Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἔναλος

См. также в других словарях:

  • Ἔναλος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔναλος — masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έναλος — Μυθολογικό πρόσωπο, ήρωας της Λέσβου. Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, οι Πενθιλίδες, πρώτοι άποικοι της Λέσβου, είχαν λάβει χρησμό ότι, για να επιτύχει ο αποικισμός τους έπρεπε, όταν θα συναντούσαν έναν ύφαλο που λεγόταν Μεσόγειος, να… …   Dictionary of Greek

  • ἔναλον — ἔναλος masc/fem acc sg ἔναλος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἐνάλοις — Ἔναλος masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐνάλοις — ἔναλος masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἐνάλου — Ἔναλος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐνάλου — ἔναλος masc/fem/neut gen sg ἐνά̱λου , ἐνάλλομαι leap in aor ind mid 2nd sg (attic epic doric aeolic) ἐνάλλομαι leap in aor ind mid 2nd sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἐνάλους — Ἔναλος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐνάλους — ἔναλος masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἐνάλων — Ἔναλος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»