-
1 βώλακα
βώ̱λακα, βῶλαfem acc sgβῶλαξfem acc sg -
2 διερός
διερός, ά, όν, bei Homer zweimal, Odyss. 9, 43 ἔνϑ' ἤτοι μὲν ἐγὼ διερῷ ποδὶ φευγέμεν ἡμέας ἠνώγεα, 6, 201 στῆτέ μοι, ἀμφίπολοι· πόσε φεύγετε φῶτα ἰδοῠσαι; ἦ μή πού τινα δυσμενέων φάσϑ' ἔμμεναι ἀνδρῶν; οὐκ ἔσϑ' οὗτος ἀνὴρ διερὸς βροτός, οὐδὲ γένηται, ὅς κεν Φαιήκων ἀνδρῶν ἐς γαῖαν ἵκηται δηιοτῆτα φέρων. In dieser letzteren Stelle erklärte Aristarch, nach einem Scholium, διερός = » lebend«, während Kallistratus (s. Sengebusch Homer. diss. 1 p. 55) δυερός las: διερός: οὕτως τὸν ζῶντα Ἀρίσταρχος. ὁ δὲ Καλλίστρατος γράφει δυερός, ὁ ἐπίπονος, παρὰ τὴν δύην, ἤτοι κακοπαϑητικός. Andere Scholien: οὐκ ἔσϑ' οὗτος ἀνὴρ διερός: ὁ ζῶν, ὡς ἐκ τοῠ ἐναντίου ἀλίβαντες οἱ νεκροί, und: ζῶν ἐρρωμένως καὶ ἰκμάδος μετέχων. τὴν μὲν γὰρ ζωὴν ὑγρότης καὶ ϑερμασία συνέχει, τὸν δὲ ϑάνατον ψυχρότης καὶ ξηρασία. ὅϑεν καὶ ἀλίβαντες οἱ νεκροὶ λιβάδος μὴ μετέχοντες. Eine abweichende Erklärung enthält in den Scholien die Notiz βλαπτικός, πειρατικός, πειρατής; sie geht vielleicht ursprünglich auf die Lesart δυερός. Lehrs Aristarch. p. 56 sqq. meint, diese Notiz enthalte eine Spur seiner eigenen Erklärung der Lesart διερός; er bringt nämlich das Homerische διερός nicht mit διαίνω in Verbindung, was die oben angeführten Erklärungen der Scholien thun; gegen diese Erklärungen und die Verbindung mit διαίνω beruft sich Lehrs besonders auf Scholl. Iliad. 21, 252 αἰετοῠ οἴματ' ἔχων μέλανος, τοῠ ϑηρητῆρος: Ἀριστοτέλης μελανόστου ἀναγινώσκει, τοῠ μέλανα ὀστᾶ ἔχοντος· ἀγνοεῖ δὲ ὡς οὐ δεῖ ἀπὸ τῶν ἀφανῶν ποιεῖσϑαι τὰ ἐπίϑετα. Lehrs leitet vielmehr das Homerische διερός von δίειν, δίεσϑαι ab; er macht Odyss. 6, 201 nach διερὸς βροτός ein Colon und übersetzt Quonam aufugitis viro conspecto? Numne eum hostem esse putatis? Non est iste vir fugator homo (h. e. non is est quem fugere opus sit); neque omnino erit qui improbo consilio ad Phaeaces accedere audeat. Hier hätte demnach διερός activischen Sinn; in der anderen Stelle, Odyss. 9, 43, hat es nach Lehrs passivischen Sinn, διερῷ ποδὶ φευγέμεν »mit fliehendem Fuß enteilen«, fugaci pede se proripere. Ganz eben so hat z. B. φοβερός und σφαλερός activische und passivische Bedeutung. Die Scholien denken auch Odyss. 9, 43 wieder an διαίνω und nehmen als Grundbedeutung von διερός » flüssig«, »naß« an. Von dieser Grundbedeutung aus erklären sie διερῷ ποδί auf verschiedene Art. Am Besten wäre wohl, wenn man nicht Lehrs Erklärung vorzieht, διερῷ ποδί = »mit schnellem Fuße« zu nehmen; das Flüssige bewegt sich schnell. Nach Homer kommt διερός in einer Reihe von Stellen vor, in denen allen man es = »naß«, » flüssig« erklärt. Einige dieser Stellen lassen gar keine andere Auffassung zu; in einigen jedoch könnte man auch an die Ableitung von δίω denken; beide Ableitungen treffen zusammen in der Bedeutung » dahinströmend«, » dahineilend«, » flüchtig«, » schnell«, » beweglich«, » rege«. Man kann nun, wenn man Lehrs Erklärung der Homerischen Stellen billigt, entweder annehmen, daß das Wort διερός die Bedeutung »naß«, » flüssig«, nur durch Mißverstehn der Homerischen Stellen erhalten habe, eine Annahme, welche durch viele analoge Fälle gestützt wird; oder, daß es wirklich von Anfang an zwei wurzelhaft verschiedene Adjectiva διερός gab: 1) διερός von δίω, fugator und fugax, 2) διερός verwandt mit διαίνω, »naß«, »flüssig«. Nachhomerische Stellen: Hesiod. O. 460 εὖτ' ἂν δὲ πρώτιστ' ἄροτος ϑνητοῖσι φανείῃ, δὴ τότ' ἐφορμηϑῆναι ὁμῶς δμῶές τε καὶ αὐτὸς αὔην καὶ διερὴν ἀρόων ἀρότοιο καϑ' ὥρην, πρωὶ μάλα σπεύδων, ἵνα τοι πλήϑωσιν ἄρουραι ; Aeschyl. Eum. 263 αἷμα μητρῷον χαμαὶ, δυσαγκόμιστον, παπαῖ, τὸ διερὸν πέδῳ χύμενον οἴχεται; Aristoph. Nub. 337 von den Wolken εἶτ' ἀερίας, διερὰς, γαμψοὺς οἰωνοὺς ἀερονηχεῖς, v. l. διερούς, was dann auf οἰωνούς bezogen werden kann; Av. 213 διεροῖς μέλεσιν, von den (dahinströmenden? thränenfeuchten?) Liedern der Nachtigal; Νεῖλος διερὰν βώλακα ϑρύπτει Theocr. 17, 80; λίϑος Callim. Ap. 23; bei Ap. Rh. 1, 184 κέλευϑος, nach Schol. κυρίως ἡ ἐκ Διὸς κάϑυγρος γῆ; vgl. 2, 1099; χείλη 4, 1457, wie Nonn. D. 5, 314 die Glieder auch nennt, vgl. ὑγρός; Antiphil. 22 (IX, 86) πώγων ὀστρέου; s. auch Ep. ad. 740 ( App. 375). Nach Arist. de gener. et interit. 2, 2 ist διερὸν τὸ ἔχον ἀλλοτρίαν ὑγρότητα ἐπιπολῆς, obenauf feucht; Luc. Lexiph. 4 vrbdt διερὸν βλέπειν mit λημαλέοι ὀφϑαλμοί.
-
3 θρύπτω
θρύπτω ( ΘΡΥΦ, vgl. ϑραύω), fut. ϑρύψω, aor. II. pass. ἐτρύφην, sehr Sp. (s. διαϑρύπτω) auch ἐϑρύβην, ἐϑρύφϑην Arist. an. 2, 8, f. ὑποϑρύπτω, ϑρυφϑησόμενος Arr. An. 4, 6, 2; – zerreiben, zerbrechen, zermalmen, zerbröckeln; Νεῖλος ἀναβλύζων διερὰν ὅτε βώλακα ϑρύπτει Theocr. 17, 80; ϑρυπτομένα πέτρα Ep. ad. 22 (XII, 61). Bei Plat. Crat. 426 e mit κερματίζειν verbunden, vgl. ϑρύπτεσϑαι κερματιζόμενον ἀνάγκη πᾶν τὸ ὄν Parm. 165 b. – Häufiger übertr., bes. in sittlicher Beziehung, aufreiben, schwächen, entkräften, durch Trauer u. bes. durch Weichlichkeit, Ueppigkeit u. andere moralische Einwirkung Leib u. Seele um ihre Kraft u. Festigkeit bringen; Ggstz ῥώννυμι, Tim. Locr. 103 b; im pass. durch Schwelgerei u. Ueppigkeit verzärtelt, verweichlicht werden, μαλακίᾳ ϑρυπτόμενος Xen. Conv. 8, 8; ἁπαλὸς καὶ τεϑρυμμένος Luc. Charid. 4; χαυνοῦνται γὰρ ταῖς ὑπερβολαῖς τῶν ἐπαίνων καὶ ϑρύπτονται Plut. de educ. lib. 12. – Kraftlos, weichlichsein, Luc. Piscat. 31 de gymnas. 29; weichlich, üppig leben, schwelgen, Soph. frg. 708; ϑρυπτόμενος ἡδοναῖς ἀνάνδροις Plut. amator. 4. – Schönthun, B. A. 43 ὡραΐζομαι, sprödethun, sichzieren, ἐϑρύπτετο ὡς δὴ οὐκ ἐπιϑυμῶν λέγειν, er zierte sich, als wollte er nicht sprechen, Plat. Phaedr. 228 c; vgl. Xen. Conv. 8, 4, wo es von der sokratischen Ironie gesagt ist, sich verstellen; Plut. Mar. 14 Ant. 12; Luc. ϑρύπτει ταῦτα – κἀγὼ ϑρύψομαι πρός σε Lapith. 4; σὺ δὲ ἐϑρύπτου πρὸς αὐτήν D. Mar. 13, 1; D. Meretr. 12 Gall. 14; ϑρυπτόμενον ὄμμα, verliebtes, schmachtendes Auge, Agath. 21 (V, 287); – stolz worauf sein, sich brüsten, χρυσῷ καὶ ἁλουργίδι Antp. Sid. 83 (VII, 218); ἐσϑῆτι πολυτελεῖ Ael. H. A. 1, 19; Hel. 4, 7. 10, 21; mit Worten großprahlen, sich rühmen, 2, 10; πρός τινα, Plut. Flamin. 18; vgl. Dorville zu Charit. p. 472. – S. auch τρυφή.
-
4 βωλαξ
-
5 θρυπτω
(fut. θρύψω; pass.: fut. θρυφθήσομαι, aor. 1 ἐθρύφθην, aor. 2 ἐθρύβην, pf. τέθρυμμαι)1) сокрушать, разбивать, размельчать, дробитьθρύπτεται κερματιζόμενον πᾶν τὸ ὄν Plat. — все сущее делится и дробится;
τὸ θρυφθῆναι τοῦ ἀέρος Arst. — рассеивание (разрежение) воздуха2) разрыхлять, рыть(Νεῖλος ἀναβλύζων βώλακα θρύπτει Theocr.; πέτρα θρυπτομένα Anth.)
3) (об обычаях и т.п.) ломать, нарушать(τι ἀνοήτως Plat.)
4) надламывать, расслаблять, расстраивать, портить(μαλακίᾳ θρύπτεσθαι Xen.)
θρύπτεται ἥ ὄψις Plut. — зрение слабеет;ὄμμα θρυπτόμενον Anth. — томный взор;ἁπαλός τε καὴ τεθρυμμένος Luc. — крайне изнеженный, развращенный5) med.-pass. ломаться, жеманиться, притворятьсяἐπεθύμει μὲν λέγειν, ἐθρύπτετο δέ Plat. — говорить-то он хотел, да жеманился;
ἢ μεγάλως εὐδαιμονήσω ἢ ἐγὼ θρύψομαι Arph. — если я не назову себя необыкновенно счастливым, это значило бы привередничать;τοῦ Καίσαρος θρυπτομένου καὴ διακλίνοντος Plut. — когда Цезарь притворно отклонил (корону)6) pass. напускать на себя важный вид, чваниться(χρυσῷ καὴ ἁλουργίδι Anth.; πρός τινα Plut., Luc.)
-
6 ἄρουρα
a soil, earth pl. fields “ ἂν δ' εὐθὺς ἁρπάξαις ἀρούρας δεξιτερᾷ προτυχὸν ξένιον μάστευε δοῦναι” (= βώλακα v. 37) P. 4.34τεκμαίρει καί νυν Ἀλκιμίδας τὸ συγγενὲς ἰδεῖν ἄγχι καρποφόροις ἀρούραισιν N. 6.9
ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι N. 11.39
εἰ καί τι Διωνύσου ἄρο[υρ]α φέρει βιόδωρον ἀμαχανίας ἄκος Pae. 4.25
b generally, lands, estates εὔφρων ἄρουραν ἔτι πατρίαν σφίσιν κόμισον λοιπῷ γένει i. e. the land of Akragas O. 2.14ὁμιλέων παρ' οἰκείαις ἀρούραις O. 12.19
καὶ ἐν ἀλλοδαπαῖς σπέρμ' ἀρούραις τουτάκις ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες (Hermann: - αισι codd.) P. 4.255 ἐν ἀφνεαῖς ἀρούραισι Πυλάδα νικῶν ξένου Λάκωνος Ὀρέστα (ἐν τοῖς Πυθίοις. Σ.) P. 11.15 Αἰακίδας ἐγέραιρεν ματρόπολίν τε, φίλαν ξένων ἄρουραν Aigina N. 5.8γαρύσομαι τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν Ἐρχομενοῖό τε πατρῴαν ἄρουραν I. 1.35
ἔιδεν οὔτε πατρωίαις ἐν ἀρού[ραις] ἵππους Μυρμιδόνων in Phthia Pae. 6.106c met.ἦ γὰρ ἑλικώπιδος Ἀφροδίτας ἄρουραν ἢ Χαρίτων ἀναπολίζομεν P. 6.2
-
7 βαίνω
βαίνω (βαίνει; -ων, -οισα, -ον: impf. ἔβαινον, -ε: aor. 2, intrans. ἔβᾶν, -ᾶ, -ᾰν; βάντες; βᾶμεν: pf. βέβᾶκεν: aor. 1 subj., trans. βάσομεν)1 come, goa abs. “ πεύθομαι δ' αὐτὰν (= βώλακα) κατακλυσθεῖσαν ἐκ δούρατος ἐναλίαν βᾶμεν σὺν ἅλμᾳ ἑσπέρας ὑγρῷ πελάγει σπομέναν” P. 4.39ταχέες ἔβαν P. 4.180
ἀκλεὴς δ' ἔβα fr. 105b. 3.Μοίσαις γὰρ ἀγλαοθρόνοις ἑκὼν Ὀλιγαιθίδαισίν τ' ἔβαν ἐπίκουρος O. 13.97
Θεανδρίδαισι δ' ἀεξιγυίων ἀέθλων κάρυξ ἑτοῖμος ἔβαν N. 4.74
ἄγγελος ἔβαν, πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος N. 6.57
b followed by subs. with local suffix.Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα N. 11.34
ὅσοι Τροίανδ' ἔβαν I. 4.36
ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55
c c. prep.,Iἐπί, ἄλλα δ' ἐπ ἄλλον ἔβαν ἀγαθῶν O. 8.12
καὶ πάγκαρπον ἐπὶ χθόνα καὶ διὰ πόντον βέβακεν ἐργμάτων ἀκτὶς καλῶν ἄσβεστος αἰεί I. 4.41
ἁλὸς ἐπὶ κῦμα βάντες ἦλθον ἄγγελοι Pae. 6.100
IIἐς, ῥοαὶ δ' ἄλλοτ ἄλλαι ἐς ἄνδρας ἔβαν O. 2.34
ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν N. 1.42
ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον κλυτᾷ φόρμιγγι συναντόμενοι I. 2.2
IIIπρός, οἶοι Λιβύσσας ἀμφὶ γυναικὸς ἔβαν Ἴρασα πρὸς πόλιν P. 9.105
IV σχεδόν, τὶν γὰρ εὔφρων ἕψεται πρώτα θυγάτηρ ὁδοῦ δάφνας εὐπετάλου σχεδὸν βαίνοισα πεδίλοις v. σχεδόν Παρθ. 2. 70.d c. acc. cogn. Αἰολεὺς ἔβαινε Δωρίαν κέλευθον ὕμνων *fr. 191*e part., going, walking ἀσθενεῖ μὲν χρωτὶ βαίνων sc. Philoktetes P. 1.55κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα τελείᾳ παρὰ ματέρι βαίνοισ ἔστι, καλλίστα θεῶν N. 10.18
cf. Παρθ. 2. 70, supra.f met.τῶν νῦν δὲ καὶ Θρασύβουλος πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα P. 6.45
τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ' ἀλαθείας λτ; -γτ; ἄγχιστα βαῖνον ( ὁδῶν supp. Hermann, ἐτᾶς Bergk) I. 2.102 aor. 1 trans., made to travelὄφρα κελεύθῳ τ' ἐν καθαρᾷ βάσομεν ὄκχον O. 6.24
3 frag. ]βαμεν ἐξ Ὀλύμπου[ Πα. 22b. 6. ἐπὶ λεπτῷ δενδρέῳ ( βαίνειν) ubi fort. βαίνειν Pindaro tribuendum fr. 230.4 in tmesis. ἐπὶ μὰν βαίνει v.ἐπιβαίνω O. 7.45
-
8 βάλλω
βάλλω (βάλλω, -ομεν; βάλλετ(ε); βάλλων: aor. (ἔ) βᾰλε(ν), (ἔ)βαλον; βάλω, -ῃ; βαλέτω; βαλών; βαλεῖν: med. βαλλόμενος: impf. βάλλετο: aor. βάλετ(ο), ἐβάλοντο; βαλέσθαι: pass. βάλλεται: pf. βέβληνται)a throw, cast, act & med. λίθον μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν cast away O. 1.58ᾧτινι ἀμφὶ κόμαισι βάλῃ κόσμον ἐλαίας O. 3.13
ἔλπομαι μὴ χαλκοπάρᾳον ἄκονθ' ὡσείτ ἀγῶνος βαλεῖν ἔξω P. 1.44
ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν (sc. Ἱέρων) P. 1.74 εἰ γὰρ οἴκοι νιν (= βώλακα) βάλε πὰρ χθόνιον Ἄιδα στόμα” P. 4.43 ἤ μέ τις ἄνεμος ἔξω πλόου ἔβαλεν ὡς ὅτ' ἄκατον ἐνναλίαν; P. 11.40 τότε βάλλεται, τότ' ἐπ ἀμβρόταν χθόν ἐραταὶ ἴων φόβαι fr. 75. 16. ὄφρα Ἀγαθωνίδᾳ βάλω κότταβον fr. 128. 3. φῶ[τ]α φά[τναις] ἐν λιθίναις βαλ[ (sc. Ἡρακλέης) fr. 169. 21. met.,ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι πολυάνθεμοι ἀρχαῖα σοφίσμαθ O. 13.16
εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον P. 2.36
δαίμων δὲ παρίσχει, ἄλλοτ' ἄλλον ὕπερθε βάλλων P. 8.77
καί σφιν ἐπὶ γλυκεραῖς εὐναῖς ἐρατὰν βάλεν αἰδῶ P. 9.12
ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον ( ἔλαβον v. l.) N. 11.30 πρόφασις ἀρετὰν ἐς αἰπὺν ἔβαλε σκότον fr. 228.b strike (with), c. acc. (& dat.), shoot at τοξόταν βάλλων γυναικεῖον στρατὸν sc. Bellerophon O. 13.89 met., ἄγε θυμέ· τίνα βάλλομεν ἐκ μαλθακᾶς αὖτε φρενὸς εὐκλέας ὀιστοὺς ἱέντες; O. 2.89μὴ βαλέτω με λίθῳ τραχεῖ φθόνος O. 8.55
ἀλλ' ἔσται χρονὸς οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.31
πολλῶν ἐπέβαν καιρὸν οὐ ψεύδει βαλών (“Gleichzeitig ist πολλῶν καιρὸν auch Objekt zu βαλών”. Radt, Mnemosyne, 1966, 153) N. 1.18 & therefore, crown,χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.57
Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὀπὶ νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65
c cast away, lose cf. O. 1.58 οἱ δύο μὲν (sc. δράκοντες)κάπετον, αὖθι δ' ἀτυζόμενοι ψυχὰς βάλον O. 8.39
d med.,I cast (anchor), met.ἐσχατιαῖς ἤδη πρὸς ὄλβου βάλλετ' ἄγκυραν I. 6.13
II lay down (a foundation) καὶ μυχοὺς διζάσατο βαλλόμενος κρηπῖδας ἀλσέων sc. Ἀπόλλων fr. 51a. met.,βάλλετο κρηπῖδα σοφῶν ἐπέων P. 4.138
κάλλιστον αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι προοίμιον Ἄλκμανιδᾶν εὐρυσθενεῖ γενεᾷ κρηπῖδ' ἀοιδᾶν ἵπποισι βαλέσθαι P. 7.3
ὅθι παῖδες Ἀθαναίων ἐβάλοντο φαεννὰν κρηπῖδ' ἐλευθερίας fr. 77. 1. pass., ἀρχαὶ δὲ (sc. τοῦ ὕμνου) βέβληνται θεῶν κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς (cf. Hesych: βαθμίδες· ἀρχαὶ λόγων v. θεός b.) N. 1.8e in tmesis. ἐν δ' ἀρετὰν ἔβαλεν v.ἐμβάλλω O. 7.44
τρίτον ἔπι στέφανον βαλών v.ἐπιβάλλω P. 11.14
]πρὸς ὄμμα βαλὼν χερὶ[ Pae. 15.6
f frag. ]ν τοῦτο βαλλεμ[ Πα. 17a. 7. -
9 βῶλαξ
1 sod, clod “ δέξατο βώλᾰκα δαιμονίαν” (i. e. Λιβύας εὐρυχόρου σπέρμα. v. 42) P. 4.37 -
10 γᾶ
γᾱ, γαῑα (γᾶς, γᾶν. γαῖ(α), γαίας, γαίᾳ, γαῖαν; γαίας)a earth, soil, surface of the earthτὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις O. 2.59
τὸν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9.81
μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56
“ ἥμισυ μέν κε πνέοις γαίας ὑπένερθεν ἐών” N. 10.87κατὰ γαἶ αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους ἔμαρψεν O. 6.14
“ θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳ γαῖαν διδόντι ξείνια” (= βώλακα δαιμονίαν v. 37) P. 4.21ἀνὰ βωλακίας δ' ὀρόγυιαν σχίζε νῶτον γᾶς P. 4.229
γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον (byz.: γαίας codd.) P. 8.59 cf.Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ P. 11.10
&γᾶς παρ' ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120
φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.68
γαῖα δ' ἐν Θήβαις ὑπέδεκτο κεραυνωθεῖσα Διὸς βέλεσιν μάντιν N. 10.8
γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν ἐν ἀγγέων ἕρκεσιν παμποικίλοις i. e. in earthenware jars N. 10.35θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη καὶ τελευτὰν ἁπάντων γᾶν ἐπιεσσόμενος N. 11.16
ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς Ὀγχηστὸν οἰκέων sc. Poseidon I. 4.19ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.19
Καινεὺς σχίσαις ὀρθῷ ποδὶ γᾶν when he was driven into the ground by the Centaurs Θρ. 6. 9. opp. to heaven, ( ἡ δὲ διάνοια πέτεται κατὰ Πίνδαρον) τᾶς τε γᾶς ὑπένερθε οὐρανοῦ θ' ὕπερ Plat., Theaet., 173 E = fr. 292. cf. N. 10.87 opp. to sea,γᾶν τε καὶ πόντον κατ' ἀμαιμάκετον P. 1.14
ἐπῇεν γᾶν τε καὶ θάλασσαν fr. 51a. 2.b land, countryἐς γαῖαν πορεύειν θυμὸς ὥρμα Ἰστρίαν νιν O. 3.25
εἶπέ τιν' αὐτὸς ὁρᾶν αὐξομέναν πεδόθεν πολύβοσκον γαῖαν ἀνθρώποισι καὶ εὔφρονα μήλοις Rhodes O. 7.63 διὰ γαῖαν τρίχα δασσάμενοι Rhodes O. 7.75 θύγατρ' ἀπὸ γᾶς Ἐπειῶν Ὀπόεντος ἀναρπάσαις from Elis O. 9.58Ζεῦὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, εὐκάρποιο γαίας μέτωπον P. 1.30
“φαμὶ γὰρ τᾶσδ' ἐξ ἁλιπλάκτου ποτὲ γᾶς Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαι” Thera P. 4.14 “ νώτων ὕπερ γαίας ἐρήμων” P.4.26. “ποίαν γαῖαν, ὦ ξεῖν, εὔχεαι πατρίδ' ἔμμεν;” P.4.97. “ οὐ ξείναν ἱκάνω γαῖαν ἄλλων” Iolkos P.4.118. προσπαλαίει νῦν γε πατρῴας ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων the land of the Lapithai P. 4.290καὶ γᾶν φράδασε N. 3.26
νιν ἀσπάζοντο φωνᾷ γαῖαν ἀνὰ σφετέραν, τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27
ναίω Θραικίαν γαῖαν ἀμπελόεσσάν τε καὶ εὔκαρπον Pae. 2.25
Μολοσσίδα γαῖαν ἐξίκετ' Pae. 6.109
]γαῖαν τιμ[ fr. 60a. 4. pl.,υἱὸς Ἀλκμήνας, ὃς Οὐλυμπόνδ' ἔβα, γαίας τε πάσας καὶ βαθύκρημνον πολιᾶς ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ I. 4.55
c pro pers., EarthΟὐρανὸς δ' ἔφριξέ νιν καὶ Γαῖα μάτηρ O. 7.38
Ναὶς Κρέοισ' ἔτικτεν, Γαίας θυγάτηρ P. 9.17
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις (at Athens Σ, at Cyrene edd.) P. 9.102 “ παῖδα (= Ἀρισταῖον) —, ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ ἀνελὼν φίλας ὑπὸ ματέρος οἴσει” (byz.: γαἰ, γᾷ codd.) P. 9.60 test., Σ. Aesch. Eum. 2: Πίνδαρός φησι πρὸς βίαν κρατῆσαι Πυθοῦς τὸν Ἀπόλλωνα. διὸ καὶ ταρταρῶσαι ἐζήτει αὐτὸν ἡ Γῆ fr. 55. -
11 γαῖα
γᾱ, γαῑα (γᾶς, γᾶν. γαῖ(α), γαίας, γαίᾳ, γαῖαν; γαίας)a earth, soil, surface of the earthτὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις O. 2.59
τὸν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9.81
μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56
“ ἥμισυ μέν κε πνέοις γαίας ὑπένερθεν ἐών” N. 10.87κατὰ γαἶ αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους ἔμαρψεν O. 6.14
“ θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳ γαῖαν διδόντι ξείνια” (= βώλακα δαιμονίαν v. 37) P. 4.21ἀνὰ βωλακίας δ' ὀρόγυιαν σχίζε νῶτον γᾶς P. 4.229
γᾶς ὀμφαλὸν παρ' ἀοίδιμον (byz.: γαίας codd.) P. 8.59 cf.Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ P. 11.10
&γᾶς παρ' ὀμφαλὸν εὐρύν Pae. 6.120
φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.68
γαῖα δ' ἐν Θήβαις ὑπέδεκτο κεραυνωθεῖσα Διὸς βέλεσιν μάντιν N. 10.8
γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν ἐν ἀγγέων ἕρκεσιν παμποικίλοις i. e. in earthenware jars N. 10.35θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη καὶ τελευτὰν ἁπάντων γᾶν ἐπιεσσόμενος N. 11.16
ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς Ὀγχηστὸν οἰκέων sc. Poseidon I. 4.19ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.19
Καινεὺς σχίσαις ὀρθῷ ποδὶ γᾶν when he was driven into the ground by the Centaurs Θρ. 6. 9. opp. to heaven, ( ἡ δὲ διάνοια πέτεται κατὰ Πίνδαρον) τᾶς τε γᾶς ὑπένερθε οὐρανοῦ θ' ὕπερ Plat., Theaet., 173 E = fr. 292. cf. N. 10.87 opp. to sea,γᾶν τε καὶ πόντον κατ' ἀμαιμάκετον P. 1.14
ἐπῇεν γᾶν τε καὶ θάλασσαν fr. 51a. 2.b land, countryἐς γαῖαν πορεύειν θυμὸς ὥρμα Ἰστρίαν νιν O. 3.25
εἶπέ τιν' αὐτὸς ὁρᾶν αὐξομέναν πεδόθεν πολύβοσκον γαῖαν ἀνθρώποισι καὶ εὔφρονα μήλοις Rhodes O. 7.63 διὰ γαῖαν τρίχα δασσάμενοι Rhodes O. 7.75 θύγατρ' ἀπὸ γᾶς Ἐπειῶν Ὀπόεντος ἀναρπάσαις from Elis O. 9.58Ζεῦὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, εὐκάρποιο γαίας μέτωπον P. 1.30
“φαμὶ γὰρ τᾶσδ' ἐξ ἁλιπλάκτου ποτὲ γᾶς Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαι” Thera P. 4.14 “ νώτων ὕπερ γαίας ἐρήμων” P.4.26. “ποίαν γαῖαν, ὦ ξεῖν, εὔχεαι πατρίδ' ἔμμεν;” P.4.97. “ οὐ ξείναν ἱκάνω γαῖαν ἄλλων” Iolkos P.4.118. προσπαλαίει νῦν γε πατρῴας ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων the land of the Lapithai P. 4.290καὶ γᾶν φράδασε N. 3.26
νιν ἀσπάζοντο φωνᾷ γαῖαν ἀνὰ σφετέραν, τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27
ναίω Θραικίαν γαῖαν ἀμπελόεσσάν τε καὶ εὔκαρπον Pae. 2.25
Μολοσσίδα γαῖαν ἐξίκετ' Pae. 6.109
]γαῖαν τιμ[ fr. 60a. 4. pl.,υἱὸς Ἀλκμήνας, ὃς Οὐλυμπόνδ' ἔβα, γαίας τε πάσας καὶ βαθύκρημνον πολιᾶς ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ I. 4.55
c pro pers., EarthΟὐρανὸς δ' ἔφριξέ νιν καὶ Γαῖα μάτηρ O. 7.38
Ναὶς Κρέοισ' ἔτικτεν, Γαίας θυγάτηρ P. 9.17
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις (at Athens Σ, at Cyrene edd.) P. 9.102 “ παῖδα (= Ἀρισταῖον) —, ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ ἀνελὼν φίλας ὑπὸ ματέρος οἴσει” (byz.: γαἰ, γᾷ codd.) P. 9.60 test., Σ. Aesch. Eum. 2: Πίνδαρός φησι πρὸς βίαν κρατῆσαι Πυθοῦς τὸν Ἀπόλλωνα. διὸ καὶ ταρταρῶσαι ἐζήτει αὐτὸν ἡ Γῆ fr. 55. -
12 δαιμόνιος
a given by heaven “ δέξατο βώλακα δαιμονίαν” P. 4.37κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς N. 1.9
ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν inspired by heaven N. 9.27 ἔκλαγξέ θἱερ[ ]δαιμόνιον κέαρ ὀλοαῖσι στοναχαῖς ?of Kassandra Πα. 8A. 11. ] εκράνθην ὑπὸ δαιμονίῳ τινί ( δείματι e. g. supp. Wil.) Pae. 9.34 with adv. force, ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδἔχων Σωστράτου υἱός by divine grace O. 6.8b generally, of places, divine τεθμὸς δέ τις ἀθανάτων καὶ τάνδ' ἁλιερκέα χώραν (= Αἴγιναν)παντοδαποῖσιν ὑπέστασε ξένοις κίονα δαιμονίαν O. 8.27
ὦ Συράκοσαι, δαιμόνιαι τροφοί P. 2.2
κλειναὶ Ἀθᾶναι, δαιμόνιον πτολίεθρον fr. 76. 2.c δαιμονίᾳ, by divine grace ὤρυσαι θαρσέων, τόνδ' ἀνέρα δαιμονίᾳ γεγάμεν εὔχειρα (θείᾳ μοίρᾳ. Σ.) O. 9.110 -
13 δέκομαι
δέκομαι (δέκεται, -ονται; δέκευ; δεκομένα: fut. δέξεται: impf. ἔδεκτο, δέκετο coni.: aor. δέξατ(ο), (ἐ) δέξαντ(ο); δέξαιτο; δέξαι, δέξασθε; δεξαμένῳ, -ον, -οι, -αμένα: pf. δέδεκται; δέδεξαι impv.: δέγμενος)a accept “ ἄγε φίλτρον τόδἵππειον δέκευ” (byz.: δέχευ codd.) O. 13.68ἕδνα τε δέξαντο P. 3.95
“ δέξατο βώλακα δαιμονίαν” P. 4.37σπέρμ' ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες P. 4.255
πολλὰ δὲ πρόσθεν πτερὰ δέξατο νικᾶν P. 9.125
δεξάμενον θαλερὰν Ἥβαν ἄκοιτιν (sc. Ἡρακλέα) N. 1.71Μελίσσῳ ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους I. 3.11
ἀοιδᾶν ῥόθια δεκομένα κατερεῖς (sc. Αἴγινα) Pae. 6.129 esp. c. acc. & dat., accept something from someone:δέξαι δέ οἱ στεφάνων ἐγκώμιον τεθμόν O. 13.29
γαῖαν διδόντι ξείνια πρῴραθεν Εὔφαμος καταβαὶς δέξατ” P. 4.23Ἡσυχία, Πυθιόνικον τιμὰν Ἀριστομένει δέκευ P. 8.5
αἰτέω σε, ὦ ἄνα, ἵλαος ἀθανάτων ἀνδρῶν τε σὺν εὐμενίᾳ δέξαι στεφάνωμα τόδἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ αὐτόν τέ νιν P. 12.5
ὦ Ζεῦ, τὶν ἄωτον δεξάμενοι στεφάνων (sc. ἡμεῖς) I. 6.4 οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται fr. 133. 2.b welcome esp. with modal dative or σύν c. dat. ἔνθα Λατοῦς ἱπποσόα θυγάτηρ δέξατἐλθόντ' Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν (cf. Devereux, Rh. M., 1966, 289f.) O. 3.27 Κρόνου παῖ, Οὐλυμπιονίκαν δέξαι ( δέκευ byz.) O. 4.9ὠκεανοῦ θύγατερ, ἀπήνας δέκευ Ψαύμιός τε δῶρα O. 5.3
σὺν δὲ φιλοφροσύναις εὐηράτοις Ἁγησία δέξαιτο κῶμον O. 6.98
ἀλλὦ Πίσας ἄλσος, τόνδε κῶμον καὶ στεφαναφορίαν δέξαι O. 8.10
οὐδέ μιν φόρμιγγες ὑπωρόφιαι κοινανίαν μαλθακὰν παίδων ὀάροισι δέκονται (Boeckh: δέχονται codd.) P. 1.98μειλιχίοισι λόγοις αὐτοὺς Ἰάσων δέγμενος P. 4.128
δέδεξαι τόνδε κῶμον ἀνέρων P. 5.22
τὸ δ' ἐλάσιππον ἔθνος ἐνδυκέως δέκονται θυσίαισιν ἄνδρες οἰχνέοντές σφε δωροφόροι (on the tense, v. Führer, Untersuchungen, 93̆{4}) P. 5.86 εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο Κίρραθεν ἐστεφανωμένον υἱὸν (sc. Ἀπόλλων) P. 8.19 “νῦν δ' εὐρυλείμων πότνιά σοι Λιβύα δέξεται εὐκλέα νύμφαν δώμασιν ἐν χρυσέοις” P. 9.56Κυράναν· ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73
δέξαιτο δ' Αἰακιδᾶν ἠύπυργον ἕδος (sc. αὐτόν) N. 4.11ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι σὺν καλάμοιο βοᾷ θεὸν δέκονται N. 5.38
Ἑστία, εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι τεὸν ἐς θάλαμον N. 11.3
ἄρουραν ἅ νιν ἐρειδόμενον ναυαγίαις ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.38
τοίαισιν ὁργαῖς εὔχεται ἀντιάσαις Ἀίδαν γῆράς τε δέξασθαι πολιὸν ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.15
χρυσῷ μεσονύκτιον νείφοντα δεξαμένα τὸν φέρτατον θεῶν (sc. Θήβα) I. 7.5 ἐπεί νιν Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν σὺν τύχᾳ ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας δέκετο πρίν (Her mann: πρὶν ἔδεκτο codd.: πρὶν ἔδεκτο νεότας Bergk) I. 8.68Λατόος ἔνθα με παῖδες εὐμενεῖ δέξασθε νόῳ θεράποντα ὑμέτερον κελαδεννᾷ σὺν μελιγάρυι παιᾶνος ἀγακλέος ὀμφᾷ Pae. 5.45
σε, χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ, λίσσομαι ἐν ζαθέᾳ με δέξαι χρόνῳ ἀοίδιμον Πιερίδων προφάταν Pae. 6.5
τὸν δὲ ( Πάγασον) ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται shelter O. 13.92 met., τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας; (sc. αὐτούς befell) P. 4.70c winὈλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο O. 2.49
ἀπονέστερον ἐσλοὶ δέκονται βίοτον O. 2.63
στεφάνους ἐν Ὀλυμπίᾳ ἐπεὶ δέξαντο O. 6.27
ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80
στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100
ὅδ' ἀνὴρ καταβολὰν ἱερῶν ἀγώνων νικαφορίας δέδεκται πρῶτον, Νεμεαίου ἐν πολυυμνήτῳ Διὸς ἄλσει N. 2.4
εὐαγορηθεὶς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.51
-
14 ἐκ
ἐκ, ἐξ (ἐξ before vowels: following its noun O. 7.91, O. 13.29, P. 2.19, O. 8.59 coni.: repeated P. 4.161, O. 9.68, Θρ. 3. 3 cod.; combined with1ἀπό P. 4.174
, cf. O. 6.101, N. 5.7; separated from its noun by a verb P. 4.121) prep. c. gen.1 froma with verb of movement.βασιλεὺς δ' ἐπεὶ πετραέσσας ἐλαύνων ἵκετ ἐκ Πυθῶνος O. 6.48
Λικύμνιον ἐλθόντ' ἐκ θαλάμων Μιδέας O. 7.29
βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος O. 7.69
ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ' Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν O. 9.68
στεφάνων ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29
ἐκ Λυκίας δὲ Γλαῦκον ἐλθόντα O. 13.60
τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.22
“ ἐξ ὠκεανοῦ φέρομεν ἐννάλιον δόρυ” P. 4.26 “ κατακλυσθεῖσαν ἐκ δούρατος” (sc. βώλακα) P. 4.38 “ βέλος ἐξ ἀνικάτου φαρέτρας ὀρνύμενον” P. 4.91 ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυ- θάν (sc. ἦλθε) P. 4.126ἦλθον ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174
ἦλθες ἐξ ἀγλαῶν ἀέθλων P. 5.52
ἦλθέ τοι Νεμέας ἐξ ἐρατῶν ἀέθλων παῖς N. 6.12
φιάλαισι ἅς ποθ' ἵπποι πέμψαν ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53
ἐκ δὲ Πελλάνας (sc. ἀπέβαν) N. 10.44 ἢ ὅτε καρτερᾶς Ἄδραστον ἐξ ἀλαλᾶς ἄμπεμψας; I. 7.10 ]ἄπεπλος ἐκ λεχέων νεοτόκων [ ]νόρουσε Pae. 20.14
]βαμεν ἐξ Ὀλύμπου Pae. 22.6
προβάτων γὰρ ἐκ πάντων κελάρυξεν θηλᾶν γάλα fr. *104b. 1.* ποι]κίλω[ν ἐ]κ λεχέω[ν ἀπέ]διλ[ος (supp. Lobel)fr. 169. 36.b esp. (release, free, take, separate) from. τίνα βάλλομεν ἐκ μαλθακᾶς αὖτε φρενὸς εὐκλέας ὀιστοὺς ἱέντες; O. 2.90παῖδα ἔλυσεν ἐξ ἀτιμίας O. 4.20
ἀγαθαὶ δὲ πέλοντ' ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ θοᾶς ἐκ ναὸς ἀπεσκίμφθαι δὔ ἄγκυραι O. 6.101
ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι P. 3.56
παῖδ' ἐκ νεκροῦ ἅρπασε P. 3.43
ἐκ προτέρων μεταμειψάμενοι καμάτων P. 3.96
“ ἐκ πόντου σαώθη ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέων” P. 4.161—2.Κυράνας· τὰν ὁ χαιτάεις ἀνεμοσφαράγων ἐκ Παλίου κόλπων ποτὲ Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5
“ ἐκ λεχέων κεῖραι μελιαδέα ποίαν;” P. 9.37τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.18
ἀλλ' ἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο P. 12.18
βίαια πάντ' ἐκ ποδὸς ἐρύσαις N. 7.67
ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον N. 11.30
( ἄρουρα)ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.37
ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων I. 4.22
ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων λυθέντες I. 8.6
ἐκ πυ[ρ ἁρπά]ξαισα[ (supp. Lobel) Θρ. 4. 2.c (arising, coming) from, in various senses.I from (persons).μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς O. 6.74
εἰ δ' ἐγὼ Μελησία ἐξ ἀγενείων κῦδος ἀνέδραμον ὕμνῳ O. 8.54
τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ i. e. as for what comes from Zeus N. 11.43 τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν sc. the soul fr. 131b. 3. esp. born of, descended fromτὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται O. 7.23
ἀλλ' ὥτε παῖς ἐξ ἀλόχου πατρὶ ποθεινὸς O. 10.86
σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91
βασιλεύς, ἐξ ὠκεανοῦ γένος ἥρως δεύτερος P. 9.14
πατρὸς δ' ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει P. 10.2
ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων Αἰακίδας ἐγέραιρεν N. 5.7
ἐκ μιᾶς δὲ πνέομεν ματρὸς ἀμφότεροι N. 6.1
συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἶμ' ἀπὸ Σπάρτας καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος N. 11.37
“ λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι” I. 6.45 φιλόμαχον γένος ἐκ Περσέος fr. 164.II from (things), (won) from, ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.59ἐξ ἱερῶν ἀέθλων μέλλοντα ποθεινοτάταν δόξαν φέρειν O. 8.64
Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος O. 12.18
κέρδος δὲ φίλτατον, ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι P. 8.14
τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν N. 2.19
ἐπεὶ στεφάνους ἓξ ὤπασεν Κάδμου στρατῷ ἐξ ἀέθλων I. 1.11
ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181*. (developing) from, out of,ἐξ ὀνείρου δαὐτίκα ἦν ὕπαρ O. 13.66
πολλὰν δ' ὄρει πῦρ ἐξ ἑνὸς σπέρματος ἐνθορὸν ἀίστωσεν ὕλαν P. 3.36
“φαμὶ γὰρ τᾶσδ' ἐξ ἁλιπλάκτου ποτὲ γᾶς Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαι” P. 4.14ἐκ δ' ἄῤ αὐτοῦ πομφόλυξαν δάκρυα γηραλέων γλεφάρων P. 4.121
“ μή τι νεώτερον ἐξ αὐτῶν ἀναστάῃ κακόν” P. 4.155εἰρεσία δ' ὑπεχώρησεν ταχειᾶν ἐκ παλαμᾶν ἄκορος P. 4.202
ἀοιδοὶ ἄρχονται Διὸς ἐκ προοιμίου N. 2.3
( ἄρουραι)βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν N. 6.10
]ἐκ φρεν[ὸς (supp. Snell) Πα. 7A. 5. ἐξ ἀδάμαντος ἢ σιδάρου κεχάλκευται μέλαιναν καρδίαν fr. 123. 4. ἔντι [δὲ καὶ] θάλλοντος ἐκ κισσοῦ στεφάνων Διο[νύσου (sc. ἀοιδαί: supp. Wil., Schneidewin: ἐκ etiam ante Διο- habet cod.: del. Wil.) Θρ. 3. 3. = fr. 128 Schr. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3.III of place of originἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ' ἐλελίζων κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος O. 9.14
δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ P. 12.5
κατένευσέν τέ οἱ ὀρσινεφὴς ἐξ οὐρανοῦ Ζεὺς N. 5.34
IV of source of sounds,τῷ μὲν ὁ χρυσοκόμας εὐώδεος ἐξ ἀδύτου ναῶν πλόον εἶπε O. 7.32
ὦρσεν ( Ἀχιλλεὺς)πυρὶ καιόμενος ἐκ Δαναῶν γόον P. 3.103
ἐκ νεφέων δέ οἱ ἀντάυσε βροντᾶς αἴσιον φθέγμα P. 4.197
αὐτίκα δ' ἐκ μεγάρων Χίρωνα προσήνεπε φωνᾷ P. 9.29
ὄφρα τὸν Εὐρυάλας ἐκ καρπαλιμᾶν γενύων χριμφθέντα σὺν ἔντεσι μιμήσαιτ' ἐρικλάγκταν γόον P. 12.20
αἴνιγμα παρθένοἰ ἐξ ἀγριᾶν γνάθων fr. 177d.d ἐξ ἀργυρέων κεράτων πινόντες fr. 166. 4.2 of time.a after, from (the time of)χώραν Δωριεῖ λαῷ ταμιευομέναν ἐξ Αἰακοῦ O. 8.30
Λοκρὶς παρθένος πολεμίων καμάτων ἐξ ἀμαχάνων διὰ τεὰν δύναμιν δρακεῖσ' ἀσφαλές P. 2.19
ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος I. 7.39
θεῷ δὲ δυνατὸν μελαίνας ἐκ νυκτὸς ἀμίαντον ὄρσαι φάος fr. 108b. 2. cf. O. 13.66 esp. ἐξ ἀρχᾶς, from the beginningἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20
ἀλλ' ἐν ἕκτᾳ πάντα λόγον θέμενος σπουδαῖον ἐξ ἀρχᾶς ἀνὴρ συγγενέσιν παρεκοινᾶθ P. 4.132
ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.20
b ἐξ οὗa from the time whenἐξ οὗπερ ἔκτεινε Λᾷον μόριμος υἱὸς O. 2.38
II and ever since, and from then onἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71
ἐξ οὗ παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι δαμασιμβρότου αἰχμᾶς O. 9.76
3 of agency, in various senses.I byθέσφατον ἦν Πελίαν ἐξ ἀγαυῶν Αἰολιδᾶν θανέμεν P. 4.72
II of gods, by the will, gift, agency ofἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10
ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι βροτέαις ἀρεταῖς P. 1.41
μὴ φθονεραῖς ἐκ θεῶν μετατροπίαις ἐπικύρσαιεν P. 10.20
Ζεῦ, μεγάλαι δ' ἀρεταὶ θνατοῖς ἕπονται ἐκ σέθεν I. 3.5
b of things.I byΝεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμἐπέδα Πάριος ἐκ βελέων δαιχθείς P. 6.33
II as a result of; from, by reason ofΝέστορα ἐξ ἐπέων κελαδεννῶν γινώσκομεν P. 3.113
ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν ἁβρότατος ἔπι μεγάλας ἐξ ἐλπίδος πέταται ὑποπτέροις ἀνορέαις P. 8.90
τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ φύτευέ οἱ θάνατον ἐκ λόχου Πελίαο παῖς N. 4.60
ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ, τελέθει πρὸς γῆρας αἰὼν ἡμέρα N. 9.44
4 from, of expressing distinction from a group “ μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦ” P. 8.52 esp. beyond, aboveκεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25
τῷ μὲν κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας P. 4.66
ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν N. 11.19
5a in tmesis. ἐκ δ' ἐγένοντο (v. ἑκγίνομαι) P. 2.46 ἐκ δὲ τελευτάσει (v. ἐκτελευτάω) P. 12.29 ἐκ δ' ἄῤ ἄτλατον δέος πλᾶξε (v. ἐκπλάσσω) N. 1.49c fragg. ]πρὶν Στυγὸς ὅρκιον ἐξ εὔ[ Pae. 6.155
]ν ὕμνων σέλας ἐξ ἀκαμαν[το Pae. 18.5
-
15 ἐξ
ἐκ, ἐξ (ἐξ before vowels: following its noun O. 7.91, O. 13.29, P. 2.19, O. 8.59 coni.: repeated P. 4.161, O. 9.68, Θρ. 3. 3 cod.; combined with1ἀπό P. 4.174
, cf. O. 6.101, N. 5.7; separated from its noun by a verb P. 4.121) prep. c. gen.1 froma with verb of movement.βασιλεὺς δ' ἐπεὶ πετραέσσας ἐλαύνων ἵκετ ἐκ Πυθῶνος O. 6.48
Λικύμνιον ἐλθόντ' ἐκ θαλάμων Μιδέας O. 7.29
βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος O. 7.69
ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ' Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν O. 9.68
στεφάνων ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29
ἐκ Λυκίας δὲ Γλαῦκον ἐλθόντα O. 13.60
τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.22
“ ἐξ ὠκεανοῦ φέρομεν ἐννάλιον δόρυ” P. 4.26 “ κατακλυσθεῖσαν ἐκ δούρατος” (sc. βώλακα) P. 4.38 “ βέλος ἐξ ἀνικάτου φαρέτρας ὀρνύμενον” P. 4.91 ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυ- θάν (sc. ἦλθε) P. 4.126ἦλθον ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174
ἦλθες ἐξ ἀγλαῶν ἀέθλων P. 5.52
ἦλθέ τοι Νεμέας ἐξ ἐρατῶν ἀέθλων παῖς N. 6.12
φιάλαισι ἅς ποθ' ἵπποι πέμψαν ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53
ἐκ δὲ Πελλάνας (sc. ἀπέβαν) N. 10.44 ἢ ὅτε καρτερᾶς Ἄδραστον ἐξ ἀλαλᾶς ἄμπεμψας; I. 7.10 ]ἄπεπλος ἐκ λεχέων νεοτόκων [ ]νόρουσε Pae. 20.14
]βαμεν ἐξ Ὀλύμπου Pae. 22.6
προβάτων γὰρ ἐκ πάντων κελάρυξεν θηλᾶν γάλα fr. *104b. 1.* ποι]κίλω[ν ἐ]κ λεχέω[ν ἀπέ]διλ[ος (supp. Lobel)fr. 169. 36.b esp. (release, free, take, separate) from. τίνα βάλλομεν ἐκ μαλθακᾶς αὖτε φρενὸς εὐκλέας ὀιστοὺς ἱέντες; O. 2.90παῖδα ἔλυσεν ἐξ ἀτιμίας O. 4.20
ἀγαθαὶ δὲ πέλοντ' ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ θοᾶς ἐκ ναὸς ἀπεσκίμφθαι δὔ ἄγκυραι O. 6.101
ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι P. 3.56
παῖδ' ἐκ νεκροῦ ἅρπασε P. 3.43
ἐκ προτέρων μεταμειψάμενοι καμάτων P. 3.96
“ ἐκ πόντου σαώθη ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέων” P. 4.161—2.Κυράνας· τὰν ὁ χαιτάεις ἀνεμοσφαράγων ἐκ Παλίου κόλπων ποτὲ Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5
“ ἐκ λεχέων κεῖραι μελιαδέα ποίαν;” P. 9.37τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.18
ἀλλ' ἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο P. 12.18
βίαια πάντ' ἐκ ποδὸς ἐρύσαις N. 7.67
ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον N. 11.30
( ἄρουρα)ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.37
ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων I. 4.22
ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων λυθέντες I. 8.6
ἐκ πυ[ρ ἁρπά]ξαισα[ (supp. Lobel) Θρ. 4. 2.c (arising, coming) from, in various senses.I from (persons).μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς O. 6.74
εἰ δ' ἐγὼ Μελησία ἐξ ἀγενείων κῦδος ἀνέδραμον ὕμνῳ O. 8.54
τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ i. e. as for what comes from Zeus N. 11.43 τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν sc. the soul fr. 131b. 3. esp. born of, descended fromτὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται O. 7.23
ἀλλ' ὥτε παῖς ἐξ ἀλόχου πατρὶ ποθεινὸς O. 10.86
σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91
βασιλεύς, ἐξ ὠκεανοῦ γένος ἥρως δεύτερος P. 9.14
πατρὸς δ' ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει P. 10.2
ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων Αἰακίδας ἐγέραιρεν N. 5.7
ἐκ μιᾶς δὲ πνέομεν ματρὸς ἀμφότεροι N. 6.1
συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἶμ' ἀπὸ Σπάρτας καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος N. 11.37
“ λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι” I. 6.45 φιλόμαχον γένος ἐκ Περσέος fr. 164.II from (things), (won) from, ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.59ἐξ ἱερῶν ἀέθλων μέλλοντα ποθεινοτάταν δόξαν φέρειν O. 8.64
Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος O. 12.18
κέρδος δὲ φίλτατον, ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι P. 8.14
τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν N. 2.19
ἐπεὶ στεφάνους ἓξ ὤπασεν Κάδμου στρατῷ ἐξ ἀέθλων I. 1.11
ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181*. (developing) from, out of,ἐξ ὀνείρου δαὐτίκα ἦν ὕπαρ O. 13.66
πολλὰν δ' ὄρει πῦρ ἐξ ἑνὸς σπέρματος ἐνθορὸν ἀίστωσεν ὕλαν P. 3.36
“φαμὶ γὰρ τᾶσδ' ἐξ ἁλιπλάκτου ποτὲ γᾶς Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαι” P. 4.14ἐκ δ' ἄῤ αὐτοῦ πομφόλυξαν δάκρυα γηραλέων γλεφάρων P. 4.121
“ μή τι νεώτερον ἐξ αὐτῶν ἀναστάῃ κακόν” P. 4.155εἰρεσία δ' ὑπεχώρησεν ταχειᾶν ἐκ παλαμᾶν ἄκορος P. 4.202
ἀοιδοὶ ἄρχονται Διὸς ἐκ προοιμίου N. 2.3
( ἄρουραι)βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν N. 6.10
]ἐκ φρεν[ὸς (supp. Snell) Πα. 7A. 5. ἐξ ἀδάμαντος ἢ σιδάρου κεχάλκευται μέλαιναν καρδίαν fr. 123. 4. ἔντι [δὲ καὶ] θάλλοντος ἐκ κισσοῦ στεφάνων Διο[νύσου (sc. ἀοιδαί: supp. Wil., Schneidewin: ἐκ etiam ante Διο- habet cod.: del. Wil.) Θρ. 3. 3. = fr. 128 Schr. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3.III of place of originἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ' ἐλελίζων κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος O. 9.14
δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ P. 12.5
κατένευσέν τέ οἱ ὀρσινεφὴς ἐξ οὐρανοῦ Ζεὺς N. 5.34
IV of source of sounds,τῷ μὲν ὁ χρυσοκόμας εὐώδεος ἐξ ἀδύτου ναῶν πλόον εἶπε O. 7.32
ὦρσεν ( Ἀχιλλεὺς)πυρὶ καιόμενος ἐκ Δαναῶν γόον P. 3.103
ἐκ νεφέων δέ οἱ ἀντάυσε βροντᾶς αἴσιον φθέγμα P. 4.197
αὐτίκα δ' ἐκ μεγάρων Χίρωνα προσήνεπε φωνᾷ P. 9.29
ὄφρα τὸν Εὐρυάλας ἐκ καρπαλιμᾶν γενύων χριμφθέντα σὺν ἔντεσι μιμήσαιτ' ἐρικλάγκταν γόον P. 12.20
αἴνιγμα παρθένοἰ ἐξ ἀγριᾶν γνάθων fr. 177d.d ἐξ ἀργυρέων κεράτων πινόντες fr. 166. 4.2 of time.a after, from (the time of)χώραν Δωριεῖ λαῷ ταμιευομέναν ἐξ Αἰακοῦ O. 8.30
Λοκρὶς παρθένος πολεμίων καμάτων ἐξ ἀμαχάνων διὰ τεὰν δύναμιν δρακεῖσ' ἀσφαλές P. 2.19
ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος I. 7.39
θεῷ δὲ δυνατὸν μελαίνας ἐκ νυκτὸς ἀμίαντον ὄρσαι φάος fr. 108b. 2. cf. O. 13.66 esp. ἐξ ἀρχᾶς, from the beginningἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20
ἀλλ' ἐν ἕκτᾳ πάντα λόγον θέμενος σπουδαῖον ἐξ ἀρχᾶς ἀνὴρ συγγενέσιν παρεκοινᾶθ P. 4.132
ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.20
b ἐξ οὗa from the time whenἐξ οὗπερ ἔκτεινε Λᾷον μόριμος υἱὸς O. 2.38
II and ever since, and from then onἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71
ἐξ οὗ παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι δαμασιμβρότου αἰχμᾶς O. 9.76
3 of agency, in various senses.I byθέσφατον ἦν Πελίαν ἐξ ἀγαυῶν Αἰολιδᾶν θανέμεν P. 4.72
II of gods, by the will, gift, agency ofἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10
ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι βροτέαις ἀρεταῖς P. 1.41
μὴ φθονεραῖς ἐκ θεῶν μετατροπίαις ἐπικύρσαιεν P. 10.20
Ζεῦ, μεγάλαι δ' ἀρεταὶ θνατοῖς ἕπονται ἐκ σέθεν I. 3.5
b of things.I byΝεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμἐπέδα Πάριος ἐκ βελέων δαιχθείς P. 6.33
II as a result of; from, by reason ofΝέστορα ἐξ ἐπέων κελαδεννῶν γινώσκομεν P. 3.113
ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν ἁβρότατος ἔπι μεγάλας ἐξ ἐλπίδος πέταται ὑποπτέροις ἀνορέαις P. 8.90
τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ φύτευέ οἱ θάνατον ἐκ λόχου Πελίαο παῖς N. 4.60
ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ, τελέθει πρὸς γῆρας αἰὼν ἡμέρα N. 9.44
4 from, of expressing distinction from a group “ μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦ” P. 8.52 esp. beyond, aboveκεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25
τῷ μὲν κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας P. 4.66
ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν N. 11.19
5a in tmesis. ἐκ δ' ἐγένοντο (v. ἑκγίνομαι) P. 2.46 ἐκ δὲ τελευτάσει (v. ἐκτελευτάω) P. 12.29 ἐκ δ' ἄῤ ἄτλατον δέος πλᾶξε (v. ἐκπλάσσω) N. 1.49c fragg. ]πρὶν Στυγὸς ὅρκιον ἐξ εὔ[ Pae. 6.155
]ν ὕμνων σέλας ἐξ ἀκαμαν[το Pae. 18.5
-
16 Εὔφαμος
Εὔφᾱμος an Argonaut, son of Poseidon and Europa, born by the banks of Kephisos (cf. Hes., fr. 143 Rz.), lived at Tainaron: progenitor of the Battidai (cf. Herod. 4. 150). ( βώλαξ) “τόν ποτε Τριτωνίδος ἐν προχοαῖς λίμνας θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳ γαῖαν διδόντι ξείνια πρῴραθεν Εὔφαμος καταβαὶς δέξατ” P. 4.22 “ εἰ γὰρ οἴκοι νιν (= βώλακα) βάλε πὰρ χθόνιον Ἀίδα στόμα, Ταίναρον εἰς ἱερὰν Εὔφαμος ἐλθών, υἱὸς ἱππάρχου Ποσειδάωνος ἄναξ, τόν ποτε Εὐρώπα Τιτυοῦ θυγάτηρ τίκτε Καφισοῦ παρ' ὄχθαις” P. 4.44 ( ἦλθον sc.)1ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου. τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ ἐκράνθη σόν τε, Περικλύμεν εὐρυβία P. 4.175
τόθι γὰρ γένος Εὐφάμου φυτευθὲν λοιπὸν αἰεὶ τέλλετο i. e. when the Argonauts slept with the Lemnian women P. 4.256 -
17 νιν
a = αὐτόν. νιν καθαροῦ λέβητος ἔξελε Κλωθώ Pelops O. 1.26 ἄφθιτον θέν νιν (coni. Bergk, Mommsen: θέσαν αὐτόν codd.) O. 1.64 λάχναι νιν μέλαν γένειον ἔρεφον Pelops O. 1.68 ἐς γαῖαν πορεύεν θυμὸς ὥρμα Ἰστρίαν νιν Herakles O. 3.26 τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν Herakles *O. 3.33 ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω νιν Diagoras *O. 7.83 ἀλλά νιν ὕβρις ὦρσεν Ixion P. 2.28 “ οὐδ' ἀπίθησέ νιν” (ἱν coni. Hermann, cf. N. 1.66: “Parmi les solutions... il en est une...: c' est d' admettre que νιν a pu avoir la valeur d' un datif.” Des Places, 23, cf. Soph. fr. 471, Hesiod, fr. 11) P. 4.36 πῦρ δέ νιν οὐκ ἐόλει Jason P. 4.233 ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει. εὖυ νιν ἔγνωκεν (sc. Δαμόφιλος) P. 4.287 σύ τοί νιν μετανίσεαι (= πλοῦτον) P. 5.6 εὔχομαί νιν Ὀλυμπίᾳ τοῦτο δόμεν γέρας Zeus P. 5.124 σύ τοι σχεθών νιν ἐπὶ δεξιὰ χειρὸς ( νῦν v. l., νυν Bergk: “ νιν τὴν νίκην recte Dissen” Schr., probante Wil.) P. 6.19 “ θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον” Aristaios P. 9.63 ἅ νιν εὔφρων δέξεται Telesikrates P. 9.73 Ἰόλαον οὐκ ἀτιμά- σαντά νιν (= καιρόν) P. 9.80 ὑδάτων τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα Herakles P. 9.88 ἐκ δὲ τελευτάσει νιν ἤτοι σάμερον δαίμων (= ὄλβον) P. 12.29 καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (loc. susp.: μόρῳ coni. Boeckh: μόρον codd.: φᾶ ἑ δᾳώσειν Wil.) N. 1.66 νιν εὐθυπομπὸς αἰὼν ταῖς μεγάλαις δέδωκε κοσμὸν Ἀθάναις Timodemos N. 2.7 Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον Timasarchos N. 4.21ὕμνησαν Πηλέα θ, ὥς τέ νιν ἁβρὰ Κρηθεὶς Ἱππολύτα δόλῳ πεδᾶσαι ἤθελε N. 5.26
πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίῳ φθέγξαι ἑλεῖν Ἐπιδαύρῳ διπλόαν νικῶντ' ἀρετάν Themistios N. 5.52 βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε Kreontidas N. 6.42 ἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ Neoptolemos N. 7.42 πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν Aiakos N. 8.8 ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν Polydeukes N. 10.68 περᾶσσαί νιν (coni. Dissen: περάσαι σὺν codd.: Aristagoras) N. 11.10 ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ Asopodoros I. 1.36 ἁδυπνόῳ τέ νιν ἀσπάζοντο φωνᾷ Nikomachos I. 2.25 σὺν Ὀρσέᾳ δέ νιν κωμάξομαι Melissos I. 4.73 “ καί νιν κέκλευ ἐπώνυμον εὐρυβίαν Αἴαντα” I. 6.53 φαίης κέ νιν Lampon I. 6.72 ἐπεί νιν Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας δέκτο Kleandros I. 8.67 ]Ἴλιον πᾶσάν νιν ἐπὶ π[έδον] κατερεῖψαι Πα. 8A. 22. καὶ γὰρ ὁ πόντιος Ὀρς[ιτ]ρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Teneros Πα... ]α φυγόντα νιν καὶ μέλαν ἕρκος ἅλμας[ Δ. 1. 1. ]σσέ νιν ὑπάτοισιν βουλεύμασι Perseus Δ.. 3. ταρβεῖ προσιόντα νιν fr. 110. combined with αὐτόν, emphatic, κατὰ γαἶ αὐτόν τέ νιν καὶ φαιδίμας ἵππους ἔμαρψεν Amphiareus O. 6.14 δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος αὐτόν τέ νιν. Midas P. 12.6b = αὐτήν. Οὐρανὸς δ' ἔφριξέ νιν Athena O. 7.38 κάρυξ ἀνέειπέ νιν Aitna P. 1.32 ἔσσεσθαι στεφάνοισί νιν ἵπποις τε κλυτὰν (Aitna: supp. Heyne, om. codd.) P. 1.37 ἐδαμάσσατό νιν Koronis P. 3.35 “ἦ μάν νιν ὤτρυνον φυλάξαι” (= βώλακα) *P. 4.40 “ εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε” *P. 4.43 “ πεύθομαι γάρ νιν Πελίαν ἀποσυλᾶσαι” (= τιμάν) P. 4.109 τόθι νιν θῆκε δέσποιναν χθονὸς ( νυν v. l.: Cyrene) P. 9.6 κίχε νιν λέοντί ποτ' παλαίοισαν Cyrene P. 9.26 “ τίς νιν ἀνθρώπων τέκεν;” Cyrene P. 9.33 “ ἔνθα νιν ἀρχέπολιν θήσεις” Cyrene P. 9.54 ἐν Πυθῶνί νιν εὐθαλεῖ συνέμειξε τύχᾳ Cyrene P. 9.71 πότερόν νιν ἄρ' Ἰφιγένεἰ ἔκνισεν; Klytaimnestra P. 11.22 χρή νιν εὑρόντεσσιν ἀγάνορα κόμπον μὴ φθονεραῖσι φέρειν γνώμαις (= ἀρετάν) *I. 1.43 σὺν θεῶν δέ νιν αἴσᾳ στρατὸς ἐκτίσσατο Aigina I. 9.1 ἐπέβα νιν Delos fr. 33d. 5. ] νιν Βαβυλῶνος ἀμείψομαι Keos Pae. 4.15c = αὐτό. τὺ δὲ σάφα νιν ἔχεις ( τὸ πλουτεῖν) P. 2.57δέρμα λαμπρὸν ἔννεπεν ἔνθα νιν ἐκτάνυσαν P. 4.242
ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν (= μέλος) P. 12.22d = αὐτούς. ἄριστος εὐφροσύνα πόνων κεκριμένων ἰατρός· αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες ἀοιδαὶ θέλξαν νιν ἁπτόμεναι (τὸ νίν Ἀρίσταρχος ἐπὶ τῆς εὐφροσύνης ἀκούει, ἄμεινον δέ, φησὶν ὁ Δίδυμος, ἐπὶ τῶν πόνων ἀκούειν τὴν νίν Σ.) N. 4.3 ὅστις δὴ τρόπος ἐξεκύλισέ νιν (Apoll. Dysk., de pron., p. 84, 7 Schn., ἔτι καὶ ἡ νίν τάσσεται ἐπὶ πλήθους) fr. 7. [e = αὐτῷ, v. P. 4.36, N. 1.66]f fragg. ]ύοντές νιν εκ[ Πα. 13. b. 20. ]καί νιν ορει[ Πα. 22a. 2. ] τε νιν ποθ[ (Π̆{S}: μιν Π.) *Θρ. 5a. 7. ]αιων οὐδέ μ[ιν (supp. Lobel) *fr. 51f. c. 5. -
18 γυρόω
A make round, ; bend, Opp.H.2.333; wind,τρίχα ἵππου PHolm.3.42
( γήρ- Pap.); bind up, Opp.H.4.419; ἐπ' αὐχένι δεσμὰ βραχίοσι γ. of a bride, ib. 159:—[voice] Pass., to be bent: hence of the aged, to be weak in body, Com.Adesp.969.II plant in a γῦρος, Arat.9, Ph.2.294; make a γῦρος round a tree, ib. 402, Gp.4.3.1:—[voice] Med., dig, trench,βώλακα γαίης Nic.Al. 514
.III intr., coil oneself up, of the ichneumon, Opp.C. 3.440. -
19 θρύπτω
θρύπτω, [tense] aor. 1 ἔθρυψα ([etym.] ἐν-) Hp.Mul.1.75:—[voice] Pass. and [voice] Med., [tense] fut.Aθρυφθήσομαι Arr.An.4.19.2
;θρύψομαι Ar.
(v. infr. 11.2c), Luc.Symp. 4: [tense] aor. 1 , ([etym.] ὑπ-) dub. in AP5.293.15 (Agath.): [tense] aor. 2 ἐτρύφην [pron. full] [ῠ] ([etym.] δι-) Il.3.363,ἐθρύβην Dsc.5.123
: [tense] pf.τέθρυμμαι Hp.Vict.2.48
: (akin to θραύω):—break in pieces, break small, Pl.Cra. 426e, A.Ag. 1595; Νεῖλος βώλακα θ. Theoc.17.80:—[voice] Pass., to be broken small, , cf. AP12.61; χιόνος τὰ μάλιστα θρυφθησόμενα Arr.l.c.; of dried leguminous seeds, split, Thphr.HP8.11.3, cf. Sens.51; of air, to be dispersed, Arist.de An.l.c., Theo Sm.p.50 H.: the literal sense is more common in compds. ἀπο-, διαθρύπτω, etc.II metaph. in moral sense, enfeeble, esp. by debauchery and luxury,θ. τὰν ψυχάν Ti.Locr.103b
; corrupt, [ τινα] Pl.Lg. 778a, Phld.Mus.p.79K.;θ. τὰς ψυχὰς καὶ τὰ σώματα Jul.Or.1.10c
; [οἱ κόλακες] ἀποκναίουσι τῶν κολακευομένων τὰ ὦτα θρύπτοντες Ph.1.453
; θ. ἑαυτόν,= θρύπτεσθαι (v. infr.), Ael.Ep.9.2 more freq. in [voice] Pass., with [tense] fut. [voice] Med., to be enervated, unmanned,μαλακίᾳ θρύπτεσθαι X.Smp.8.8
;ἁπαλός τε καὶ τεθρυμμένος Luc.Charid.4
; θρύπτεται ἡ ὄψις is enfeebled, Plu.2.936f; οἱ τεθρυμμένοι τὰς ὄψεις weak-sighted people, A.D.Synt.199.5.b wanton, riot, ὅλην ἐκείνην εὐφρόνην ἐθρύπτετο f.l. in [S.]Fr.1127.9, cf. Luc.Pisc.31, Anach.29; display moral weakness, POxy.471.80 (ii A.D.); ἡδοναῖς ἀνάνδροις θ. Plu.2.751b;ἐπὶ τῷ κάλλει Phld.Hom.p.55
O.; ὄμμα θρυπτόμενον a languishing eye, AP5.286.8 (Agath.).c to be coy and prudish, bridle up, esp. when asked a favour, ;ὡρᾳζομένη καὶ θρυπτομένη Eup.358
; ἁβρὰ καὶ θ. Charito 5.3;ἐθρύπτετο ὡς οὐκ ἐπιθυμῶν λέγειν Pl.Phdr. 228c
, cf. 236c, X.Smp.8.4; or when one pretends to decline an offer, Plu.Mar.14, Ant.12; θρύπτεσθαι πρός τινα give oneself airs to ward him, Id.Flam. 18, Luc.DMeretr.12.1.d grow conceited, τινι in or of a thing, AP 7.218.2 (Antip. Sid.);ἐσθῆτι πολυτελεῖ Ael.VH1.19
, etc.; brag, Hld. 2.10.
См. также в других словарях:
βώλακα — βώ̱λακα , βῶλα fem acc sg βῶλαξ fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)