Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἔπιπλα

См. также в других словарях:

  • ἔπιπλα — implements neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τἄπιπλα — ἔπιπλα , ἔπιπλα implements neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπίπλας — ἐπίπλᾱς , πίμπλημι fill imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἐπίπλᾱς , πίμπλημι fill imperf ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπίπλοις — ἔπιπλα implements neut dat pl ἐπίπλοος 2 sailing against masc dat pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπίπλων — ἔπιπλα implements neut gen pl ἐπίπλοος 2 sailing against masc gen pl (attic) ἐπιπλέω sail upon aor ind act 3rd pl (epic doric ionic aeolic) ἐπιπλέω sail upon aor ind act 1st sg (epic ionic) πίμπλημι fill imperf ind act 3rd pl πίμπλημι fill imperf …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διακόσμηση — Ο εξωραϊσμός, το στόλισμα, η επίθεση στολιδιών σε ένα οικοδόμημα. Δ. χαρακτηρίζεται οτιδήποτε συμπληρώνει τη βασική κατασκευή ενός κτιρίου, στολίζοντας ή εμπλουτίζοντας την εξωτερική ή εσωτερική επιφάνειά του. Αυτό δεν σημαίνει ότι η δ. έχει… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • Σέρατον, Τόμας — (Sheraton). Ονομαστός Άγγλος επιπλοποιός (1751 1806). Εργάστηκε βασικά στο Λονδίνο, όπου κατόρθωσε να επιβληθεί χάρη στα νέου ρυθμού έπιπλά του, που είναι γνωστά σήμερα ως έπιπλα ρυθμού Σ. Ο Σ. κυκλοφόρησε το 1791 μια καλαίσθητη έκδοση με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Ασιατικής Τέχνης (Κερκύρας) — Η μοναδική στην Ελλάδα και μία από τις πλουσιότερες στην Ευρώπη συλλογές έργων τέχνης της Ασίας, η οποία αποτελείται από έντεκα χιλιάδες περίπου αντικείμενα, εκτίθεται και πάλι ύστερα από πολλά χρόνια. Το ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου,… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Ιστορικό και Λαογραφικό Λίμνης — Το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Λίμνης λειτουργεί από το 1993 σ’ ένα όμορφο νεοκλασικίζον διώροφο κτίριο που χτίστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αι., το οποίο ανήκε στην οικογένεια Ευαγγελινών Φλώκων. Ύστερα από μία ριζική ανακαίνιση, που… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»