-
21 βοτρυοειδής
βοτρῠο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βοτρυοειδής
-
22 βουβωνοειδής
βουβωνο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βουβωνοειδής
-
23 βουνοειδής
βουνο-ειδής, ές,A hill-like, hilly, D.S.5.40, Str.11.8.4, Plu.Thes.36, etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βουνοειδής
-
24 βροτοειδής
βροτο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βροτοειδής
-
25 βωλοειδής
βωλο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βωλοειδής
-
26 γαλακτοειδής
γᾰλακτο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γαλακτοειδής
-
27 γαλεοειδής
γᾰλεο-ειδής, ές, (Aγαλεός 1
) of the shark kind,οἱ γ. Arist.HA 565a20
:—more usu. [suff] γᾰλεο-ώδης ib. 505a5, al.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γαλεοειδής
-
28 γαστροειδής
γαστρο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γαστροειδής
-
29 γεοειδής
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γεοειδής
-
30 γεροντοειδής
γεροντο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γεροντοειδής
-
31 γιγγλυμοειδής
γιγγλῠμο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γιγγλυμοειδής
-
32 γλωσσοειδής
γλωσσο-ειδής, ές,A v. γλωττ-.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γλωσσοειδής
-
33 γλωττοειδής
γλωττο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γλωττοειδής
-
34 γογγροειδής
γογγρο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γογγροειδής
-
35 γονοειδής
γονο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γονοειδής
-
36 γραμματοειδής
γραμμᾰτο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γραμματοειδής
-
37 γραμμοειδής
γραμμο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γραμμοειδής
-
38 γραφιοειδής
γρᾰφιο-ειδής, ές,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γραφιοειδής
-
39 γράφω
A- ψω Hdt.1.95
, etc.: [tense] aor. ἔγραψα, [dialect] Ep.γράψα Il.17.599
: [tense] pf.γέγραφα Cratin.124
, Th.5.26, etc.; laterγεγράφηκα PHib. 1.78.2
(iii B. C.):—[voice] Med., [tense] fut. , etc. (but in pass. sense, Gal.Protr.13): [tense] aor. , etc.:—[voice] Pass., [tense] fut.γρᾰφήσομαι Hp.Acut.26
, Nicom.Com.1.39, ([etym.] μετεγ-) Ar.Eq. 1370; more freq.γεγράψομαι S.OT 411
, Theoc.18.47, etc.: [tense] aor. ἐγράφην [ᾰ], Hdt.4.91, Pl.Prm. 128c, etc.; (Milet., v B. C.), Archim.Fluit.2.4: [tense] pf. γέγραμμαι (also in med. sense, v. fin.), [ per.] 3sg.ἔγραπται Opp.C.3.274
; part. ἐγραμμένος or (Elis, dub.), Leg.Gort.1.45, al.; laterγεγράφημαι Ph.2.637
: [ per.] 3pl.γεγράφαται IG 12.57.10
, [dialect] Dor.γεγράβανται Schwyzer 90.12
([place name] Argos): [tense] plpf.ἐγέγραπτο X.Mem.1.2.64
: [ per.] 3pl.ἐγεγράφατο D.C.56.32
. Used by Hom. only in [tense] aor. [voice] Act.:—scratch, graze,αἰχμὴ γράψεν οἱ ὀστέον ἄχρις Il.17.599
; γράψας ἐν πίνακι πτυκτῷ θυμοφθόρα πολλά having marked or drawn signs thereon, 6.169: hence, later, represent by lines, draw, paint, Hdt.2.41, A.Eu.50, Pl.R. 377e; γῆς περιόδους γ. draw maps, Hdt.4.36;γ. Ἔρωθ' ὑπόπτερον Eub.41.1
;προσπεπατταλευμένον γ. τὸν Προμηθέα Men.535.2
;ἀνδριάντα γ. Pl.R. 420c
; ζῷα γ., = ζωγραφεῖν (q. v.), Id.Grg. 453c: metaph.,ὁπόσα τοὺς λειμῶνας αἱ ὧραι γράφουσι Philostr.Im.Praef.
:—[voice] Med.,ζῷα γράφεσθαι Hdt.4.88
:—[voice] Pass.,εἰκὼν γεγραμμένη Ar.Ra. 537
;πίνακες γεγραμμένοι τὰ Ἀλεξάνδρου ἔργα Philostr.VA2.20
.2 Math., describe a figure, Euc.Post.3, al., Archim.Sph.Cyl.1.23, al., Gal.1.47.b of a point or line in motion, generate a figure, Arist.Mech. 848b10, al.;τὸ σαμεῖον ἕλικα γράψει Archim.Sph.Cyl.1
, cf.Apollon.Perg.Con.1.2, Hero Aut.8.1.II express by written characters, write, τι Hdt.1.125, etc.;γ. διαθήκην Pl.Lg. 923c
, cf. X.Cyr.4.5.34 ([voice] Pass.); γ. τινὶ ὅτι .. Th.7.14; γ. τινί, c. inf., SIG552.13 (Abae, iii B. C.);γ. τι εἰς διφθέρας Hdt.5.58
: prov.,ὅρκους.. γυναικὸς εἰς ὕδωρ γράφω S.Fr. 811
, cf. Xenarch.6;εἰς τέφραν γ. Philonid.7
; εἰς ὕδωρ, ἐν ὕδατι, Men. Mon.25, Pl.Phdr. 276c;ἐν χρυσῷ πίνακι Id.Criti. 120c
;ἐν φλοιῷ Theoc.18.47
;καθ' ὕδατος Luc.Cat.21
;εἰς πέλαγος γράμματα γράψαι Epigr.Gr.1038.8
([place name] Attalia):—[voice] Pass., πόθι φρενὸς γέγραπται in what leaf of memory it is written, Pi.O.10(11).3.2 inscribe, γ. εἰς σκῦλα, εἰς στήλην, E.Ph. 574, D.9.41:—[voice] Pass., γράφεσθαί τι to be inscribed with a thing, S.Tr. 157; have my name inscribed,IG
12(7).3* (dub.); ἐν τῷ προσώπῳ γραφεὶς τὴν συμφοράν having it branded on his forehead, Pl.Lg. 854d; γεγραμμένα κωκύουσαν, of the hyacinth, Euph.40.3 write down, γ. τινὰ αἴτιον set him down as the cause, Hdt.7.214; γ. τι ἱερόν τινι register as.., Pi.O.3.30; in magic, invoke a curse upon, Tab.Defix.Aud.14A1; γ. τινὰ κληρονόμον, ἐπίτροπον, institute by a written document, Pl.Lg. 923c, 924a; register, enrol,ἐμὲ γράφε τῶν ἱππεύειν ὑπερεπιθυμούντων X.Cyr. 4.3.21
; οὐ Κρέοντος προστάτου γεγράψομαι, as a dependent of Cr., S. OT 411.4 γ. τινί write a letter to one,γ. σοὶ ἵνα εἰδῇς PGrenf. 1.11
ii 21 (ii B. C.), etc.;εἴς τινα Luc.Syr.D.23
.5 γ. περί τίνος write on a subject, X.Cyn.13.2, etc.;ὑπέρ τινος Plb.1.1.4
, etc.; εἴς τινα against.., Longin.4.3; πρός τινα address a work to.., Id.1.3; describe,οἱ ὑφ' ἡμῶν γραφόμενοι καιροί Plb.2.56.4
; esp. of Prose, opp. ποιεῖν, Isoc.2.48: c. dupl. acc.,τί.. γράψειειν ἄν σε μουσοποιὸς ἐν τάφῳ
;E.
Tr. 1189.6 write down a law to be proposed: hence, propose, move, γνώμην, νόμον, ψήφισμα, etc., X.HG1.7.34, Ar.Nu. 1429, etc.: abs. (sc. νόμον), D.18.179;γ. καὶ νομοθετεῖν περί τινος Id.24.48
; γ. πόλεμον, εἰρήνην, Id.10.55, 19.55: c. inf., ;ἔγραψα.. ἀποπλεῖν.. τοὺς πρέσβεις Id.18.25
; enact,νόμοι οὓς τὸ πλῆθος συνελθὸν ἔγραψε X.Mem.1.2.42
:—[voice] Pass.,παρὰ τὰ γραφέντα δρᾶν Pl.Plt. 295d
;τὸ γεγραμμένον ὑπὸ σοῦ ψήφις μα Din.1.70
.8 ὁ γράφων τὸν Ὀξυρυγχίτην (sc. νομόν ) the secretary for the nome of Oxyrhynchus, POxy.239.1 (i A. D.);τῷ ἰδίῳ λόγῳ γράφοντι τὸν νομόν PFlor.358.5
(ii A. D.).B [voice] Med., write for oneself or for one's own use, note down, Hdt. 2.82, IG12.57.39, etc.;γ. τι ἐν φρεσίν A.Ch. 450
(lyr.);φρενῶν ἔσω S.Ph. 1325
; ἐγραψάμην ὑπομνήματα I wrote me down some memoranda, Pl.Tht. 143a; cause to be written,συγγραφήν D.56.6
, etc.; γ. πρόσοδον πρὸς τὴν βουλήν petition for a hearing before the Council, Id.24.48.2 enrol oneself,γράψασθαι φυλῆς καὶ δήμου καὶ φρατρίας IG12.374.16
, ib.2.115b21: abs., of colonists, Pl.Lg. 850b; but also (cf. A.11.3), ἕνα τῶν μαθητῶν ἐμὲ γράφου enrol me as one of your disciples, Id.Cra.428b.3 as law-term, γ. τινά to indict one, τινός for some public offence, e.g. τῆς αἰσχροκερδείας, Pl.Lg. 754e;γ. [τινὰ] παρανόμων D.18.13
; in full,γραφὴν γράψασθαί τινα Ar.Nu. 1482
(but in [voice] Pass., εἴ σοι γράφοιτο δίκη ib. 758);γράψασθαι δίκας SIG344.38
([place name] Teos): c. acc. et inf.,γ. τινὰ ἀδικεῖν Ar.V. 894
, cf. Pax 107: abs., οἱ γραψάμενοι the prosecutors, Id.V. 881;ἑτέροις οὐκ ἦν γράψασθαι And.1.75
; also γράφεσθαί τι indict an act, i. e. the doer of it, as criminal, ἐγράψατο τὴν Χαβρίου δωρειάν he brought a γραφὴ παρανόμων against the person who proposed the grant to Chabrias, D.20.146, cf. 95; τὸ χάριν τούτων ἀποδοῦναι παρανόμων γράφει ([ per.] 2sg.) Id.18.119.b [voice] Pass., to be indicted,γραφεὶς ἀπέφυγον D.18.103
; τοῦτο τὸ ψήφισμα ἐγράφη παρανόμων was indicted as illegal, Aeschin.3.62; ψηφίσματα ὑπὸ τούτου οὐδὲ γραφέντα not even indicted, D.18.222 (but in 18.28, εἰ μὴ τοῦτ' ἐγράφη if this decree had not been proposed, as [voice] Pass. of A. 11.6); τὰ γεγραμμένα the articles of the indictment, Id.18.56; τὸ γεγραμμένον the penalty named in the indiclment, Id.24.83:—but γέγραμμαι usu. takes the sense of the [voice] Med., indict, Id.18.59, 119, cf. Pl.Euthphr.2b, Tht. 210d. -
40 γριφοειδής
γρῑφο-ειδής, ές,A enigmatical, Hsch.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γριφοειδής
См. также в других словарях:
-ειδής — ές (είδος*) β συνθετικό επιθέτων και απλή παραγωγική κατάληξη, που δηλώνει ότι το ουσιαστικό το οποίο προσδιορίζεται από το επίθετο έχει τη μορφή που δηλώνει το α συνθετικό. Εμφανίζεται σε μεγάλο αριθμό σύνθετων λέξεων στη Νέα Ελληνική, έναντι… … Dictionary of Greek
εἰδῇς — οἶδα see perf subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἴδῃς — οἶδα see perf subj act 2nd sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰδῆις — εἰδῇς , οἶδα see perf subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θερμοειδής — θερμοειδής, ές (Α) αυτός που έχει θερμή φύση. [ΕΤΥΜΟΛ. < θερμ(ο) * + ειδής (< είδος) πρβλ. δυσ ειδής, ευ ειδής, κερατο ειδής] … Dictionary of Greek
θρομβοειδής — ές (ΑΜ θρομβοειδής, ές) θρομβώδης μσν. (για ιδρώτα) αυτός που αποτελείται από μεγάλες σταγόνες. [ΕΤΥΜΟΛ. < θρόμβος + ειδής (< είδος) πρβλ. δακτυλιο ειδής, ρομβο ειδής. Η λ. επανήλθε στη Νέα Ελληνική ως αντιδάνεια, πρβλ. αγγλ. thromboid < … Dictionary of Greek
ιοειδής — (I) ές (Α ἰοειδής, ές) αυτός που έχει το χρώμα τού ίου, μενεξεδής, ιόχρους («ἰοειδέα πόντον», Ομ. Ιλ.) νεοελλ. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα ιοειδή οικογένεια δικοτυλήδονων φυτών αρχ. 1. αυτός που ευωδιάζει όπως το ίον, ευώδης 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ… … Dictionary of Greek
ετερειδής — ἑτερειδής, ές (Α) ετεροειδής, φανταστικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο * + ειδής (< είδος) πρβλ. δυσ ειδής, ωο ειδής] … Dictionary of Greek
ετεροειδής — ές (ΑΜ ἑτεροειδής, ές) 1. αυτός που ανήκει σε άλλο είδος 2. αυτός που έχει διαφορετική μορφή, ο ανομοιόμορφος (νεολλ.) βοτ. λέγεται για μέρη τα οποία, στο ίδιο άτομο, παρουσιάζουν διάφορες μορφές. [ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο * + ειδής (< είδος), πρβλ … Dictionary of Greek
ευειδής — ές (ΑΜ εὐειδής, ές) αυτός που έχει ωραία μορφή (είδος), ο ωραίος, ο όμορφος («γυνή προσελθούσα καλή και ευειδής», Παπαδ.) αρχ. το ουδ. ως ουσ. τὸ εὐειδές η καλλονή, η ομορφιά τού προσώπου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + ειδής (< είδος «όψη»), πρβλ. δυσ… … Dictionary of Greek
ευλαβοειδής — εὐλαβοειδής, ές (Μ) ευλαβής, πλήρης σεβασμού. [ΕΤΥΜΟΛ. < εύλαβο (< ευλαβής) + ειδής < είδος (πρβλ. δυσ ειδής, ωο ειδής)] … Dictionary of Greek