Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

χελιδόνων

См. также в других словарях:

  • χελιδόνων — χελῑδόνων , χελιδών swallow fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χελιδών — όνος, η, ΝΜΑ, και τ. αρσ. χελιδών, ὁ, Α (λόγιος τ.) 1. το πουλί χελιδόνι 2. το τριγωνικό κενό στο κάτω και οπίσθιο μέρος τής οπλής τού αλόγου αρχ. 1. το μικρό τριγωνικό κενό στο οπίσθιο μέρος τού πέλματος τού σκύλου 2. η μικρή κοιλότητα πάνω από… …   Dictionary of Greek

  • ωράνα — ἡ, Α [ὠρανός] (κατά τον Ησύχ.) «χελιδόνων ὀροφή» …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»