Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

θησάμενος

См. также в других словарях:

  • θησάμενος — θάω aor part mid masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θήσαι — θῆσαι (Α) (απρμφ. αορ. αμάρτυρου ενεστ. *θάω έχουν παραδοθεί μόνο οι τ. θῆσαι, θῆσθαι, θησάμενος) 1. (αμτθ.) πίνω γάλα από τη θηλή, θηλάζω, βυζαίνω (α. «θήσατο μαζόν» θήλασε [από] το στήθος β. «ἀλλ’ αἰεὶ παρέχουσιν ἐπηετανὸν γάλα θῆσθαι» τα… …   Dictionary of Greek

  • παραμυθησάμενος — παραμυθέομαι encourage aor part mp masc nom sg παραμῡθησάμενος , παραμυθέομαι encourage aor part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»