Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

μετ-εν-τίθημι

См. также в других словарях:

  • μεταπαρατίθημι — (Α) μεταφέρω στον λογαριασμό κάποιου. [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + παρα τίθημι «παραθέτω»] …   Dictionary of Greek

  • μετασυντίθημι — (Α) 1. μεταβάλλω τη διάταξη μιας πρότασης, συντάσσω με διαφορετικό τρόπο 2. (το παθ.) μετασυντίθεμαι τοποθετούμαι μαζί με κάποιον. [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + συν τίθημι «συνθέτω»] …   Dictionary of Greek

  • μετεντίθημι — (Α) (το μέσ.) μετεντίθεμαι 1. (γενικά) τοποθετώ ή θέτω σε άλλο τόπο 2. (ειδ. για πλοία) φορτώνω το φορτίο σε άλλο πλοίο, μεταφορτώνω. [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + ἐν τίθημι «θέτω, τοποθετώ»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»