-
1 'μμένης
ἀμμένῃς, ἀναμένωwait for: pres subj act 2nd sgἐμμένῃς, ἐμμένωabide in: pres subj act 2nd sg -
2 ἄκοτος
1 free from angerπρίν τις εὐθυμίᾳ σκιαζέτω νόημ' ἄκοτον ἐπὶ μέτρα Pae. 1.3
-
3 ἀκλεῶς
D0-0-0-0-1=1 3 Mc 6,34 -
4 αἰολέω
-
5 αἰδεῖο
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > αἰδεῖο
-
6 ἀκαχμένος
Grammatical information: pf. ptc.Meaning: `sharpened' (Il.)Origin: IE [Indo-European] [18] *h₂eḱ `sharp'Etymology: Reduplicated formation; from *ἀκ-ακ-σ-μένος? to ἀκ- `sharp'. (S. Bechtel Lex.). Impossible (to ἔγχος) Schwyzer Glotta 12, 10ff.Page in Frisk: 1,52Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἀκαχμένος
-
7 Γαλλία
Γαλλία 2 Ti 4:10 v.l., s. Γαλατία. -
8 ακτίνα
1) radius2) rayΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > ακτίνα
-
9 νέατος
A uttermost, lowest, Hom. (who uses the νει- form exc. in Il.11.712, 9.153, 295), always of Space, the lowest part of.., ν. ἀνθερεών, κενεών, ὦμος, Il.5.293, 857, 15.341; extreme, outermost,ὄρχος Od.7.127
;ἀστράγαλος Il.14.466
;ν. πείρατα γαίης 8.478
; ὑπαὶ πόδα ν. Ἴδης the lowest slope of Ida, 2.824;ἐκ ν. πυθμένος εἰς κορυφήν Sol.13.10
; πόδες ν. the feet, Orac. ap.Hdt.7.140;νείατον ἰνίον A.R.3.763
, cf. 2.166: c. gen.,ν. ἄλλων Il.6.295
; πόλις νεάτη Πύλου on the border of Pylos, 11.712; , 295 (wrongly expld. ap.Sch. as [ per.] 3pl. [tense] pres. ind. (like κέαται ) of ναίω, to be situated):— rare in Prose,τὰς νεάτας πλευράς Hp.Int.27
, and cf. νεάτη; [var] contr. [full] νῆτος· ἔσχατος, Hsch.; Arc. [full] νήατος Schwyzer 664.10 (Orchom. Arc., iv B.C.). (The orig. form may be νήατος; with νείατος, νέατος, cf. εἵαται, ἕαται (v. ἧμαι), εἵως, ἕως, etc.; cf. νήϊστος, νείαιρα, νειόθεν, νειόθι.)------------------------------------ -
10 οἶτος
Grammatical information: m.Meaning: `fate of men, (unfortunate) destiny' (Il., trag. in lyr.).Compounds: As 2. member in μεγάλ-οιτος `burdened with a heavy fate, unhappy' (Theoc.) and in PN, e.g. Έχ-οίτης (Athens; Bechtel Namenst. 25, cf. also Hist. PN 345); as 1. member in Οἰτό-λινος m. "Fate-linos" (Sapph. 140b, from Pamphos).Etymology: Not certainly explained. Formally very close and semantically possible, but of course uncertain is connection of οἶ-τος (on the formation Schwyzer 501) with ἰ-έναι `go' (Brugmann IF 37, 241 a.o.); then prop. `course (of the world)'. An identical formation is supposed in he Celtogerm. word for `oath', OIr óeth, Germ., e.g. Goth. aiÞs, OHG eid (e.g. Meringer IF 18, 295), if orig. `(Eid)gang' (walk to confirm an oath); cf. Swed. ed-gång. Av. aēta- m. `punishment, guilt', by Bartholomae IF 12, 139 identified with οἶτος (prop. `part, share'), can, as not to be separated from αἰσα, αἰτία etc. (s. vv. a. αἴνυμαι), because of the deviating vowel hardly at the same time belong to it (ablaut ai: oi \< h₂ei\/ h₂oi is possible). -- Details w. rich lit. in WP. 1, 102f. (Pok. 295), W.-Hofmann s. 1 eō (1, 408) and ūtor (2, 848); also still Krause Glotta 25, 143f., also w. lit.Page in Frisk: 2,370-371Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > οἶτος
-
11 εἴλω
εἴλω (also [full] εἰλέω, [full] εἱλέω, [full] εἴλλω, [full] εἵλλω, [full] ἴλλω; εἱλῶνται is f.l. in Aret.SD1.2), a word whose meanings are traceable to various roots of similar form, v. infr. D.—From εἴλω ([tense] pres. in Hom. only [voice] Pass. part. εἰλόμενος (v. infr.)), we have [dialect] Ep. [tense] aor.Aἔλσα Il.11.413
, inf.ἐέλσαι 21.295
, [dialect] Dor. part.ἔλσαις Pi.O.10(11).43
:—[voice] Med., [tense] aor.ἠλσάμην Semon.17
:—[voice] Pass., [tense] aor. 2 ἐάλην [pron. full] [ᾰ] Il.13.408; inf. ἀλῆναι, ἀλήμεναι, 16.714, 18.76; part. ἀλείς, εῖσα, έν 22.308: [tense] pf. ἔελμαι, part. -μένος 13.524
:—for ἐόλει, ἐόλητο, v. ἐόλει.—Fromεἰλέω Il.2.294
: [tense] impf.εἴλεον Od.22.460
; [var] contr.εἴλει Il.8.215
, Od.12.210;ἐείλεον Il.18.447
: [tense] fut. , AP12.208 (Strat.): [tense] aor. , Dsc.5.87 (ἐν-):—[voice] Med., [tense] impf.εἰλεῦντο Il.21.8
; part.εἰλεύμενος Hdt.2.76
:—[voice] Pass., [tense] aor.εἰλήθην Hp.Morb.4.52
: [tense] pf. and Is.11.5 (s. v. l.), Lyc. 1202: [tense] plpf.εἴληντο J.AJ 12.1.9
.A shut in (less freq. shut out, εἰλέσθων τοῦ ἱαροῦ let them be shut out from the temple, IG22.1126.48 (iv B.C.)); [Ὀδυσῆα] ἔλσαν ἐν μέσσοισι μετὰ σφίσι, πῆμα δὲ ἔλσαν (Zenod., v.l. πῆμα τιθέντες) Il.11.413;ὅτε Κύκλωψ εἴλει ἐνὶ σπῆϊ Od.12.210
, cf. 22.460;ἔνθα δυώδεκα μὲν μένον ἤματα δῖοι Ἀχαιοί· εἴλει γὰρ Βορέης ἄνεμος μέγας οὐδ' ἐπὶ γαίῃ εἴα ἵστασθαι Od.19.200
;ὅν περ ἄελλαι χειμέριαι εἰλέωσιν Il.2.294
;εἱλεῖσθαι ἐν τῷ τόπῳ, μὴ δυνάμενον ἐκπλεῦσαι Arist.Mir. 840a33
, cf. EM298.29; εἰς ἄστυ ἄλεν (for ἄλησαν) Il.22.12;κατὰ ἄστυ ἐέλμεθα 24.662
;ἐελμένοι ἔνδοθι πύργων 18.287
; ; χειμέριον ἀλὲν ὕδωρ ponded water, prevented from flowing away, Il.23.420; ὅσοι πικροὶ.. χυμοὶ κατὰ τὸ σῶμα πλανηθέντες ἔξω μὲν μὴ λάβωσιν ἀναπνοήν, ἐντὸς δὲ εἱλλόμενοι (v.l. εἰλόμενοι) τὴν ἀφ' αὑτῶν ἀτμίδα τῇ τῆς ψυχῆς φορᾷ συμμείξαντες ἀνακερασθῶσι, Pl.Ti. 86e.2 hinder, hold in check, prevent,ἧστο Διὸς βουλῇσιν ἐελμένος Il.13.524
, cf. A.Fr.25: ἔλλοψ (as though ἴλλοψ ) is derived from ἴλλεσθαι = εἴργεσθαι and ὄψ = φωνή by Ath.7.308c.3 enclose, cover, protect,ὑπ' ἀσπίδος ἄλκιμον ἦτορ ἔλσας Callin.1.11
; τῇ ὕπο (sc. τῇ ἀσπίδι) πᾶς ἐάλη he was entirely covered, Il.13.408.B press, as olives and grapes, Paus.Gr.Fr.155; ἀμφὶ βίην Διομήδεος.. εἰλόμενοι huddling around him, Il.5.782; ἵππων φειδόμενος, μή μοι δευοίατο φορβῆς ἀνδρῶν, εἰλομένων, εἰωθότες ἔδμεναι ἄδην here where men throng, ib. 203;πλῆθεν.. ἵππων τε καὶ ἀνδρῶν εἰλομένων· εἴλει δὲ.. Ἕκτωρ 8.215
, cf. 1.409, 18.447, 21.295; πόλις δ' ἔμπλητο ἀλέντων ib. 607; ἐς ποταμὸν εἰλεῦντο they were forced into the river, ib.8; εἱλουμένης τῆς τροφῆς the nourishment being concentrated, Thphr.CP6.11.8;θῆρας ὁμοῦ εἰλεῦντα Od.11.573
; [λέων] ἰλλόμενός περ ὁμίλῳ hard- pressed, A.R.2.27;ἀπωθούμενον ὑπὸ τοῦ περιεστῶτος ἔξωθεν πνεύματος πάλιν ἐντὸς ὑπὸ τὸ δέρμα εἱλλόμενον κατερριζοῦτο Pl.Ti. 76b
:—[voice] Pass., of crowds, swarm, jostle one another,ἐν ὀλίγῳ εἰλουμένους Plu.Crass.25
; of ants, Luc.Icar.19.2 in [tense] aor. [voice] Pass., of a man or animal, contract his body, draw himself together, ; ἐνὶ δίφρῳ ἧστο ἀλείς ( huddled up),ἐκ γὰρ πλήγη φρένας 16.403
; of a lion when struck,ἐάλη τε χανών 20.168
; of a warrior,Ἀχιλῆα ἀλεὶς μένεν 21.571
; , Od. 24.538.II without the idea of pressure, collect,ἐν Πίσᾳ ἔλσαις στρατὸν λείαν τε πᾶσαν Pi.O.10(11).43
:—[voice] Pass., Ἀργείους ἐκέλευσα ἀλήμεναι ἐνθάδε πάντας to assemble, Il.5.823.C (found only in the forms εἰλέω ([etym.] εἱλ-) , ἴλλω) wind, turn round, ; ἀπὸ δὲ τῶ[ν πετρῶν] ἴλλει ἡ στεφάνη ἐπὶ τὸν λόφον GDIiv p.847 (iv B.C.);νῆα δ' ἔπειτα πέριξ εἴλει ῥόος A.R.2.571
; roll, γλῶσσαν dub.in Call.Iamb.1.144:— [voice] Pass., revolve, move to and fro,ἰλλομένων ἀρότρων S.Ant. 340
(lyr.);οἱ ἀστέρες ἐν τῷ οὐρανῷ εἰλέονται Luc.Astr.29
; περὶ τὴν γῆν ἀεὶ εἱλεῖν ἰών, as etym. of ἥλιος ([etym.] ἀέλιος), Pl.Cra. 409a; εἰλέονται ἐπὶ τὸ ὑγιὲς σκέλος they pivot or swing round on the sound leg, Hp.Art.52, cf. Mochl.20; of a flame,περὶ δ' αὐτὸν εἰλεῖτο φλόξ Mosch.4.104
; κατ' αὐτὸν (sc. τὸν κισσὸν) ἕλιξ εἰλεῖται is twined round, Theoc.1.31; ap. Stob.1.3.52; also of hair on the crown, to be whorled, Ruf.Onom.13.II roll up tight, [κῶας] εἴλει ἀφασσόμενος A.R.4.181
;τὴν μηλωτὴν εἱλήσας LXX 4 Ki. 2.8
:—[voice] Pass., ἰλλομένοις ἐπὶ λαίφεσι furled, A.R.1.329.III metaph. in [voice] Pass., ἐν ποσὶ εἱλεῖσθαι to be familiar, Hdt. 2.76;οἱ περὶ τὰς δίκας εἱλούμενοι Max.Tyr.28.3
, cf. Alciphr.3.60,64.D It seems impossible to derive all the above uses from an orig. sense squeeze, though most of those under A and B, as well as C. II, might be so explained; but A seems to imply a root meaning bar, cf. ἀποϝηλέω, ἐγϝηληθίωντι, ϝήλημα (βήλημα), εἶλαρ, and C is to be compared with εἰλύω, Lat. volvo: some passages are doubtful in meaning, μή νυν περὶ σαυτὸν εἶλλε τὴν γνώμην ἀεί do not roll or wrap your thought round you, or do not confine your thought within you, Ar.Nu. 761; γῆν.. ἰλλομένην (v.l. εἱλλ-, εἰλλ-) was taken to mean revolving by Arist.Cael. 293b31 (cf.περὶ τὸ μέσον εἱλεῖσθαι Mete. 356a5
) but expld. (omitting τήν ) as packed tightly about.. by Procl.in Ti.3.136 D.; ἐν δὲ τῇ ταραχῇ (in the churning) εὐρυχωρίης γινομένης, εἰλέεται (sc. τὸ ὑγρόν) ἀποκεκριμένον καὶ θερμαίνει τὸ σῶμα perh. is squeezed out, Hp. Morb.4.51; πρὶν δὲ ταραχθῆναι οὐκ ἔχει ἐκχωρέειν τὸ πλεῖον τοῦ ὑγροῦ, ἀλλ' ἄνω καὶ κάτω εἰλέεται μεμιγμένον τῷ ἄλλῳ ὑγρῷ is driven up and down, ibid.:— νῆα κεραυνῷ Ζεὺς ἔλσας (ἐλάσας Zenod.
) ἐκέασσε prob. striking the ship.., Od.5.132, cf. 7.250 (only here in this sense). -
12 καθίστημι
A in causal sense:—[voice] Act., in [tense] pres., [tense] impf., [tense] fut., and [tense] pf.καθέστᾰκα Hyp.Eux.28
, LXXJe.1.10, D.H.Dem.54, D.S.32.11, etc.; onceκαθέστηκα PHib.1.82i14
(iii B. C.): [tense] plpf.- εστάκει Demetr.
Sceps. ap. Ath.15.697d:—also in [voice] Med., [tense] fut. (Paus.3.5.1), [tense] aor. 1, more rarely [tense] pres. (infr. A. 11.2):— set down,κρητῆρα καθίστα Il.9.202
; νῆα κατάστησον bring it to land, Od.12.185; κ. δίφρους place, station them, before starting for the race, S.El. 710; ποῖ [ δεῖ] καθιστάναι πόδα; E.Ba. 184;κ. τινὰ εἰς τὸ φανερόν X.An.7.7.22
; set up, erect, of stones, Inscr.Cypr.94, 95 H.:—[voice] Med., [ λαῖφος] κατεστήσαντο βοεῦσι steadied it, h.Ap. 407.2 bring down to a place,τούς μ' ἐκέλευσα Πύλονδε καταστῆσαι Od.13.274
: generally, bring,κ. τινὰ ἐς Νάξον Hdt.1.64
, cf. Th.4.78; esp. bring back,πάλιν αὐτὸν κ. ἐς τὸ τεῖχος σῶν καὶ ὑγιᾶ Id.3.34
;κ. τοὺς Ἕλληνας εἰς Ἰωνίαν πάλιν X.An.1.4.13
; without πάλιν, replace, restore,ἐς φῶς σὸν κ. βίον E.Alc. 362
; ἃς (sc. τὰς κόρας) οὐδ' ὁ Μελάμπους.. καταστήσειεν ἄν cure their squint, Alex.112.5; ἰκτεριῶντας κ. Dsc.4.1; τὸ σῶμα restore the general health, Hp.Mul. 2.133:—[voice] Med., κατεστήσαντο (v.l. for κατεκτήσαντο)εὐδαιμονίαν Isoc. 4.62
:—[voice] Pass., οὐκ ἂν ἀντὶ πόνων Χάρις καθίσταιτο would be returned, Th. 4.86.3 bring before a ruler or magistrate, Hdt.1.209, PRyl.65.10 (i B. C.), etc.;τινὰ ἐπί τινα PCair.Zen.202.6
(iii B. C.), POxy.281.24 (i A. D.).2 ordain, appoint, , cf. 25: usu. without the inf.,κ. τινὰ ὕπαρχον Id.7.105
; ἄλλον [ ἄρχοντα]ἀντὶ αὐτοῦ X.Cyr.3.1.12
, etc.;βασιλέα ἐπί τινας LXX 1 Ki.8.5
, al.;τινὰ ἐς μοναρχίαν E.Supp. 352
;ἐπὶ τὰς ἀρχάς Isoc.12.132
;τινὰ τύραννον Ar.Av. 1672
;κ. ἐγγυητάς Hdt.1.196
, Ar.Ec. 1064; δικαστάς, ἐπιμελητάς, νομοθέτας, Id.Pl. 917, X.Cyr.8.1.9, D.3.10 (sed leg. καθίσατε, cf.καθίζω 1.4
); of games, etc., γυμνικοὺς ἀγῶνας κ. Isoc.4.1: rarely c. inf.,οἱ καθιστάντες μουσικῇ.. παιδεύειν Pl.R. 410b
:—so in [voice] Pass.,κυβερνᾶν κατασταθείς X. Mem.1.7.3
: [tense] aor. [voice] Med., appoint for oneself,τύραννον καταστησάμενοι παρὰ. σφίσι αὐτοῖσι Hdt.5.92
.á;ἄρχοντας X.An.3.1.39
, etc.b esp. of laws, constitutions, ceremonies, etc., establish, νόμους, τελετάς, E.Or. 892, Ba.21, etc.; πολιτείαν, δημοκρατίαν, Arist.Ath.7.1, Decr.ib. 29.3;ὀλιγαρχίαν Lys.12.42
; also, set in order, arrange, :—also in [voice] Med., ; ; ;πόλεις ἐπὶ τὸ ὠφέλιμον Id.1.76
; [ Εὔβοιαν] ὁμολογίᾳ ib. 114; πρὸς ἐμὲ τὸ πρᾶγμα καταστήσασθαι settle it with me, D.21.90.3 bring into a certain state,τινὰ ἐς ἀπόνοιαν Th.1.82
;ἐς ἀπορίαν Id.7.75
;εἰς ἀνάγκην Lys.3.3
;εἰς αἰσχύνην Pl.Sph. 230d
;εἰς ἐρημίαν φίλων Id.Phdr. 232d
; ;τινὰ εἰς ἀσφάλειαν Isoc.5.123
; τίνας εἰς ἀγῶνα καθέστακα; Hyp.Eux. 28, cf. Lycurg.2;κ. τινὰ ἐν ἀγῶνι καὶ κινδύνῳ Antipho 5.61
;τὴν πόλιν ἐν πολέμῳ Pl.Mx. 242a
;τοὺς φίλους ἐν ἀκινδύνῳ X.Cyr.4.5.28
; κ. ἑαυτὸν ἐς κρίσιν present himself for trial, Th.1.131, cf. Lycurg.6; κ. τινὰ εἰς τοὺς ἀρχικούς reckon him as one of.., X.Mem.2.1.9.4 c. dupl. acc., make, render so and so,ψευδῆ γ' ἐμαυτόν S.Ant. 657
;ἡ ἐπιθυμία κ. τινὰ ἀμνήμονα Antipho 2.1.7
; τὸ πιστὸν ὑμᾶς ἀπιστοτέρους κ. Th.1.68; κ. τι φανερόν, σαφές, Id.2.42, 1.32; τινὸς ἐπίπονον τὸν βίον κ. Isoc.10.17: c. part., κλαίοντα καθιστάναι τινά bring one to tears, E.Andr. 635: rarely c. inf., κ. τινὰ φεύγειν make him fly, Th.2.84, cf. E.Alc. 283, Luc.Charid.8:—[voice] Pass., .5 [voice] Med., get for oneself, .6 make, in periphrases,πάννυχοι.. διάπλοον καθίστασαν A.Pers. 382
:—[voice] Med., κρυφαῖον ἔκπλουν οὐδαμῇ καθίστατο ib. 385.B intr. in [tense] aor. 2, [tense] pf. καθέστηκα, and [tense] plpf. of [voice] Act. (also [tense] fut.καθεστήξω Th.3.37
, 102), and all tenses of [voice] Med. (exc. [tense] aor. 1 ) and [voice] Pass.: [tense] pf. καθέσταμαι in later Greek, IG22.1006.24 (ii B. C.), LXXNu.3.32, etc.:—to be set, set oneself down, settle, ἐς [ Αἴγιναν] Hdt.3.131, cf. Th.4.75; [ ὀδύναι]καθίσταντο ἐς ὑπογάστριον Hp.Epid.7.97
; of joints, ἐξίσταται ἀνωδύνως καὶ κ. goes out of joint and in again, Id.Art.8; κ. ἐς Ῥήγιον to make R. a base of operations, Th.3.86; simply, to be come to a place,ὅποι καθέσταμεν S.OC23
.b come before another, stand in his presence, Pi.P.4.135;λέξον καταστάς A.Pers. 295
(unless it be taken in signf. 4), cf. Hdt.1.152;κ. ἐς ὄψιν τινός Id.7.29
; , cf. 156;καταστὰς ἐπὶ τὸ πλῆθος ἔλεγε Th.4.84
.2 to be set as guard,ὑπό τινος Hdt.7.59
, cf. S.OC 356, X.An.4.5.19, etc.; to be appointed,δεσπότης.. καθέστηκα E.HF 142
;στρατηλάτης νέος καταστάς Id.Supp. 1216
; κ. Χορηγὸς εἰς Θαργήλια, στρατηγός, etc., Antipho 6.11, Isoc.4.35, etc.;οἱ πρόβουλοι καθεστᾶσιν ἐπὶ τοῖς βουλευταῖς Arist.Pol. 1299b37
; δικτάτωρ.. καθε[ στάμενος τὸ τέταρτον], = Lat. dictator designatus quartum, of Caesar, IG12(2).35b7 (Mytil.).4 also, stand or become quiet or calm, of water,ὅταν ἡ λίμνη καταστῇ Ar.Eq. 865
, cf. PHolm.16.3; θάλασσα γαληνὴ καὶ κ. Plb.21.31.10; πνεῦμα λεῖον καὶ καθεστηκός calm and settled, Ar.Ra. 1003; ὁ θόρυβος κατέστη subsided, Hdt.3.80; of laughter, Philostr. VA3.4; of a swelling, Hp.Prog.7;ἕως τὰ πράγματα κατασταίη Lys. 13.25
; also of persons, καταστάς composedly, A.Pers. 295 (but v. supr. 1b); [ ἡ ψυχὴ]καθίσταται καὶ ἠρεμίζεται Arist.Ph. 248a2
; ὁρῶμεν [ τοὺς ἐνθουσιαστικοὺς]..καθισταμένους Id.Pol. 1342a10
;καθεστηκυίας τῆς διανοίας Ocell.4.13
; καθεστῶτι προσώπῳ with composed, calm countenance, Plu.Fab.17;μαίνεσθαι καὶ ἔξω τοῦ καθεστηκότος εἶναι Luc.Philops.5
; τίς ἂν καθεστηκὼς φήσαιε; what person of mature judgement would say.. ? Phld.Po.5.15; ἡ καθεστηκυῖα ἡλικία middle age, Th.2.36; ἡλικία μέση καὶ κ. Pl.Ep. 316c; οἱ καθεστηκότες those of middle age, Hp.Aph.1.13: also, with metaphor from wine, mellow, of persons, Alex.45.8.5 come into a certain state, become, and in [tense] pf. and [tense] plpf., to have become, be,ἀντὶ φίλου πολέμιόν τινι κ. Hdt. 1.87
;οἱ μὲν ὀφθαλμῶν ἰητροὶ κατεστέασι, οἱ δὲ κεφαλῆς Id.2.84
;ἔμφρων καθίσταται S.Aj. 306
;τῶν ἄνωθεν ὑπόπτων καθεστώτων Epicur. Sent.13
;ἐς μάχην Hdt.3.45
;ἐς πόλεμον ὑμῖν καὶ μάχην κ. E.HF 1168
;ἐς πάλην καθίσταται δορὸς τὸ πρᾶγμα Id.Heracl. 159
;ἐς τὴν ἴησιν Hp.Prorrh.2.12
; ἐς τὸ αὐτό they recover, Id.Coac. 160 (later abs.,καταστῆναι καὶ μηδενὸς ἔτι φαρμάκου δεηθῆναι Gal.Vict.Att.1
);ἐς τοὺς κινδύνους Antipho 2.3.1
;ἐς φόβον Hdt.8.12
, Th.2.81; ἐς δέος, λύπην, Id.4.108,7.75;ἐς φυγήν Id.2.81
;ἐς ἔχθραν τινί Isoc.9.67
; εἰς ὁμόνοιαν, εἰς πολλὴν ἀθυμίαν, Lys.18.18, 12.3; καταστῆναι ἐς συνήθειάν τινος τὴν πόλιν ποιεῖν make the city become accustomed to it, Aeschin.1.165; had been,Hdt.
1.92, cf. 9.37;ἐν δείματι μεγάλῳ κατέστασαν Id.7.138
; καταστάντων σφι εὖ τῶν πρηγμάτων ib. 132; τίνι τρόπῳ καθέστατε; in what case are ye? S.OT10; φονέα με φησὶ.. καθεστάναι ib. 703;ἄπαρνος δ' οὐδενὸς καθίστατο Id.Ant. 435
;κρυπτὸς καταστάς E.Andr. 1064
;οἱ ἐν τούτῳ τῆς ἡλικίας καθεστῶτες ἐν ᾧ.. Antipho 2.1.1
; ἐν οἵῳ τρόπῳ [ἡ τῶν Ἀθηναίων ἀρχὴ] κατέστη how it came into being, Th.1.97, cf. 96; ἀρξάμενος εὐθὺς καθισταμένου (sc. τοῦ πολέμου ) from its first commencement, Id.1.1.6 to be established or instituted, prevail,καί σφι μαντήϊον Διὸς κατέστηκε Hdt.2.29
; ἄγραι.. πολλαὶ κατεστᾶσι ib.70, cf. 1.200; ὅδε σφι νόμος κατεστήκεε ib. 197;βροτοῖσιν ὃς καθέστηκεν νόμος E. Hipp.91
: c. inf.,θεὸν Ἀμφιάραον πρώτοις Ὠρωπίοις κατέστη νομίζειν Paus.1.34.2
: [tense] pf. part., existing, established, prevailing, τὸν νῦν κατεστεῶτα κόσμον Hdt 1.65;ἦν κατεστηκὸς οὐδὲν φόρου πέρι Id.3.89
; τοὺς κατεστεῶτας τριηκοσίους the regular 300, Id.7.205;οἱ καθεστῶτες νόμοι S.Ant. 1113
, Ar.Nu. 1400; τὰ καθεστῶτα the present state of life, S.Ant. 1160; also, existing laws, usages, τὰ τότε κ., τά ποτε κ., Pl.Lg. 798b, Isoc.7.56;ἐπὶ τοῖσι κατεστεῶσι ἔνεμε τὴν πόλιν Hdt.1.59
.7 of purchases, cost, πλέον ἢ ὅσου ἐμοὶ κατέστησαν more than they stood me in, And.2.11, cf. Plu.2.349a.8 stand against, oppose, πρός τινα dub. l. in Plb.23.18.5:—[voice] Pass.,Τιτήνεσσι κατέσταθεν Hes. Th. 674
.C [tense] aor. 1 [voice] Med. and sts. [tense] pres. [voice] Med. are used in trans. sense, v. supr. A. 11.2sq.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καθίστημι
-
13 μείγνυμι
μείγνυμι or [full] μίγνυμι, μ<ε> ίγνυσι Pl.Lg. 691e; imper. μ<ε> ίγνυ Id.Phlb. 63e:—also μ<ε> ιγνύω, Damox.2.60, Arist.HA 627a23, Thphr. Lap.53, etc.: [tense] impf. ἐμ<ε> ίγνυν, pl. ἐμ<ε>ίγνυσαν ( συν-) X.Cyr.8.1.46; poet. μ<ε> ίγνυον Pi.N.4.21: [tense] fut. μ<ε> ίξω Od.22.221 ( μετα-), S.OC 1047 (lyr.), Pl.Phlb. 64b: [tense] aor. ἔμ<ε> ιξα Archil.86, Pi.I.7(6).25, etc.; inf. μ<ε> ῖξαι Il.15.510: [tense] pf. μέμῐχα ( συμ-) Plb.16.10.1, 38.13.5: [tense] plpf. ἐμεμίχειν [pron. full] [ῐ] ( συν-) D.C.47.45:—[voice] Med. and [voice] Pass., [full] μ<ε>ίγνυμαι Pl. Phd. 113c: [tense] impf. ἐμ<ε>ίγνυντο (ἐπ-) Th.2.1: [tense] fut. μ<ε> ίξομαι Od.6.136, 24.314, μεμ<ε> ίξομαι Hes.Op. 179, μ<ε> ιχθήσομαι Aeschin.1.166 ( ἀνα-), Palaeph.13; alsoAμῐγήσομαι Il.10.365
: [tense] aor. 1 ἐμίχθη ib. 457, ἐμ<ε> ίχθην A.Supp. 295, Hdt.2.181, Ph.Bel.70.5, etc.; inf.μιχθήμεναι Il. 11.438
; but in Hom. and [dialect] Att. more commonly [tense] aor. 2 ἐμίγην [ῐ]; [dialect] Ep.μίγην Il.21.143
; inf.μιγήμεναι 15.409
,μιγῆν Parm.12.5
; both forms in Trag., μ<ε>ιχθῆναι A.l.c., al. (v. infr.),μιγῆναι Id.Pr.738
: [dialect] Ep. [tense] aor. [voice] Pass.ἔμικτο Od.1.433
,μίκτο Il.11.354
, 16.813, A.R.3.1223; part. μίγμενος in trans. sense, Nic. Al. 574: [tense] aor. [voice] Med. ἐμ<ε> ιξάμην Thphr. CP3.22.3: [tense] pf.μέμιγμαι Il.10.424
, etc.; [ per.] 3pl. ἀνα-μεμ<ε> ίχαται Hdt.1.146: [tense] plpf.ἐμέμικτο Il.4.438
.—For the [tense] pres. and [tense] impf. Hom. and Hdt. always use μίσγω, which occurs once in Trag., S.Fr. 271 (anap.), never in Com., sts. in [dialect] Att. Prose, Th.6.104 ( προς-), Thphr.Sens.43; part. ; also [tense] impf.ἔμισγον Th.3.22
( προς-), Pl.Ti. l.c.; also in later Prose, Plb.9.8.9 ( προς-), 18.32.2, 31.17.5 ( συμ-), PTeb.12.7, 18, 26.3 ( συμ-, ii B. C.), etc.: [dialect] Ep. [tense] impf.ἐμισγέσκοντο Od. 20.7
. (In codd. usu. [pref] μι- in all tenses and derivs.; in Inscrr. and Pap. freq. [pref] μει-, e.g.μειγνύς Phld.Mus.p.13
K.,μειγνύμενος Limen.14
( 128/7 B.C.),ὀν-εμείχνυτο Sapph.Supp. 20c
.2 ( = pp.21,78 Lobel, ὀνεμίγνυτο ib. 20b.4): [tense] fut. inf. συν-μείσχι[ν] IG12.920 (vi B. C.): [tense] aor.συνέμειξα PPetr.2p.64
(iii B. C.); inf.συμ-μεῖξαι PEleph.29.11
(iii B. C.): [tense] pf. [voice] Pass.μέμειγμαι Phld.Vit.p.34
J.: [tense] aor. [voice] Pass.ἐμείχθην A.Fr.99.5
(Pap. of ii B. C.), E.Antiop.iv B 45 (Pap. of iii B. C.), Phld.Po.2.12; similarlyμεῖξις Id.Mus.p.65
K.; σύμ-μεικτος freq. in [dialect] Att. Inscrr., IG 22.1388.63 (iv B. C.), al.;μεικτός PCair.Zen.292.25
, al. (iii B. C.): [pref] μι- is found inσυνανα-μιγνύμενα Phld.D.3.9
,μιγνύωσι Id.Ir.p.41
K.: [tense] aor. inf. (Halasarna, late iii B. C.): [tense] pf. part. [voice] Pass. μεμιγμένος Wilcken Chr.198.12 (iii B. C.): [tense] aor. part. [voice] Pass.μιχθείς Pae.Erythr.5
(iv B. C. and ii A. D., v. l. μει- ii A. D.); similarlyσύμ-μικτος AJA31.350
(vase, v B. C.); the oldest forms were prob. μίσγω μείξω ἔμειξα μέμιγμαι ἐμίχθην (μίκτο) μεῖγμα μίξις μικτός (cf. the forms of τεύχω, φεύγω, etc.); the μει- forms already in v B. C. had encroached, and after 150 B.C. were freq. written μι- (i. e. μῑ-)):— mix, strictly of liquids,οἶνον ἐνὶ κρητῆρσι καὶ ὕδωρ Od.1.110
, etc.; also of a solid and liquid,θρόμβῳ δ' ἔμ<ε>ιξεν αἵματος φίλον γάλα A.Ch. 546
; of two solids,ἅλεσσι μεμιγμένον εἶδαρ Od.11.123
; alsoμ. ἐκ γῆς καὶ πυρός Pl.Prt. 320d
;μ<ε>ιγνὺς [ταῦτα] μετὰ τῆς οὐσιας Id.Ti. 35b
:—[voice] Med. for [voice] Act., AP7.44 ([place name] Ion), Nic.Th. 603:—[voice] Pass., v. infr. B.II generally, join, bring together, in various ways:1 in hostile sense, μ<ε>ῖξαι χεῖράς τε μένος τε join battle hand to hand, Il.15.510;μ<ε>ίξαντες.. Ἄρευα Alc.31
;Κόλχοισι βίαν μ. Pi.P.4.213
; χερσὶν ἐναντία χεῖρας ἔμ<ε> ιξεν A.R.2.78; Ἄρη μ<ε> ίξουσιν S.OC 1047 (lyr.):—[voice] Pass.,μ<ε>ιγνυμένου πολέμου Callin.1.11
.b in good sense, ἀλώπηξ καἰετὸς ξυνωνίην ἔμ<ε> ιξαν Archil.86.2 bring into connexion with, make acquainted with,ἄνδρας.. μισγέμεναι κακότητι καὶ ἄλγεσι Od.20.203
; Καδμεῖοί νιν.. ἄνθεσι μ<ε> ίγνυον covered him with flowers, Pi.N.4.21; reversely, ᾧ πότμον.. Ἄρης ἔμ<ε> ιξεν upon whom A. brought death, Id.l.7(6).25.B [voice] Pass., with [tense] fut. [voice] Med. μείξομαι (v. sub init.):—to be mixed up with, mingled among,προμάχοισιν ἐμίχθη Il.5.134
, etc.;ἐνὶ προμάχοισι μιγέντα Od.18.379
; [σῆμα] οὔ τι μεμιγμένον ἐστὶν ὁμίλῳ 8.196
; ἐώλπει μ<ε>ίξεσθαι ξενίῃ hoped to hold intercourse in guest-friendship, 24.314;Τρώεσσιν ἐν ἀγρομένοισιν ἔμιχθεν Il.3.209
, cf. 10.180; ἐν ταῖς κακαῖσιν ἁγαθαὶ μεμ<ε> ιγμέναι E. Ion 399; hold intercourse with, live with, Od.7.247, etc.;ἐμίσγετο δαίμονι δαίμων Emp.59.1
;αἷς οὐ μ<ε>ίγνυται θεῶν τις A.Eu.69
: abs., hold intercourse,θάμ' ἐνθάδ' ἐόντες ἐμισγόμεθ' Od.4.178
.b to be mixed or compounded,μεμ<ε>ιγμένον μέλι σὺν γάλακτι Pi.N.3.77
;Κύπριδος ἐλπὶς.. μειγνυμένα Διονυσίοισι δώροις B.Scol.Oxy. 1361
Fr.1.9; σύλλογος νέων καὶ πρεσβυτέρων μεμ<ε> ιγμένος Pl.Lg. 951d, cf. E.Fr. 997;μεμ<ε>ιγμένην πολιτείαν ἐκ κακοῦ τε καὶ ἀγαθοῦ Pl.R. 548c
;ἔκ τε ταὐτοῦ καὶ θατέρου καὶ τῆς οὐσίας μ. Id.Ti. 35b
.2 to be brought into contact with, κάρη κονίῃσιν ἐμίχθη his head wasrolled in the dust, Il.10.457, Od.22.329;ὅτ' ἐν κονίῃσι μιγείης Il.3.55
; οὐδ' ἔτ' ἔασε [ἔγχος].. μιχθήμεναι ἔγκασι φωτός she let not the spear reach them, 11.438;κλισίῃσι μιγήμεναι 15.409
; ἐς Ἀχαιοὺς μίσγετο went to join them, 18.216; ἔσω μίσγεσθαι to come among us in the house, Od.18.49; μίσγεσθαι ὑπὲρ ποταμοῖο to join the rest across the river, Il.23.73: freq. in Pi. in various senses, c. dat. (with or without ἐν), come to,ἔν τ' Ὠκεανοῦ πελάγεσσι μίγεν P.4.251
; Λακεδαιμονίων μιχθέντες ἀνδρῶν ἤθεσιν ib. 257; ἐν αἱμακουρίαις μέμικται is present at that feast, O.1.91; φύλλοις ἐλαιᾶν μιχθέντα, στεφάνοις ἔμιχθεν ([ per.] 3pl.), come to, i.e. win, the crown of victory, N.1.18, 2.22;μ. εὐλογίαις I.3.3
; μ. ἐν τιμαῖς ib.2.29; μ. θάμβει to be affected by amazement, N.1.56; also βροτοὶ ξὺν κακοῖς μεμ<ε> ιγμένοι S.El. 1485.3 in hostile sense, mix in fight, Il.4.456, cf. Od.5.317; ἐν δαΐ, ἐν παλάμῃσι μ., Il.13.286, 21.469.4 in Hom. and Hes. most freq. of the sexes, have intercourse with, both of the man and the woman, sts. abs., Il.9.275, etc.: more freq. μιγῆναί τινι, of the man, 21.143, etc.; of the woman, Od.1.73;ἄρσενι θῆλυ μιγῆν Parm.12.5
, cf. Pi.P.3.14, al.; but in Trag. only of the man, as μητρὶ μ<ε>ιχθῆναι, μιγῆναι, S.OT 791, 995; but in Com.μ<ε>ιγνυμένας τοῖσιν ἀδελφοῖς Ar.Ra. 1081
(anap.): in Prose [tense] pres. μίσγεσθαι in this sense, of the man, Hdt.2.64, etc.; of the woman, Id.1.5, 199, Od.22.445; in full, φιλότητί τινι μιγῆναι, of the man, Il.6.165; of the woman, ib. 161, Hes.Th. 927, 970, etc.; ἐμισγέσθην φ., of the two, Il.14.295; ἐν φιλότητι μίσγεσθαι (with or without τινι), of the man, 2.232, 24.131; of the woman, h.Hom.33.5; Διὸς φιλότητι μιγῆναι, Διὸς ἐν φ. μ., of the woman, Hes.Th. 920, h.Merc.4; σῇ φ. μ., of the man, h.Ven. 150; εὐνῇ μ., of the man, Od. 1.433; φιλότητι καὶ εὐνῇ, of the man, Il.3.445, cf. Od.15.420; of the woman, 5.126; butἐν ἀγκοίνῃσι Διός 11.268
: c. acc. cogn.,φιλότης.., ἣν ἐμίγης Il.15.33
.—The [tense] aor. I is not used in this sense by Hom., but occurs in the Hymns, h.Ven.46, al.; the [tense] aor. I is more freq. in Hes. and Pi. (Cf. Lat. misceo, Skt. meksáyati 'stir', miśrás 'mixed'.)Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μείγνυμι
-
14 ἐρείκω
Aἔρειξον Ar.Fr. 22
, part.ἐρείξας Hp.Morb.2.67
, Nat.Mul.32 (ἐρίξας Mul.2.113c
odd.): [tense] aor. 2ἤρικον Il.17.295
, ([pref] δι-) Alex.Aet.3.21(tm.):—[voice] Med., [tense] aor. Iἐρειξάμην Porph.Abst.2.6
:—[voice] Pass., [tense] pf. ἐρήριγμαι (v. infr.):—rend, ἤρεικον χθόνα rent it with the ploughshare, Hes.Sc. 287 ;πέπλον ἐ. A.Pers. 1060
(lyr.): in this sense Hom. has only [voice] Pass.,ἐρεικόμενος περὶ δουρί Il.13.441
.2 bruise, pound, of pulse, Ar.Fr.22, cf. Dieuch. ap. Orib.4.6.4; κάχρυς, ζειάς, Hp.Morb.2.67, Mul.2.113, Superf.34;κριθαὶ ἐρηριγμέναι Id.Nat.Mul. 103
;κύαμοι ἐρηρ. Arist.HA 595b7
;ἐρειχθείσης τῆς κνήκου Diocl.Fr.140
; ναῦς τρὸς ἀλλήλαισι πνοαὶ ἤρεικον shattered them, A.Ag. 655 ; of pain,ὀδύναι μιν ἤρικον S.Fr. 152
(lyr.).II intr., [tense] aor. 2 ἤρῐκον to be rent or shattered,ἤρικε..κόρυς περὶ δουρὸς ἀκωκῇ Il.17.295
. -
15 ὠθέω
A (troch.), D.9.65, ([etym.] ἐξ-) Th. 7.52, etc., and ἐώθει even in h.Merc. 305; [dialect] Ion. and [dialect] Ep. [ per.] 3sg.ὤθει Il.21.241
; [dialect] Ion.ὤθεσκε Od.11.596
: but is f.l. for ὠθεῖ ([place name] Kirchhoff): [tense] fut. , Ar.Ec. 300 (lyr.), ([etym.] ἐξ-) S.Aj. 1248; but , Andr. 344, and always in Prose;ἀπ-ώσω Od.15.280
, [dialect] Ep. inf.ἀπ-ωσέμεν Il.13.367
: [dialect] Att. [tense] aor. , etc., ([etym.] ἐξ-) S.OC 1296, 1330, etc.; [dialect] Ion. and [dialect] Ep.ὦσα Il.1.220
, Hdt.7.167, [dialect] Ep.ὤσασκε Od.11.599
; butἔωσα Il.16.410
, ([etym.] ἀπ-) Od.9.81; laterὤθησα Ael.NA13.17
, etc.: [tense] pf. ἔωκα ([etym.] ἐξ-) Plu.2.48c: [tense] plpf. ἐώκει ([etym.] ἐξ-) Id.Brut.42:—[voice] Med., [tense] fut. ὤσομαι ([etym.] ἀπ-) S.El. 944, etc., ([etym.] δι-) A.Fr.199.9, etc.:—[dialect] Att. [tense] aor.ἐωσάυην Th.4.43
, Ar.V. 1085 (troch., with vv. ll.); [dialect] Ion. and [dialect] Ep.ὠσάμην Il.16.592
, Hdt.9.25, v.l. in Ar.V.l.c.:—[voice] Pass., [tense] fut. (v.l. ὠθήσομαι), ([etym.] ἐξ-) D.24.61: [dialect] Att. [tense] aor. ἐώσθην ([etym.] ἐξ-) X.HG2.4.34, etc.; later ὤσθην ([etym.] ἐξ-) Arr.An.4.25.3, Plot.4.4.45: [dialect] Att. [tense] pf.ἔωσμαι X.Cyr.7.1.36
, ([etym.] ἀπ-, περι-) Th.2.39, 3.57; [dialect] Ion. part.ἀπωσμένος Hdt.5.69
:— thrust, push,I mostly of human force, as of Sisyphus, σκηριπτόμενος χερσίν τε ποσίν τε λᾶαν ἄνω ὤθεσκε ποτὶ λόφον he kept pushing it.., Od.11.596, cf. 599; ; [ἔγχος] ὑπὲκ δίφροιο pushed it away from.., Il.5.854;ἂψ ἐς κουλεὸν ὦσε ξίφος 1.220
; ; τὸν δε' Ζεὺς ὦσεν ὄπισθε χειρί ib. 694, cf. 13.193;ὦσαί [τινα] ἀφ' ἵππων 5.19
; ἀφ' ἵππων χαμᾶζε ib. 835, etc.; so ὦσαι ἑωυτὸν ἐς τὸ πῦρ rush into the fire, Hdt.7.167; ὠ. τινα ἐπὶ κεφαλήν throw him headlong down, Pl.R. 553b ([voice] Pass.,ὠθέεσθαι ἐπὶ κ. Hdt.7.136
);ὠ. τινα ἐπὶ τράχηλον Luc.DMort.27.1
;πετρῶν ὦσαι κάτω E.Cyc. 448
, cf. Pl.Phdr. 229c;εἰς λιθοτομίας D.53.17
: freq. of weapons, ὠ. ξίφος δἰ ἀμφοτέρων thrust it through both, Hdt.3.78; ; ;φάσγανον δἰ ἥπατος Id.Med. 379
;ξίφος πρὸς ἧπαρ Id.Hel. 983
;δαλοῦ κώπην ἔσω βλεφάρων Id.Cyc. 485
(anap.), cf. 636; ἐκ μηροῦ δόρυ ὦσε θύραζε forced it out from the thigh, Il.5.694; τὸ ἱμάτιον ὦσαι εἰς τὸ στόμα stuff it into his mouth, Thphr.Char.2.4: τὴν θύραν ὠθεῖ forces the door, Ar.V. 152, cf. Lys.1.24; : sts. of other than human force, as of a stream,ὦσε δὲ νεκρούς Il.21.235
, cf. 241; of the wind,Νότος μέγα κῡμα ποτὶ.. ῥίον ὠθεῖ Od.3.295
; [ὁ ποταμὸς] ὠθεῖ κῦμα Metagen.6.3;ὠ. κολόκυμα Ar.Eq. 692
: metaph., .3 thrust out, banish,ὠ. ἅπαντας τὸν ἀσεβῆ S.OT 1382
; ; ; ;ἔξω τινὰ φυγάδα Pl.R. 560d
; σπονδῶν ἄπο, ἀπὸ τῶν ἱερῶν, E.Ba.46, Aeschin. 2.86;ὠ. τινας ἀθάπτους S.Aj. 1307
:—[voice] Pass.,ὠθούμεθ' ἔξω Id.Fr.583.7
.4 metaph., ὠ. τὰ πρήγματα push matters on, hurry them, Hdt.3.81;ἐπιθυμία ὠθεῖ ἐπὶ τὰς ἀπολαύσεις Arist.VV 1250a24
.5 abs., ὦσα παρέξ pushed off from land, Od.9.488;ὤθει βιαίως E.Tr. 356
, cf. X.HG7.4.31; τὸ ὠθοῦν the motive power, Pl.Cra. 401d.II [voice] Med., mostly in [tense] aor., thrust or push away from oneself, force back, esp. in battle, freq. in Il., ;τείχεος ἂψ ὤσασθαι 12.420
; ὤσασθαι προτὶ Ἴλιον, προτὶ ἄστυ, 8.295, 16.655;τὴν ἵππον ὤσαντο Hdt.9.25
, cf. 3.72, 6.37;ὤσασθαί τινας κατὰ βραχύ Th.4.96
;ὠσαμένων τὸ εὐώνυμον κέρας Id.6.70
, etc.; once in Trag., E.IT 326: of a horse, throw its rider, Thgn.260 (s.v.l.).2 intrans., push, press forward, Th.4.11,35, Plu.Ages.32;ὠθεῖσθαι εἰς τὸ πρόσθεν X.HG7.1.31
;πρὸς τὴν πληγὴν ὁμόσε ὠθεῖσθαι Pl.Euthd. 294d
;εἰς χεῖρας ὠθεῖσθαι τοῖς ἐναντίοις Plu.Thes.5
.III [voice] Pass., to be thrust, pushed, or forced, rush or fall violently,ἐπὶ κεφαλήν Hdt.
(v. supr.1.1); ; , etc.;ἱδρῶτες ταχέως ὠθούμενοι Hp.Aph.7.85
.2 [voice] Med., crowd, throng, jostle, X.Cyr.3.3.64;ὠ. ὥσπερ ὕες Theoc.15.73
, cf. Arist.HA 572b25: impers. in [voice] Pass., ἐπὶ μέζον ὠθεῖται the crush gets worse, Herod.4.54. -
16 σκύλλω
σκύλλω pf. pass. ptc. ἐσκυλμένος (Aeschyl. et al.; ins, pap) orig. ‘flay, skin’.① weary, harass (Herodian 7, 3, 4; UPZ 110, 25 [164 B.C.] σκύλλεσθαι μὴ μετρίως; En 104:5) pass. ἐσκυλμένοι dejected Mt 9:36.② trouble, bother, annoy τινά someone. act. (TestAbr B 2 p. 107, 2 [Stone p. 62]; PTebt 421, 11; POxy 295, 5; Sb 4317, 22) Mk 5:35; Lk 8:49.③ trouble oneself (by taking an interest in) (cp. pass. POxy 1669, 13 σκύληθι καὶ αὐτὸς ἐνθάδε; 123, 10; 941, 3) mid. μὴ σκύλλου don’t trouble yourself Lk 7:6 (cp. the act. μὴ σκύλλε ἑατήν POxy 295, 5; s. Rob. 807).—DELG. M-M. -
17 Ἀπέσαις
-
18 ἐκδίδωμι
1 hand over, deliverΔὶ τοῦτ' Ἐνυαλίῳ τ ἐκδώσομεν πράσσειν O. 13.106
med., met.συμποσίας ἐφέπων θυμόν ἐκδόσθαι πρὸς ἥβαν πολλάκις P. 4.295
-
19 ἐν
ἐν (in crasis1κἀν I. 4.25
, I. 6.59 coni., butκαὶ ἐν P. 9.40
: repeated 13 times O. 2.43, O. 6.55, I. 5.30 etc.: follows noun governed 7 times O. 13.44, P. 9.69, Παρθ. 2. 7, etc.: governs only the second of two nouns P. 4.130, O. 7.12:ἐνί P. 6.18
, Θρ. 7. 3, fr. 163: joined withἐπὶ N. 5.2
,παρά N. 9.34
) A prep. c. dat.1 of time.a of point of time, in, at, on δεῖ σάμερονἐλθεῖν ἐν ὥρᾳ O. 6.28
κυρίῳ δ' ἐν μηνὶ πέμποισ ἀμφιπόλους O. 6.32
νῦν ἐν καὶ τελευτᾷ O. 7.26
[ κἀν (Mosch.: ἐν καὶ codd. vulgo: καὶ cod. unus) P. 1.35] ἀλλ' ἐν ἕκτᾳ (sc. ἁμέρᾳ) P. 4.132τὰν πολυξέναν ἐν ἱερομηνίᾳ Νεμεάδι ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2
νιν ἐρειδόμενον ναυαγίαις ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.37
τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ ἀνατελλομένα συνεχὲς παννυχίζει I. 4.65
“ ἐν διχομηνίδεσσιν δὲ ἑσπέραις ἐρατὸν λύοι κεν χαλινὸν ὑφ' ἥρωι παρθενίας” I. 8.44ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ Pae. 6.5
ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντεὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ Pae. 6.61
τῷδ' ἐν ἄματι τερπνῷ Pae. 15.1
Ψμέναιον, ὃν ἐν γάμοισι χροιζόμενον [Μοῖρα] σύμπρωτον λάβεν (Welcker: ἐργάμοισι cod.) Θρ. 3.. ἦν διακρῖναι ἰδόντ' λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” fr. 168. 6.b during, within, in the course ofἐν ἁμέρᾳ O. 1.6
ἐν παντὶ χρόνῳ O. 6.36
ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ O. 6.100
ἐν δὲ μιᾷ μοίρᾳ χρόνου O. 7.94
ἐν μικρῷ χρόνῳ O. 12.12
ἐν ὄρφναῖσι P. 1.23
ἐν δ' αὖτε χρόνῳ P. 3.96
ἐν δαιτὸς δὲ μοίρᾳ P. 4.127
ἀθρόαις πέντε νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις P. 4.130
[ ἐνχρόνῳ (Chaeris: ἄν codd.) P.4. 258]ἐν δὲ χρόνῳ P. 4.291
, P. 8.15ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται P. 8.92
τέκε ἐν μόναις ὠδῖσιν Ἀλκμήνα διδύμων κρατησίμαχον σθένος υἱῶν P. 9.85
ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις P. 10.18
ἐν περισθενεῖ μαλαχθεὶς παγκρατίου στόλῳ N. 3.16
ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται N. 3.70
ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν N. 4.94
ἀλλὰ γὰρ ἀνάπαυσις ἐν παντὶ γλυκεῖα ἔργῳ N. 7.52
ἦ τιν' ἄγλωσσον μὲν ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει (Hermann e Σ: κατέχει τε, κατέχειν codd.) N. 8.25 ἐν πολυφθόροις ἁμέραις (Boeckh: πολυφθόροις ἐν codd.) N. 8.31 χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς N.8.49. codd.) ἐν πολέμῳ N. 9.36. ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N.9.42. ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίωνμιν ὀμφαὶ κώμασαν N. 10.34
φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ N. 10.59
“ παῦροι δ' ἐν πόνῳ πιστοὶ βροτῶν καμάτου μεταλαμβάνειν” N. 10.78ἐν δὲ χειμῶνι πλέων I. 2.42
ἀλλ' ἁμέρᾳ γὰρ ἐν μιᾷ I. 4.16
ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ I. 4.36
τόλμᾳ γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.47
καὶ νῦν ἐν Ἄρει μαρτυρήσαι κεν πόλις Αἴαντος ὀρθωθεῖσα ναύταις ἐν πολυφθόρῳ Σαλαμὶς Διὸς ὄμβρῳ (bis) I. 5.48—9. “Αἴαντα, λαῶν ἐν πόνοις ἔκπαγλον Ἐνυαλίου” I. 6.54 ἐν χρόνῳ δ' ἔγεντ Ἀπόλλων fr. 33b = fr. 147 Schr.ἄστρον ὑπέρτατον ἐν ἁμέρᾳ κλεπτόμενον Pae. 9.3
]βαρβιτίξαι θυμὸν ἀμβλὺν ὄντα καὶ φωνὰν ἐν οἴνῳ[ fr. 124d. ἐν δείπνοισι Λυδῶν ψαλμὸν ἀντίφθογγον ὑψηλᾶς ἀκούων πακτίδος fr. 125. 2. μηδ' ἀμαύρου τέρψιν ἐν βίῳ fr. 126. 1. ἀτὰρ εὑδόντεσσιν ἐν πολλοῖς ὀνείροις δείκνυσι τερπνῶν ἐφέρποισαν χαλεπῶν τε κρίσιν fr. 131b. 3. πενταετηρὶς ἑορτὰ ἐν ᾆ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193.c in the space ofπολλῶν πείρατα συντανύσαις ἐν βραχεῖ P. 1.82
βάματι δ' ἐν πρώτῳ κιχὼν παῖδ P. 3.43
τὸν Ἀργείων τρόπον εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις (Heyne: που κἐν, πα κ' ἐν codd.) I. 6.59d phrases τὸν ἅπαντα χρόνον ἐν σχερῷ ἡσυχίαν καμάτων μεγάλων ποινὰν λαχόντ (ἐν om. codd.: supp. Hermann: ἐνσχερώ Dindorf: in a line, uninterruptedly) N. 1.69 ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι ( ἐνσχερὼ Heyne) N. 11.39 ἑκατόμπεδοι ἐν σχερῷ κέλευθοι ( ἐνσχερὼ Fr. Portus i. e. 100 feet broad without interruption) I. 6.22 ὥστ' ἐν τάχει τινὰ Νηρείδων πράξειν ἄκοιτιν soon N. 5.35 [ ἀλλ' ἐν ἀμείβοντι (Musur.: ἐναμείβοντι codd.) N. 11.42]2 of place.a ἐν Πέλοπος ἀποικίᾳ. O. 1.24ἐν βάσσαις Κρονίου Πέλοπος O. 3.23
ἐν Πίσᾳ O. 6.5
ἐν Ὀλυμπίᾳ O. 6.26
ἐν Ὀλυμπιάδι O. 10.16
ἐν Πίσᾳ O. 10.43
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.101
ἐν δὲ Πυθῶνι O. 2.39
ἐν Δελφοῖσιν O. 13.43
Πυθιάδος δ' ἐν δρόμῳ P. 1.32
ἐν δ' ἄρα μηλοδόκῳ Πυθῶνι P. 3.27
ἐν πολυχρύσῳ Ἀπολλωνίᾳ τετείχισται νάπᾳ P. 6.8
Κρισαίαις ἐνὶ πτυχαῖς P. 6.18
Πυθῶνος ἐν γυάλοις P. 8.63
ἐν Πυθιάδι P. 8.84
ἐν Πυθῶνι ἀγαθέᾳ P. 9.71
ἀγῶνί τε Κίρρας, ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν P. 11.13
ἐν ἀφνεαῖς ἀρούραισι Πυλάδα νικῶν P. 11.15
Καφισίδος ἐν τεμένει P. 12.27
ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν N. 2.9
ἐν ἀγαθέᾳ Πυθῶνι N. 6.34
ἐν Πυθίοισι δὲ δαπέδοις κεῖται N. 7.34
ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων N. 11.23
ἐν Κρίσᾳ I. 2.18
χόρτοις ἐν λέοντος O. 13.44
Νεμεαίου ἐν πολυυμνήτῳ Διὸς ἄλσει N. 2.5
ἐν Νεμέᾳ N. 2.23
ἐν βαθυπεδίῳ Νεμέᾳ N. 3.18
κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ I. 3.12
ἐν Νεμέᾳ I. 6.3
“θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτἐν Νεμέᾳ” I. 6.48κλεινᾷ τἐν Ἰσθμῷ O. 7.81
ἐν Κορίνθου πύλαις O. 9.86
ἐν Ἰσθμιάδεσσιν O. 13.33
ἐν δἀμφιάλοισι Ποτειδᾶνος τεθμοῖσιν O. 13.40
ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς N. 2.21
Ὀρσοτριαίνα ἐν ἀγῶνι βαρυκτύπου N. 4.87
ἐν ἀμφικτιόνων ταυροφόνῳ τριετηρίδι N. 6.39
τρὶς μὲν' ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών N. 10.27
Κορίνθου τἐν μυχοῖς N. 10.42
ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ I. 3.11
ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισἀρετά I. 5.17
cf. ( Κόρινθον)ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6
ἐν ἄστει Πειράνας O. 13.61
ἐν Θήβαισι O. 6.16
τά τἐν Ἀρκαδίᾳ ἔργα καὶ Θήβαις O. 7.84
ἐν Θήβαις O. 13.107
ἐν ἑπταπύλοις Θήβαις P. 3.90
, P. 8.39 “ ἐν Κάδμου πύλαις” P. 8.47Θήβαις τ' ἐν ἑπταπύλοις N. 4.19
ἐν Θήβαις N. 10.8
ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει I. 5.30
—3.ἐν ἑπταπύλοισι Θήβαις I. 8.16
ἐ]ν ἑπταπύλοισι —[ (sc. Θήβαις) fr. 169. 47.κρανααῖς ἐν Ἀθάναις O. 7.82
ἐν Ἀθάναις O. 9.88
κρανααῖς ἐν Ἀθάναισι O. 13.38
, N. 8.11ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20
ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25 ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις οἰχνεῖτε fr. 75. 4.ἐν Σικελίᾳ O. 1.12
ἐν Ἄργει O. 7.83
ἐν Μεγάροισιν O. 7.86
ἐν Μαραθῶνι O. 9.89
ἐν Σπάρτᾳ P. 1.77
ἐν Φθίᾳ P. 3.101
“ ἐν δὲ Νάξῳ” P. 4.88Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ P. 5.70
ἐν Μεγάροις (ἐν secl. byz.) P. 8.78ἐν Ἄργει P. 9.112
τῶν δἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19
κλυταῖς ἐν Ἀμύκλαις P. 11.32
ἄειδ' ἐν Παλίῳ (Pauw: ἀείδει Παλίῳ codd.) N. 5.22ἐν Τροίᾳ N. 2.14
ποντίᾳ ἔν ποτε Κύπρῳ N. 8.18
ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ I. 1.8
ἐν Φυλάκᾳ I. 1.59
ἀλλ' ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.34
ἐν Ἐπιδαύρῳ I. 8.68
]ν ἐν Ἄργει μεγάλῳ[ Δ. 1.. ἐν Ἀρίμοις ποτέ fr. 93. ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ ] ἔν τε Πίσᾳ Παρθ. 2.. ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ fr. 123. 13.Μαιναλίαισιν ἐν δειραῖς O. 9.59
ἐν Παλίου σφυροῖς P. 2.45
“ Διὸς ἐν Ἄμμωνος θεμέθλοις” P. 4.16 “ Τριτωνίδος ἐν προχοαῖς λίμνας” P. 4.20Ἄπολλον, τεᾷ, Καρνήἰ, ἐν δαιτὶ P. 5.80
ἐν μυχοῖσι Πιερίδων P. 6.49
μυχῷ τ' ἐν Μαραθῶνος P. 8.79
Πίνδου κλεεναῖς ἐν πτυχαῖς P. 9.15
Αἰγίνᾳ τε γὰρ Νίσου τἐν λόφῳ P. 9.91
τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος P. 9.98
ἐν πεδίῳ Φλέγρας N. 1.67
Νίσου τ' ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.46
ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56
ζαθεᾶς Πάρου ἐν γυάλοις fr. 140a. 63 (37). ἐν Κόλχων δόμοις fr. 172. 7.ἐν δρόμοισι O. 1.21
ἐν δρόμοις O. 1.94
ἐν ἀέθλοις ἐν μάχαις τε O. 2.43
—4.Αἶαν, τεόν τἐν δαιτί, Ἰλιάδα, νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν O. 9.112
ἱεροῖς ἐν ἀέθλοις O. 13.15
νικαφόροις ἐν ἀέθλοις καὶ θοαῖς ἐν μάχαις P. 8.26
ἔν τ' ἀέθλοισιν ἀριστεύων N. 11.14
ἔν τ' ἀέθλοισι I. 1.18
ἔν τε γυμνοῖσι σταδίοις ἔν τ' ἀσπιδοδούποισιν ὁπλίταις δρόμοις I. 1.23
ὠκυδινάτοις ἐν ἁμίλλαισι I. 5.6
ἔν τ' ἀγωνίοις ἀέθλοισι I. 5.7
]ἐν δαιτί τε πα[ Πα. 13a. 21.ἐν οἴκῳ O. 6.48
μεγαλοκευθέεσσιν ἔν ποτε θαλάμοις P. 2.33
ἐν θαλάμῳ P. 3.11
τείχει ἐν ξυλίνῳ P. 3.38
“ ἐν λέχεσιν” P. 4.51 “ πολυχρύσῳ ποτ' ἐν δώματι” P. 4.53 ἄλλοις ἐν τείχεσιν” P.4.268. “ ἐν δώμασι” P. 4.113θαλάμῳ δὲ μίγεν ἐν πολυχρύσῳ Λιβύας P. 9.69
ἐν μεγάρῳ N. 1.31
Φιλύρας ἐν δόμοις N. 3.43
ἐν λέκτροις Ἀκάστου N. 5.30
Ἀμφιτρύωνος ἐν θυρέτροις I. 7.6
ἐν μεγάροις Δ. 2.. ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.58
ἐν Οὐλύμπῳ O. 13.92
ἐν οὐρανῷ O. 14.10
ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ P. 1.15
χρυσέαις ἐν ἕδραις P. 3.94
“ δώμασιν ἐν χρυσέοις” P. 9.56ὀλβίοις ἐν δώμασι N. 1.71
“ οὐρανοῦ ἐν χρυσέοις δόμοισιν” N. 10.88 ἐν Ὀλύμπῳ fr. 33c. 5.ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28
ἐν πελάγει O. 7.56
ἁλμυροῖς δ' ἐν βένθεσιν O. 7.57
ἐν πόντῳ ἐν χέρσῳ τε O. 12.3
—4. “ ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖς” P. 9.47ἐν χέρσῳ N. 1.62
ἐν πελάγει N. 3.23
ἐν δΕὐξείνῳ πελάγει N. 4.49
ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ N. 9.43
ἐν πόντῳ I. 5.5
ἐν πεδίῳ I. 8.54
ἐν πόντῳ I. 9.7
πελάγει δ' ἐν πολυχρύσοιο πλούτου fr. 124. 6. ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει fr. 140b. 16. ἐν πόντῳ P. Oxy. 2622. 13 ad ?fr. 346.ἐν ναυσὶ κοίλαις O. 6.10
ἐν Μοισᾶν δίφρῳ O. 9.81
ἐν ναυσὶν P. 3.68
ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ' ἀκάτῳ N. 5.2
ἐν ναυσὶν I. 6.30
κελεύθῳ τἐν καθαρᾷ O. 6.23
ἀλλἔν κέκρυπτο γὰρ σχοίνῳ βατιᾷ τἐν ἀπειρίτῳ (v. κρύπτω) O. 6.55πτολιπόρθοις ἐν μάχαις O. 8.35
οὐλίῳ ἐν Ἄρει O. 9.76
ταύτᾳ δἐν πρωτογόνῳ τελετᾷ O. 10.51
ἐν ἅπαντι κράτει O. 10.82
ἐν ἀλκᾷ O. 13.55
οἵαις ἐν πολέμοισι μάχαις P. 1.47
Ἰξίονα ἐν πτερόεντι τροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον P. 2.22
χρυσὸς ἐν χερσὶν φανεὶς P. 3.55
ἐν ὄρει P. 3.90
ἐν πολέμῳ P. 3.101
ἐν ἀργεννόεντι μαστῷ P. 4.8
ἐν ἀγορᾷ P. 4.85
ἐν πρύμνᾳ P. 4.194
ἐν μέσσοις P. 4.224
ἐν ἀλλοδαπαῖς ἀρούραις P. 4.254
πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67
χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ N. 1.25
παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε ναῶν τ' ἐν μάχαις N. 9.34 δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους i. e. inside N. 10.61καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις αἰενάοις ἐν τραπέζαις N. 11.8
πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12
πατρωίαις ἐν ἀρούραις Pae. 6.106
λτ;ἐνγτ; [τεμέ]νει φίλῳ (supp. Zenodot)Πα.. 12. χρηστήριον[ ] ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκεν Pae. 9.41
ἐρατειναῖς ἐν εὐναῖς (add. Boeckh: ἐν om. codd.) fr. 122. 7. φοινικορόδοις δ' ἐνὶ λειμώνεσσι (coni. Boeckh: ἐν cod.) Θρ.. 3. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες fr. 210.b at, before met.,τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32
μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν (τουτέστι θεωρῆσαι Σ.) N. 8.433 in, contained in, surrounded bya of clothing, simm.χαλκέοισι δ' ἐν ἔντεσι νικῶν δρόμον O. 4.22
ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων O. 6.8
“ σπαργάνοις ἐν πορφυρέοις” P. 4.114Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις Ἄρεος ὅπλοις P. 10.13
ἐπεὶ ἐν χαλκέοις ὅπλοις Τηλεβόας ἔναρεν N. 10.14
τὸν μὲν ἐν ῥίνῳ λέοντος στάντα I. 6.37
cf. ὑφ' ἅρμασιν ἵππος, ἐν δ ἀρότρῳ βοῦς ( harnessed to) fr. 234. 2.b contained inμονόψαφον ἐν κολεῷ κατασχοῖσα ξίφος N. 10.6
καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν ἐν ἀγγέων ἕρκεσιν παμποικίλοις N. 10.36
c of light and darkness.ἐν ὄρφνᾳ O. 1.71
O. 13.70ἐν σκότῳ O. 1.83
ἐν καθαρῷ O. 10.45
φάει δὲ ἐν καθαρῷ P. 6.14
σφόδρα δόξομεν δαίων ὑπέρτεροι ἐν φάει καταβαίνειν N. 4.38
νεκρὸν ἵππον στυγέοισι λόγῳ κείμενον ἐν φάει, κρυφᾷ δὲ (Heyne: φασι codd.) fr. 203. 2. met.,ὅστις ἐν ταύτᾳ νεφέλᾳ χάλαζαν αἵματος πρὸ φίλας πάτρας ἀμύνεται I. 7.27
d met.,εἶδον γὰρ ἑκὰς ἐὼν τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον βαρυλόγοις ἔχθεσιν πιαινόμενον P. 2.54
ἔστι δ' ἐν εὐτυχίᾳ πανδοξίας ἄκρον N.1.10.τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχε θέμεν μεγάλᾳ P. 4.75
4 of feelings, thoughts.ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον ὀξείᾳ μελέτᾳ O. 6.37
ἀγώνιον ἐν δόξᾳ θέμενος εὖχος O. 10.63
εὐανθεῖ δ' ἐν ὀργᾷ παρμένων P. 1.89
αὐτὰν ἐν φρασὶ καιομέναν P. 4.219
ὄφρα ἐν φρασὶ πάξαιθ, ὅπως σφίσι μὴ κοίρανος μόλοι N. 3.62
5 amongaζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις O. 2.25
Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78
φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ O. 4.26
τερπνὸν δ' ἐν ἀνθρώποις ἴσον ἔσσεται οὐδέν O. 8.53
τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65
ἐν ἀγαθοῖς P. 2.81
ἐν ἀνθρώποισι P. 3.21
σμικρὸς ἐν σμικροῖς, μέγας ἐν μεγάλοις ἔσσομαι P. 3.107
“ τρίταισιν δ' ἐν γοναῖς” P. 4.143κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος, ἐν δὲ βουλαῖς πρέσβυς P. 4.281
—2.ἔν τε σοφοῖς πολίταις P. 4.295
ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49
θάρσος τε τανύπτερος ἐν ὄρνιξιν αἰετὸς ἔπλετο P. 5.112
ἔν τε Μοίσαισι ποτανὸς ἀπὸ ματρὸς φίλας P. 5.114
“ καὶ ἔν τε θεοῖς τοῦτο κἀνθρώποις ὁμῶς αἰδέοντ” P. 9.40 βαιὰ δ' ἐν μακροῖσι ποικίλλειν ἀκοὰ σοφοῖς P.9. 77.εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι P. 9.119
θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις P. 10.58
πέφνεν τε ματέρα θῆκέ τ' Αἴγισθον ἐν φοναῖς P. 11.37
εἰ δέ τις ὄλβος ἐν ἀνθρώποισιν, ἄνευ καμάτου οὐ φαίνεται P. 12.28
ἐγὼ δ' Ἡρακλέος ἀντέχομαι προφρόνως ἐν κορυφαῖς ἀρετᾶν μεγάλαις N. 1.34
παλαιαῖσι δ' ἐν ἀρεταῖς γέγαθε Πηλεὺς ἄναξ, ὑπέραλλον αἰχμὰν ταμών N. 3.32
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72
—3.ἔστι δαἰετὸς ὠκὺς ἐν ποτανοῖς N. 3.80
ἐν δὲ μέσαις (sc. Μοίσαις)φόρμιγγ' Ἀπόλλων ἑπτάγλωσσον χρυσέῳ πλάκτρῳ διώκων N. 5.23
ἔν τε δαμόταις ὄμματι δέρκομαι λαμπρόν N. 7.65
ἀρετὰ ἐν σοφοῖςἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε N. 8.41
ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27
Τυνδαρίδας δ' ἐν Ἀχαιοῖς ὑψίπεδον Θεράπνας οἰκέων ἕδος I. 1.31
γαρύσομαι τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν ἀγακλέα τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34
ἄμμι δ' ἔοικε καὶ σέθεν, Ἀμφιτρύων, παῖδας προσειπεῖν, τὸν Μινύα τε μυχὸν καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα καὶ Εὔβοιαν, ἐν γναμπτοῖς δρόμοις ( when we talk of Farnell) I. 1.57Ἀοσφόρος θαητὸς ὣς ἄστροις ἐν ἄλλοις I. 4.24
αἰνέω καὶ Πυθέαν ἐν γυιοδάμαις Φυλακίδᾳ πλαγᾶν δρόμον εὐθυπορῆσαι I. 5.59
φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν ( ἀνδράσιν ἀεθληταῖσιν coni. Heyne) I. 6.72εἶπε δεὔβουλος ἐν μέσοισι Θέμις I. 8.31
Ἄρτεμις ζεύξαισ' ἐν ὀργαῖς Βακχίαις φῦλον λεόντων α[ Δ. 2. 2. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις ἀλᾶται fr. 105b. 1.νέφεσσι δ' ἐν χρυσέοις Ὀλύμποιο καὶ κορυφαῖσιν ἵζων Pae. 6.92
b betweenοἷον Αἴτνας ἐν μελαμφύλλοις δέδεται κορυφαῖς καὶ πέδῳ P. 1.27
καταίνησάν τε κοινὸν γάμον γλυκὺν ἐν ἀλλάλοισι μεῖξαι P. 4.223
ἐπεὶ τετραόροισιν ὥθ' ἁρμάτων ζυγοῖς ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς N. 7.94
c after verbs of mixing. νῦν δ' ἐν αἱμακουρίαις ἀγλααῖσι μέμικται (sc. Πέλοψ: is part of) O. 1.90 ἔν τ' ὠκεανοῦ πελάγεσσι μίγεν πόντῳ τἐρυθρῷ Λαμνιᾶν τἔθνει γυναικῶν (sc. Ἀργοναῦται: zeugma, they knew) P. 4.251 ἵν' ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν enjoyed I. 2.29 ] ἐνέπισε κεκραμέν' ἐν αἵματι (ἐν del. Heringa: κεκραμένον coni. Zuntz) fr. 111. 1, cf. Δ. 2. 20.aἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
βουλαῖς ἐν ὀρθαῖσι Ῥαδαμάνθυος O. 2.75
ἐν δίκᾳ ( ἐνδίκας coni. Snell) O. 6.12τελεύταθεν δὲ λόγων κορυφαὶ ἐν ἀλαθείᾳ πετοῖσαι O. 7.69
πόλιν Ψλλίδος στάθμας Ἱέρων ἐν νόμοις ἔκτισσε P. 1.62
θέλοντι δὲ αἰεὶ μένειν τεθμοῖσιν ἐν Αἰγιμιοῦ Δωριεῖς P. 1.64
οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
σὲ δ' ἐν τούτῳ λόγῳ χρησμὸς ὤρθωσεν P. 4.59
“ τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτων” P. 4.92σὲ δ' ἐρχόμενον ἐν δίκᾳ P. 5.14
τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὗ μὴ κρυπτέτω i. e. in the common good P. 9.93θεόθεν ἐραίμαν καλῶν δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ P. 11.51
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν ἐν δίκᾳ τε μὴ κεκινδυνευμένον N. 5.14
ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων N. 6.15
τρὶς μὲν ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών, τρὶς δὲ καὶ σεμνοῖς δαπέδοις ἐν Ἀδραστείῳ νόμῳ (cf. P. 2.43) N. 10.28ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ I. 2.38
ἐν ξυνῷ κεν εἴη συμπόταισίν τε γλυκερὸν κέντρον fr. 124. 2. cf. ἐγὼ δὲ ἴδιος ἐν κοινῷ σταλεὶς (in a public position) O. 13.49b in of musical terms. Λύδῳ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων ἔμολον (ἐν ante τρόπῳ del. Schr. metri causa) O. 14.17—8.ἐν Αἰολίδεσσι χορδαῖς P. 2.69
πόμ' ἀοίδιμον Αἰολίσσιν ἐν πνοαῖσιν αὐλῶν ( ἐμπνοαῖσιν coni. Turyn) N. 3.79 esp. to the accompaniment of, amidstἱκέτας σέθεν ἔρχομαι Λυδίοις ἀπύων ἐν αὐλοῖς O. 5.19
κεῖνος ἀνήρ, ἐπικύρσαις ἀφθόνων ἀστῶν ἐν ἱμερταῖς ἀοιδαῖς O. 6.7
ἄλλοτε δ' ἄλλον ἐποπτεύει Χάρις ζωθάλμιος ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12
τὸν ( Ἀρκεσίλαν)ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.104
κλέονται δ' ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς μυρίον χρόνον I. 5.27
ἔν δ' ἐρατεινῷ μέλιτι καὶ τοιαίδε τιμαὶ καλλίνικον χάρμ ἀγαπάζοντι I. 5.54
]ἀοιδαῖς ἐν εὐπλε[κεσσι Pae. 3.12
λτ;ἐν ἀοιδᾷ> supp. Snell e Σ pap. Pae. 14.207 instrumental in, with, by means ofτετραορίας ἐλελίχθονος, εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ κρατέων P. 2.5
καπνωθεῖσαν πάτραν ἐπεὶ ἴδον ἐν Ἄρει P. 5.85
τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (ἐν om. codd.: supp. Tricl.) P. 11.46ἀνδησάμενός τε κόμαν ἐν πορφυρέοις ἔρνεσιν N. 11.28
κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26
esp. withχείρ. οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ O. 2.63
ἀγαναῖσιν ἐν χερσὶ ποικιλανίους ἐδάμασσε πώλους P. 2.8
ἐν χερὶ δ' Ἀμφιτρύων κολεοῦ γυμνὸν τινάσσων φάσγανον N. 1.52
ἐν λόγοις δ' ἀστῶν ἀγαθοῖσιν ἐπαινεῖσθαι χρεών N. 11.17
χερσίν τ' ἐν μαλακαῖσιν ὅρπακ ἀγλαὸν δάφνας ὀχέοισα Παρθ. 2. 7.8 upon, into following verbs of movement.ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον ἔχθιστον O. 8.68
ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι πολυάνθεμοι ἀρχαῖα σοφίσμαθ O. 13.16
ὠπυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74
ἐν δ' ἀφύκτοισι γυιοπέδαις πεσὼν P. 2.41
καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν (om. codd.: supp. Mosch.) P. 3.64 “ ἐν τᾷδ' ἄφθιτον νάσῳ κέχυται Λιβύας σπέρμα” (cf. I. 1.4) P. 4.42ἐν ἀλύτῳ ζεύξαισα κύκλῳ μαινάδ' ὄρνιν P. 4.215
τιθεῖς ὕβριν ἐν ἄντλῳ P. 8.12
“ νέκταρ ἐν χείλεσσι καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι” P. 9.63 ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορὸν ἐν τέρμασιν αὐτίκ' ἀγῶνος ( πρὸς coni. Boeckh) P. 9.114Νίκας ἐν ἀγκώνεσσι πίτνων ποικίλων ἔψαυσας ὕμνων N. 5.42
[ πέσε δ' ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντι (coni. Fennel, Lobel: δοκέοντα codd.) N. 7.31]ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν N. 8.28
ἤλασε Λυγκέος ἐν πλευραῖσι χαλκόν N. 10.70
χρυσέας ἐν γούνασιν πίτνοντα Νίκας I. 2.26
ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν (sc. φάμα παλαιά) I. 4.23μήτ' ἐν ὀρφανίᾳ πέσωμεν στεφάνων I. 8.6
ἐπεὶ δ' ἄλκιμον νέκυν ἐν τάφῳ πολυστόνῳ θέντο Πηλείδαν Pae. 6.99
τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ τιθεὶς fr. 109. 1. ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ σφίσιν αὐτοῖς fr. 163. φά[τναις] ἐν λιθίναις βαλ[ fr. 169. 21, cf. N. 3.629 in respect of [ ἐν ἄλλοισι δ' ἄλλοι μεγάλοι (ἐν om. codd., add. V: ἐπ byz.) O. 1.113]ἕπεται δ' ἐν ἑκάστῳ μέτρον O. 13.47
ἐν ἡρωίαις ἀρεταῖσιν οὐ ψεύσομἀμφὶ Κορίνθῳ O. 13.51
, cf. I. 1.57 γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἁρμένοισι πᾶσι θυμὸν αὔξων (om. codd.: supp. Er. Schmid) N. 3.58μή μοι κραναὰ νεμεσάσαι Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4
ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα, οὐ σθένος fr. 38.ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.15
10 = σύν, with the aid of ἐν τίν κ' ἐθέλοι, Γίγαντας ὁς ἐδάμασας, εὐτυχῶς ναίειν (σὺν σοί. Σ.) N. 7.9011 in the hands of, in the power ofἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
ἐν δ' ἀγαθοῖσι κεῖται πατρώιαι κεδναὶ πολίων κυβερνάσιες P. 10.71
πὰν δὲ τέλος ἐν τὶν ἔργων N. 10.30
12 dub. ex. οἷά τε χερσὶν ἀκοντίζοντες αἰχμαῖς, καὶ λιθίνοις ὁπότ' ἐν δίσκοις ἵεν (ἐν add. metr. causa Hermann, edd. vulgo: ὁπότε codd.: ὁπόταν Trypho ap. Eustath.: ποτ' ἀνὰ Ammonius: v. ἐνίμηι) I. 1.25 [ νῦν αὖτ' ἐν Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ (codd.: ἐν del. Hermann) I. 6.5]13 frag. ] εν ὀρθῷ δρόμῳ fr. 1a. 5.] ἐν χρ[ Πα. 13a. 25. ]ἐν κλ[ Πα. 13e. 4. ] ἐν δασκίοισιν πατήρ fr. 177e.14 in tmesis. ἐν δ' ἀρετὰν ἔβαλεν (v. ἐμβάλλω) O. 7.44 ἐν δ' ἕσπερον ἔφλεξεν (v. ἐμφλέγω) O. 10.74 B adv. dabeia thereἐν δὲ φίλων παρεόντων θῆκέ μιν ζαλωτὸν ὁμόφρονος εὐνᾶς O. 7.5
ἐν δὲ Μοῖσ' ἁδύπνοος ἐν δ Ἄρης ἀνθεῖ O. 13.22
b too, besidesΜοῖσά τοι κολλᾷ χρυσόν, ἔν τε λευκὸν ἐλέφανθ' ἁμᾶ N. 7.78
ἐν δὲ μηνὸς πρῶτον τύχεν ἇμαρ (contra Radt, “Präposition in tmesi mit τύχεν”) Πα. 2.. σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων, ἐν δὲ κέχλαδεν ἐν δὲ ἐν δ' Δ. 2. 10—5. C ἐν prep. c. acc. v. ἐς B.------------------------------------v. ἐς -
20 ἥβα
ἥβα (-α, -ας, -ᾳ, -αν.)1 youth, youthful spirit “ σὸν δ' ἄνθος ἥβας ἄρτι κυμαίνει” P. 4.158διδύμους υἱοὺς κεχλάδοντας ἥβᾳ P. 4.179
θυμὸν ἐκδόσθαι πρὸς ἥβαν P. 4.295
ἄδικον οὔθ' ὑπέροπλον ἥβαν δρέπων P. 6.48
ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι N. 7.99
ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν (contra Bury, band of youths) I. 8.70 εὖτ' ἂν ἴδω παίδων νεόγυιον ἐς ἥβαν fr. 123. 12. κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν θάλλοντας ἥβᾳ fr. 171.2 pro pers., Hebe wife of Herakles.τερπνᾶς δ' ἐπεὶ χρυσοστεφάνοιο λάβεν καρπὸν Ἥβας O. 6.58
χρυσοστεφάνου δέ οἱ Ἥβας καρπὸν ἀνθήσαντ' ἀποδρέψαι ἔθελον P. 9.109
( Ἡρακλέα)δεξάμενον θαλερὰν Ἥβαν ἄκοιτιν N. 1.71
ἄνευ σέθεν (= Ἐλειθυίας)οὐ τεὰν ἀδελφεὰν ἐλάχομεν ἀγλαόγυιον Ἥβαν N. 7.4
( Ἡρακλέης)οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα τελείᾳ παρὰ ματέρι βαίνοισ ἔστι καλλίστα θεῶν N. 10.18
Ἥβαν τ' ὀπυίει (sc. Ἡρακλέης) I. 4.65
См. также в других словарях:
295 av. J.-C. — 295 Années : 298 297 296 295 294 293 292 Décennies : 320 310 300 290 280 270 260 Siècles : IVe siècle … Wikipédia en Français
295 — Années : 292 293 294 295 296 297 298 Décennies : 260 270 280 290 300 310 320 Siècles : IIe siècle IIIe siècle … Wikipédia en Français
295 — Portal Geschichte | Portal Biografien | Aktuelle Ereignisse | Jahreskalender ◄ | 2. Jahrhundert | 3. Jahrhundert | 4. Jahrhundert | ► ◄ | 260er | 270er | 280er | 290er | 300er | 310er | 320er | ► ◄◄ | ◄ | 291 | 292 | 293 | 294 | … Deutsch Wikipedia
-295 — Années : 298 297 296 295 294 293 292 Décennies : 320 310 300 290 280 270 260 Siècles : IVe siècle av. J.‑C. … Wikipédia en Français
295 — ГОСТ 295{ 98} Алюминий для раскисления, производства ферросплавов и алюминотермии. Технические условия. ОКС: 77.120.10 КГС: В51 Цветные металлы, включая редкие, и их сплавы Взамен: ГОСТ 295 79 Действие: С 01.07.2001 Примечание: см. также… … Справочник ГОСТов
295 — СТ СЭВ 295{ 76} Машины электрические вращающиеся. Методы определения момента инерции вращающейся части. ОКС: 29.160 КГС: Е69 Методы испытаний. Упаковка. Маркировка Взамен: РС 73 63 Действие: С 01.12.77 Примечание: введен в действие в качестве… … Справочник ГОСТов
295 a. C. — Años: 298 a. C. 297 a. C. 296 a. C. – 295 a. C. – 294 a. C. 293 a. C. 292 a. C. Décadas: Años 320 a. C. Años 310 a. C. Años 300 a. C. – Años 290 a. C. – Años 280 a. C. Años 270 a. C. Años 260 a. C. Siglos … Wikipedia Español
295 — Años: 292 293 294 – 295 – 296 297 298 Décadas: Años 260 Años 270 Años 280 – Años 290 – Años 300 Años 310 Años 320 Siglos: Siglo II – … Wikipedia Español
295. Infanterie-Division (Wehrmacht) — 295. Infanterie Division Truppenkennzeichen: Der doppelte Pferdekopf Aktiv … Deutsch Wikipedia
295. Infanterie-Division — Truppenkennzeichen: Der doppelte Pferdekopf[1] Aktiv … Deutsch Wikipedia
295 (число) — 295 двести девяносто пять 292 · 293 · 294 · 295 · 296 · 297 · 298 Факторизация: Римская запись: CCXCV Двоичное: 100100111 Восьмеричное: 447 … Википедия