-
1 σάματι(ς)
1) будто, будто бы, как будто бы, словно;εθύμωσε πού τού το 'πα, σάματι(ς) εγώ ήθελα να τον πειράξω — он рассердился на мой слова, как будто я хотел его обидеть;
2) разве;πώς να τον βοηθήσουμε, σάματι(ς) έχουμε εμείς περισσότερα; — как мы ему поможем, если нам самим не хватает?;
3) кажется, возможно;σάματι(ς) να σε είδα χτες — кажется, я вчера тебя видел;
σάματι(ς) δεν μού λες την αλήθεια — ты, кажется, говоришь мне неправду
-
2 σάματι(ς)
1) будто, будто бы, как будто бы, словно;εθύμωσε πού τού το 'πα, σάματι(ς) εγώ ήθελα να τον πειράξω — он рассердился на мой слова, как будто я хотел его обидеть;
2) разве;πώς να τον βοηθήσουμε, σάματι(ς) έχουμε εμείς περισσότερα; — как мы ему поможем, если нам самим не хватает?;
3) кажется, возможно;σάματι(ς) να σε είδα χτες — кажется, я вчера тебя видел;
σάματι(ς) δεν μού λες την αλήθεια — ты, кажется, говоришь мне неправду
-
3 σάματι
σά̱ματι, σῆμαsign: neut dat sg (doric) -
4 σάματι
[самати] επίρ как будто, будто. -
5 σᾶμα
ςᾱμα (σάματι, σᾶμα, σάμασιν.)a indicationθεοῦ σάμασιν πιθόμενοι P. 4.199
πολέμοιο δὲ σᾶμα φέρεις; (Scaliger: δις ἅμα codd. Dion. Hal.) Pae. 9.13 fig., πείθονται δ' ἀοιδοὶ σάμασιν (sc. τῆς φόρμιγγος: i. e. notes) P. 1.3b tombἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος O. 10.24
τὸν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9.82
ἀφνεὸς πενιχρός τε θανάτου παρὰ σᾶμα νέονται ( πέρας ἅμα coni. Weiseler) N. 7.20 Ἀμ]φιτρύωνί τε σᾶμα χέω[ν fr. 169. 48. -
6 σῆμα
σῆμα, τό, das Zeichen, Kennzeichen, Wahrzeichen, Merkmal, woran man Etwas erkennt, unterscheidet; – a) ein von einer Gottheit gesendetes Zeichen, Vorzeichen, Anzeichen; ἔνϑ' ἐφάνη μέγα σῆμα, δράκων, Il. 2, 308; von Zeus heißt es ἐναίσιμα σήματα φαίνων, 353, vgl. 4, 381. 9, 236; τρὶς δ' ἄρ' ἀπ ᾿Ιδαίων όρέων κτύπε Ζεύς, σῆμα τιϑεὶς Τρώεσσι, 8, 171; ἀστεροπῇ δεικνὺς σῆμα βροτοῖσιν, 13, 244; vom Sirius λαμπρότατος μὲν ὅδ' ἐστί, κακὸν δέ τε σῆμα τέτυκται, 22, 30, weil er die Hitze andeutet; ϑεοῠ σήμασι πιϑέσϑαι, Pind. P. 4, 199, vgl. 1, 3; πέμπειν ἔχοις ἂν σήματ' εὐπειϑῆ βροτοῖς, Aesch. Ch. 257; Soph. O. C. 1508. – b) ein Zeichen, woran man ein Grab erkennt, Grabmal, Grabhügel; ἐπὶ σῆμ' ἔχεεν, Il. 6, 419. 7, 86 u. öfter; vgl. πρίν γ' ἐνὶ Πάτροκλον ϑέμεναι πυρί, σῆμά τε χεῦαι, 23, 45, u. σῆμά τέ οἱ χεῠαι καὶ ἐπὶ κτέρεα κτερεΐξαι, Od. 2, 222; u. so bei Folgenden übh. Grabmal, ἀρχαίῳ παρὰ σάματι Πέλοπος, Pind. Ol. 11, 24, Ar. Eccl. 1108, ἐς τὸ δημόσιον σῆμα τιϑέασιν, Thuc. 2, 34; Plat. Gorg. 493 a Crat. 400 b; Dem. u. Folgde; Sp. auch der Leichenstein mit der darauf befindlichen Grabschrift. – c) Malzeichen, bezeichneter Zielpunkt, wie beim Wettwerfen, Il. 23, 843 Od. 8, 192 ff.; Grenzzeichen, D. Per. 18. – d) anderweitige Zeichen, Etwas zu erkennen, z. B. eine Art von Zeichen, welche die noch ungebräuchliche Schrift vertrat, Il. 6. 166. 176. 178; Wahrzeichen, auf dem Schilde, eine Art Wappen, Aesch. Spt. 369. 414 u. öfter in diesem Stück; ἀσπίδος ἐν κύκλῳ τοιάδε σήματα τετύχϑαι, Eur. El. 456. – Auch die Sterne, himmlische Zeichen, Soph. fr. 379.
-
7 κρύπτω
κρύπτω ( ΚΡΥΒ), ep. impf. κρύπτασκε, Il. 8, 272 u. Hes. Th. 157, aor. pass. ἐκρύφϑην u. ἐκρύβην, letzterer bes. bei Sp. üblich, Plut. Sull. 22, Matth. 5, 14; auch κρ υφείς nach mehreren mss. bei Soph. Ai. 1124; vgl. Lob. zu Phryn. 317; fut. κρυβήσονται Eur. Suppl. 559, wie Plut. gen. Socr. 2; – verbergen, verstecken, verhüllen; bes. zum Schutz, κεφαλὰς δὲ παναίϑῃσιν κορύϑεσσιν κρύψαντες Il. 14, 372; ὁ δέ μιν σάκεϊ κρύπτασκε φαεινῷ 8, 272; κρύφϑη γὰρ ὑπ' ἀσπίδι 13, 405; unter der Erde, Hes. O. 140. 142; κρύψεν ἅμ' ἵπποις Pind. N. 9, 25; ὑπὸ γᾶν Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9, 84; ἐν βένϑεσιν νᾶσον κεκρύφϑαι Ol. 7, 57, öfter; ποικίλοις ἀγρεύμασιν κρύψασα Aesch. Eum. 439, κρύψασ' ἑαυτήν, ἔνϑα μή τις εἰςίδοι Soph. Trach. 899, öfter; ἔνϑ' ἐκρύπτομεν δέμας Eur. Bacch. 729; ἀφανίζοντες κρύπτομεν ὅτι μάλιστα Plat. Phil. 66 a; ἐπειδὰν δὲ κρύψωσι γῇ Thuc. 2, 34, vom Begraben der Todten, wie Her. 5, 4, u. oft bei den Tragg., τάφῳ κρ ύπτειν τινά. – Dah. verheimlichen, verschweigen; τὸ μὲν φάσϑαι, τὸ δὲ καὶ κεκρυμμένον εἶναι Od. 11, 443; τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ' ἐπικεύσω 4, 350; κεκρύφαται Hes. Th. 730 O. 384, τινά τι, Aesch. μήτοι με κρύψῃς τοῦϑ' ὅπερ μέλλω παϑεῖν, Prom. 628, οὐκ ἐκρ ύφϑη, πρέπει δὲ σίνος Ag. 877, οὐδέν σε κρύψω Soph. Phil. 903; λόγον κρ ύψαι πρὸς ἡμᾶς μηδένα 584, vgl. Ai. 991; κρύψε κόλποις ὠδῖνα Pind. Ol. 6, 31; κρύπτουσ' ἃ κρύπτειν ὄμματ' ἀρσένων χρεών, was man vor den Augen der Männer verbergen muß, Eur. Hec. 568; auch in Prosa, τὴν ϑυγατέρα ἔκρυπτε τὸν ϑάνατον τοῠ ἀνδρός Lys. 32, 7. – Auch im med.; λύμμασι κρυψάμενον, sich das Haupt verhüllen, Soph. Ai. 242; aber auch = act., ἅπαντα χρόνος φύει τ' ἄδηλα καὶ φανέντα κρύπτεται ib. 633, wie πᾶν σοι φράσω τἀληϑὲς οὐδὲ κρύψομαι Trach. 474, wo man es auch »ich werde mich nicht zurückziehen« erkl. kann. – Als Intrans. faßt man es Soph. El. 816, κεραυνοὶ Διὸς κρύπτουσιν ἕκηλοι, sie ruhen; vgl. Eur. Phoen. 1133 τὰ μὲν ὄμματα βλέποντα, τὰ δὲ κρύπ τοντα, wo Valck. πίπτοντα vermuthet. – Die spätere Form κρύβω s. oben, u. über κρ ύφω s. κατακρύφω u. unten.
-
8 Ἀμφιτρύων
1κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι, πατροπάτωρ ἔνθα οἱ Σπαρτῶν ξένος κεῖτο P. 9.81
ἐν χερὶ δ' Ἀμφιτρύων κολεοῦ γυμνὸν τινάσσων φάσγανον ἵκετ N. 1.52
οὕνεκ' Ἀμφιτρύωνος ἀγλαὸν παρὰ τύμβον Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον at the Herakleia N. 4.20 θρέψε δαἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος (sc. Ζεύς.) N. 10.13 καὶ σέθεν, Ἀμφιτρύων, παῖδας προσειπεῖν (sc. Herakles and Iolaos.) I. 1.55 ὁπότ' Ἀμφιτρύωνος ἐν θυρέτροις σταθεὶς ἄλοχον μετῆλθεν Ἡρακλείοις γοναῖς (sc. Ζεύς.) I. 7.6 frag. ]οἶκον Ἀμφιτρύωνος[ Pae. 20.16
Ἀμ]φιτρύωνί τε σᾶμα χέω[ν (supp. Lobel.) fr. 169. 48. -
9 ἀρχαῖος
ἀρχαῑος (comp. ἀρχαιέστερον)a ancient, of ancient timesγνῶναί τ' ἔπειτ ἀρχαῖον ὄνειδος εἰ φεύγομεν, Βοιωτίαν ὗν O. 6.89
ἀρχαίῳ σάματι O. 10.24
“ ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦ τιμάν” ( ἀρχὰν ἀγκομίζων coni. Chaeris) P. 4.106ἀρχαῖον ὀτρύνων λόγον N. 1.34
ἀρχαῖαι δ' ἀρεταὶ ἀμφέροντ ἀλλασσόμεναι γενεαῖς ἀνδρῶν σθένος N. 11.37
νῦν δ' αὖτις ἀρχαίας ἐπέβασε Πότμος συγγενὴς εὐαμερίας I. 1.39
[ μὴ πρὸς ἅπαντας ἀναρρῆξαι τὸν ἀρχαῖον λόγον (codd.: ἀχρεῖον Boeckh, edd. vulg.) fr. 180. 1.] πατρίδ' ἀρχαίαν fr. 215. 6.b in ancient times, of oldπολλὰ δ' ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι πολυάνθεμοι ἀρχαῖα σοφίσμαθ O. 13.17
τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92
Θέμιν Μοῖραι ἆγον Οὐλύμπου λιπαρὰν καθ' ὁδὸν σωτῆρος ἀρχαίαν ἄλοχον Διὸς ἔμμεν fr. 30. 5.c ἀρχαιέστερον fr. 45. -
10 βωμός
βωμός (-ός, -οῖο, -ῷ, -όν; -ῶν, -οῖς, -ούς)1 altar τύμβον ἀμφίπολον ἔχων πολυξενωτάτῳ παρὰ βωμῷ (sc. Πέλοψ. i. e. the altar of Zeus at Olympia) O. 1.93 πατρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων (sc. Ζηνί. at Olympia) O. 3.19 βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν (sc. Ψαῦμις) ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις ὑπὸ βουθυσίαις ἀέθλων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις at Olympia O. 5.5 εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας βωμῷ τε μαντείῳ ταμίας Διὸς ἐν Πίσᾳ (the Iamidai were hereditary priests of the oracle of Olympian Zeus: δἰ ἐμπύρων ἐν Ἤλιδι Ἰαμίδαι ἐμαντεύοντο. Σ.) O. 6.5 cf. Ζηνὸς ἐπ' ἀκροτάτῳ βωμῷ τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν (sc. Ἴαμον Ἀπόλλων) O. 6.70 ὡς ἂν θεᾷ πρῶτοι κτίσαιεν βωμὸν ἐναργέα i. e. to Athene in Rhodes O. 7.42 Αἶαν, τεόν τἐν δαιτί, Ἰλιάδα, νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν at Opous O. 9.112 Διός, ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος βωμῳἑξάριθμον ἐκτίσσατο (βωμῷ, -ῶν codd. contra metr.) O. 10.25τὸν εἶδον κρατέοντα χερὸς ἀλκᾷ βώμὸν παρ' Ὀλύμπιον O. 10.101
ἀνὰ βωμῷ θεᾶς κοιμάξατο (of Athene at Korinth: a ref. to ἐγκοίμησις) O. 13.75 κελήσατό μιν θέμεν Ἱππίᾳ βωμὸν εὐθὺς Ἀθάνᾳ at Korinth O. 13.82 μαρτυρήσει Λυκαίου βωμὸς ἄναξ the altar of Zeus on Mt. Lykaion O. 13.108 ἀγέλα ταύρων ὑπᾶρχεν καὶ νεόκτιστον λίθων βωμοῖο θέναρ an altar to Poseidon on the Black Sea P. 4.206 πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες (sc. Αἰακίδαι at Aigina) N. 5.10 τῷ μὲν (sc. Ἡρακλεῖ) Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ καὶ νεόδματα στεφανώματα βωμῶν αὔξομεν ἔμπυρα χαλκοαρᾶν ὀκτὼ θανόντων (the altar to the eight children of Herakles by Megara. v. νεόδματος) I. 4.62 ]καὶ θυοε[ντα ] βωμὸν[ Pae. 3.9
γέρονθ' ὅτι Πρίαμον πρὸς ἑρκεῖον ἤναρε βωμὸν ἐπενθορόντα (= Διὸς ἑρκείου βωμόν) Πα.. 11. βω[μο (supp. Zuntz) Πα. 13. 1. θεῶν ἐπὶ βωμοῖς (haec verba praebet Plutarchi citatio, consol. ad Apoll. 35; desunt in Π.) Θρ.. 1. ζαθέας Πάρου ἐν γυάλοις ἕσσατο (sc. Ἡρακλέης) ἄνακτι βωμὸν πατρί τε Κρονίῳ fr. 140a. 64 (38). ] ωβωμ[ P. Oxy. 2442. fr. 104. -
11 γᾶ
γᾱ, γαῑα (γᾶς, γᾶν. γαῖ(α), γαίας, γαίᾳ, γαῖαν; γαίας)a earth, soil, surface of the earthτὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις O. 2.59
τὸν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9.81
μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56
“ ἥμισυ μέν κε πνέοις γαίας ὑπένερθεν ἐών” N. 10.87κατὰ γαἶ αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους ἔμαρψεν O. 6.14
“ θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳ γαῖαν διδόντι ξείνια” (= βώλακα δαιμονίαν v. 37) P. 4.21ἀνὰ βωλακίας δ' ὀρόγυιαν σχίζε νῶτον γᾶς P. 4.229
γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον (byz.: γαίας codd.) P. 8.59 cf.Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ P. 11.10
&γᾶς παρ' ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120
φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.68
γαῖα δ' ἐν Θήβαις ὑπέδεκτο κεραυνωθεῖσα Διὸς βέλεσιν μάντιν N. 10.8
γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν ἐν ἀγγέων ἕρκεσιν παμποικίλοις i. e. in earthenware jars N. 10.35θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη καὶ τελευτὰν ἁπάντων γᾶν ἐπιεσσόμενος N. 11.16
ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς Ὀγχηστὸν οἰκέων sc. Poseidon I. 4.19ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.19
Καινεὺς σχίσαις ὀρθῷ ποδὶ γᾶν when he was driven into the ground by the Centaurs Θρ. 6. 9. opp. to heaven, ( ἡ δὲ διάνοια πέτεται κατὰ Πίνδαρον) τᾶς τε γᾶς ὑπένερθε οὐρανοῦ θ' ὕπερ Plat., Theaet., 173 E = fr. 292. cf. N. 10.87 opp. to sea,γᾶν τε καὶ πόντον κατ' ἀμαιμάκετον P. 1.14
ἐπῇεν γᾶν τε καὶ θάλασσαν fr. 51a. 2.b land, countryἐς γαῖαν πορεύειν θυμὸς ὥρμα Ἰστρίαν νιν O. 3.25
εἶπέ τιν' αὐτὸς ὁρᾶν αὐξομέναν πεδόθεν πολύβοσκον γαῖαν ἀνθρώποισι καὶ εὔφρονα μήλοις Rhodes O. 7.63 διὰ γαῖαν τρίχα δασσάμενοι Rhodes O. 7.75 θύγατρ' ἀπὸ γᾶς Ἐπειῶν Ὀπόεντος ἀναρπάσαις from Elis O. 9.58Ζεῦὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, εὐκάρποιο γαίας μέτωπον P. 1.30
“φαμὶ γὰρ τᾶσδ' ἐξ ἁλιπλάκτου ποτὲ γᾶς Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαι” Thera P. 4.14 “ νώτων ὕπερ γαίας ἐρήμων” P.4.26. “ποίαν γαῖαν, ὦ ξεῖν, εὔχεαι πατρίδ' ἔμμεν;” P.4.97. “ οὐ ξείναν ἱκάνω γαῖαν ἄλλων” Iolkos P.4.118. προσπαλαίει νῦν γε πατρῴας ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων the land of the Lapithai P. 4.290καὶ γᾶν φράδασε N. 3.26
νιν ἀσπάζοντο φωνᾷ γαῖαν ἀνὰ σφετέραν, τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27
ναίω Θραικίαν γαῖαν ἀμπελόεσσάν τε καὶ εὔκαρπον Pae. 2.25
Μολοσσίδα γαῖαν ἐξίκετ' Pae. 6.109
]γαῖαν τιμ[ fr. 60a. 4. pl.,υἱὸς Ἀλκμήνας, ὃς Οὐλυμπόνδ' ἔβα, γαίας τε πάσας καὶ βαθύκρημνον πολιᾶς ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ I. 4.55
c pro pers., EarthΟὐρανὸς δ' ἔφριξέ νιν καὶ Γαῖα μάτηρ O. 7.38
Ναὶς Κρέοισ' ἔτικτεν, Γαίας θυγάτηρ P. 9.17
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις (at Athens Σ, at Cyrene edd.) P. 9.102 “ παῖδα (= Ἀρισταῖον) —, ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ ἀνελὼν φίλας ὑπὸ ματέρος οἴσει” (byz.: γαἰ, γᾷ codd.) P. 9.60 test., Σ. Aesch. Eum. 2: Πίνδαρός φησι πρὸς βίαν κρατῆσαι Πυθοῦς τὸν Ἀπόλλωνα. διὸ καὶ ταρταρῶσαι ἐζήτει αὐτὸν ἡ Γῆ fr. 55. -
12 γαῖα
γᾱ, γαῑα (γᾶς, γᾶν. γαῖ(α), γαίας, γαίᾳ, γαῖαν; γαίας)a earth, soil, surface of the earthτὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις O. 2.59
τὸν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9.81
μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56
“ ἥμισυ μέν κε πνέοις γαίας ὑπένερθεν ἐών” N. 10.87κατὰ γαἶ αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους ἔμαρψεν O. 6.14
“ θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳ γαῖαν διδόντι ξείνια” (= βώλακα δαιμονίαν v. 37) P. 4.21ἀνὰ βωλακίας δ' ὀρόγυιαν σχίζε νῶτον γᾶς P. 4.229
γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον (byz.: γαίας codd.) P. 8.59 cf.Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ P. 11.10
&γᾶς παρ' ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120
φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.68
γαῖα δ' ἐν Θήβαις ὑπέδεκτο κεραυνωθεῖσα Διὸς βέλεσιν μάντιν N. 10.8
γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν ἐν ἀγγέων ἕρκεσιν παμποικίλοις i. e. in earthenware jars N. 10.35θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη καὶ τελευτὰν ἁπάντων γᾶν ἐπιεσσόμενος N. 11.16
ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς Ὀγχηστὸν οἰκέων sc. Poseidon I. 4.19ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.19
Καινεὺς σχίσαις ὀρθῷ ποδὶ γᾶν when he was driven into the ground by the Centaurs Θρ. 6. 9. opp. to heaven, ( ἡ δὲ διάνοια πέτεται κατὰ Πίνδαρον) τᾶς τε γᾶς ὑπένερθε οὐρανοῦ θ' ὕπερ Plat., Theaet., 173 E = fr. 292. cf. N. 10.87 opp. to sea,γᾶν τε καὶ πόντον κατ' ἀμαιμάκετον P. 1.14
ἐπῇεν γᾶν τε καὶ θάλασσαν fr. 51a. 2.b land, countryἐς γαῖαν πορεύειν θυμὸς ὥρμα Ἰστρίαν νιν O. 3.25
εἶπέ τιν' αὐτὸς ὁρᾶν αὐξομέναν πεδόθεν πολύβοσκον γαῖαν ἀνθρώποισι καὶ εὔφρονα μήλοις Rhodes O. 7.63 διὰ γαῖαν τρίχα δασσάμενοι Rhodes O. 7.75 θύγατρ' ἀπὸ γᾶς Ἐπειῶν Ὀπόεντος ἀναρπάσαις from Elis O. 9.58Ζεῦὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, εὐκάρποιο γαίας μέτωπον P. 1.30
“φαμὶ γὰρ τᾶσδ' ἐξ ἁλιπλάκτου ποτὲ γᾶς Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαι” Thera P. 4.14 “ νώτων ὕπερ γαίας ἐρήμων” P.4.26. “ποίαν γαῖαν, ὦ ξεῖν, εὔχεαι πατρίδ' ἔμμεν;” P.4.97. “ οὐ ξείναν ἱκάνω γαῖαν ἄλλων” Iolkos P.4.118. προσπαλαίει νῦν γε πατρῴας ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων the land of the Lapithai P. 4.290καὶ γᾶν φράδασε N. 3.26
νιν ἀσπάζοντο φωνᾷ γαῖαν ἀνὰ σφετέραν, τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27
ναίω Θραικίαν γαῖαν ἀμπελόεσσάν τε καὶ εὔκαρπον Pae. 2.25
Μολοσσίδα γαῖαν ἐξίκετ' Pae. 6.109
]γαῖαν τιμ[ fr. 60a. 4. pl.,υἱὸς Ἀλκμήνας, ὃς Οὐλυμπόνδ' ἔβα, γαίας τε πάσας καὶ βαθύκρημνον πολιᾶς ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ I. 4.55
c pro pers., EarthΟὐρανὸς δ' ἔφριξέ νιν καὶ Γαῖα μάτηρ O. 7.38
Ναὶς Κρέοισ' ἔτικτεν, Γαίας θυγάτηρ P. 9.17
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις (at Athens Σ, at Cyrene edd.) P. 9.102 “ παῖδα (= Ἀρισταῖον) —, ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ ἀνελὼν φίλας ὑπὸ ματέρος οἴσει” (byz.: γαἰ, γᾷ codd.) P. 9.60 test., Σ. Aesch. Eum. 2: Πίνδαρός φησι πρὸς βίαν κρατῆσαι Πυθοῦς τὸν Ἀπόλλωνα. διὸ καὶ ταρταρῶσαι ἐζήτει αὐτὸν ἡ Γῆ fr. 55. -
13 διφρηλάτας
1 charioteerδιφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9.82
κεῖνοι γὰρ ἡρώων δᾰφρηλάται Λακεδαίμονι καὶ Θήβαις ἐτέκνωθεν κράτιστοι Kastor and Iolaos I. 1.17 -
14 ἔνερθε
-
15 ἔνθα
a rel. conj., whereπαρὰ Κρόνου τύρσιν. ἔνθα μακάρων νᾶσον ὠκεανίδες αὖραι περιπνέοισιν O. 2.70
( Ἰστρίαν)ἔνθα Λατοῦς ἱπποσόα θυγάτηρ δέξατ O. 3.26
( Ἀλφεὸν)ἔνθα τραφεῖσ' γλυκείας πρῶτον ἔψαυσ Ἀφροδίτας O. 6.35
πέτραν ἀλίβατον Κρονίου. ἔνθα οἱ ὤπασε θησαυρὸν O. 6.65
νομόν, ἔνθα ποτὲ βρέχε θεῶν βασιλεὺς O. 7.33
( νᾶσος)ἔνθα Ῥόδῳ ποτὲ μιχθεὶς τέκεν O. 7.71
( Αἴγιναν)ἔνθα Σώτειρα ἀσκεῖται Θέμις O. 8.21
( Λοκρῶν)ἔνθα συγκωμάξατ O. 11.16
( Πυθῶνι) ἔνθαποτὲ χρῆσεν P. 4.4
( ἐπ' Ἀξείνου στόμα)ἔνθ' ἕσσαντ τέμενος P. 4.204
ἐς Φᾶσιν ἔνθα βίαν μεῖξαν P. 4.212
Λαμνιᾶν τ' ἔθνει γυναικῶν ἀνδροφόνων. ἔνθα καὶ ἐπεδείξαντο P. 4.253
ὁδόν, ἔνθα πρυμνοῖς ἀγορᾶς ἔπι δίχα κεῖται θανών P. 5.93
ὀμφαλὸν Πυθιόνικος ἔνθ' ὕμνων θησαυρὸς τετείχισται P. 6.5
“Διὸς ἔξοχον ποτὶ κᾶπον. ἔνθα νιν ἀρχέπολιν θήσεις” P. 9.54 ( ἐν Πυθῶνι)ἔνθα νικάσαις ἀνέφανε Κυράναν P. 9.73
Ἀμφιτρύωνος σάματι, πατροπάτωρ ἔνθα οἱ Σπαρτῶν ξένος κεῖτο P. 9.82
ἐπ' αὐλείαις θύραις ἔνθα μοι ἁρμόδιον δεῖπνον κεκόσμηται N. 1.21
Κύπρῳ, ἔνθα Τεῦκρος ἀπάρχει N. 4.46
( Νεμέᾳ)ἔνθα πεῖραν ἔχοντες οἴκαδε κλυτοκάρπων οὐ νέοντ' ἄνευ στεφάνων N. 4.76
( Ἰσθμὸν)ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι δέκονται N. 5.38
Αἴτναν, ἔνθ' ἀναπεπταμέναι ξείνων νενίκανται θύραι N. 9.2
ἀμφ' ἀκταῖς Ἑλώρου, ἔνθ Ἀρείας πόρον ἄνθρωποι καλέοισι (ἔνθα Ῥείας Σγρ·) N. 9.41 ( ἀέθλων)Οὐλία παῖς ἔνθα νικάσαις N. 10.24
ἀέθλων. ἔνθα λευκωθεὶς κάρα μύρτοις I. 4.69
προμάχων ἀν' ὅμιλον, ἔνθ ἄριστοι ἔσχον πολέμοιο νεῖκος I. 7.35
( Οἰνοπίαν)δῖον ἔνθα τέκες Αἰακὸν I. 8.21
( Δᾶλος) ἔνθα τεκοῖσ' εὐδαίμον ἐπόψατο γένναν fr. 33d. 9.ἰήιε, Δάλἰ Ἄπολλον. Λατόος ἔνθα με παῖδες εὐμενεῖ δέξασθε νόῳ Pae. 5.44
κρημνόν, ἔνθα λέγο[ντι] Ζῆνα καθεζόμενον κορυφαῖσιν ὕπερθε φυλάξαι Pae. 12.8
( Θήβαι)] ἔνθα ποθ' Ἁρμονίαν φάμα Κάδμον [λαχεῖν] Δ. 2. 2. ]εοι μοῖῤ ἔνθα[ Θρ. 7. 11. ( Λακεδαίμων) ἔνθα βουλαὶ γερόντων καὶ νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί fr. 199. 1. ἔνθα ποῖμναι κτιλεύονται fr. 238. Ὀρχομενῶ. ἕνθα ποτε[ ?fr. 333a. 9.b whither ( δῶμα Διὸς)ἔνθα δευτέρῳ χρόνῳ ἦλθε καὶ Γανυμήδης O. 1.43
μαντίων θῶκον, ὦ παῖδες Ἁρμονίας, ἔνθα καί νυν ἐπίνομον ἡρωίδων στρατὸν ὁμαγερέα καλεῖ συνίμεν P. 11.7
, cf. O. 11.16c then ἔνθ' Ἀλεξίδαμος παρθένον κεδνὰν ἆγεν P. 9.121d introducing indirect quest., whereδέρμα λαμπρὸν ἔννεπεν, ἔνθα νιν ἐκτάνυσαν Φρίξου μάχαιραι P. 4.242
-
16 ἑξάριθμος
1 six in number ἀγῶνα δ' ἐξαίρετον ἀεῖσαι θέμιτες ὦρσαν Διός, ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος βωμῷ ἑξάριθμον ἐκτίσσατο (sc. Ἡρακλέης: “de sex unius viri laboribus velut Herculis, quam de sex certaminum generibus vv. 64 seqq. equidem intellegere mallem.” Schroeder: πόνων coni. Christ: others refer to the six double altars of Olympia, v. 49) O. 10.25 -
17 Ἰόλαος
̆ιόλᾱος (-ος, -ου, οἰ coni., -ᾳ, -ον:1ϝιολ- O. 9.98
, P. 9.79, P. 11.60, I. 1.16, fr. 169. 47.) son of Iphikles, companion of Herakles. σύνδικος δ' αὐτῷ Ἰολάου τύμβος in Thebes, where games were held in honour of him and Herakles O. 9.98 ἔγνον ποτὲ καὶ Ἰόλαον οὐκ ἀτιμάσαντά νιν (= καιρὸν)ἑπτάπυλοι Θῆβαι· τόν, Εὐρυσθῆος ἐπεὶ κεφαλὰν ἔπραθε φασγάνου ἀκμᾷ, κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι, πατροπάτωρ ἔνθα οἱ Σπαρτῶν ξένος κεῖτο P. 9.79
τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον, ὑμνητὸν ἐόντα P. 11.60
Λαομέδοντα δ' εὐρυσθενὴς Τελαμὼν Ἰόλᾳ παραστάτας ἐὼν ἔπερσεν (Σ, Tricl.: Ἰόλα codd.) N. 3.37 ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ (Mommsen: Ἰολάου codd.) I. 1.16ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει I. 5.32
ἀμφ' Ἰόλαον ἱππόμητιν I. 7.9
καὶ Ἰολαο[ς ἐ]ν ἑπταπύλοισι μένω[ν x Θήβαις Ἀμ]φιτρύωνί τε σᾶμα χέω[ν (supp. Lobel) fr. 169. 47. -
18 κεῖμαι
a lit., lieὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφὼς P. 1.15
κεῖτο γὰρ ἐν λόχμᾳ (sc. τὸ δέρμα λαμπρόν) P. 4.244πρυμνοῖς ἀγορᾶς ἔπι δίχα κεῖται θανών P. 5.93
σάματι, πατροπάτωρ ἔνθα οἱ Σπαρτῶν ξένος κεῖτο P. 9.83
ἐν Πυθίοισι δὲ δαπέδοις κεῖται (sc. Νεοπτόλεμος) N. 7.35 νεκρὸν ἵππον στυγέοισι κείμενον ἐν φάει (Wil.: κτάμενον codd.) fr. 203. 2. ὄπισθεν δὲ κεῖμαι θρασειᾶν ἀλωπέκων ξανθὸς λέων fr. 237.b met., be established, ordained τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται. δαίμων δὲ παρίσχει” P. 8.76 ἐν δ' ἀγαθοῖσι κεῖται πατρώιαι κεδναὶ πολίων κυβερνάσιες ( κεῖνται v. l., cf. Wackernagel, Sprachl. Untersuch. zu Hom., 97̆{1}) P. 10.71ἐφ' ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος I. 1.27
τὶν δ' ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισ ἀρετά, Φυλακίδα, κεῖται ( Φυλακίδ' ἄγκειται e Σ Maas) I. 5.18c in tmesis. παντὶ δ' ἐπὶ φθόνος ἀνδρὶ κεῖται ἀρετᾶς v. ἐπίκειμαι Παρθ. 1. 8. -
19 κρύπτω
κρύπτω (κρύπτε, -έτω; -ειν: aor. κρύψε(ν), (ἔ)κρυψαν; κρύψαι: med. pf. κε̆κρυπται: pass. κε̆κρύφθαι: plupf. κέκρυπτο.)a concealκρύψε δὲ παρθενίαν ὠδῖνα κόλποις O. 6.31
μὴ κρύπτε κοινὸν σπέρμ' ἀπὸ Καλλιάνακτος keep in obscurity O. 7.92ἄμαχον δὲ κρύψαι τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13
τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ μὴ λόγον βλάπτων ἁλίοιο γέροντος κρυπτέτω P. 9.94
ἀξιωθείην κεν Ἄργει μὴ κρύπτειν φάος ὀμμάτων lower my gaze N. 10.40 ταύταν (sc. κακότατα) σκότει κρύπτειν ἔοικεν fr. 42. 6. τότε χρύσεαι ἀέρος ἔκρυψαν κόμαι ἐπιχώριον κατάσκιον νῶτον ὑμέτερον concealed in shadow of Aigina, the nymph and island Pae. 6.138 med., ὁ δὲ μηδὲν ἔχων ὑπὸ σιγᾷ μελαίνᾳ κάρα κέκρυπται Παρθ. 1. 10. pass., ἀλλ' ἔν/ κέκρυπτο γὰρ σχοίνῳ βατιᾷ τ' ἐν ἀπειρίτῳ (sc. Ἴαμος: ἐγκέ- κρυπτο, -ετο codd., corr. Boeckh. Snell) O. 6.54φαντὶ δ' ἐν βένθεσιν νᾶσον κεκρύφθαι O. 7.57
b buryτὸν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9.81
ὁ δ' Ἀμφιαρεῖ σχίσσεν κεραυνῷ παμβίᾳ Ζεὺς τὰν βαθύστερνον χθόνα, κρύψεν δ ἅμ ἵπποις N. 9.25
ἀλλά μιν Κρόνου παῖ[δες] κεραυνῷ χθόν' ἀνοιξάμενοι ἔκρυψαν τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74
-
20 κτίζω
κτίζω (aor. κτᾰσεν, ἔκτισσε, ἔκτᾰσαν; κτᾰσῃ; κτᾰσαιεν, κτίσσειεν: aor. med. ἐκτίσσατο, κτισσάσθαν: aor. pass. κτίσθη.)a found, establish cities,πόλιν Ὑλλίδος στάθμας Ἱέρων ἐν νόμοις ἔκτισσε P. 1.62
κτίσσειεν εὐάρματον πόλιν ἐν ἀργεννόεντι μαστῷ P. 4.7
ἐπεὶ κτίσθη νέον Troy O. 8.37 altars, sanctuaries,εὖτ' ἂν Ἡρακλέης πατρὶ ἑορτάν τε κτίσῃ τεθμόν τε μέγιστον O. 6.69
ὡς ἂν θεᾷ πρῶτοι κτίσαιεν βωμὸν ἐναργέα O. 7.42
ἀγῶνα δ' Διός, ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος βωμῷ ἑξάριθμον ἐκτίσσατο O. 10.25
κτίσεν δ' ἄλσεα μείζονα θεῶν P. 5.89
a line, people, ἄτερ δ' εὐνᾶς ὁμόδαμον κτισσάσθαν λίθινον γόνον (Mommsen: κτισάσθαν, κτησάσθαν, κτησάσθην codd.: sc. Pyrrha and Deukalion) O. 9.45b settle, colonize σὺν θεῶν δέ νιν αἴσᾳ Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ Δωριεὺς ἐλθὼν στρατὸς ἐκτίσσατο (Hermann: ἐκτήσατο cod.: sc. Αἴγιναν) I. 9.4 καὶ σποράδας φερεμήλους ἔκτισαν νάσους (sc. οἱ ἀπ' Ἀθηνῶν Ἴωνες. Σ.) Pae. 5.39
- 1
- 2
См. также в других словарях:
σάματι — και σάματις σύνδ., σάμπως: Μου ζητάει χρήματα, σάματι εγώ είμαι πλούσιος. – Σάματις έβρεξε για να γίνουν τα σιτάρια; … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
σάματι — και σάματις Ν (ως σύνδ.) 1. (σε ερώτηση στην οποία εννοείται ή και αναμένεται αρνητική απάντηση) μήπως, σάμπως («σάματις είμαι εγώ καλύτερη;») 2. (σε περιπτώσεις σύγκρισης μιας πραγματικής κατάστασης με μια υποθετική) σαν να μην («σάματι να μην… … Dictionary of Greek
σάματι — σά̱ματι , σῆμα sign neut dat sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)