Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἑξάμετρος

См. также в других словарях:

  • ἑξάμετρος — of six metres masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξάμετρος — η, ο 1. (για στίχους), που αποτελείται από έξι μέτρα, δηλ. μετρικά πόδια, και μάλιστα δαχτύλους. 2. (για ποιητικά έργα), που αποτελείται από εξάμετρους στίχους. 3. το αρσ. και το ουδ. ως ουσ., εξάμετρος, ο και εξάμετρο, το στίχος εξάμετρος και… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εξάμετρος — η, ο (AM ἑξάμετρος, ον) 1. (για στίχο) αυτός που αποτελείται από έξι μέτρα 2. (για έμμετρο λόγο) αυτός που αποτελείται από εξάμετρους στίχους («ἡ Πυθίη ἐν ἐξαμέτρῳ τόνῳ λέγει τάδε», Ηρόδ.) 3. το ουδ. ως ουσ. τό εξάμετρο στίχος που αποτελείται από …   Dictionary of Greek

  • ἑξάμετρον — ἑξάμετρος of six metres masc/fem acc sg ἑξάμετρος of six metres neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξαμέτροις — ἑξάμετρος of six metres masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξαμέτροισι — ἑξάμετρος of six metres masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξαμέτρου — ἑξάμετρος of six metres masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξαμέτρους — ἑξάμετρος of six metres masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξαμέτρων — ἑξάμετρος of six metres masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξαμέτρῳ — ἑξάμετρος of six metres masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑξάμετρα — ἑξάμετρος of six metres neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»