Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ύτερος

См. также в других словарях:

  • καλύτερος — η, ο πιο καλός, σε σύγκριση με κάποιον άλλο. επίρρ... καλύτερα 1. πιο καλά, προτιμότερα («καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή») 2. φρ. α) «είμαι καλύτερα» ή «πάω καλύτερα» βελτιώνεται η υγεία μου ή η κατάστασή… …   Dictionary of Greek

  • αρχύτερος — η, ο 1. ο προγενέστερος 2. επίρρ. αρχύτερα πιο γρήγορα, νωρίτερα. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχή + ύτερος (πρβλ. κοντύτερος, μεγαλύτερος, πρωτύτερος), κατάλ. συγκρ. επιθ. από συγκριτικά επίθετα σε υς (πρβλ. βαθύς βαθύτερος, βαρύς βαρύτερος, γλυκύς γλυκύτερος …   Dictionary of Greek

  • καλλίτερος — Οικισμός (202 κάτ.) της Ζακύνθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ζακυνθίων του νομού Ζακύνθου. * * * η, ο καλύτερος*. [ΕΤΥΜΟΛ. Παλαιότερη γραφή τής λ. που θεωρήθηκε ότι προήλθε από το συγκρ. καλλίων (καλλί + τερος), ενώ στην πραγματικότητα… …   Dictionary of Greek

  • ԴՈՒԶՆԱՔԵԱՅ — (քէի, իւ, կամ (դուզնաքի) քւոյ, քոյ, քէից կամ քեայց, քեօք.) NBH 1 0639 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 6c, 8c, 12c, 13c ա. βραχύς, ύτερος, ύτατος, ἕλαττος, ἕλασσος, ἤττον, τυχόν minor, brevior, tenuis, vilis, vulgaris… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»