-
1 τιμηντα
-
2 τιμήντα
-
3 τιμῆντα
-
4 τιμῆντα
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τιμῆντα
-
5 τῑμάεις
-
6 τῑμήεις
τῑμήεις, εσσα, εν, zsgzgn τιμῇς, Il. 9, 605, acc. τιμῆντα, Il. 18, 475, u. dor. τιμᾶντα, Pind.; geschätzt, geehrt, in Ansehen stehend; von Menschen, Od. 13, 129. 18, 160; von Sachen, werthvoll, kostbar, χρυσός, δῶρον, Od. 1, 312. 8, 393. 11, 327; τιμηέστερος, 1, 393; superl. τιμηέστατος, 4, 614. 15, 114; τιμάεντες, Pind. I. 3, 25; und einzeln bei sp. D.
-
7 χρῡσός
χρῡσός, ὁ, Gold; oft bei Hom. und Folgdn; neben χαλκός u. πολύκμητος σίδηρος unter den κειμήλια genannt, Il. 6, 48; δύω χρυσοῖο τάλαντα 18, 507, u. öfter in solchen Vrbdgn; χρυσὸν κέρασιν περιχεύας 10, 294; χρυσὸν τιμῆντα 18, 475; αὐτόρυτος, δαμασίφρων, Pind. P. 12, 17 Ol. 13, 75; μεγασϑενής I. 4, 3; Tragg.; χρυσῷ πάττειν τινά Ar. Nubb. 902; in Prosa; – auch übertr., ἐπῶν Ar. Plut. 268; – χρυσὸς κοῖλος, zu Gefäßen verarbeitetes Gold, ἄπεφϑος, reines, geläutertes Gold, Her. 1, 50, im Ggstz von λευκὸς χρυσός, weißes, mit Silber gemischtes Gold. – [Die Lyriker brauchen zuweilen υ kurz, Pind. nur einmal, N. 2, 115, öfter im adj. χρύσεος, w. m. s.]
-
8 τιμήεις
τῑμ-ήεις, εσσα, εν, acc. τιμήϝεντα ( τιμετε[ lapis) prob. in Supp.Epigr.4.44 ([place name] Sicily); [var] contr. [full] τιμῆς Il. 9.605; acc.Aτιμῆντα 18.475
; [dialect] Dor. [full] τιμάεις BCH21.599 (Delph., iv B.C.); pl.τιμάεντες Pi.I.4(3).7(25)
; Pamphyl. fem. :—honoured, esteemed, of men or gods, Il.9.605, Od.13.129, 18.161: [comp] Comp.,τιμηέστερος πέλεται 1.393
.2 of things, prized, costly,χρυσός Il.18.475
, Od.8.393;δῶρον 1.312
: [comp] Sup., [δῶρον] τιμηέστατον 4.614
, 15.114;ἐμπόλημα -έστατον Com.Adesp.1226
: [dialect] Dor. [var] contr. [comp] Sup. τιμαστάτων (gen. pl.) may perh. be restored in Archyt. ap. Stob.1.48.6 (τιμαιέτατων, τιμαετάτων, τιμαοτάτων codd., τιμαεστάτων cj. Gaisf.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τιμήεις
-
9 τῖμήεις
τῖμήεις, εσσα, εν, and τῖμῆς, acc. τῖμῆντα, comp. τῖμηέστερος, sup. τῖμηέστατος: precious, Il. 18.475, Od. 11.327; then honored, Od. 18.161, Il. 9.605.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > τῖμήεις
См. также в других словарях:
τιμῆντα — τιμήεις honoured masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τιμήεις — και δωρ. τ. τιμάεις, εσσα, εν, και συνηρ. τ. αρσ. τιμῆς ή τιμῇς και τ. θηλ. σε επιγρ. τιμάFεσσα Α 1. (για θεούς και ανθρώπους) αυτός που είναι ή γίνεται αντικείμενο σεβασμού και τιμών, ο σεβαστός 2. (για πράγμ.) πολύτιμος, ακριβός («καὶ χρυσὸν… … Dictionary of Greek