Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

περι-φείδομαι

См. также в других словарях:

  • περιφείδομαι — Α 1. δείχνω φειδώ και περισώζω ή διασώζω κάτι 2. προσέχω, αποφεύγω. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + φείδομαι «προσέχω, διαφυλάττω»] …   Dictionary of Greek

  • πονώ — πονῶ, έω, ΝΜΑ, πονάω Ν [πόνος] 1. αισθάνομαι σωματικό άλγος, έχω πόνους («μού πονάει το στομάχι») 2. θλίβομαι, λυπάμαι, υποφέρω ψυχικά («πόσον δοκεῖς πονοῡσιν, Ἔρως, ὅσους σὺ βάλλεις», Ανακρεόντ.) 3. προξενώ θλίψη, κάνω κάποιον να λυπηθεί («μέ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»