dialects which have not lost spir. asper is inferred from absence of a sign for h in Corc. ὄρϝος, Arg.ὦρος, Heracl. ὄρος, cf. ἄντορος.)
См. также в других словарях:
ἀριστοκρατίας — ἀριστοκρατίᾱς , ἀριστοκρατία rule of the best born fem acc pl ἀριστοκρατίᾱς , ἀριστοκρατία rule of the best born fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα - Κοινωνία και Οικονομία (Αρχαιότητα) — ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η οικονομία στην Aρχαϊκή περίοδο Στον τομέα της οικονομίας, στην Aρχαϊκή περίοδο, σημειώθηκε μια σημαντική πρόοδος σε σχέση με τη Γεωμετρική περίοδο. Κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής… … Dictionary of Greek
Σουηδία — Κράτος της Βόρειας Ευρώπης μεταξύ της Φινλανδίας και της Νορβηγίας.H Σουηδία (Konungariket Sverige) είναι η μεγαλύτερη από τις σκανδιναβικές χώρες. Tα σύνορά της, που καθορίστηκαν μόνιμα με το Σύμφωνο της Bιέννης (1815), ορίζονται φυσικά από την… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… … Dictionary of Greek
ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
τζετ-σετ — το, Ν άκλ. (ξεν.) ο κόσμος τής αριστοκρατίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. jet set «κόσμος τής αριστοκρατίας που συχνά ταξιδεύει με αεροπλάνο»] … Dictionary of Greek
Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… … Dictionary of Greek