Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

πλοι-άριον

См. также в других словарях:

  • ηθμάριον — ἠθμάριον, τὸ (Α) (στον Ησύχ.) υποκορ. τού ηθμός*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ηθμός, ο «φίλτρο» + υποκορ. κατάλ. άριον (πρβλ. βιβλι άριον, πλοι άριον] …   Dictionary of Greek

  • κρητάριον — κρητάριον, τὸ (AM) μικρό τεμάχιο κιμωλίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρήτη «κιμωλία» + υποκορ. κατάλ. άριον (πρβλ. βιβλι άριον, πλοι άριον)] …   Dictionary of Greek

  • φερνάριον — τὸ, Α υποκορ. μικρή, ασήμαντη προίκα. [ΕΤΥΜΟΛ. < φερνή «προίκα» + υποκορ. κατάλ. άριον (πρβλ. θηκ άριον, πλοι άριον)] …   Dictionary of Greek

  • πωλάριον — τὸ, Α (υποκορ. τού πώλος) το πουλάρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < πῶλος «πουλάρι» + υποκορ. κατάλ. άριο(ν)* (πρβλ. πλοι άριον)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»