Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

διάφορ-ος

См. также в других словарях:

  • διάφορ' — διάφορα , διάφορος different neut nom/voc/acc pl διάφορε , διάφορος different masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έκτεισις — ἔκτεισις, η (Α) διάφορ. τ. τού έκτισις*, σε επιγραφές και παπύρους …   Dictionary of Greek

  • έκτεισμα — ἔκτεισμα, το (Α) διάφορ. τ. τού ἔκτισμα*, σε επιγραφές …   Dictionary of Greek

  • έννατος — ἔννατος, η, ον (AM) διαφορ. τ. τού ένατος* …   Dictionary of Greek

  • ενναταίος — ἐνναταῑος, α, ον (AM) διαφορ. τ. τού εναταίος* …   Dictionary of Greek

  • ερεχμός — ἐρεχμός, ὁ (Α) διαφορ. τ. αντί ερευγμός. [ΕΤΥΜΟΛ. Αιολ. τ. τού ερεγμός*] …   Dictionary of Greek

  • ζεμπούλι — το διαφορ. τ. τού ζουμπούλι. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ζουμπούλι] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»