Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀγκάσι

См. также в других словарях:

  • αγκάς — ἀγκάς επίρρ. (Α) στην αγκαλιά, αγκαλιά. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολογίας. Πιθ. να προέρχεται από τη δοτ. πληθ. ἀγκάσι (πρβλ. φρασί) τής λ. ἀγκών ή από επίρρ. *ἀγκάσε, με έκθλιψη] …   Dictionary of Greek

  • ιχθυολογία — Κλάδος της ζωολογίας που μελετά τη μορφολογία, την ανατομία και τη φυσιολογία, τον βιολογικό κύκλο και τις συνήθειες των ψαριών. Τα πρώτα αξιόλογα γραπτά κείμενα στον τομέα της ι. έγραψαν τον 16o αι. οι Πιερ Μπελόν, Ιπόλιτο Σαλβιάνι και Γκιγιόμ… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • ank-2, ang- —     ank 2, ang     English meaning: “to bend, bow, *flex; wangle; turn; curve, snake coil, anchor”     Deutsche Übersetzung: “biegen”     Material: Illyr. TN Encheleae (Enchelleae) Illyr. TN associated with the coils of the snake, Ilirus and… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»