Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀπόζει

См. также в других словарях:

  • ἀπόζει — ἀπόζω smell of pres ind mp 2nd sg ἀπόζω smell of pres ind act 3rd sg ἀ̱πόζει , ἀποζάω live off imperf ind act 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic) ἀποζάω live off pres imperat act 2nd sg (attic epic ionic) ἀποζάω live off imperf ind act 3rd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αλίζωος — ἁλίζωος, ον (AM) 1. αυτός που ζει πάνω ή μέσα στη θάλασσα 2. αυτός που αποζεί από τη θάλασσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἁλι * (< ἅλς) + ζωος (< ζωή)] …   Dictionary of Greek

  • αλφηστής — ἀλφηστής, ο (Α) (Μ και ἀλφηστήρ, ῆρος) 1. αυτός που συντηρείται, που αποζεί από την εργασία του, εργατικός, δραστήριος 2. είδος ψαριών που κολυμπούν κατά ζεύγη 3. φρ. «ἑκὰς ἀνδρῶν ἀλφηστάων», για τους Φαίακες. [ΕΤΥΜΟΛ. Ποιητική λ. γνωστή ήδη από… …   Dictionary of Greek

  • αμπελόβιος — ια, ιο 1. (για πτηνά, Έντομα κ.λπ.) αυτός που ζει στα αμπέλια 2. αυτός που αποζεί από τα αμπέλια. [ΕΤΥΜΟΛ. < άμπελος + βίος] …   Dictionary of Greek

  • εισοδηματίας — ο αυτός που εισπράττει εισοδήματα, που αποζεί από τα εισοδήματά του και όχι από την προσωπική του εργασία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»