Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὄροβος

См. также в других словарях:

  • ὄροβος — bitter vetch masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • όροβος — ο (Α ὄροβος) βοτ. λόγια ονομασία τού ετήσιου κτηνοτροφικού φυτού όροβος ο κοινός, που σύμφωνα με τη σύγχρονη ταξινόμηση ανήκει στην οικογένεια φαβίδες, καθώς και τού καρπού του, το ρόβι αρχ. 1. στον πληθ. οἱ ὄροβοι τα σπέρματα τού παραπάνω φυτού… …   Dictionary of Greek

  • ὀρόβοιο — ὄροβος bitter vetch masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀρόβοις — ὄροβος bitter vetch masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀρόβοισι — ὄροβος bitter vetch masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀρόβοισιν — ὄροβος bitter vetch masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀρόβου — ὄροβος bitter vetch masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀρόβους — ὄροβος bitter vetch masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀρόβων — ὄροβος bitter vetch masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀρόβῳ — ὄροβος bitter vetch masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὄροβοι — ὄροβος bitter vetch masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»