Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὀλβ-

См. также в других словарях:

  • ηρώος — α, ο (Α ἡρῷος, ῴα, ον και ασυναίρ. τ. ἡρώιος, ία, ον) νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το ηρώο μνημείο που έχει ανεγερθεί προς τιμήν τών πεσόντων στους πολέμους τού έθνους αρχ. 1. το αρσ. ως ουσ. ό ἡρῷος (ενν. ῥυθμός) το ηρωικό μέτρο, ο δακτυλικός… …   Dictionary of Greek

  • θουρήεις — θουρήεις, εσσα, εν (Α) βλ. θουραίος. [ΕΤΥΜΟΛ. < θούρος + επίθημα –ήεις (πρβλ. βομβ ήεις, ολβ ήεις, φθογγ ήεις] …   Dictionary of Greek

  • κορσήεις — κορσήεις, εσσα, εν (Α) βλ. κορσοειδής. [ΕΤΥΜΟΛ. < κόρση + κατάλ. ήεις (πρβλ. ολβ ήεις, χαλαζ ήεις)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»